Η γυναίκα που έχει πάρει διαζύγιο και ο πρώην σύζυγός της ζει. Από τις πλέον παρωχημένες και σεξιστικές εκφράσεις της Νέας Ελληνικής. Παλαιότερα δε, προ 20-30 ετών, η ζωντοχήρα ήταν συνώνυμο της γυναίκας αμφιβόλου ηθικής, αφού αν και δεν υπήρχαν απτά στοιχεία, θεωρούνταν δεδομένο ότι γαμιέται. Για τον λόγο αυτό, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν και χωρισμένη, σύμφωνα με το Urban Legend της εποχής. Σπανιότερα ο όρος χρησιμοποιείται και στο αρσενικό.

- Ρε συ, πού είσαι χαμένος τόσους μήνες;
- Έχω βρει μια ζωντοχήρα και μ' έχει ξεπουτσιάσει φιλαράκι.
- Τι άλλο να πω, παρά ΚΑΛΑ ΓΑΜΗΣΙΑ!

(από krepsinis, 12/09/08)(από limadoros, 22/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιφούτης και κακομοίρης, ο μίζερος τσιγκούνης. Η λέξη προέρχεται από παλιά ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, στην οποία ο βασικός ήρωας είναι έμπορος λαδιού και απίστευτος τσιγκούνης, αν και υπερβολικά πλούσιος.

- Εντάξει, να νοικιάσουμε αυτοκίνητο, αλλά όχι το Hyundai, αφού είναι κατά 5 ευρώ ακριβότερο.
- Καλά ρε γερο-Λαδά, θα δώσουμε 5 ευρώ λιγότερα για να πάρουμε παλιό αυτοκίνητο σε πολύ χειρότερη κατάσταση; Μη τρελαθούμε τώρα... Με μισθό 3.500 ευρώ το μήνα, πώς μπορεί να είσαι τέτοιος γερο-Λαδάς;

Από τον ομώνυμο χαρακτήρα του μυθιστορήματος «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», του Νίκου Καζαντζάκη. Προφανώς ο φίλος εννοεί τη μεταφορά του βιβλίου σε σειρά στην κρατική τηλεόραση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φιλάργυρος και συμφεροντολόγος άνθρωπος που εκμεταλλεύεται τους αδύναμους. Λέξη τουρκικής προελεύσεως < çιfιt, σημαίνει τσιγκούνης και φιλάργυρος.

- Ήρθε ο παλιοτσιφούτης ο ιδιοκτήτης για το ενοίκιο σήμερα. Μου είπε ότι έτσι και δεν το πληρώνουμε την πρώτη μέρα του μήνα, θα μας κάνει έξωση. Απίστευτος μαλάκας!

βλ. και τσιαφούτης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιστορική μάρκα αθλητικών ειδών, η οποία κατέληξε να γίνει συνώνυμο του αθλητικού παπουτσιού. Μία από τις πρώτες εταιρίες αθλητικών που εισήγαγε μαζικά αθλητικά παπούτσια στην Ελλάδα. Με το πέρας του χρόνου, η μάρκα καθιερώθηκε στη συνείδηση και το καθημερινό λεξιλόγιο του Έλληνα, ως το Ersatz του αθλητικού παπουτσιού.

  1. - Ωραίο το σπορτεξάκι, καινούργιο είναι;
    - Ναι, χθες το πήρα.
    - Με γεια!

  2. - Μπαμπά, θέλω να αγοράσω καινούργια σπορτέξ, τα παλιά έχουν σκιστεί!

(από krepsinis, 14/09/08)el viela (από MXΣ, 26/04/11)

Βλ. και ελβιέλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσική σουρεαλιστική έκφραση, η οποία περιγράφει κάτι που απλούστατα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Φέρνοντας στο μυαλό μας την εικόνα ενός λαγού να φοράει πετραχήλι(α), κατανοούμε το λυρισμό και την εκφραστικότητά της, ως θέατρο του παραλόγου.

1. Και τι δε μού έταξε ο πεθερός μου πριν τον γάμο: σπίτια, οικόπεδα, αυτοκίνητα, ταξίδια, λαγούς με πετραχήλια σού λέω...

  1. Άκου να δεις Γιωργάκη, δεν θα σού ωραιοποιήσω τα πράγματα, ούτε θα σού τάξω λαγούς με πετραχήλια: η δουλειά είναι δύσκολη και θέλει αρχίδια για να πετύχεις!

Αρκάς, Ο καλός λύκος (από patsis, 20/06/09)(από Khan, 14/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που συναντάται στη Βόρεια Ελλάδα και κατά πάσα πιθανότητα είναι τουρκικής προελεύσεως. Σημαίνει ότι συγκρούομαι σφοδρά με κάποιον, χωρίς να υπολογίζω τις συνέπειες και με μηδαμινές σχεδόν πιθανότητες επανασύνδεσης. Συνώνυμο με το γίναμε από δύο χωριά χωριάτες.

- Ο Στέλιος ήρθε χθες από τη Θεσσαλονίκη και βλέποντας ξαφνικά τον Βασίλη στο σπίτι γινήκανε ανάμια για τα κληρονομικά. Δεν θα το αντέξει η καημένη η μάνα τους, για πόσο καιρό θα συνεχιστεί αυτό άραγε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική έκφραση που άρχισε να χρησιμοποιείται κατά τη δεκαετία του '70, υπονοώντας ότι υφίσταται έλλειμα ασφάλειας των πολιτών και ραγδαία αύξηση του εγκλήματος. Η αναφορά προέρχεται από την εποχή της αμερικανικής ποταπαγόρευσης τη δεκαετία του '30, όταν ο Αλ Καπόνε ήταν ο Βασιλιάς του Εγκλήματος στο Σικάγο των ΗΠΑ.

- Κύριε Κώστα προσέξτε στις σκάλες, η αστυνομία έχει τοποθετήσει κορδέλες στο σημείο που βρέθηκε νεκρός κάποιος άγνωστος και θα πάρει αποτυπώματα.
- Τσ τσ τσ τσ τσ, Σικάγο γίναμε, η Αθήνα δεν ήταν έτσι κάποτε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατ' εξοχήν σοβαρή απειλή προς δημόσιο υπάλληλο ή αντιφρονούντα σε κυβερνητικό κόμμα από το '60 μέχρι το '90, το συνώνυμο της δυσμενούς μετάθεσης. Ο Έβρος, που τότε ήταν το συνώνυμο της ακριτικής περιοχής (κάτι που ήμερα δεν ισχύει), λειτουργούσε τρόπον τινά ως εξορία, για τον πιθανό μετοικούντα.

- Κύριε βουλευτά, εκπροσωπώ το σωματείο μας και θα ήθελα να σας εκφράσω τις διαφωνίες μας αναφορικά με την πολιτική σας στο θέμα των συντάξεων.
- Προτού πεις οτιδήποτε, σου λέω ότι θα σε στείλω στον Έβρο, για να βάλεις μυαλό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσική έκφραση της παπανδρεϊκής εποχής, η οποία ορίζει την περίοδο διακοπών του μέσου Νεοέλληνα. Αν θυμάμαι καλά υιοθετήθηκε γύρω στα μέσα της δεκαετίας του'80 και καλύπτει το διάστημα Ιουλίου - Αυγούστου, με άλλα λόγια τη θερινή ραστώνη.

«Δεν θα χαλάσουμε τα μπάνια του λαού» (απάντηση του Ανδρέα σε εισήγηση συνεργατών του να διεξάγει πρόωρες εκλογές το καλοκαίρι του 1987).

(από krepsinis, 14/09/08)Τα χρόνια της αθωότητας.. (από Vrastaman, 15/09/08)(από electron, 21/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που προέρχεται από την Αγία Γραφή (αν θυμάμαι καλά τη χρησιμοποίησε ο Απόστολος Παύλος) και λέγεται για ανθρώπους φλύαρους που ο λόγος τους δεν έχει ουσία αλλά απλά κάνει θόρυβο και μάλιστα ενοχλητικό.

Απόσπασμα από άρθρο εφημερίδας με θέμα δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου:
«Αναφερόμενος τέλος στην Εκκλησία πρόσθεσε πως δεν νομιμοποιείται να λέει κούφια λόγια, θορυβώντας ως κύμβαλο αλαλάζον, αλλά οφείλει να έχει λόγο ουσιαστικό, αγαπητικό και σωστικό και πάντως όχι συνθηματολογικό, εκκοσμικευμένο και διασπαστικό”.

(από krepsinis, 14/09/08)(από krepsinis, 14/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified