Selected tags

Further tags

Καταρχήν ο οίκος ανοχής, το μπουρδέλο. Κατ' επέκταση, αποτελεί βρισιά για οποιοδήποτε σπίτι, οικογένεια και δη για το γήπεδο της ομάδας αντίπαλου φιλάθλου. Συχνά ενταγμένο σε βρισιές όπως «γαμώ το πουτανόσπιτό σου», «το πουτανόσπιτό σου μέσα» κ.τ.ό.

  1. Καλά τους τρέντηδες που βγαίνουν για φαί- πιοτό στα δηθενάδικα στο Μετάξι δεν τους ενοχλούν τα πουτανόσπιτα που είναι σειρά το ένα μετά το άλλο;

  2. Κοιταξτε εναν που θελει να ειναι και βαζελος το πουτανοσπιτο του μεσα (Εδώ).

  3. να γκρεμισω το πουτανοσπιτο σου ρε κωλοτρυπιδακι; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθημα νίκης.

Προέλευση-ετυμολογία: παραφθορά του αντίστοιχου αμερικάνικου συνθήματος «let's_go» στο μπάσκετ και στο βόλεϋ πριν την έναρξη ή επανέναρξη του αγώνα (μετά το τάιμ-άουτ). Για την παραφθορά πρβλ. μέγκλα, ροζμπίφ κ.α.) -κι ας λέει ο ακαδημαϊκός Μπαμπ(ουίνος) ό,τι θέλει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μισό - μηδέν χρησιμοποιείται κυρίως για ποδόσφαιρο, όταν θέλουμε να δείξουμε ότι μία ομάδα νικάει 1-0 με τα χίλια ζόρια σε τραγικό παιχνίδι.

Αυτός ο Άρης με το ζόρι κρατιέται στη μάχη των Play Off. Όλο μισό - μηδέν νικάει μέσα.

Got a better definition? Add it!

Published

Αεροδυναμικό βοήθημα σπορ αυτοκινήτου, γνωστό και ως αεροτομή. Συχνά όμως, αναφέρεται σε δύο συγκεκριμένα αυτοκίνητα που φέρουν χαρακτηριστική αεροτομή, τα Subaru Impreza & Mitsubishi Evo.

- Και τους πάτησε όλους ο Τάκης με το πουντικό χθες;
- Εεεε ναι... μέχρι που ήρθαν δύο φτερούγες και γίναμε!

(από caution, 15/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτική ονομασία της τρέλας, που λάνσαρε ο γνωστός τηλεκαφενόβιος αθλητικογράφος Γεωργίου, αναφερόμενος σε διάφορους προπονητές με αλλοπρόσαλλες αγωνιστικές επιλογές. Παραπέμπει στο γνωστό συμβάν νοσηλείας του Μπάρκουλη σε ψυχιατρικό ίδρυμα.

Ρε τι έκανε πάλι αυτός ο Φερέρ; Μιλάμε ο τύπος πάσχει από οξεία μπαρκουλίτιδα!

(από Khan, 21/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάρκα λέγεται η βίαιη βύθιση ενός κολυμβητή από έναν άλλο κολυμβητή. Πατητή μάρκα είναι όταν μετά τη βύθιση με σπρώξιμο προς τα κάτω ακολουθεί και δεύτερο σπρώξιμο με το πόδι στην πλάτη του βυθιζόμενου για να πάει ακόμα πιο βαθειά.

Ρε συ, τι βοήθεια μας δίνει η Ευρώπη, αφού πριν από δυο χρόνια το χρέος ήταν στο 120% του ΑΕΠ και τώρα είναι στο 160%! Αυτοί αντί για βοήθεια μας έκαναν άγρια μάρκα και μάλιστα πατητή μάρκα, να δούμε πότε θα ξεμπλέξουμε.

Μάρκα (από nikolaosvlas, 30/10/11)Πατητή μάρκα (από nikolaosvlas, 30/10/11)

βλ. και πατητή

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άτομο που είναι επιφορτισμένο με το καθήκον του να μαζεύει τις μπάλες που φεύγουν από τον αγωνιστικό χώρο διαφόρων παιχνιδιών και να τις επιστρέφει πίσω στο γήπεδο. Χρησιμοποιείται υποτιμητικά για άσχετους ποδοσφαιριστές ή καλαθοσφαιριστές. Η χρήση του θηλυκού γένους και για τους άνδρες καθιστά την έκφραση περισσότερο υποτιμητική.

Άντε ρε το γίδι που θέλει να παίξει και στη βασική! Μπαλομαζώχτρα τον είχαμε στη Λιβαδειά και μας έγινε φίρμα τώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παιδί που μαζεύει την μπάλα στα γήπεδα, και κατά συνέπεια ο άχρηστος, ποδοσφαιρικά ή μη, η μπαλομαζώχτρα, ο ζεσταίνων τον πάγκο.

Χρησιμοποιείται από μπακό σε αλάνα μέχρι σούπερ λιγκ και βάλε.

Πιθανότατα και ειρωνικά εκ του τουρκικού uz που σημαίνει έξυπνος και ικανός (κατά το παιδί-τζιμάνι). Η ετυμό εκ του «ου(κ) ζώ» κρίνεται ως παπαριά.

Βορειοελλαδίτικο.

Ποιος ρε, ο Αντωνίου; Αυτόν φίλε τον είχαμε για ούζο στο σχολείο! Μαλώναμε ποιος δεν θα τον πάρει στην ομάδα του! Και τώρα, παίζει στο Κατάρ… τι μου λέτε! Και τι κάνει το παλτό, το δοκάρι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που ηχεί σλανγκ στα ελληνικά, αλλά: α. δεν είναι πάντα σλανγκ (είναι και δόκιμη), β. ο σλανγκ ήχος της είναι η ακριβής ηχητική μεταφορά από τα ιαπωνέζικα. Σημαίνει τον αθλητή του καράτε.

Κανονικά λοιπόν είναι ο καρατέκα (και χρησιμοποιείται η λέξη κατά κόρον, αλλά όχι ως σλανγκ, βλ. παρ. 1), αλλά καθώς φαντάζει ελληνική η λέξη μπαίνει ένα τελικό -ς, και σλανγκοποιείται (παρ. 2, 3). Έτσι το απλό καρατέκα περιορίζεται στο θηλυκό, είτε για σλανγκ, ή για δόκιμη χρήση (παρ. 4, 5).

Για τη διαφορά μξ καρατίστα, καρατέκα και καρατερίστα, δείτε τι λέει εδώ.

  1. Ο καρατέκα ορκίζεται εκδίκηση
    Ο Τσακ Νόρις επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με την ταινία «Αναλώσιμοι 2».

  2. Βραζιλιάνος καρατέκας!
    Ο Βραζιλιάνος άσος της Λάτσιο Ερνάνες θύμισε τον Ολλανδό Ντε Γιονγκ στον περσινό τελικό του παγκοσμίου κυπέλλου κάνοντας ένα εξίσου εγκληματικό φάουλ πάνω στον Μπενζεμά στο χθεσινό φιλικό της Γαλλίας με την Βραζιλία(1-0)

  3. ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΙΚΟΠΟΛΙΔΗΣ: ΤΕΡΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ, ΔΕΝΔΡΟΠΗΠΟΥΡΟΣ, ΚΑΡΑΤΕΚΑΣ ΚΑΙ ΤΩΡΑ....

  4. Μία γάτα «καρατέκα» Δεν ξέρουμε για τη δική σας γατούλα, αλλά εάν δείτε το βίντεο θα καταλάβετε πως η πρωταγωνίστρια ξέρει από πολεμικές τέχνες.

  5. Η καρατέκα παίρνει θέση μάχης και καταφέρνει μια παραλυτική γονατιά στο στομάχι του ληστή, ενώ ακολουθούν κεφαλοκλείδωμα, λαβή-στρίψιμο στο χέρι που κρατά το λεπίδι: «του σταματάω την αναπνοή, αρχίζω τις κλωτσιές στα πλευρά, τα ακούω να σπάνε ένα ένα, κρακ, κρακ, κρακ…» Και οι τρεις ληστές, ανοίγουν την πόρτα και τρέπονται σε φυγή.

Got a better definition? Add it!

Published

Κακής ποιότητας ρακέτα του πινγκ-πονγκ. Συνήθως πρόκειται για έτοιμη, φθηνή ρακέτα σαν αυτές που βρίσκει κανείς στα Jumbo με 3 ευρώ το ζευγάρι. Δεν μπορεί να δώσει ούτε ταχύτητα ούτε φάλτσα στο μπαλάκι, και επιπλέον δεν μπορεί ούτε μπλοκ της προκοπής στις μπαλιές του αντιπάλου να κάνει.

Οι καλές ρακέτες είναι οι φτιαχτές, δηλαδή προμηθεύεσαι χώρια το ξύλο (bat) και χώρια τα λάστιχα (rubber, με τον απαραίτητο σπόγγο πάχους τουλάστιχον 1.9mm) που διαβαθμίζονται με κριτήρια τα spin, control και speed, τα οποία κατόπιν επικολλάς επί του ξύλου με ειδική μαστουροκόλλα. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι τα μέρη της ρακέτας να είναι επώνυμα, από τις μεγάλες φίρμες Stiga, Βutterfly, Liebherr, Tiebhar, Donic, Joola κ.λπ. αλλιώς απλά πετάς τα λεφτά σου.

Ασίστ: προφεσσόρισα Αννίτα

Δεν πας πουθενά με φτό δω το τηγάνι, μόνο για ομελέτες κάνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified