Selected tags

Further tags

Άτομο που χαρακτηρίζεται από μία αντίληψη της πραγματικότητας βαθύτατα αποκλίνουσα από αυτή του συνόλου.

Δεν είναι τυχαίο ότι χαρακτηρίζει και τα ΠΑΟΚΙΑ.

- Μιλάμε το άτομο είναι τελείως αμπαλαέα!

(από HARRIS4, 10/02/13)(από HARRIS4, 10/02/13)(από HARRIS4, 10/02/13)(από HARRIS4, 10/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχικά παρότρυνση του Χ. Ιακώβου προς τον Π. Δήμα να σταθεί κυριολεκτικά κάτω απ' τη μπάρα σταθερά για να γράψει το ρολόι και να μετρήσει η προσπάθεια.

Μεταφορικά σημαίνει συνέχισε σταθερά την προσπάθεια, μην υποχωρείς, πάρ' τους τα σώβρακα δικέ μου, η νίκη είναι δική μας, δεν περιγράφω άλλο.

- Δεν αντέχω άλλο πια. Θα παραιτηθώ να ησυχάσω. Δε γαμιέται ο μαλάκας, μου 'χει ζαλίσει τ' αρχίδια...
- Έλα ρε, κάτσε κάτω απ' τη μπάρα, μη μασάς. Μην αφήνεις τον Σκορδοπούτσογλου να σε χαλάει έτσι. Σε δυό χρόνια παίρνει σύνταξη και θα τελειώσει το μαρτύριο.

(από xalikoutis, 06/11/08)(από xalikoutis, 06/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαρκελώνη, 5 Αυγούστου 1992. Τόπος και ημερομηνία γέννησης της συγκεκριμένης ατάκας από την χρυσή ολυμπιονίκη Βούλα Πατουλίδου. Με τα χρόνια το χρυσό στα 100 μ. εμπόδια μπορεί να ξεθώριασε κομμάτι (δεδομένης ενδεχομένως και της τούμπας που είχε φάει η προπορευόμενη αθλήτρια που μας το δώρισε), αλλά η ρήση έμεινε αθάνατη να συμβολίζει τον νταλκά του Έλληνα να πρωτεύσει σε πείσμα της διεθνούς συνομωσίας που τον κρατάει πάντα κάτω, εξ ου και το «ρε γαμώτο».

Τελικώς έχει καταλήξει να χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου η Ελλάδα δεν έχει απολύτως τίποτε να κάνει, αλλά δίνει μία υπεράνω κριτικής δικαιολογία για την πράξη μας.

- Θεσσαλονίκη - Αθήνα σε τρεις ώρες, πας καλά ρε; Πώς σου 'ρθε και το 'κανες αυτό;
- Είπα «για την Ελλάδα ρε γαμώτο» και το σανίδωσα το γαμίδι. Στην ευθεία της Λάρισας έγραψε 280, καρντάσι!

(από spydel, 02/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσιμπούκ λουκούμ είναι η εξευτελιστική ήττα, είτε μιας ομάδας, είτε ενός ατόμου σε κάποιο αγώνισμα.

(Ύστερα από παρτίδα τάβλι)
- Πόσο ήρθε τελικά;
- 5-2. Ο Νίκος έφαγε ένα τσιμπούκ λουκούμ ξεγυρισμένο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκολάρω σημαίνει βάζω γκολ (μονολεκτικά).

Ρε μαλάκα, ο Ιμπραΐμοβιτς τώρα τελευταία δεν γκολάρει συχνά. Τι έπαθε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι οπαδοι του Ηρακλή αποκαλούνται έτσι από Αρειανούς και ΠΑΟΚτσήδες, διότι το υποκοριστικό της ομάδας είναι Γηραιός, γεγονός που οφείλεται στο ότι είναι η παλαιότερη ομάδα στην Α Εθνική από το 1907.

Μεταξύ λοιπόν «γύφτων» και «σκουληκιών» κινούνται οι «γριές» με λίγους σχετικά οπαδούς και μία διαφορετική μενταλιτέ περί τα αθλητικά. Χαρακτηριστικά λέγεται ότι ο καλύτερος οπαδός του ΠΑΟΚ έχει σκοτώσει τη μάνα του, ενώ ο χειρότερος οπαδός του Ηρακλή έχει δύο μεταπτυχιακά.

Κατά τη λογική της χρήσης του λήμματος «γύφτοι» (βλ. σχετικά), πολλές φορές χρησιμοποιείται στον ενικό (η γριά) για να χαρακτηρίσει όλη την ομάδα.

1
- Ου ρε κωλόγριες που μου θέλετε να κάνετε και κερκίδα. Όλοι μαζί σε τηλεφωνικό θάλαμο χωράτε ρε!

2
- Τι τα θες, τι τα θες, πάλι πίπες οι γριές. (σ.σ. αηδίες...)

Βλέπε και γριά, στρουμφάκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γύφτους αποκαλούν τους Παοκτζήδες οι οπαδοί του Άρη για να δείξουν ότι τους θεωρούν κοινωνικά κατώτερους και άξεστους. Ιστορικά στη Θεσσαλονίκη ο ΠΑΟΚ ήταν η ομάδα των προσφύγων και των λαϊκών στρωμάτων ενώ τον Άρη υποστήριζαν ντόπιοι και, σε γενικές γραμμές, η αστική τάξη της πόλης.

Απαντάται και ο τύπος «ο γύφτος» - πάντα με άρθρο. Σημαίνει το σωματείο και την ομάδα του ΠΑΟΚ, π.χ. Πάλι με τον γύφτο κληρωθήκαμε στο κύπελλο. Χρησιμοποιείται όπως τα ανάλογα «ο γαύρος» και «ο βάζελος».

Ένα από τα συνθήματα που φωνάζουν οι Αρειανοί είναι:

Είναι πουτάνα, είναι μεγάλη πουτάνα
του κάθε γύφτου η μάνα.

Και οι Παοκτζήδες συχνά απαντούν:

Έρχεται, έρχεται όλη η γυφτιά,
τις μάνες σας γαμάει οθωμανικά.

Η αναφορά στο οθωμανικό γαμήσι λαμβάνει υπόψη ότι οι Αρειανοί επίσης αποκαλούν τους Παοκτζήδες «τούρκους» και «μωαμεθανούς».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γιαούρτια, εν προκειμένω, είναι τα χύσια.

Η πλήρης έκφραση είναι «στα μπούτια τρέχουν τα γιαούρτια». Και τρέχουν στα μπούτια όχι διότι για εκεί προορίζονταν (βλ. μπαντανάς), αλλά διότι το μουνί -ή ο κώλος- αδυνατεί να συγκρατήσει τέτοια μεγάλη ποσότητα σπέρματος και, βασικά, έχει ξεχειλίσει. Υπονοείται ίσως ότι δεν έχυσε μόνον ένας, αλλά πολλοί.

Πρόκειται για παλιά γηπεδική ιαχή η οποία, για κάποιο λόγο, ήταν δημοφιλέστερη στο μπάσκετ απ' ό,τι στο ποδόσφαιρο. Χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δείξει την πλήρη κατατρόπωση.

  1. "Στα μπούτια, στα μπούτια τρέχουν τα γιαούρτια". (Ιαχή της εξέδρας)

  2. - Την αρπάξατε πάλι την κατοστάρα, αγορίνα μου ... στα μπούτια τα γιαούρτια, μαλάκες, που πήγατε και να μας κουνηθείτε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική αργκό. Η τακτική του να στήνεσαι κοντά στην αντίπαλη εστία εκτός φάσης περιμένοντας πάσα, ώστε, ελλείψει αντίπαλων αμυντικών, να βάλεις εύκολο γκολ.

Αυτό φυσικά, στο κανονικό ποδόσφαιρο, οδηγεί συνήθως σε οφσάιτ, οπότε και αποφεύγεται. Στις σχολικές αυλές και στις αλάνες ωστόσο τέτοιες παραβάσεις είναι ψιλά γράμματα.

Ρηματικός τύπος: στήνω περίπτερο

- Γκόοοοοοοοοοοοοοολ!...
- ...
- Έεξι-μηδέεέν, έεξι-μηδέεέν!
- Εντάξει ρε Μάκη, περίπτερο ξέρω κι' εγώ.
- Έεξι-μηδέεέν, έεξι-μηδέεέν, έεξι-μηδέεέν, έεξι-μηδέεέν!
- Θα σκάσεις;!
- Έεξι-μηδέεέν, έεξι-μηδέεέν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική έκφραση που υποδηλώνει ικανότητα. Παραλλαγή της λέξης παίχτης, χρησιμοποιείται ως θετικό επίθετο κυρίως σε άνδρες (παρότι θηλυκού γένους).

- Βάλε μέσα την παιχτούρα να πετάξει 3 γκολάκια!

- Τελικά είσαι μεγάλη παιχτούρα, μια χαρά τα κατάφερες πάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified