Selected tags

Further tags

Ο γέρος στα καλιαρντά, προφ εκ των σκέλη και σάλιαγκας. Πρβλ. και σαλιγκαροψώλης.

  1. Από το παράδειγμα του Αίαντος στο σικ ρανζέ οριεντάλ:

Πρὰνς πουλοβιδώθηκε ὁ πουρόπουρος τῆς Λουλοῦς· ἐβούελε μαντὰμ μπεναβία μὲ τὴ λουμπέσκω τὴν ἄλλη, ποὺ τὸν σουκροντίκελε. Σταπίκολα μᾶς μπέναψε καὶ ποεζίες. Μποὺτ λατσὸς καὶ σὶκ ρανζὲ ὀριεντὰλ ὁ σκελοσάλιαγκας.

Τουτέστιν:
Παραδίπλα κάθησε ὁ παποῦς τῆς Λουλοῦς· γούσταρε κουβεντοῦλα μὲ τὴν ἄλλη τὴν πούστρα, ποὺ τὸν γλυκοκοίταζε. Μετὰ μᾶς ἀπήγγειλε καὶ ποιήματα. Πολὺ ὡραῖος καὶ λόγιος (διαβασμένος) ὁ γέροντας.

  1. Στη χούμση κιμπαροπουρό με λιμπερτόζα και ματσιάρα κουρκουλετζού βακουλοκρεμαστή κωλοτσιτσίρισε με νταμιρόκλυσμα το σκελοσάλιαγκα χωρίς σπανοκουκούλα κι ο τραχανάς η γιδοτεκνοσυντήρητη ζήτηξε τσουκτροκλάκα. (Αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published

Η φυλακή στα καλιαρντά. Ο Ηλίας Πετρόπουλος το συσχετίζει με το χάψη εκ του τουρκικού hapis με την ίδια σημασία.

ο γαβαλας στην χουμση φωτο και σε επισκεψη το πρωην πελατολογουαζ του.... (Αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης, είναι ο γέρος, ο γεροτραχανάς. Προέρχεται από το γεγονός ότι, -παλιότερα κυρίως-, ο τραχανάς ήταν ένα εύκολο φαγητό για τους ηλικιωμένους που είχαν χάσει τα δόντια τους.

  1. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος -άσχετα αν είναι ένας γεροτραχανάς που έχει ξεχάσει το κολύμπι- δίνει καθημερινά το παρών στην πισίνα των φυλακών, σε μια προσπάθεια να ξεχάσει το δράμα της ζωής του που τον κρατάει μακριά από την πολυαγαπημένη του Βίκυ Σταμάτη. (Εδώ).

  2. Καλιαρντή χρήση αποκατέ:
    Στη χούμση κιμπαροπουρό με λιμπερτόζα και ματσιάρα κουρκουλετζού βακουλοκρεμαστή κωλοτσιτσίρισε με νταμιρόκλυσμα το σκελοσάλιαγκα χωρίς σπανοκουκούλα κι ο τραχανάς η γιδοτεκνοσυντήρητη ζήτηξε τσουκτροκλάκα.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο παπάς, ο ιερέας στα καλιαρντά εκ των βακουλή (= Εκκλησία) και πουρός.

Το βακουλή χρησιμοποιείται σε πολλές λέξεις της καλιαρντής που σχετίζονται με την Εκκλησία. Ο Ηλίας Πετρόπουλος (Τα Καλιαρντά, 1971) αναφέρει ως πιθανή ετυμολογία την προέλευση από τα αβάς (abbé στα γαλλικά) και kule = πύργος στα τουρκικά.

Ο δεύτερος, σπούδασε μαθηματικός ο Μιχάλης, ήσυχο παιδί, μαζεμένο, του Θεού. Της προσευχής και της μετανοίας. Τα κατάφερε αυτός, διορίστηκε, μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει, πέφτει το παραδάκι, ασφαλίστηκε, έκανε και μια λατσή κρεμάλα με μια μούτζα με μπερντέ, τη νύφη μου, τη Γαρυφαλλιά. Η νύφη μου είναι ψυχικιάρα, του «Κυργιελέησον» κι αυτή και με συμπονά. Τα πάμε καλά, μου στέκεται στα δύσκολα. Στο τέλος έγινε παπάς το θεόπαιδο. Τρία αδέρφια, το καθένα κι άλλο μπαϊράκι. Ο πρώτος, καππακάππας, ο δεύτερος, βακουλοπουρός, ο τρίτος, καραλούγκρα. (Από το μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη «Ο Γύρος του Θανάτου»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καλιαρντή λίγο-πιο-μεγάλη λέξη για το κρεμιέμαι στην βακουλή = Εκκλησία, δηλαδή παντρεύομαι με βακουλοπουρό και με κρεμαλότεκνο και χάνομαι (μέχρι νεωτέρας) από τον κόσμο των τζιναβωτών.

Μουτζωτός ήταν πάντοτε, στο τέλος βακουλοκρεμάστηκε με ένα μουτζό με μπουτ μπερντέ και χάθηκε.

Got a better definition? Add it!

Published

Στρογγυλοκάθομαι στα καλιαρντά, εκ του πούλη (<bul = κώλος στη ρομανί) και βιδώνομαι.

Παράδειγμα Αίαντος από το λήμμα σικ ρανζέ οριεντάλ:

Πρὰνς πουλοβιδώθηκεπουρόπουρος τῆς Λουλοῦς· ἐβούελε μαντὰμ μπεναβία μὲ τὴ λουμπέσκω τὴν ἄλλη, ποὺ τὸν σουκροντίκελε. Σταπίκολα μᾶς μπέναψε καὶ ποεζίες. Μποὺτ λατσός καὶ σὶκ ρανζέ ὀριεντάλσκελοσάλιαγκας.

Τουτέστιν:
Παραδίπλα κάθησε ὁ παποῦς τῆς Λουλοῦς· γούσταρε κουβεντοῦλα μὲ τὴν ἄλλη τὴν πούστρα, ποὺ τὸν γλυκοκοίταζε. Μετὰ μᾶς ἀπήγγειλε καὶ ποιήματα. Πολὺ ὡραῖος καὶ λόγιος (διαβασμένος) ὁ γέροντας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα γυαλιά, στα καλιαρντά.

Από το καλιαρντό ρήμα βικέλω (που νόμιζα ότι το είχαμε αλλά δεν τόχουμε, άρα Χανκ αναλαμβάνεις!)

Καλέ πού έχω τα βικελτά μου;

Got a better definition? Add it!

Published

Η λεσβία στα καλιαρντά, εκ του σεμνή αδερφή.

Πανε να ζησουνε τον έρωτα τους κι η Λιάνα η σεμναδερφή τους χέζει όλους και ψηφίζει επιτέλους στη βουλή για να δουν χαρά κι οι αδερφές. (Αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κομμουνιστής στα καλιαρντά, ή, όπως εξηγεί ο Ηλίας Πετρόπουλος στο ομώνυμο βιβλίο, ο κόκκινος δημοκράτης, εκ του ρόζος = κόκκινος (< ροζί < γαλλικό rouge ή ιταλικό rosa = τριαντάφυλλο) και του ροβεσπάκης < Robespierre.

Και η Αλέκα η αγαθόκλα αβέλει ντρέσες λουλουδάτο ξώβυζο φουστάνι χωρίς βάτες κι έχει κουρανταρισμένο το παγκρό και κουλικωμένη με ωραία χρώματα και με χαμόγελο colggate λέει ναι στον Αλέξη τον ασούξη, ναι στον Αντώνη τη μπιτζανού, ναι στον Βαγγέλη την μπαλογουγούλφω, ναι στον Φώτη τον ροζοροβεσπάκη, ναι σε όλα……… (Μαρίνα Ζέας αποκατέ).

(από Khan, 08/10/13)(από Khan, 18/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ολονύχτιο σεξ, ή, κατά τον Ηλία Πετρόπουλο που δίνει έναν πιο στενό ορισμό «η ολονύχτια παρά φύσιν συνουσία».

  1. Σε ρωτάω εγώ τώρα εκεί μέσα σ αυτά που βολοδέρνουνε όλη μέρα και αναρωτιούνται ολοι τους που πήγανε οι άντρες γιατι δε τα φτιάχνουνε μεταξυ τους; Να παρατήσουνε τους κομπιούτορες και να βγούνε απ το καβούκι τους να συναντηθούνε και να τα φτιάξουνε. Παρά μόνο μιλάνε και λεν ο ενας στον άλλο πως δε βρίσκουνε άντρες.
    Δε μπορει κοτζαμάν ίντερνετ να μην εχει άντρες. Κι αντρες έχει και γυναίκες εχει κι αδερφές εχει και λεσβίες έχει και τραβεστί έχει κι απόλα έχει ο μπαξες. Για κοιταξτε το που σας λέω να μη με πρίζετε κι εμένανε κυρά Μαρίνα και κυρα Μαρίνα που πήγανε οι άντρες!!!!
    Πάω τωρα γιατί έχω κρεβατοδεξίωση με κάποιονε λατσό πούναι και γατουλογαμούλης!!!!! (Μαρίνα Ζέας αποκατέ).

  2. Ισάστακα δυο λεπτά να στη πετάξω. Εσυ στο μεταξύ κανε και κανα κουλίκωμα να λάμψεις… Κι αμα μετα δεν γινει κρεβατοδεξίωση εμένα να μην με λεν Μαρίνα!!!!!!! (Ζέας αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified