Selected tags

Further tags

Άλλη εκδοχή του κόβω τις φλέβες μου.

  1. Βαριέμαι αφόρητα, μέχρι αηδίας.
  2. Κυλιέμαι στα πατώματα από καψούρα.

Καλά, σήμερα στο αμφιθέατρο έκοβα φλέβα κανονικά, δεν περνούσε με τίποτα η ώρα από τη βαρεμάρα.

Δεν κόβω φλέβα για σένα
Δεν ξενυχτάω για σένα
Και όλα όσα έχουμε ζήσει
Τα έχω πλέον γραμμένα

Got a better definition? Add it!

Published

Το επίθετο που προκύπτει από την έκφραση κόβω φλέβα.

Απαντάται κατεξοψήν σε τραγούδια που είτε είναι ερωτικά-μελό-με-παίρνουν-τώρα-τα-ζουμιά και δεν αρκεί όλη η βιομηχανία της Softex για να μαζέψω τα ζουμιά, είτε δεν αρκεί όλη η βιομηχανία γαρυφάλλων και λουλουδούδων σε συνδυασμό με τον Γιαννάκη τον Περιπατητή.

Επίσης, μπορεί να αναφέρεται σε κάτι (και πάλι κατεξοχήν τραγούδι) που μας προκαλεί απίστευτη βαρεμάρα σαν την κοπελίτσα από τη διαφήμιση με τον Γιάννη τον slow.

ακούω κοψοφλέβικοκομμάτι (Sere nere) και ενώ έχω ξεχάσει πως είναι να πονάς από αγάπη μου ήρθε ένας πανικός μην μου ξανασυμβεί

ΣΤΡΑΤΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ / STRATOS DIONISIOU
Κοψοφλέβικο...
Τελειώσαμε- Σ.Διονυσίου-Μ.Βλαχάκη live

(από crystal_k, 14/12/11)(από crystal_k, 14/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Άλλη εκδοχή του κοψοφλέβικου γαλλιστί όμως αυτή τη φορά.

Η τραγουδίστρια τους Natalia Jimenez πιστεύω ότι έχει φοβερή φωνή ειδικά όταν ερμηνεύει σλόου-κοψοφλεβέκομμάτια.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ενεχυροδανειστής.

- Αψιλίες φίλε. Για να πληρώσω το νοίκι, σκότωσα το δαχτυλίδι του παππού και κάτι κολιέδες της γιαγιάς στον ακούμπη.

- Είχα μαζέψει λίγα-λίγα 5 «χαρτιά», πάνε αυτά. Πήρα άλλα τόσα ή κάτι πάρα πάνω, δεν θυμάμαι ακριβώς, (όταν πνίγεσαι που να μετρήσεις πόσες μπουρμπουλήθρες έχεις κάνει;) σαν προκαταβολή για δουλειές που... πρόκειται να κάνω (χρωστάω και το μέλλον μου), έπεσα στο δάνειο που το έβρισκα εύκολα στην αρχή, μετά πιο δύσκολα, φτάσαμε στον ακούμπη, σκοτωθήκανε τα «τιμαλφή» και μετά... μετά ποιος σε... όταν δεν ξέρει πότε, και αν θα τα πάρει;

(κομμάτι από επιστολή του Άκη Πάνου στην τότε Υπ. Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο γαμοσλανγκομπρουτάλ εκδοχή του τουμπεκί ψιλοκομμένο, δηλαδή κάνε μόκο, βούλωσ' το, βγάλε το σκασμό σου.

- ΟΤΑΝ ΜΙΛΑΝΕ ΤΑ ΛΙΟΝΤΑΡΙΑ ΤΑ ΒΑΤΡΑΧΙΑ ΤΟΥΜΠέΚΑ (εδώ)

- Οταν μιλαει ο καπτα-Μακης, οι χαρτογιακαδες κανουν τουμπεκα (εκεί)

"Της κακομοίρας". Από το 0:11 και πέρα ακούγεται ο όρος (από GATZMAN, 16/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια κι έξω, μπιγκ, τσακ-μπαμ, σε ντετέ.

παλιότερο: μπαμ-μπαμ (=τσάκα-τσάκα)

νεότερο: στο μπαμ

επιτακτικό: στο μπαμ-μπαμ.

~~~~~

Επίσης η λέξη μπαμ δηλώνει και ρυθμό: την θέση, όχι την άρση και είναι αντίστοιχη του «ταμ».

  1. Στο μπαμ τριαδα... Καλησπέρα παικταράδες μου, Μια γρήγορη τριαδούλα για σήμερα γιατί μείναμε πίσω λόγο φόρτου εργασίας και υποχρεώσεων

  2. Έλα ρε Βαγγέλη να το φτιάξουμε εδώ μπαμ-μπαμ, να τελειώνει!

  3. Σχετικα λιγη ωρα κρατησε η τελετη ορκωμοσιας για την αναληψη της προεδριας της Αμερικης απο τον Μπαρακ Ο-μπαμ. Εγινε στο μπαμ-μπαμ.

  4. Τι κοινό έχει μία βόμβα, ένα τυρί και το 'ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας';- Μπαμ τύρι τύρι τύρι...

Got a better definition? Add it!

Published

Εντελώς, τίγκα, απολύτως, τέζα. Από το αγγλικό full -και μάλλον μπήκε στη γλώσσα μας από τον όρο του χαρτοπαιγνίου (φουλ του άσσου κι έτς).

Παράγωγες εκφράσεις: «στο φουλ»: όσο δε μπάει άλλο
«φουλ τα γκάζια», δηλαδή, πέρα από το κυριολεκτικό (σανιδώνω κλπ): σε φουλ εγρήγορση. Κάποιο καυλόγκαζο του σάη ας το κάνει αυτόνομο λήμμα περδικαλώ, ευχαριστώ.

  1. - Θες άλλο;
    - Ευχαριστώ όχι, είμαι φουλ.

  2. - Το γεμίζω;
    - Φουλ.

  3. - Ο Τάκης καλά;
    - Φουλ ερωτευμένος. Τον έχουμε χάσει τελείως.

  4. Σε φουλ ρυθμούς Ίβιτς, Έτο...

  5. Ερωτικα βοηθηματα για απόλαυση στο φουλ!

(παραδείγματα δανεικά και μη)

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν κάποιος λέει αρλούμπες προσπαθώντας να ανεβεί στην υπόληψη κάποιου ή στην προσπάθειά του να δώσει νόημα σε μια συζήτηση που δεν έχει.

Πάλι άρχισε την παπαρολογία αυτός...

Βλ. και παπαραλήρημα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει ότι κάτι είναι προφανές, πασίδηλο, εμφατικό. Κάτι που δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε, κάτι που ακόμη και οι τυφλοί το βλέπουν.

Επίσης, σημαίνει ότι κάποιος πετάει σπίθες, κάνει εκπληκτικά πράγματα, κυριολεκτικά αγγέλους και παπάδες.

- Καλά, πάλι κατάπιε το στραγάλι ο αρχιδόπουστας; Το μπέναλ έβγαζε μάτια!

- Μιραλάς με Πάντελιτς στην επίθεση του Θρύλου, βγάζουν μάτια στα τελευταία ματς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για όποιον πάει φιρί φιρί γυρεύοντας, συμπεριφέρεται παράτολμα και / ή απερίσκεπτα, με αποτέλεσμα να την πατήσει τελικά. Το πάθημά του είναι δικαιολογημένο γιατί δεν πρόσεχε, και προκάλεσε μόνος την κακοτυχία του.

Η έκφραση απηχεί επίσης την κρατούσα στην ουαχαβιτική εκδοχή του δικαίου της σαρία και υποφώσκουσα στο δυτικό ποινικό δίκαιο άποψη, κατά την οποία η υπαιτιότητα στο έγκλημα του βιασμού επιρρίπτεται πρωτίστως στο θύμα, με την αιτιολογία ότι αυτό προκάλεσε το δράστη.

Πιο εμφατική σύνταξη: τα θέλει και σένα ο κώλος σου.

  1. - Όχι ρε πούστη μου! Μου πήρανε τις πινακίδες τα μουνιά! - Ε, τα’θελε κι εσένα ο κώλος σου. Πάνω στη ράμπα βρήκες να παρκάρεις και φωνάζεις κι από πάνω;

  2. - Κατηγορείσαι ότι βίασες τη θεία σου. Τι έχεις να απολογηθείς; - Τα’θελε κι αυτηνής ο κώλος της κύριε Πρόεδρε, είναι μεγάλη ανάφτρα!
    - Ε, τότε να σε παντρέψουμε να της ρίχνεις και κανα χεράκι ξύλο, μήπως και συμμορφωθεί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified