Μετά την κλιματική αλλαγή οι εποχές στην Ελλάδα έγιναν δυο:
Σεπτέμβρης - Φλεβάρης: καλοκαίρι
Μάρτης - Αύγουστος: καλυτεροκαίρι
Κάποιο καλυτεροκαίρι... τυχερό αστέρι...
Μετά την κλιματική αλλαγή οι εποχές στην Ελλάδα έγιναν δυο:
Σεπτέμβρης - Φλεβάρης: καλοκαίρι
Μάρτης - Αύγουστος: καλυτεροκαίρι
Κάποιο καλυτεροκαίρι... τυχερό αστέρι...
Got a better definition? Add it!
Χιουμοριστικό αμάλγαμα του γνωστού βραβείου Νόμπελ και της τρόμπας, με σαφείς αναφορές στην περιεχόμενη σε αυτή λέξη ρόμπα. Είναι το νοητό βραβείο που απονέμουμε ως ένδειξη ανύπερβλητης βλακείας/ασχετίλας/ξεφτίλας/αγαρμποσύνης. Κοντολογίς, όταν κάποιος τα έχει κάνει θάλασσα γίνεται ευθύς υποψήφιος για Τρόμπελ.
- Εεε...αφεντικό...έχω άσχημα νέα: νομίζω ότι μου έκλεψαν τη νταλίκα όταν σταμάτησα στο βενζινάδικο για κατούρημα. - Μπράβο βούρλο. Θύμισέ μου να σου απονείμω το βραβείο Τρόμπελ και να σε απολύσω!
Got a better definition? Add it!
Επιθετικός προσδιορισμός που προκύπτει από το ουσιαστικό ωδείο με την κατάληξη -ουχος (στην θηλυκή βερσιόν -ούχα π.χ. αδειούχα, στο ουδέτερο -ούχο, ή και -ουχάκι -Βλ. Παράδειγμα). Δηλώνει, είτε τον κάτοχο μουσικού πτυχίου από αναγνωρισμένο -ή μη- ωδείο, ή απλά κάποιον που έχει στο βιογραφικό του μουσικές σπουδές, ασχέτως με το αν δεν κατάφερε, όχι μόνο να τις ολοκληρώσει, αλλά ούτε καν να ξεπεράσει τα βασικά επίπεδα - χωρίς βέβαια αυτό να τον εμποδίζει από το να πουλάει μούρη λες και είναι η μετενσάρκωση του Παγκανίνι.
Χρησιμοποιείται ενίοτε ειρωνικά ή κοροϊδευτικά από μουσικούς που, ενώ κατέχουν τα τεχνικά κάποιου οργάνου, δεν διαθέτουν θεωρητικό υπόβαθρο των γνώσεων τους, δηλαδή από μουσικούς μη ωδειούχους (Παρένθεση: Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει αυτοί οι μουσικοί, είτε είναι καριερίστες είτε όχι, να αντιμετωπίζονται εξαρχής μειωτικά ως ερασιτέχνες, καθώς η ικανότητα τους και η μουσική ευαισθησία τους μπορούν να είναι πραγματικά πολύ υψηλού επιπέδου).
Εν τέλει, η αξία ή μη του να είσαι ωδειούχος τελεί υπό καθεστώς αμφισβήτησης στους κύκλους των μουσικών, ανάλογα βέβαια από το ποια σκοπιά το βλέπει ο καθένας -και όπως πάντα, ανάλογα με το μουσικό στρατόπεδο του καθενός.
- Τι έγινε με μπασίστα, έσκασε μύτη κανένας;
- Αμέ, μας ήρθε ένα ωδειουχάκι αλλά λάκισε μετά την πρόβα. Δεν πολυγούσταρε...
Να τους χέσω όλους τους κωλοωδειούχους! Ένα σόλο της προκοπής τους ζητάς να παίξουν και σε κοιτάνε λες και είσαι από άλλο πλανήτη...
- Αδερφέ έχεις ξαναπαίξει ποτέ;
- Αμέ. Τόσα χρόνια ωδειούχος τι διάολο, άλλη δουλειά δεν κάνω.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όπως λέμε της πούτσας, παλικάρι της φακής κλπ.
Ειρωνική έκφραση, που περικλείει όλα τα εκατέρωθεν ad hominem ψευδο-επιχειρήματα μεταξύ των υπερμάχων Αθήνας – Θεσσαλονίκης, λόγω της γνωστής χαζο-διαμάχης περί του φύλλου/ζύμης κλπ του εν λόγω εδέσματος.
Δηλαδή μεταφορικώς σημαίνει: Μάταιος αγών του οποίου το πεδίον δόξης ενν είν’ λαμμπρόν...
Σχετικά: Διένεξη περί όνου σκιάς, καβγάς για το πάπλωμα, η μάχη για το κουραδόκαστρο, της κοντής ψωλής τα μαλλιά της φταίνε, δυο κίναιδοι μαλώνανε σε ξένο γαμιστρώνα κλπ.
Το εργάκι έχει ως εξής: Οι φερόμενοι Αθηναίοι περιπαίζουν πειραχτηριακά τους φερομένους Θεσσαλονικείς, οι οποίοι τσιμπάνε και τους «αντιμάχονται» (κολακευμένοι ωστόσο που τους επέλεξαν για τετ-α-τετ σύγκρουση οι πρωτευουσιάνοι).
Όμως, και στις δυο περιπτώσεις η ύπαρξη knot-dictionary υποβάθρου δεν λείπει, αφού ούτε οι πλείστοι από τους μεν κρατάνε από τον Κόδρο, ούτε κι οι πρόγονοι των δε έκαναν ποτέ Ανάσταση στη Ροτόντα.
Τα παιχνιδάκια αυτά θα ήσαν επικίνδυνα αν δεν ήσαν γελοία κι έτσι, ακόμα και ο συμπαθής γιαουρτοφάγος Νομάρχης, δεν αποτελεί απειλή για την εδαφική αρτιμέλεια της χώρας...
(Στο τυροπιτάδικο κάπου χάμω):
- Μια μερίδα μπουγάτσα με τυρί παρακαλώ...
- Ασφαλώς ο κύριος εννοεί τυρόπιτα να υποθέσω;
- Ρε φιλαράκι, σε λέω μπουγάτσα με τυρί λέγεται αφού! Τι τ’ αλλάζετε τώρα;
- Άσε ρε λάκη τώρα, που ήρθες να μας μάθεις εσύ πώς να λέμε την τυρόπιτα στα ελληνικά...
(Τσακώνονται και exeunt)
Σ.Σ. Έτσι, και ο ένας έχασε τον πελάτη και ο άλλος έμεινε νηστικός και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα...
Got a better definition? Add it!
Υπάρχει ένας ποδοσφαιριστής που, όταν τον ακουμπάει κάποιος ή όταν φυσάει αέρας, πέφτει κάτω σηκώνοντας τα χέρια ψηλά, λες και τον πυροβόλησαν οι ληστές με τα καλάσνικοφ, για να εκμαιεύσει απο τον λάιντσμαν φάουλ ή πέναλντι - αυτός λέγεται καραγκούνης.
Επειδή η κατάσταση με τα χρόνια επιδεινώνεται και ο τύπος μάλλον
πάσχει απο την σπάνια νόσο των δυτών, από τούδε και στο εξής στο κάθε άσκοπο πέσιμο στο γηπέδο, στο δρόμο, στο μαγαζί ή στο σχολείο, ο οποιoσδήποτε επαγγελματιάς ή όχι ποδοσφαιριστής μπορεί άνετα να ονομάζεται καραβούτας.
Παίζεις 5x5 με συναδέλφους απο την εταιρεία, παίρνει το τόπι ο κοιλαράς προϊστάμενος, κάνει 2 μέτρα και πέφτει κάτω ζητώντας φάουλ. Πάς από πάνω και του λες «σήκω πάνω, ρε καραβούτα τι φάουλ». Bέβαια, την επόμενη φορά που θα ζητήσεις άδεια θα πάρεις τα @@ σου αλλα τεσπά.
Δες και θέατρο.
Got a better definition? Add it!
Ως οφείλεται όταν αναφερόμαστε σε έπος, ακολουθεί σεντόνι.
Σημ: εγώ προτιμώ το πιο καλλιτεχνικό Χουλιάδα, εκ του Χούλια η παρθένα -και έτσι το παραθέτω.
Η Χουλιάδα είναι το καινούργιο ανθυποτεράστιο κακ-Ομηρικό έπος, το οποίο το τελευταίο χρονικό διάστημα απασχολεί όλη την ελληνική και όχι μόνο επικράτεια.
η μοντέλα - γλαστρίδα – τραγουδιάρα –τιβιπερσόνα – απόλυτη ελληνίδα σταρ - το πολύ οξυζενέ που έριξα στο κεφάλι μου πότισε και το μυαλό μου (λέμε τώρα) Χούλια Αλεχανδράτου.
Όσοι ομιλούν την ελληνική και όχι μόνο γλώσσα.
Παρότι το έπος αποτελείται από άπειρες ραψωδίες, που η πλήρης καταγραφή τους είναι εντελώς αδύνατη -μιας και κάθε λεπτό που περνάει προστίθεται και κάποια καινούργια- παραθέτω τις πιο επιτυχημένες (σύμφωνα με την έρευνα της Παπαριάς ρισέαρτς):
Συνέντευξη ΣΟΚ της καλλιτέχνιδος στην ελληνίδα Όπρα που της ομολογεί (άκουσον άκουσον) πως όλα έγιναν εν γνώσει της!!!! εδώ
Εντ δε ράψωουντιζ γκόου ον…
Υπάρχουν τρεις βασικές θεωρίες συνωμοσίας που αναφέρουν την Χουλιάδα και όλες έχουν σχέση με την κυκλοφορία του επίμαχου δωδ.
(και πιθανότερη κατ’ εμέ) Πίσω από όλα κρύβονται ανταγωνιστές της «Βασίλισσας της πρωινής ζώνης», που είδαν πως το διαζύγιό της πούλαγε σαν τρελό και ανέβαζε τα νούμερα της στα ύψη (εεεε κάπως έπρεπε να το σταματήσουν αυτό).
ΥΓ: Το παραπάνω αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας, ουδεμία ευθύνη φέρω για τυχόν συμπτώσεις με πραγματικά γεγονότα ή πρόσωπα (μην μας πλακώσουν και στις μηνύσεις)
ΥΓ2: το δωδ με τον υποφαινόμενο να παπαρολογεί το παρόν λήμμα από εβδομάδα στα περίπτερα (εν αγνοία μου βέβαια)
ΥΓ3: προσθήκες νέων ραψωδιών δεκτές με μεγάλη χαρά.
Ασίστ: όλοι οι βιόληδες που μου τα έκαναν τσουρέκια τόσο καιρό στην τιβί
Πλάκα με κάνετε, τι παράδειγμα; Ανοίξτε κανα μεσημεριανάδικο, έχει μπόλικα...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου βρίσκεται στην πρωτοπορία (και) στον ιατρικό τομέα. Διάσημοι Ιάπωνες γιατροί, είναι οι παρακάτω:
- Ρε πστ μου, οι φακοί μου χρειάζονται διόρθωση! Δεν μπορώ να δώ τον μπούτζο μου και δεν είναι η κοιλιά μου που φταίει.
- Ε, βέβαια, αφού τους φοράς 5 χρόνια! Δεν ξέρεις ότι το μάτι είναι ζωντανό όργανο και αλλάζει με το χρόνο;
- Ξέρεις κανένα καλό γιαθολούρα;
Got a better definition? Add it!
Ο βλάχος ο Έλλην που ζει και εργάζεται στην Γερμανία. Έχει πάρει την γερμανική κουλτούρα, και όταν επιστρέφει στην Ελλάδα το παίζει υπερόπτης με το μερσεντόνι του (γερμανικά νούμερα) και το σπίτι στη Γερμανία με δωρικούς ρυθμούς και συνήθως είναι ιδιοκτήτης γκρηκ εστιατορίων με κολώνες και ονομασίες όπως «Άρτεμις», «Αφροδίτη» κτλ κτλ.
Πόλυ λάζο (το ίδιο με βλαχοντόιτς) είναι αυτός!
Δες και λαζογερμανός, λαζοντόιτς.
Got a better definition? Add it!
Στη στρατιωτική slang, η αγγαρεία που σε βάζουν να μαζεύεις τις κάμπιες (την άνοιξη) από τα πεύκα και γενικά από όλο το στρατόπεδο.
Προέρχεται από την «κάμπια» και την αγγλική κατάληξη -ing.
- Τελειώσαμε με το γόπινγκ, κύριε λοχία.
- Ωραία. Τώρα πάτε για κάμπινγκ.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ταπαιρνίδου (Δις ή Κα): Δεσποινίς ή Κυρία που «τα παίρνει» αδρά για την εκχώρηση οποιασδήποτε «υπηρεσίας» (συνοδείας, παρέας, σχέσης, συμβίωσης, γάμου) προς τον άνδρα. Ο άνδρας αυτός προκειμένου να απολαύσει οποιαδήποτε από αυτές τις υπηρεσίες αναγκάζεται να «τα δώσει» και ως εκ τούτου ονομάζεται «Ταχωνίδης».
Η Δις/Κα Ταπαιρνίδου μπορεί να εμφανιστεί και μόνη ψάχνοντας χορηγό, ενώ ως ζεύγος απαντάται μόνο με τον Κο Ταχωνίδη (ενίοτε το σκέλος Ταχωνίδης είναι κρυφό αν το επίσημο σκέλος του ζεύγους, είναι βλαξ).
-Πήγαμε χθες στο Μέγαρο. Ήταν και η Κυρία Ταπαιρνίδου…
-Η Έρση; Με τον Λέων;
-Ναι ρε, κι ο Ταχωνίδης εκεί, μην λείψει από καμιά φωτογραφία…
Got a better definition? Add it!