Further tags

Η μυτιά, δηλαδή η εισπνοή κοκαΐνης από την μύτη. Μπορεί και να δηλώσει meeting μυτάκηδων.

  1. Θέλω να μας διαφωτίσεις για τις φρίμπες (πόσο «καίνε» συγκριτικά με τα άλλα, ποιές οι διαφορές με το μύτινγκ, κτλ). Με το κο δεν τα πάω καλά, αλλά οι φρι είναι γαμάτες, απλά δεν φαίνεται να μπορείς να κάνεις και πολλά υπό την επήρρεια... Ή μπορείς;
    (Διερωτήσεις σε βλόγιον).

  2. Όχι στο μύτινγκ, όχι στα σκληρά!
    (Κείθε).

(από Khan, 09/04/14)(από Khan, 01/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία με βάση το Τρίκαλο και την καύλα. Λέγεται για επαρχιώτικο καυλοράπανο, που μιλάει άμα λάχει και με λίγο βλάχικη προφορά και που ζει σε κάποια ξεχασμένη επαρχία, αλλά που άμα πας μαζί της δεν θα την ξεχάσεις ποτέ(ς)!

- Βγήκαμε χτες με τη Ρίτα και έφερε μαζί της και μια φίλη της από την Άνω Ανασουμπίτσα, που τη λέγανε Αστέρω.
- Βλέπω χαμογελάς πονηρά... Ήτανε καλό;
- Τρίκαυλο σου λέω! Το ίδιο βράδυ της πήρα το κινητό και σε λίγες ώρες βρεθήκαμε μπρουμυτανάσκελα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λήμμα «ξεμπράβο» το χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να πάρουμε πίσω τα εύσημα που είχαμε αποδώσει σε κάποιον που ενώ αρχικά έκανε κάτι καλό, στην πορεία συνέχισε με πατάτες και ανέτρεψε τις προσδοκίες μας.

Το λήμμα δημιουργεί μια αίσθηση ψυχρολουσίας / σκωτσέζικου ντους σε αυτόν που το δέχεται και μας αυτοανακηρύσσει και ακομπλεξάριστους / αντικεμενικούς / μη δογματικούς κριτές που ξέρουμε να λέμε το «μπράβο» όταν κάποιος το αξίζει, αλλά παράλληλα και να τον καταχεριάζουμε όταν τα κάνει νι καπέλο.

Συνώνυμο: είσαι και μαλάκας, είσαι και λεβέντης/

Μετά το «Μπράβο» στον Γ.Α.Π. για τη στήριξη της Ε.Ε. προς την Ελλάδα την 25η Μαρτίου, του οφείλουμε ένα μεγάλο «Ξεμπράβο» για την ανάμειξη του ΔίΝεΤου τον Απρίλιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μπόλικη πούτσα, το άγριο και ανελέητο γαμήσι, εκεί που δεν ξέρεις από πού θα τον φας next... Εκφρασιπλασία που προέρχεται από τη gourmet έκφραση «πίτσα με το μέτρο».

Αυτή είναι γκόμενα! Να (ν)τη βάλεις κάτω και να της ρίχνεις πούτσα με το μέτρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την προκλητική ανάδειξη αβυζαλέου ντεκολτέ εν είδει αντισταθμιστικού μέτρου από αχλαδομουνοπατσαβούρες, γκόμενες-γαρίδες, πεσκανδρίτσες, κ.α. να-μασάς-σκατά-και-να-φτύνεις-μποχλάδες.

Σε περίπτωση δε που η βυζαναδεικνύουσα τυγχάνει καλλίπυγος, το κλασικό αυτό τερτίπι συνοδεύεται με τσουπωτό ξεκωλτέ.

Αγγλιστί: tit flaunting.

Πάσα: Hodjas.

- Μπάει δε γουαίει, η κωλόκρυψη πάει χέρι-χέρι με την βυζανάδειξη (ιδίως όταν πρόκειται για βυζόμπαζο), προκειμένου να στρέφεται το βλέμμα του άρρενος αλλού. Πρώτη διδάξασα η Κλεοπάτρα, που πέταγε όξω το καλοσχηματισμένο της ζιβύ, για να μην προσέχει κανείς την protruding μυταρέλλα της...
(Ηodjas, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ανυπέρβλητο φυσικό τοπίο που σχηματίζεται από δύο υπέροχους, φυσικούς βύζους με τη χαράδρα στη μέση.

N.B.: Τα σιχαμερά, σιλικονάτα βυζιά δεν σχηματίζουν διχαλόβυζο, αλλά αφήνουν ανάμεσά τους να διαγράφεται το οστό του στέρνου σαν ταβάς για πολίτικα κουλούρια. Γι' αυτό να προτιμάτε πάντα τα βιολογικά προϊόντα, λέμεεε!

- Τι κωλάρα είν' αυτή που έχει εκείνο το γκομενάκι στα δεξιά σου ρε;
- Καλή η κωλάρα της, αλλά και το διχαλόβυζο δεν πάει πίσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ψυχαναγκαστική τάση κάποιου για συνεχές άραγμα σε σαιζ-λονγκ, με τα πόδια ορθάνοιχτα, φορώντας ένα σορτσάκι και βυθιζόμενος σε βαθιά κατάθλιψη καθώς αναλογίζεται τις δυστυχίες και κακουχίες που υφίστανται τα δύσμοιρα ανθρωπάκια του Τρίτου Κόσμου. Οι σκέψεις αυτές τον οδηγούν στην κατάθλιψη και καταφεύγει σε απανωτές φραπεδιές, ουίσκια, βότκες, παγωτά, ξύσιμο των αχαμνών του σε βαθμό νευρικού τικ, κι άλλα πολλά.

Οι ψυχολόγοι προτείνουν ως θεραπεία την ρίψη του ασθενούς στην παράπλευρη πισίνα, αφού προηγουμένως έχεις αδειάσει το νερό της• στη συνέχεια πετάς τ' απομεινάρια του και τον σ' ένα ενυδρείο με σκυλόψαρα. Η θεραπεία έχει μόνιμα αποτελέσματα, μετατρέποντας τον ασθενή από αρχιδοξεκουράστρα σε κωλοπιλάλα.

  1. - Σήκω μωρή αρχιδοξεκουράστρα κι έλα να με βοηθήσεις στη μετακόμιση.
    - Δε μπορώ έχω σοβαρή εργασία.
    - Τι σοβαρή εργασία έχεις εσύ ρε μουνόψειρα;
    - Αυτό ακριβώς που είπες, έχω αρπάξει μουνόψειρες κι όλο τα ξύνω.

  2. - Μωρή αρχιδοξεκουράστρα σήκω και κάνε κάτι επιτέλους. Αράχνες έχει πιάσει ο κώλος σου έτσι αραχτός που είσαι συνέχεια.
    - Γι' αυτό δε σηκώνομαι, δε θέλω να χαλάσω τις φωλίτσες τους. Είμαι πολύ ζωόφιλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος προερχόμενος από τη σύζευξη των λέξεων λιώμα (σε κατάσταση βαριάς μέθης) και του Λουμίδη, γνωστής εταιρείας παραγωγής καφέ.

Αποδίδεται σε άτομα που κατανάλωσαν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ και για τα οποία καθίσταται απαραίτητη η άμεση κατάποση του.

  1. - Τι έγινε ρε χθες πόσο ήπιατε πια;
    - Άστα ρε γύρισα σπίτι λιωμίδης, δεν έβλεπα μπροστά μου πάλι. Ευτυχως μού' φτιαξε η Μαρία φραπέ και συνήλθα.

  2. Στο τηλέφωνο:
    - Έλα Νίκο το' χεις ένα πότο στο στέκι;.
    - Ναι μέσα, άλλα μη γίνουμε λιωμίδηδηδες παλι όμως ε;
    - Ναι ρε μην ανησυχείς, σήμερα λευκό και ποίηση.

  3. - Χθες μού' δωσε ο Αλέξης από το ποτό του και έγινα λιομίδης ρε με δυο γουλιές.
    - Ε ναι ο Αλέξης τον έχει χτίσει το Λουμίδη

Βλ. και λιουμίδης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική λεξιπλασία, η οποία προκύπτει από τις λέξεις Ιλιάδα και λιάρδα.

Αναφέρεται σε φάση επικών διαστάσεων κατανάλωσης αλκοόλ και μέθης (και των συνεπειών αυτής), αναλόγων δηλαδή με τη βαρύτητα και σπουδαιότητα του πασίγνωστου ομηρικού έπους.

- Έαε, τι γίνεται;
- Χάλια... βγήκαμε χτες με τον Ιεροκλή και τα ήπιαμε... τι τα ήπιαμε δηλαδή, Ιλιάρδα, κανονικά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κολλητός και αδελφικός φίλος του Μαστακουνά (συνήθως) Δημητρίου.

Αμφότεροι παρευρίσκοντο εις άπασας τας σπασαρχιδικές συζητήσεις ή νουθετήσεις.

Ετυμολογικά αυταπόδεικτο.

- Όστις συλληφθεί καπνίζων εις τας τουαλέτας θα οδηγηθεί πάραυτα εις τον Γυμνασιάρχην και αν δεν πάρει πενθήμερον αποβολή να μην με λένε Κωνσταντίνο Μπουλουγρή…
Από την μάζα των συγκεντρωμένων μαθητών: - Ιωάννης Μαστακλάνης.
Ο διπλανός του σφίγγοντας του το χέρι: - Μαστακουνάς Δημήτριος.
Ο Μπουλουγρής: - Ησυχία είπα, τι λέτε εσείς εκεί κάτω Δρακόπουλε;
Ο Δρακόπουλος/Μαστακλάνης: -Τίποτα, Κύριε καθηγητά, τίποτα…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified