Επίσης η Λεωφόρος Αλεξάνδρας.
Κατέβηκα όλο το LA με πράσινα φανάρια, δεν το έχω ξαναδεί!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χλεμπαγιέ ή πλεμπαγιέ. Από την πλέμπα > «πλεμπάγια». Ενέχει μπασκλασαρία, κακογουστιά και έλλειψη περιποίησης. Το αντίθετο του κυριλέ.
- Τι έλεγε, τελικά, το φαγάδικο που πήγατε, ρε Βαγγέλη;
- Τι να λέει... Όλα φύρδην μίγδην, τσαλαπατημένα και βλαχομπαρόκ... Χλεμπαγιέ.
Got a better definition? Add it!
Σύνθετη λέξη, αποτελείται από τον πούτσο και την κατάληξη –κλέτα, δανεική και συντμημένη από τη μοτοσικλέτα (motorcycle) ή τη μπισικλέτα (bicycle).
Προφανώς πρόκειται για συνένωση λέξεων με αλληγορικό νόημα. Από τη μία, ο φαλλός, που εκπροσωπείται από τη λέξη «πούτσος» και συμβολίζει τη σεξουαλική πράξη και την προς τα πάνω βλέψη, την ανόρθωση, τη δημιουργικότητα και από την άλλη η (μοτοσι)-κλέτα που αντιπροσωπεύει την ελευθερία, την περιπλάνηση, το ταξίδι. Σα να λέμε ταξιδιάρικο γαμήσι ή γαμιώντας ταξιδεύεις.
Ακούγεται συνήθως από άνθρωπο που έχει στην κατοχή του (ή έστω του αρέσουν) δίκυκλα μηχανοκίνητα ή μη οχήματα, εις περίπτωση ήντινα επιθυμεί όπως επιβιβάσει νεαρά κορασίδα χαλαρών ηθών. Βέβαια, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να χαρακτηριστεί, από την τελευταία, ως χυδαίος μαλακοκαύλης, κάφρος τσουτσουνοπαίχτης και γενικά μουνόδουλος φαντασιωσιόπληκτος. Για το λόγο αυτό η ηχητική ομοιότης μεταξύ πουτσοκλέτας και άλλης –κλέτας σώζει την κατάσταση, όπως εξάλλου διαφαίνεται και εις το παράδειγμα (1) του λήμματος.
Εις άλλη περίπτωση χρησιμοποιείται η ίδια λέξη για να εκφράσει τον ξυλοδαρμό (ο οποίος πολλάκις συνδέεται με τη συνουσία) με τη μετακίνηση, κοινώς «σε πάω γαμιώντας», «σε γαμάω κωλοφεράντζα» κλπ. παράδειγμα (2) του λήμματος
Άλλη ενδεχόμενη χρήση του όρου, είναι κατά τη μετατροπή ενός φυσιολογικού, κατά τα φαινόμενα ανδρικού μορίου, εις πουτσοκλέτα. Αυτό συμβαίνει καθώς εκαυλώθει το εν λόγω μόριο από τυχόν πιπινοκαυλάκι περαστικό και πρόστυχο και μετατράπηκε σε όχημα που μαρσάρει έτοιμο να εκτοξευτεί πυραυλοκίνητο. παράδειγμα (3) του λήμματος
-Κοπελιά φαίνεται να σ’ αρέσουν οι βόλτες, τι λες πάμε μια βόλτα;
- Μπα! Και με τι θα πάμε βόλτα ρε καρμοίρη;
- Ανέβα στην πουτσοκλέτα και θα δεις τον κόσμο μ’ άλλο μάτι…
- Α να χαθείς, χυδαίε.
- Γιατί βρε κοπελιά, χιλιάρα μηχανή λέμε…
Κακα τα ψεμματα...αν ο καραφλας ειχε ενα κρανος θα τους εβγαζε πουτσοκλετα εξω μονος του! Αυτη η αγελοποιηση και η μηδεν προσωπικοτητα μου φερνει εμετο! Καταφεραν να στρεψουν την κοινη γνωμη υπερ του χρυσαυγιτη...(εδώ)
Πουτσοκλέτα μαs τον έκανεs! (εδώ)
Got a better definition? Add it!
Λολοπαίγνιο πάνω στον κομιτατζή. Βλ. επίσης: παγκαλέων, bluetooth, συριζαίος, πρασινοφρουρός, το Κόμμα, κ.ταλ.
Η πατρότητα μάλλον ανήκει στον Τζιπάκο.
- Είναι ντροπή να ονομάζουμε δημοκρατία το καρτέλ που έχουνε στήσει εκδότες, εργολάβοι και δοσίλογοι κομματατζήδες.
(Τζιπάκος, εδώ)
- Ε λοιπόν δεν θα σας περάσει αυτό που θέλετε να περάσετε. Βολεμένοι ελληναράδες που νομίζουν οτι κάτι κάνουν καθισμένοι στον καναπέ και παπαγαλάκια ή κομματατζήδες που θέλουν να προβοκάρουν το κίνημα αγανακτισμένων.
(εκεί)
- Εγώ έχω να πω ότι ο κ.Παπαδήμος τουλάχιστον είναι κάποιος ικανός αποδεδειγμένα άνθρωπος και όχι καραγκιόζης αμόρφωτος κομματατζής που αρπάει ένα πόστο επειδή είχε κονέ ή επώνυμο.
(παραπέρα)
Got a better definition? Add it!
Ο τύπος ή η γκόμενα που είναι εξαιρετικά γαμήσιμοι και κρεβατάμπλ. Λέγεται και ως επίρρημα: σεξαιρετικά.
- Θα έρθεις στην συνάντηση που κανόνισε η Λία;
- Μουνιά θα έχει;
- Θα φέρει μια φίλη της, που από ό,τι λένε είναι σεξαιρετική κοπέλα.
Τον ρόλο θα υποδυθεί η Δήμητρα Ματσούκα, η ηθοποιός με το σεξαιρετικό υποκριτικό χάρισμα.
Στη γωνία της πλατείας υπάρχει ένα σεξαιρετικό καμακομάγαζο.
- Όταν πάμε στην Πάρο, θα πάρω τελεφούνκεν και την ξαδέρφη, που έχει μια παρέα από καυλοφοιτητόνια.
- Σεξαιρετικά, νέε μου!
- Πού θα πάτε φέτος;
- Πέρσι πήγαμε Ίο και περάσαμε σεξαιρετικά, οπότε λέμε να ξαναπάμε.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Άν είστε μοναχοπαίδι και σας τύχει τέτοια μάνα καήκατε! Οι έμπειροι μεταξύ σας έχουν ήδη μυριστεί πως πρόκειται για λογοπαίγνιο. Ρωτήστε τους να σας εξηγήσουν γιατί εγώ έχω και δουλειές..
Α! Θα το βρείτε συχνά γραμμένο και σαν μάνα(τζερ).
*Copyright: Το Κορίτσι του διπλανού portal*
- Μα ξέρεις πόσων χρονών είναι ο γκόμενος της μάνας σου;
- Όχι ότι καίγομαι αλλά για πες, πόσο είναι;
- 31!
- Α, εντάξει. Μεγαλύτερος από μένα.
- Αυτό είναι το θέμα σου εσένα;
- Ε βέβαια είναι αυτό. Ξέρεις πόσες φορές έχω φοβηθεί ότι θα πρέπει να φωνάζω μαμά μια εικοσάχρονη από την Λιθουανία;
- Δηλαδή αυτόν θα τον πεις μπαμπά;
Όπως καταλαβαίνετε παίδες απαντούσα σε στυλ δεν τρέχει και τίποτα αλλά από μέσα μου είχα ψοφήσει στο γέλιο. Άσε που δεν πίστεψα ούτε λεπτό ότι η μάνατζερ έπεσε στον έρωτα κάποιου. Η γυναίκα ήταν φράου, δεν μασούσε ρομαντισμούς και μαλακίες. Πιθανότερο ήταν να πέσει σε λακκούβα στο δρόμο παρά στον έρωτα άντρα και μάλιστα γάλακτος.
Απόσπασμα από «Το αμάρτημα της μητρός μου». Κορίτσι κουφάλα μας έλειψες!!!
Got a better definition? Add it!
Κάπως πιο λυρική διατύπωση του χρυσού ντους, άκα της χρυσής βροχής. Πρόκειται για φετιχιστικό θαλάσσιο σπορ, επισήμως χαρτογραφημένο ως ουρολαγνεία ή ουροφιλία.
- Aκομη να προσθεσω οτι η ταπεινη μου γνωμη ειναι , ολα ειναι μεσα στο μυαλο μας, κ προσωπικα φτιαχνομαι τρελα οταν βλεπω οτι κ η συντροφος μου, φτιαχνεται κ καυλωνει τρελλα με αυτο το χρυσοβροχι που βλεπει να τρεχει στα μπουτια της, την κοιλια της,το στηθος της η ακομη κ στο στομα της!!
(από το σάη του Greek BDSM Community)
- Πάντως για το χρυσοβρόχι, από ό,τι λένε είναι ολόκληρη διαδικασία που κοστίζει κιόλας, πρέπει να αρχίσεις να κερνάς την γκόμενα ποτά, τσάγια, τίλια, καφέδες, ξίδια, νερά, κοακόλες, διουρητικά, για να βγει καλό αποτέλεσμα. Μοιάζει με διαδικασία αποπλάνησης μέσω αλκόολ, μόνο χειρότερο.
(Khan, εδώ)
Got a better definition? Add it!
Λέξη που προέρχεται από τον συνδυασμό των λέξεων «πούτσος» και «πιτσιλιά» και δηλώνει το σπέρμα που εκτοξεύεται κατά την εκσπερμάτωση.
Got a better definition? Add it!
Ο μουνόδουλος, αυτός που είναι τελείως είλωτας, όμως. Τον βάζει στο βρακί της η γκόμενά του, όπως τον Δον Κιχώτη η Δουλτσινέα. Αυτός που νομίζει ότι είναι ήρωας του μουνιού, ενώ είναι σκλάβος.
- Τι έγινε, δεν θα έρθει στην Αμοργό ο Γιάννης;
- Δεν το περίμενες; Τελευταία στιγμή μας άφησε για να πάει πουσουκού με την καλή του στην Σαντορίνη.
- Μεγάλος Δον Κιλώτης ο μαλάκας!
- Τελικά τι ψήφισε ο Τάκης;
- Ανταρσύα.
- Καλά αυτός δεν έλεγε ότι θα ψηφίσει Τζήμερο για να φτιάξει ο τόπος;
- Ναι, αλλά λίγο πριν τις εκλογές γνώρισε ένα αριστερό γκομενάκι και τον έψησε.
- Καλός Δον Κιλώτης είναι ο μαλάκας!
Δες και κείλωτας.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που αντλείται από τα κόμιξ με τον Αστερίξ, και την έλεγε περισσότερο ο Οβελίξ. Σημαίνει αυτό που είναι ένα τακ παραπάνω από καταπληκτικό, προσδίδοντας ένα τάκα-τάκα ζενεσεκουά στην κατάσταση.
Βλ. και αμφορεάρισμα.
Λοιπον εχω βρει εδω ενα τακαπληκτικο μαγαζι για να σε κανουν κατσαρωμα μεγκλα Εχει και τακαπληκτικες τριχοτσαπερδονες, επιστημουνισες λεμε !!! (Εδώ).
η κοκα κολα ειναι τακαπληκτικο καθαριστικο.αλήθεια; δεν μαζεύονται μύγες; Μια γνωστή μου έλεγε πως είναι και το καλύτερο αντηλιακό. Μούλιαζε στη κόκα κόλα και έπαιρνε -λέει- καταπληκτικό χρώμα. Η χαρά της σφήκας. (Εκεί).
Got a better definition? Add it!