Further tags

τεφλόν, τεφλών

Αυτός που καταφέρνει να βγαίνει αλώβητος από δυσκολίες και κρίσεις. Που πάνω του δεν κολλάει λάθος ή παρανομία, όπως τίποτα δεν κολλάει πάνω στο υλικό τεφλόν.
Κλασική, παλιούτσικη μεταφορά. Λέγεται πολύ συχνά (διεθνώς) για πολιτικούς.

Teflon is a nickname given to persons, particularly in politics, to whom criticism does not seem to stick. The term comes from Teflon, the brand name by DuPont of a "non-stick" chemical used on cookware. wikipedia

Τεφλόν, νέο ποιητικό σκεύοςείναι και περιοδικό για την ποίηση
Σημείωση: Γινεται και λογοπαίγνιο "η ώρα των τεφλών" (5ο παράδειγμα).

  1. Με… το «τεφλόν», το χημικό αδρανές που αντέχει σε υψηλές θερμοκρασίες είναι ολισθηρό και άκαυστο, παρομοιάζει το περιοδικό «Time» για τον Αλέξη Τσίπρα σχολιάζοντας την απόφασή του να παραιτηθεί. (εδώ)
    TIME: Teflon Tsipras
  2. Σύνμτροφε εγώ ειμαι τεφλόν δεν κολλάει η λάσπη από τα νεοφιλελέυθερα φυντάνια της πουά αντίδρασης!

  3. Όλα τα «παρατσούκλια» των ηγετών: Σέξι ο Αλέξης, τεφλόν ο Ρούτε της Ολλανδίας, μανούλα η Μέρκελ (εδώ)

  4. Η κουράδα τεφλόν: Κουράδα τόσο καθαρή που δε χρειάζεσαι καν χαρτί για να σκουπιστείς.(slang.gr)

  5. Ήρθε η ώρα των... "τεφλών"! Έτσι, οι Τεφλόν ενώνουν τις δυνάμεις τους και παρουσιάζουν απόψε υλικό κυρίως από... http://fb.me/2BYo8O5VS (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ταμτιριρί, γνωστό στο σλανγκρ από το σου γαμώ το ταμτιριρί, προήχθη σε ρήμα και μάλιστα σε σουρεάλ παράφραση του Ηρακλείτειου "τὰ πάντα ῥεῖ".

  1. Τα πάντα ταμτιριρεί κάτσε φρόνιμα. (εδώ)

  2. - Δραχμή, βυζί και πολιτικό τουί.
    - Βόλος, δραχμή, τα πάντα ταμτιριρεί
    - Αη Χασου Τα πάντα γιαβρεί
    - Barrett, δραχμή, εγαμησετοτουί (εδώ)

  3. Θέλω να μετακομίσω. Αλλά δε ξέρω ακόμα που. Ζητείται πόλη για Ταμτιριρεί. Διαδωστε. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολαδερός και λολοπαιγνιώδης χαρακτηρισμός εις βάρος της εγχώριας φυλής των φιλελέδων.

Ο φιλελέλλην κος Ποτάμης

Συχνά το συναντάμε κι ως μαργαριταρένια εκδοχή του φιλέλληνας.

"Ο Σόιμπλε είναι φιλελέλληνας" είπε η Ντόρα... tweet (εδώ)

Εν του φιλελέ και της εθνοφαυλιστικής γαμοσλανγκοκατάληξης -ελληνας. Βλ. επίσης: βαζέλληνας, κωλοέλληνας, τεμπέλληνας, τσιφτετέλληνας, φραπέλληνας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τελευταία μετεμψύχωση τση τρόικας, η οποία τον Γενάρη του '15 γίνηκε θεσμόϊκα και τώρα με το τρίτο το μακρύτερο μνηjμόνιο αναβαθμίστηκε σε "κουαρτέτο" με την συμμετοχή και τέταρτου "θεσμού", του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης.

- Έρχεται το «κουαρτέτο» και βλέπει ... Χουλιαράκη (εδώ)

- ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΟΥΑΡΤΕΤΟ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΤΡΟΙΚΑ: Ένα "ζόμπι" και μία "Δρακουλέσκου" στη νέα τρόικα (εκεί)

- Ειρωνεία του Iskra για την Τρόικα που έγινε κουαρτέτο (παραπέρα)

Στα ξενοδοχεία; Δεν νομίζω Τάκη...

Είναι ίσως πρόωρο να προβλέψουμε εάν θα καθιερωθεί αυτός ο όρος, ή κάποιος σλανγκοπρεπέστερος τύπου:

- Η έλευση της «τερατόικας» και η επιστροφή στην μνημονιακή «κανονικότητα» γίνεται σε ένα πεδίο ναρκοθετημένο και απόλυτα υπονομευμένο, ανοικτό σε νέα επεισόδια ρήξεων ανάμεσα στις «συνιστώσες» της και πιστωτικά γεγονότα. (Αν πετύχει η λαφαζανιά... από το Iskra, εδώ).

Δράττομαι πάντως της ευκαιρίας να πεοτείνω κι εγώ την λεξιπλασία μου για το κουαρτέτο που μας ήφερε η πρώτη-φορά-γυαλιστερά: "τα στριγκάκια".

(συνειρμικό λολοπαίγνιο τςη δεκάρας: κουαρτέτο -> κουαρτέτο εγχόρδων -> string quartet -> τα στριγκάκια.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το τούρκικο tas: λεκάνη, κύπελλο, δοχείο μας προέκυψε το τάσι και το υποκοριστικό του τασάκι που χρησιμοποιείται για το σταχτοδοχείο.

Σε καφέ και καφετέριες την αγγαρεία του να αλλάζεις κάθε μια και δυο (άντε κάθε τρεις και λίγο) τα γεμάτα από στάχτες κι αποτσίγαρα τασάκια με άδεια, ενίοτε πλυμένα κι όχι απλώς αδειασμένα, συνήθως εκτελούν γκαρσονάκια που ουδείς θεωρεί πως είναι κάτι σπέσιαλ στην εργατική πυραμίδα ως προς τις ικανότητες και τη συνεισφορά, αν μη τι άλλο ως προς την συγκεκριμένη αγγαρεία.

Παρά τις όποιες αντιρρήσεις συνδικαλιστικών φορέων και της κάστας των μπάτλερ, ατράνταχτη απόδειξη αποτελεί η απουσία αντίστοιχου μεταπτυχιακού.

Εξού και οι μειωτικές για κάποιον εκφράσεις «τον έχω για να αλλάζει τα τασάκια», «κάνει μόνο για να αλλάζει τασάκια» κι όλες οι παρεμφερείς.

Όλες; Μια αστική ελάφρυνση στην προφορά του –σ- (σίγμα) κι ένα μόνο –ι- (γιώτα) στην ουρά χωρίζουν το τούρκικο taşak: όρχις, αρχίδι από το τασάκι: σταχτοδοχείο.

Αν λοιπόν αντί του «αλλάζω», ακούσετε «αδειάζω» στην χρήση της έκφρασης, αναρωτηθείτε μήπως πρόκειται για λογοπαίγνιο κάποιου γνωρίζοντα.

Αν ναι και στην ομήγυρη υπάρχουν και έτερος, οι πιθανότητες αυξάνουν. Αν η σκούφια τους κρατά από Θεσσαλία και πάνω, ακόμη περισσότερο.

Αν η έκφραση εκστομίστηκε με προσωπική αντωνυμία στο α’ πληθυντικό και άρθρο, μιλάμε σχεδόν για βεβαιότητα.

Αν δε, αφορά εσάς παρόντα και συνοδεύεται από έστω διακριτικότατη θωπεία του καβάλου του λαλήσαντα, ναι ήρθε η ώρα, αφενός αν σας παίρνει, και αφετέρου αν σας χαλά, να προσβληθείτε σφόδρα και να πράξετε τα δέοντα.

1ο

Η επικράτηση του ΟΧΙ είχε ως αποτέλεσμα την παραίτηση του Αντώνη Σαμαρά αλλά αυτό είναι μεγάλο πλήγμα για τη χώρα, αφενός επειδή ο Αντώνης Σαμαράς ήταν η εγγύηση πως η Νέα Δημοκρατία θα πάει στο 3% και αφετέρου επειδή θα ήταν πολύ χρήσιμος στην εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης γιατί χρειάζεται κάποιος για να φέρνει τους καφέδες και να αλλάζει τα τασάκια.

2ο

Επίσης, αυτό το κράτος-μπαμπάς μπορεί επιτέλους να αναλάβει και τη ριζοσπαστική πρωτοβουλία να μας αδειάζει τα τασάκια ή να μας χτυπάει απαλά την πλάτη να ρευτούμε πριν κοιμηθούμε. Μόνο αστυνομικούς μη στείλει γι' αυτή τη δουλειά. Έχουν τη φήμη πως έχουν βαρύ χέρι.

(Όλα απ’ το δίχτυ*)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαλλί που είναι σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης μετά από κάποιο ξαφνικό γεγονός.

  1. Όσο αυτή οδηγάει και συνοδηγός είναι ο μέλλων γαμπρός που εκείνη ποθεί στο έπακρο, του μιλά με μαγκιά λιμενεργάτη για κάποια τους διαφωνία μπροστά στους φίλους του και τότε εκείνος, της χτυπά εν κινήσει το κεφάλι τρεις στο τιμόνι και μια στο παράθυρο για να έρθει στα ίσα της.
  2. Έπειτα από ηλεκτροπληξία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

*Eκείνη που παραβαίνει κάθε δεοντολογικό κανόνα και κλάνει πρώτη στο αρχικό ραντεβού.

*Eκείνος που θέλει να ξεκαθαρίσει από τα αποδυτήρια στο αρχικό ραντεβού ποιος θα είναι το αφεντικό της σχέσης.

  1. -Γιατί δεν τα έφτιαξες ρε; η γκόμενα είναι πρωτοκλασάτη.

    -Ακριβώς γι΄ αυτό.

  2. -Καλός ο τύπος Μαιρή;

    -Μόνο καλός, πρωτοκλασάτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αστραπιαία ταχύτητα, που αποκτά κάποιο σώμα σπάζοντας το φράγμα του ήχου.

-Είσαι με την Αννούλα; Ο άντρας της είναι στην είσοδο και ανεβαίνει· κάν' την φτερομπάμ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο ιδίωμα του στρατού είναι λολοπαίγνιο με τη σκοπιά και το shopping therapy. Σημαίνει έναν σκοπάνθρωπο που κάνει ατέλειωτες ώρες σκοπιά, μάλλον επειδή βαράει σκοπέτο και στη θέση κάποιων βυσματωμένων.

Αυτές όμως οι ατέλειωτες ώρες σκοπιά έχουν δίκην παράπλευρης συνέπειας ως αποτέλεσμα και ένα είδος θεραπείας που ομοιάζει, θα λέγαμε, στην ταβανοθεραπεία ή ταβανοσκόπηση. Εννοούμε ότι καθ' όλον αυτόν τον ατέλειωτο χρόνο, το κωλοφάνταρο θα βρει την ευκαιρία να μείνει μόνος με τον εαυτό του, χωρίς περισπασμούς, χωρίς πειρασμούς, οπότε θα μπορέσει να κάνει ενδοσκόπηση, να σκεφτεί τη ζωή του, να σκεφτεί τις προηγούμενες επιλογές του, καθώς και τι θέλει από το μέλλον του, να κάνει ένα γενικότερο αυτοψυχοψάξιμο βρε αδερφέ. Για πολλούς φαντάρους εξάλλου η θητεία τίθεται σε ένα διάλειμμα μεταξύ προγενέστερων σπουδών και μιας μελλοντικής σταδιοδρομίας στον χώρο της εργασίας, οπότε στο κρίσιμο αυτό σημείο της ζωής τους, οι πολλές ώρες σκόπινγκ θέραπι τους βοηθούν να σκεφτούν σε έναν διάλογο με τον εαυτό τους τι πραγματικά θέλουν. Οι ώρες που περνάει ο φαντάρος αποκομμένος από το περιβάλλον στη σκοπιά του, έχουν σχεδόν έναν μυστικιστικό χαρακτήρα, θυμίζουν τη φυγή των ασκητών στην έρημο, ώστε να βρεθούν μόνοι τους με τον εαυτό τους και τα πάθη τους. Ή η σκοπιά και η μιτζίθρα που αποτελούν τα μόνα αντικείμενα με τα οποία μπορεί να "διαλεχθεί" ο απομονωμένος φαντάρος μπορούν να λειτουργήσουν όπως το ντιβάνι της ψυχανάλυσης: ένα ουδέτερο αντικείμενο, όπου ο αυτοψυχοψαχνόμενος θα μεταβιβάσει τα προβλήματά του, καθώς τα αντικείμενα αυτά δεν αποτελούν μέρος της καθημερινής ζωής του οπλίτη και της σχετικής παθολογίας της, αλλά ένα ειδικό σκηνικό στο οποίο θα βρεθεί για μια ορισμένη περίοδο της ζωής του, γεγονός που τον βοηθά να αποκτήσει μια αποστασιοποίηση από τον υπόλοιπο βίο του, κατά την οποία θα μπορέσει να τον στοχαστεί. Για παρόμοιους, λοιπόν, λόγους, μπορεί να θεωρηθεί ότι τα ατέλειωτα σκοπέτα στον στρατό μπορεί να έχουν και έναν θεραπευτικό χαρακτήρα, σε φάση ταβανοθεραπείας.

Πάσα: Ιστολόι Νίκου Σαραντάκου, βλ. παράδειγμα.

Αν πας χωρίς βύσμα σε πόλη, κινδυνεύεις να κάνεις σκόπινγκ θέραπι για τα βύσματα που είναι σπίτια τους. (Παράδειγμα από Νίκο Σαραντάκο εδώ).

Σκοπιά στον Άι-Στράτη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρυξελλάς (Βρυξελλάδα): νέα ονομασία του ευρώκρατιδίου, νότια της ευρώπης, πολύ νότια.

Για χρήση σε πορείες.

Βρυξελλάς, βρυξελλών,...ελλάς ελλήνων χριστιανών.

Και χαρακτηρισμούς προσώπων.

Είσαι Βρυξελλάς ρε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified