Further tags

Εμπνευσμένο απο το δίδυμο Τσακνής και Μαχαιρίτσας, υποδηλώνει μια ειρωνική διάθεση για το ελληνικό ροκ που παίζουν μουσικοί μεγάλοι σε ηλικία που άκμασαν πολλά χρόνια πριν.

- Τι έγινε με την φοιτήτρια που γνώρισες στην πορεία για την διάσωση του ροζ μπαμπουίνου του Θιβέτ ;
- Άσ' τα, έχουμε γυρίσει όλες τις εντεχνοπουρόκ συναυλίες, έχω πήξει στους Γιαχνή και Μαγειρίτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταχωνίδης (Κος): Κύριος, γενναιόδωρος πληρώνων αδρώς σε χρήμα ή/και σε είδος την παρουσία μιας Δεσποινίδος ή Κυρίας δίπλα του σαν συνοδεία, παρέα, σχέση, συμβίωση ή σύζυγο. Η Δεσποινίς ή Κυρία ονομάζεται εξ ορισμού Ταπαιρνίδου.

Ο Ταχωνίδης μπορεί να εμφανιστεί και μόνος ψάχνοντας να χορηγήσει ενώ ως ζεύγος απαντάται μόνο με την Ταπαιρνίδου (ενίοτε το σκέλος Ταπαιρνίδου είναι κρυφό αν το επίσημο σκέλος είναι άσχημο, χοντρό και απαίσιο).

-Ρε, μαλάκα Ταχωνίδη, θα σου τα φάει όλα ρε μαλάκα.
-Τι να κάνω ρε συ, αφού με γουστάρει η γκόμενα.
-Τι σε γουστάρει η Ταπαιρνίδου, ρε ζώον! Το πορτοφόλι σου γουστάρει πούναι χοντρό σαν την κοιλιά σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταπαιρνίδου (Δις ή Κα): Δεσποινίς ή Κυρία που «τα παίρνει» αδρά για την εκχώρηση οποιασδήποτε «υπηρεσίας» (συνοδείας, παρέας, σχέσης, συμβίωσης, γάμου) προς τον άνδρα. Ο άνδρας αυτός προκειμένου να απολαύσει οποιαδήποτε από αυτές τις υπηρεσίες αναγκάζεται να «τα δώσει» και ως εκ τούτου ονομάζεται «Ταχωνίδης».

Η Δις/Κα Ταπαιρνίδου μπορεί να εμφανιστεί και μόνη ψάχνοντας χορηγό, ενώ ως ζεύγος απαντάται μόνο με τον Κο Ταχωνίδη (ενίοτε το σκέλος Ταχωνίδης είναι κρυφό αν το επίσημο σκέλος του ζεύγους, είναι βλαξ).

-Πήγαμε χθες στο Μέγαρο. Ήταν και η Κυρία Ταπαιρνίδου…
-Η Έρση; Με τον Λέων;
-Ναι ρε, κι ο Ταχωνίδης εκεί, μην λείψει από καμιά φωτογραφία…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που ακούστηκε στην ελληνική ταινία «Δε Κόπανοι» από τον Γιώργο Κωνσταντίνου προς τον (εκλιπόντα) Κώστα Παληό και δηλώνει ότι ο προς ον απευθυνόμαστε δεν αξίζει φράγκο, είναι ένα αρχίδι και μισό. Λογοπαίγνιο με το «Δούκας», τον οποίο υποδυόταν ο δεύτερος στο εν λόγω έργο. Ο διάλογος ήταν περίπου όπως αναφέρεται στο παράδειγμα.

- Ποιος είναι ο Δούκας, ρε;
- Αυτός εκεί που παίζει χαρτιά.
- Τι Δούκας ρε μαλάκες; Αρχιδούκας είναι αυτός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη στρατιωτική slang, η αγγαρεία που σε βάζουν να μαζεύεις τις κάμπιες (την άνοιξη) από τα πεύκα και γενικά από όλο το στρατόπεδο.

Προέρχεται από την «κάμπια» και την αγγλική κατάληξη -ing.

- Τελειώσαμε με το γόπινγκ, κύριε λοχία.
- Ωραία. Τώρα πάτε για κάμπινγκ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλ. μπυροκοιλιακοί.

- Εμ βέβαια. Κάθε βράδυ λιάρδα, νά 'τοι οι μπυριακοί που ξεπρόβαλαν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που ρουφιανεύει... Η πιπατζού, αυτή που παίρνει πίπες αβέρτα κουβέρτα...

Χρησιμοποιείται συχνότατα για να αποκαλέσουμε κάποια πιπατζού χωρίς να γίνει αντιληπτό από την ίδια... Την βρίζεις και νομίζει ότι την αποκάλεσες με ένα επίθετο λάιτ ή κάτι συνηθισμένο... Και ακόμα και αν κάποιος βρεθεί να της εξηγήσει την αλήθεια, δεν γίνεται πιστευτός! (από προσωπική εμπειρία).

Έτσι λοιπόν, χρησιμοποιείστε το ευρύτατα χωρίς να σας παίρνουν χαμπάρι, λέγοντας, σε περίπτωση που ζητήσουν εξηγήσεις, πως εννοείτε ότι πίνει πολύ (ποτό, νερό κλπ), ή ότι σας ρουφιάνεψε στην φιλενάδα της ή σε φίλο σας (για κάποιο ψευτοπράγμα για να μην δείχνει σοβαρό...), αλλά στην ουσία της λέτε κατάμουτρα πως παίρνει πίπες αβερταστάν και έτσι βγαίνει κανείς λάδι και το ξαναλέει όποτε και όσες φορές γουστάρει!!!

  1. - Μωρή ρουφιάνα Μαίρη, πώς είσαι;
    - Εεε, όχι και ρουφιάνα !
    - Πίνεις τόσο νερό που μόνο μια ρουφιάνα μπορεί...
    - Ααα, καλά τότε...

  2. Όπως ερχόμουν βγαίνει η ρουφιάνα και με ρωτάει για τη γυναίκα μου, ενώ βλέπει ότι είμαι με έτερο μανούλι!

  3. - Ποια από εσάς είναι ρουφιάνα;
    - Ποια, ποια;;;;;
    - Η Ελένη !
    - Μα πώς με αποκαλείς έτσι;;;!!!
    - Εσύ δεν είπες τον Τάκη ότι πήγα με τον Μανώλη για ουζάκι;!!
    - Ε, ναι...
    - Είσαι ρουφιάνα !!

Peter Rufai (από Vrastaman, 07/04/10)παρε ναχεις πούτσαρς (από ο αυτοκτονημενος, 07/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βλάχος ο Έλλην που ζει και εργάζεται στην Γερμανία. Έχει πάρει την γερμανική κουλτούρα, και όταν επιστρέφει στην Ελλάδα το παίζει υπερόπτης με το μερσεντόνι του (γερμανικά νούμερα) και το σπίτι στη Γερμανία με δωρικούς ρυθμούς και συνήθως είναι ιδιοκτήτης γκρηκ εστιατορίων με κολώνες και ονομασίες όπως «Άρτεμις», «Αφροδίτη» κτλ κτλ.

Πόλυ λάζο (το ίδιο με βλαχοντόιτς) είναι αυτός!

Δες και λαζογερμανός, λαζοντόιτς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου βρίσκεται στην πρωτοπορία (και) στον ιατρικό τομέα. Διάσημοι Ιάπωνες γιατροί, είναι οι παρακάτω:

  • Δερματολόγος: Γιαφαγούρα
  • Πλαστικός χειρούργος: Γιαφιγούρα
  • Οφθαλμίατρος: Γιαθολούρα
  • Λογοθεραπευτής: Γιαμουρμούρα
  • Διαιτολόγος: Γιαλιγούρα
  • Γαστρεντερολόγος: Γιακαούρα
  • Ουρολόγος: Γιακατούρα
  • Ορθοπεδικός: Γιακαμπούρα

- Ρε πστ μου, οι φακοί μου χρειάζονται διόρθωση! Δεν μπορώ να δώ τον μπούτζο μου και δεν είναι η κοιλιά μου που φταίει.
- Ε, βέβαια, αφού τους φοράς 5 χρόνια! Δεν ξέρεις ότι το μάτι είναι ζωντανό όργανο και αλλάζει με το χρόνο;
- Ξέρεις κανένα καλό γιαθολούρα;

Dr. Hino Takataka gp (από Vrastaman, 06/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι τριάρες, η ζαριά τρία-τρία στο τάβλι και αλλού.

Τριήρης! Μία-δύο (κλαπ κλαπ), τρεις (κλαπ), κι ο χατζηπετρής!

(από Khan, 31/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified