Selected tags

Further tags

Ηλεκτρονική μουσική - ειδικά για τους μη εντρυφήσαντες στο είδος.

Πάλι μπλιμπλίκια ακούς ρε 'συ; Αρντάν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ηλεκτρονική μουσική με πολύ έντονο beat. Αναφέρεται συνήθως στη μουσική trance.

Κλείσ' τα πια αυτά τα πριόνια, με έπιασε πονοκέφαλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που ακούει hard rock δεκαετίας '80 ή αλλιώς poseur rock. Έχει πλούσια χαίτη, φοράει δερμάτινα και μπότες χειμώνα καλοκαίρι.

- Γίνεται κάτι και μαζεύτηκαν τόσοι πολλοί ποζεράδες;
- Έχουν συναυλία οι Whitesnake!

Βλέπε και ποζεριά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που ακούει punk μουσική και πρέπει να το αποδεικνύει συνεχώς με την εμφάνιση αλλά και την συμπεριφορά του. Συνήθως συναντάται στα Εξάρχεια (στην Αθήνα) και στην Ναυαρίνου (στην Θεσσαλονίκη). Υιοθετεί την στερεότυπη εικόνα του punk, επιβιώνει μόνο με μπύρα και ρετσίνα και οι κοινωνικές του ανησυχίες περιορίζονται στο «μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι».

Πήγα να δω συναυλία των Exploited που τους άκουγα μικρός αλλά ξενέρωσα. Γεμάτο μεθυσμένους κατσαπάνκηδες ήταν το μέρος. Μοϊκάνες, δερμάτινα μπουφάν και ύφος «σας γαμάω όλους».

(από patsis, 15/04/13)

Βλ. και πανκιό, χαοτικός πάνκης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους γνώστες «fear of the dark», ένα κομμάτι-σταθμός στην ιστορία του χέβι μέταλ (μουσική των σατανιστών) και στις προεφηβικές μουσικές ανησυχίες ουκ ολίγων παιδιών. Το εν λόγω τραγούδι είναι από το συγκρότημα των Iron Maiden (ναι, αυτές τις μπλούζες με τα τέρατα που φόραγαν τα μικρά σας ξαδερφάκια στο χωριό όταν έλειπαν οι γονείς τους).

  1. - Πωπω μαλάκα μου, εχθές το βράδυ γύριζα σπίτι ακούγοντας φεαρ οφ δε νταρκ στο γουόκμαν, σου λέω χαμός, χέστηκα πάνω μου!

  2. (Σκηνή απο φοιτητική λέσχη)
    - Ρε, φεαρ οφ δε ντάρκ δεν παίζει το ραδιόφωνο;
    - Ναι ρε! Άσε το φαγητό και σήκω να χτυπηθούμε!! ΦΕΑΡ ΟΦ ΔΕ ΝΤΑΡΚ

(από patsis, 03/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδιότητα που χαρακτηρίζει καθυστερημένο, ηλίθιο άτομο. Από τον Κατέλη.

Με τον κατελισμό που τον διακρίνει, πως να μην τα σκατώσει ο βλάκας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κυκλικό σημείο γύρω από την θηλή της γυναίκας.

- Ωραία γκόμενα, αλλά είχε μεγάλο γυροβιζιόν και της χαλούσε το στήθος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζάμι κατάσταση, καλή φάση. Λογοπαίγνιο από το όνομα του γνωστού καλλιτέχνη.

- Πώς περάσατε χθες;
- Τζαμιροκουάι φίλε, έπρεπε νά 'ρθεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπινελίκωμα με μάνες. Θεωρείται το ύψιστο στάδιο ύβρεως προς κάποιον, γι' αυτό κι επιστρατεύεται σε περιπτώσεις εξέχουσας προστριβής. Χρησιμοποιείται προσεκτικά.

ΟΚ ρε φίλε, ντάξ'. Τελευταία φορά όμως. Την επόμενη θα τον αρχίσω στο μάνογουορ και δεν τον σώζει τίποτα και κανένας!

Manowar, Manowar, livin\' on the road... (από Cunning Linguist, 05/05/09)(από xalikoutis, 31/01/15)

Δες και αστοδιάλογος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαγλαμάς = Όργανο...!

Λαϊκιστί και καραγκιόζης..!!!

Α ρε μπαγλαμά...!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified