Further tags

Παρακλάδι / μουσική σκηνή της εξ Αμερικής ανεξάρτητης μουσικής, το οποίο εμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας των 80, αλλά μεσουράνησε κυρίως στις αρχές και τα μέσα της δεκαετίας των 90, σχεδόν ταυτόχρονα με την εμφάνιση του grunge (το οποίο όμως είχε μικρότερη διάρκεια ζωής) και όπως και εκείνο «λάνσαρε» ένα ιδιαίτερο τρόπο ζωής, παράλληλα με τους ξεχωριστούς ήχους που έφερε στο προσκήνιο.

Ετυμολογικά, προκύπτει από τις αγγλικές λέξεις «low fidelity» (χαμηλή πιστότητα, σε αντίθεση με το πολυφορεμένο «hi-fi» - high fidelity). Η μουσική (και οι μουσικοί) χαρακτηρίζονταν από ένα (ανεπιτήδευτο συνήθως) ατημέλητο στυλ, οι κιθάρες ήταν παράφωνες, ο ήχος ακατέργαστος (λιγότερο σκληρός και μελαγχολικός πάντως από το grunge), ενώ κοινός τόπος ήταν και οι κακής ποιότητας ηχογραφήσεις (εξ' ου και lo-fi).

Τα αντιπροσωπευτικά συγκροτήματα πολλά: Pavement, Sebadoh, Dinosaur Jr., Yo La Tengo, Silver Jews, Guided by Voices, Grandaddy και Modest Mouse, μεταξύ άλλων.

Παρόλο που η σκηνή απέκτησε αρκετούς φανατικούς οπαδούς (ακόμα και στη χώρα μας), άρχισε να παρακμάζει μετά το 2000, κυρίως λόγω της διάλυσης πολλών εκ των αντιπροσωπευτικότερων συγκροτημάτων.

Η έννοια «lo-fi» μπορεί άνετα, πέρα από τη μουσική αναφορά της, να αποδώσει έναν χαρακτηρισμό σε ένα πρόσωπο ή κατάσταση, ότι δηλαδή είναι χαμηλής πιστότητας, είτε με τη καλή (εκκεντρικότητα, φρεσκάδα, πρωτοτυπία, κάτι πέρα από τα συνηθισμένα), είτε με την κακή έννοια (κυριολεκτικά). Επιβάλλεται ιδιαίτερη προσοχή στη χρήση, όσο και στη κατανόηση, η οποία πάντα πρέπει να βασίζεται και στα συμφραζόμενα.

  1. - ...και μετά το Μέγαρο, πήρα τηλέφωνο το Μαράκι και πήγαμε Decadence...
    - Σπεκ, Ιεροκλή είσαι και πολύ lo-fi τύπος μιλάμε...

  2. - Ρε θυμάσαι το παλιό στερεοφωνικό στο σπίτι των γονιών μου που ακούγαμε Floyd; Το δώσανε σε παλιατζή...
    - Καλά κάνανε στη τελική, μετά από τόσα χρόνια θα έβαζες πάνω βινύλιο και θα το χαράκωνε.... από hi-fi που ήταν κάποτε, κατάντησε lo-fi...
    - Χεχε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το στόκος και ability (= ικανότητα, δεξιότητα κλπ, άρα αντιφατική έννοια με αυτήν του στόκου) και με άρωμα από τη λέξη rockabilly, ο όρος χρησιμοποιείται χαϊδευτικά για να αποκαλέσουμε στόκο κάποιον που δεν θέλουμε να προσβάλουμε.

σλανγκασίστ: Nick

- Αχ συγνώμη, τα μπέρδεψα λιγάκι, δεν μου είχες πει ότι θα με περιμένεις μέσα στο μαγαζί κι όχι έξω;
- Πού μέσα, ρε στοκαμπίλιτι; Αφού δεν έχει ανοίξει ακόμα!

Βλ. και ελ στοκαδόρ, Στόκεμον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάκια μάκια - όπα όπα.
Μετάφραση: «Γειά σας παιδιά, σας φιλώ και συμμετέχω στα γλέντια σας».

Συναντάται και ως «makia makia - opa opa». Πρόκειται κατά κύριο λόγο για τσατικό (εκ του «chat») χαιρετισμό. Συνήθως είναι το πρώτο πράγμα (ή και το τελευταίο κατ' αντιστοιχία με το «γεια - αντίο» της πραγματικής ζωής) που γράφει κάποιος στο text όταν τον καλωσορίζει ο αδμινιστράτορας-οικοδεσπότης κάποιου chat room μουσικού ενδιαφέροντος, του λεγόμενου «οπατζίδικου» (στους σχετικά αδαείς συνιστάται μια βόλτα από το λήμμα αυτό για να πάρετε μυρωδιά για το τί πράμα μιλάμε).

Σλαγκιστί (που λένε και κάτι σλαγκογνωστοί), μπορεί να χρησιμοποιηθεί κάλλιστα σε μέρη όπου διασκεδάζουν με ακρόαση μουσικής ομάδες ανθρώπων, όπως πάρτι, μπουζουκτζίδικα [sic], συναυλίες κ.λπ. (Να το δω κι αυτό και μετά να έρθουν οι κύριοι με τις άσπρες μπλούζες να με πάνε στον όμορφο κήπο. Δηλαδή προσπαθώ να σκεφτώ την σκηνή: έχει πάρτι, χτυπάς την πόρτα, η πόρτα ανοίγει, μπαίνεις μέσα με τα χέρια ανοιχτά και φωνάζεις «μάκια μάκια - όπα όπα»... κάτι σαν «προσκυνείστε το είδωλο»... τί αντιδράσεις θα έχεις, μουααχαχαχαχα φακ! Ας περιοριστούμε λοιπόν στην παραδοσιακή χρήση σε chat rooms).

Παρόλα αυτά μπορεί να χρησιμοποιείται έτσι στο άσχετο, είτε δικτυακά είτε και στην πραγματική ζωή όπου οι άνθρωποι αναπνέουν αέρα, γιατί είναι μια ανώδυνη χαζοχαρούμενη φράση που, παρόλο που το νόημά της δεν είναι εντελώς αντιληπτό σε όσους δεν μπαίνουν στα τσατ ή στο σλανγκρ, δίνει μια ευχάριστη νότα στον λόγο και μια ανεμελιά ένα πράμα. Γενικώς είναι ένας τρόπος να σε περάσουν για ξανθιά όταν γράφεις σε φόρουμ, σο, όποιος μουστακαλής θέλει να κάνει αλλαγή περσόνας, ας το προτιμήσει.

Αατα.

(7:38 PM) WRAIOS-ELLHN: Welcome -KALWS HR8ATE STHN PAREA MAS•(-• baby70 •-)•-KALH AKROASH!! laika monopatia kai oxi mono - Voice Room
(7:39 PM) baby70: kalispera se olous!!! makia makia opa opa :) :)

(7:42 PM) DJ Mixalis: baby70 kalhmera kalos hthes sthn pareoula mas
(7:44 PM) baby70: kalispera se olous!!! makia makia opa opa :) :)
(7:45 PM) ogamaoua: baby thelo na se gamiso
(7:45 PM) o
gamaoua has been bounced from the room by DJ Mixalis
(7:47 PM) baby70: ax euxaristo dj poy me apalakses apo ton vlaka, kalispera se olous!!! makia makia opa opa :) :)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σπασαρχίδης πιανίστας.
Εκ του πρήζω + Richter (Ρώσος πιανίστας διεθνούς φήμης).

-Αν πρόκειται να είναι και ο μαλάκας ο πρήχτερ στη συναυλία, δεν πατάω με τη καμία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουζουκογκόμενα καλείται η συνηθισμένη γκόμενα που:

  • Νυχτοπερπατά σε όλους τους χώρους άνευ εξαίρεσης όπου κυκλοφορούν αμάξια τύπου Mercedes, αγωνιστικά και γενικά μουράτα.
  • Το μαλλί είναι σταθερά ντεκαπαρισμένο με καμένες τούφες από το πολύ πιστολάκι και τις πάρε να 'χεις βαφές ή extreme ανταύγειες.
  • Δεν κυκλοφορεί ποτέ χωρίς το make-up της ή το φρουτένιο lip της.
  • Ακόμα και το πρωί μπορεί να την πετύχεις με γόβα-πίπτω και με μαλλί που να μην έχει ξεφύγει ούτε τρίχα από το πιστολάκι.
  • Δεν ξέρει ποτέ απ' έξω τον αριθμό του κινητού της.
  • Τα μπλουζάκια της είναι σχεδόν όλα έτσι ώστε να αφήνουν ένα σημείο hot για εκείνη τουλάχιστον ακάλυπτο.

Πάντα όμως υπάρχουν και οι μπουζουκογκόμενες high-classάτες. Αυτές που:

  • θα κρατήσουν την Louis Vuitton τους αλλά το μαλλί θα παραμένει καμένο και το νύχι σταθερά επιμηκυμένο.
  • Χρησιμοποιούν φράσεις όπως: ρε μωρό, ρε συ, ρε κοίτα τι αμάξι έχει, αχ σταμάτα (ακόμα κι αν τίποτα δεν έχει αρχίσει αυτές το θεωρούν πολύ σέξυ).
  • Οι σχέσεις τους διαρκούν ένα μήνα το πολύ.
  • Κάθε Σάββατο πηγαίνουν σε club ή μπουζούκια και ακούνε γενικά Σάκη, μπουζουκοτράγουδα, ενώ αν τις ρωτήσεις τι είναι έντεχνο θα σου πουν όλες Χατζηγιάννης.
  • Τρελαίνονται για άντρες που φορούν mocassinia με φόρμες (έλεος), πουκάμισο οπωσδήποτε λίγο ανοιχτό το βράδυ και αρκετά τζελαρισμένοι.
  • Έχουν κάψει αρκετά έως πολλά εγκεφαλικά κύτταρα με το να διαβάζουν Cosmopolitan και να τα μαθαίνουν απ' έξω μέχρι να έρθει ο κατάλληλος για να τα εφαρμόσουν.

Ενώ ο όρος χρησιμοποιείται και για τα σκυλιά, η μπουζουκογκόμενα έχει μία πιο προσεγμένη εμφάνιση.

– Αχ ρε συ κοίτα ένα αμάξι!
– Λες να πηγαίνει στο club που πάμε;
– Σκέφτεσαι;
– Αχ σταμάτααα! Λες να μου την πέσει;
– Αυτός που το οδηγεί ή το αμάξι;
– Ε;!

(Διάλογος μπουζουκογκoμενών)

Βλ. και μπουζουκομούνι καθώς και -μούνα, -γκόμενα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνεχίζοντας το μνημειώδες μεαυτόν έργο, ήτοι την Κρητικήν διάλεκτο, θα ήθελον αναφέρω τη λέξη κονσολιέρης ως την απόδοσιν του αναβάτη δίσκων ή καλλίτερα: disc jockey. Ο κονσολιέρης, ήτοι ο χειριστής κονσόλας, διακρίνεται από:

  • Εξαιρετικά τριχωτό και ακάλυπτο στέρνο,
  • Χρυσή καδένα συν σταυρουδάκι σύν Άγιο-Κωνσταντινάτο συν διπλό πέλεκυ συν...
  • Υποκάμισον μεγαλύτερου μεγέθους, με φουσκωμένες τσέπες λόγω πακέτων με σιγαρέτα, χρώματος μελανού και ενίοτε φέρον επάργυρες λεπτομέρειες εις την πλάτην,
  • Μύσταξ παχύ και ακάθαρτο από κτίσεως κόσμου, χρησιμεύον και ως τόπο κατοικίας ζωυφίων.

    Αι δε αλλαγαί εις το μουσικόν πρόγραμμα... θανατηφόραι! Άντζελα Δημητρίου ύστερα από Ψαραντώνη!

Μανωλιός: - Μρε συ Καυλαγόρα, εκιονέ μρε το γκαινούριο το κονσολιέρη, πολύ χάζι τονε κάμω! Γαμεί! (Ω Καυλαγόρα! Ο νέος dj μου είναι ιδιαίτερως συμπαθής! Εύγε του!)

Καυλαγόρας: - Πράγματι, όταν το μυστάκιό του δεν μπλέκεται εις την σιντιέραν, οι αλλαγές είναι εξαιρετικές! Με κενά βέβαια μεταξύ των τραγουδιών ίνα βρει το επόμενο CD βρίζοντας, αλλά εξαιρετικές!«

Μανωλιός: -Ετσέ! Μρε μπάρμαν, κέρνα μρε το κονσολιέρη ένα από κιονέ το Διακόσιες Πίπες!

Κονσολιέρης ολίγον προχωρημένης ηλικίας... (από Γιώργος Ζάκκης, 16/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι λογικό ο αναγνώστης να ερμηνεύσει το λήμμα με τον κρίσιμο χρονικό προσδιορισμό, δηλαδή το ίδιο το γεγονός της εμμηνόπαυσης, το οποίο αποτελεί σταθμό στη ζωή της γυναίκας.

Πλην όμως θα σφάλει καθώς η εν λόγω έκφραση, αναφέρεται σε κάτι πιο πεζό, ύπουλο και καταχθόνιο, το οποίο βασανίζει όποιον βρεθεί στο διάβα του κατά την περιήγηση του στα Ερτζιανά.

Ο Σταθμός της Εμμηνόπαυσης είναι ο Galaxy 92. Πρόκειται για την πεμπτουσία του λεγόμενου elevator music και αν δεν υπήρχαν άλλα αστέρια της γλυκανάλατης ποπ να δυναστεύουν το πρόγραμμα, τότε και αυτός ο σταθμός θα ήταν μέρος του σατανικού κυκλώματος Barry Manilow.

Για να λέμε και του στραβού το δίκιο, από ιδρύσεως του ο σταθμός εισήγαγε μια νέα λογική ως προς το πρόγραμμα καθώς απέφευγε επιμελώς, την ατελείωτη λογοδιάρροια παραγωγών που χαρακτηρίζει άλλες παρουσίες στα FM. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το motto του ήταν «Λίγα λόγια, πολλή μουσική» με το πρόβλημα όμως να εστιάζεται στο είδος αυτής της «πολλής μουσικής».

Μια μικρή ακρόαση σε πείθει ότι το target audience είναι στις κατηγορίες 12-16 (καψουρεμένα νιάτα) και ειδικά 55-95 (ώριμα καψουρεμένα νιάτα!), στη συντριπτική τους πλειοψηφία γυναίκες, εξ’ ου και το λήμμα.

Επίσης έχει παρατηρηθεί η δημόσια μετάδοση σε καταστήματα, τελειωμένες καφετερίες ξενοδοχείων ή τύπου «ρομαντικό ηλιοβασίλεμα» καθώς και τηλεφωνικά κέντρα εταιριών (αναμονή σύνδεσης). Σε αυτή τη χρήση, ο σταθμός γίνεται χωρίς τη θέληση του, όχημα βασανιστηρίου, όπως αποδεικνύεται και από παγκόσμιες κινήσεις για την κατάργηση δημόσιας εκπομπής τέτοιου είδους μουσικής (βλ. εδώ, εδώ και εδώ).

Όπως είναι φυσιολογικό, ένας Σταθμός της Εμμηνόπαυσης δεν θα υφίστατο αν δεν υπήρχαν οι ανάλογοι καλλιτέχνες. Μην ξεχνάμε ότι για να προκριθείς ως Τραγουδιστής της Εμμηνόπαυσης, δεν αρκεί να ερμηνεύεις τα κατάλληλα τραγούδια, αλλά να ενσωματώνεις το όνειρο του (ιδανικά) ηλιοκαμένου, ευαίσθητου τροβαδούρου και τρυφερού εραστή που έχει στο μυαλό της η απογοητευμένη από την βαρετή ζωή της ώριμη κυρία.

Έτσι λοιπόν, ο Αυτοκράτορας δεν είναι άλλος από τον Julio Iglesias, ο οποίος διατηρεί τον τίτλο του επάξια τις τελευταίες δεκαετίες. Πολλοί προσπάθησαν να τον πλησιάσουν, χωρίς όμως αποτέλεσμα (© Μανολίτο), όπως είναι απολύτως λογικό καθώς ο Θεός του Amor ενσωματώνει το 100% των απαιτούμενων χαρακτηριστικών + μερικά ακόμα για bonus (διεθνούς φήμης φραγκάτος και Ισπανός). Επίδοξοι αντικαταστάτες αποτελούν: ο «πάτα-μου-τα-παπάρια-να-βγει-η-φωνή» Michael Bolton και στην μαύρη εκδοχή ο Lionel Ritchie.

Ίσως ειδική κατηγορία να αποτελεί ο Cliff Richard, αλλά αυτός παραφέρνει σε ντιγκιντάγκα οπότε χάνει το συνολικό effect. Ομοίως και οι George Michael και Elton John οι οποίοι είναι δηλωμένες λουγκρέτες.

Παρόλο που ο Tom Jones θα ήταν υπό Κ.Σ. υποψήφιος σε αυτή την κατηγορία, η λαμπρή ιστορία του στα ξενοδοχεία του Las Vegas (όπου τα εσώρουχα και τα κλειδιά δωματίων από νεαρές fan έπεφταν βροχή στην πίστα), τον έχει προστατεύσει αν και τα τραγούδια του «παίζουν» πολύ στην κατηγορία.

Εις την ημεδαπήν, σουξέ στην κατηγορία χωρίς όμως να έχει καταδικαστεί σε αυτήν, έχει ο Γιάννης Πάριος (ο οποίος πληροί και τα προαναφερθέντα σε local επίπεδο). Εναλλακτικοί αντιπρόσωποι ήταν ο αμίμητος Yianni (να’ ναι το Καλαματιανό μουστάκι, να’ ναι το μαλλί λασπωτήρας, να’ ναι ότι πραγματοποίησε το όνειρο της καραώριμης Linda Evans) και ανερχόμενος ο Μάριος Φραγκούλης (αν και σε ολίγον φλωροφλούφλικο-δήθεν λυρικό στυλ).

Κάποιος θα μπορούσε να τοποθετήσει και γυναικείες παρουσίες στην κατηγορία αυτή, με αδιαφιλονίκητη βασίλισσα την Celine Dion, πλην όμως έτσι χάνει το πλήρες νόημα του λήμματος (εκτός αν το ακροατήριο παίζει σε άλλο γήπεδο).

Σημείωσις: Το βασικό λήμμα έχει εφευρεθεί πριν αρκετό καιρό από κάποιον τρίτο, αλλά δεν ενθυμούμαι ακριβώς αν το είχα δει γραπτώς ή το άκουσα, συνεπώς τα αναλογούντα σπέκια όποιος κι αν είναι.

- Τι ώρα αρχίζει το παρτάκι;

- Ε κατά τις 10 θ’ αρχίσουν να μαζεύονται. Λεω να βάλω λίγο Galaxy στην αρχή για εφέ στα γκομενάκια.

- Ρε τον σταθμό της εμμηνόπαυσης θα βάλεις; Θα φύγουν όλοι τρέχοντας…

- Καλά, έχω και το best of του Michael Bolton

- Α καλά… Η μαμά σου διάλεξε τη μουσική;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χρήστης λαπτοπίου.

  • Λαπτοπάκιας απ΄ το laptop και την κατάληξη άκιας - σχετικά με την κατάληξη αυτή βλ. κάποια πράματα εδώ.
  • Λαπτοπάς από την κατάληξη «-ας», κατά τα εφημεριδάς, τσιγαράς, κλπ.

    O Λαπτοπάκιας είναι σχετικά επιτιμητικός όρος, οπότε από τις παρακάτω έννοιες μάλλον αφορά στην α) και γ).

O Λαπτοπάς (πιο αρχοντικό) δηλώνει μάλλον κάτι θετικό οπότε β) και δ).

Υπάρχει όμως μεγάλη αλληλεπικάλυψη, ανάλογα και με την οπτική και πρόθεση του χρήστη της φράσης.

Έννοιες:

α. O ασχολούμενος πολλές ώρες με το λάπτοπ του, ο απορροφημένος και εξ αυτού ολίγον αποβλακωμένος, κατά το τηλεορασάκιας. Αυτός που το χρησιμοποιεί ακόμα λ.χ. και στα μέσα μεταφοράς ή ενώ βρίσκεται με παρέα.

β. O γνώστης περί λάπτοπ, ή ο φανατικός των λάπτοπ που τα προτιμά σε σχέση με τα desktop, ο γκικ. Ενδεχομένως και ο γιατρός των λάπτοπ, ο εξειδικευμένος δηλαδή τεχνικός σε λάπτοπ και νετμπουξ (αυτός μάλλον κυρίως «λαπτοπάς»).

γ. O ντητζέης που παίζει με λάπτοπ (αντί για βινύλιο κυρίως ή αντί για cd when routine bites hard and ambitions are low που λένε και οι joy division). Αντικείμενο λοιδωρίας από τους παραδοσιακούς ομότεχνούς του και μάστιγα του κλάδου σύμφωνα με τη συντεχνία τους. Κατά κανόνα ντιτζέι πιέστο.

δ. O μουσικός κυρίως ηλεκτρακουστικής μουσικής που παίζει με χρήση software σε λάπτοπ (το οποίο μπορεί ή όχι να τροφοδοτεί με τσαχπινιές σε κάθε είδους hardware) και κατά κανόνα σε πραγματικό χρόνο πράγματα που προκαλούν ταχυπαλμίες, ναυτία, απώλεια του προσανατολισμού, αίσθηση αύξησης του βάρους του σώματος και ακινησία, σαμπλάιμ φήλινγκ και βαρηκοΐα. Κυρίως αναφέρεται ως Λαπτοπάς, ενδέχεται όμως και ως Λαπτοπάκιας.

α. Το γεγονός ότι ο τύπος με το λάπτοπ (με το λευκό πουκάμισο) καθώς και μία επιβάτις με το τσαντικό υπό μάλης φαίνονται να περπατούν ήδη πριν απομακρυνθούν από το αεροπλάνο (ο «λαπτοπάκιας» μάλιστα σταματάει για μία στιγμή και κοιτάζει πίσω, προς το αεροπλάνο), με κάνει να υποθέτω ότι κάτι τέτοιο έγινε.
(από δω)

β. Χρηστάρα, επειδή είμαι λίγο λαπτοπάκιας, να πω και εγώ μία γνώμη. Είναι μακράν ότι καλύτερο μπορείς να πάρεις σε 15« και αυτά τα λεφτά. Αν θέλει κανείς να ανέβει είτε σε 17» ή σε 256dedicated κλπ shared, πάμε αμέσως από 4 κατοστάρικα πάνω.
(από δω).

γ. Οποίος έχει παει σε clubs Λονδίνο ξέρει και καταλαβαίνει ότι στην Ελλάδα το πράμα έχει ξεφύγει και έχει ξεφτίσει πολύ πλέον. Τι να λεμε τώρα. Καταντήσαμε να κατηγορούμε τους λαπτοπακιδες [sic] επειδή είμαστε ανίκανοι εμείς. Γενικά μιλάω πάντα. Επίσης στο καφέ θεωρώ περιττό τον dj.... ίσα ίσα παω σε μαγαζιά που δεν έχουν dj να βρω την ησυχία μου. Επαγγελματίες dj; ας φτιαχτεί πρώτα ένα σοβαρό όργανο αντιπροσώπισης και μετά το ξανά συζητάμε... (από δω).

δ. Καλά μου το λέγε η μάνα μου να μην κολλήσω με τους λαπτοπάδες... Έπρεπε κι εγώ να ακούω ποστίλες, το noise δεν το αντέχει πολύ ο οργανισμός του ανθρώπου....Εγώ που στα νιάτα μου θεωρούσα τους Γκάσπηντ μελαγχολικά αγόρια και φλώρους τρέχω τώρα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λήμμα χρησιμοποιείται ως σκόπιμη παραλλαγή της λέξης «βάρδος», προσδίδοντας στα λεγόμενα μας μια σκωπτική διάθεση όταν αναφερόμαστε σε κάποιον γνήσιο λαϊκό τραγουδιστή. Βέβαια, καλό είναι να μη μας ακούσει ο ίδιος, γιατί συνήθως πρόκειται για ασίκη τύπο που ξηγιέται μόρτικα και δεν είμαστε για τέτοια.

Σημειωτέον, για να χαρακτηριστεί ένας αοιδός ως «λαϊκός φάρδος», πρέπει να συγκεντρώνει τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

  • ηλικία άνω των 60 και παραπανίσια κιλά
  • χρυσά δόντια, πούρο, γκρίζα περούκα και μαύρο γυαλί ηλίου
  • να έχει κάνει πάνω από 5 come back στην πολυκύμαντη καριέρα του
  • να τραγουδάει άσματα με παρατεταμένες χασμωδίες όπως -εεεεε, -ουουουου, -αααααα, -οοοοοο κ.λπ. και
  • τα άσματά του να περιέχουν τετριμμένες, «φθηνές» ομοιοκαταληξίες του τύπου «χέρια-μαχαίρια», «μάτια-κομμάτια», «μόνος μου-πόνος μου»

- Κοντά μας έχουμε έναν γνήσιο λαϊκό φάρδο, τον Μπάμπη Μπουλκουμέ, που θα μας μεταφέρει με τα χασικλίδικά του στην Τρούμπα του Μεσοπολέμου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την σκόπιμη παραφθορά του γνωστού στίχου «Λίγο πολύ όλοι την έχουμε γευτεί» του λαϊκού ύμνου «Ιστορία μου, αμαρτία μου» της Ρίτας Σακελλαρίου. Η αλλαγή της αντωνυμίας από «την» σε «τον», αντικαθιστά στη συνείδηση όλων κατά μια παράξενη, ανομολόγητη, ωστόσο ισχυρή συνθήκη, το γλυκό πιοτό της αμαρτίας στο οποίο αναφέρεται το άσμα, από το ανδρικό αναπαραγωγικό μόριο, τον πέοντα.

Με αυτή τη φράση, αφήνουμε υπονοούμενα για τις σεξουαλικές προτιμήσεις κάποιου, αλλά ταυτόχρονα δηλώνουμε απελευθερωμένοι και απενοχοποιημένοι, αφού πρόκειται για προσωπική επιλογή του καθενός, ξορκίζοντας ταυτόχρονα ενοχές περασμένων δεκαετιών του τύπου μακριά απ΄τον κώλο μας.

Η χρήση του πρώτου πληθυντικού γίνεται για να αποφύγουμε τον ευθύ, κατά μέτωπο, καταλογισμό του χαρακτηρισμού της γκέισας. Άλλοτε πάλι, χρησιμοποιούμε πρώτο πληθυντικό επειδή η δήλωση μας απλά ισχύει.

Η φράση έρχεται προς επικύρωση του ρηθέντος υπό του λαϊκού αοιδού Στέλιου Ρόκκου «Άντρα είναι αυτός που τον δοκίμασε και δεν του άρεσε.»

- Μα καλά, τοιουτέν και ο Βρασίδας, ο μάτσο τυπάς με την υπεργκόμενα;
- Ε, καλά τώρα. Τί σου φαίνεται παράξενο; Λίγο - πολύ, όλοι τον έχουμε γευτεί.

Κατερίνα Λάσπα (από Hank, 07/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified