Παρουσιαστής talk show ή κοινωνικού περιεχομένου εκπομπής με τάση να μην αφήνει τους καλεσμένους του να μιλήσουν, να τα ξέρει όλα πριν του τα πει κανένας, να διακόπτει για διαφημίσεις όποτε δεν τον συμφέρει ο διάλογος και γενικά να διαμορφώνει απόψεις σε ανθρώπους κατώτερης πνευματικής ικανότητας και να προκαλεί την σιχαμάρα στους υπόλοιπους.

-Ή κλείσε την τηλεόραση, ή βάλε κανένα dvd γιατί δεν την παλεύω με όλους τους Τηλευαγγελομικρουτσικαυτιάδες που μας δουλεύουν όλη μέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο δημοσιογράφος ή δημοσιοκάφρος, κυρίως ο τηλεοπτικός τοιούτος, ως αναληταράς αναλισκόμενος σε μπλαμπλά σε τηλεοπτικά παραθύρια. Εν ολίγοις αυτός που μιλάει για πολλά χωρίς να λέει τίποτα ουσιαστικό, καταφεύγοντας συχνά σε μηντιακούς τουκανισμούς.

  1. Επίσης, τα Δελτία Ειδήσεων, ΔΕΝ έχουν… ειδήσεις, πια. ΔΕΝ αφορούν γεγονότα, κατά 90%- για να είμαι και λαρτζ. Κύκλοι και περιβάλλοντα, είτε της ελληνικής τρόικα είτε της ξένης, διαρρέουν επιθυμίες και σχέδια σε ΑΓΡΑΜΜΑΤΟΥΣ και ΑΜΟΡΦΩΤΟΥΣ δημοσιομπλαμπλάδες (αυτοί που θέτουν την ατζέντα κάθε μέρα, ΔΕΝ γράφουν, πουθενά, τίποτα, παρά, μόνο μιλάνε), τα οποία τα αναλύουν για μέεεεερες τα «βαριά χαρτιά» των ΜΜΕ, οι αναλυταράδες αληταράδες (= σφουγγοκωλάριοι ιδιοκτητών, -που είναι σφουγγοκωλάριοι πολιτικών κι οι τελευταίοι γιουσουφάκια τραπεζιτών). Θυμίζω: θα πάρουμε ή δεν θα πάρουμε τη δόση; Από το τέλος των διακοπών, τέλος Αυγούστου, πρώτο θέμα, διαρκώς. Μέχρι το τέλος του χρόνου! Πρόσφατη διαρροή: «κατώτατος μισθός» και «απολύσεις στο δημόσιο».
    Είδηση είναι το γεγονός: ποιος, πού, πότε, γιατί. Είδηση είναι, πχ, ότι: χθες, στην Λάρισα, ΔΥΟ παιδιά, ΕΙΚΟΣΑΡΗΔΕΣ φοιτητές, πέθαναν και άλλα ΤΡΙΑ συνομήλικά τους χαροπαλεύουν, λόγω ΦΤΩΧΕΙΑΣ (= ΔΕΝ είχαν λεφτά για ηλεκτρικό ή πετρέλαιο). (Εδώ).

  2. Όμως, αντι γι' αυτά, το βράδυ θα ακούμε τους δημοσιομπλαμπλάδες να ουρλιάζουν για πράγματα που όχι μόνο το 85% του κόσμου, αλλά ούτε ΚΑΝ οι ίδιοι δεν ξέρουν! Και δώσ' του για PSI, EMFS, default, «κουρέματα», «κλειδώματα», απομειώσεις, επιτόκιο 4,8% ή 8%, βρετανικό δίκαιο, παράγωγα και δομημένα ομόλογα ασφαλιστικών ταμείων... (Εδώ).

  3. Θα πρέπει να σταματήσουν να λέγονται, -αφού δεν είναι-, δημοσιογράφοι, όσοι δουλεύουν στην Τηλεόραση. Τι σχέση έχει ένα “κανάλι” με μια εφημερίδα ή περιοδικό; Οι μεν μιλάνε οι δε ΓΡΑΦΟΥΝ. “Δημοσιομπλαμπλάδες” θα ήταν ένας περιγραφικότατα ταιριαστός όρος. Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι, γιατί οι πραγματικοί δημοσιογράφοι, αυτοί που ΓΡΑΦΟΥΝ καθημερινά κι εδώ και χρόνια, ΔΕΝ προσβάλλονται- θίγονται μ’ αυτήν την κατάσταση. (Εδώ).

  4. Λεβέντης, όταν πήγε ο πονηρίας βαψομαλιάς και δημοσιομπλαμπλάς, τότε, να του κάνει πλάκα με μια πίτσα. (Εδώ).

(από Khan, 06/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πανελίστες λέγονται οι τηλεροασάνθρωποι που κοσμούν το πάνελ μιας μεσημεράδικης εκπομπής.

Η προέλευσή τους άγνωστη. Οι μισοί είναι (σχετικά) γνωστές προσωπικότητες, οι άλλοι είναι δημοσιογραφίσκοι, οι άλλοι ξεχασμένοι, οι άλλοι εντελώς ξεκάρφωτοι, που αναφέρουν ένα άγνωστο προηγούμενο στην τηλεόραση σε κάποια φάση στη ζωή τους. Τους τελευταίους ποιος τους ανακάλυπτε και από που, ανοίγει πολλά ερωτήματα.

Στην αρχή (βλ. εποχή Στεφανίδου-Λαμπίρη) οι εμφανίσεις τους ήταν σποραδικές. Πότε θα εμφανιστεί η Σακελλαρίου, πότε ο Κακλαμάνης, πότε η Σόκαλη, πότε κάποιος ιδιοκτήτης φροντιστηρίων που δε θυμάμαι πως τον λένε, χωρίς στάνταρ ρυθμό.

Πετάγονται σαν τσουτσούδες όταν μιλάει η παρουσιάστρια για να μη χάσουν την ευκαιρία να θάψουν ή να υμνήσουν κάτι που ανέφερε. Οι απόψεις τους είναι καθαρά υποκειμενικές, ενίοτε γραφικές.

Πληροφορίες αναφέρουν ότι πληρώνονταν για τις εμφανίσεις τους, πράγμα που χρωματίζει το φαινόμενο.

Από το έτος 2007 μ.Χ., το ανωτέρω σύστημα αλλάζει. Πλέον οι πανελίστες είναι στάνταρ μέρος μιας εκπομπής και συντάσσονται με τους συμπαρουσιαστές, αναφερόμενοι στους τίτλους αρχής (βλ. Μηλιαρέση, Σαουλίδου). Επίσης οι μεσημεράδικες εκπομπές επεκτάθηκαν και στις πρωινές ώρες.

- Στην τηλεόραση είπαν ότι η Ντενίση τα βρήκε με το Λάκη.
- Ποιος το είπε αυτό το κουφό;
- Ξέρω 'γω; Κάποιος.
- Ποιος κάποιος ρε; Δεν ξέρεις τι έβλεπες;
- Ε, ένας πανελίστας το είπε, εκεί στη Λαμπίρη.
- Α, καλά κρασιά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα τηλεοπτικά παραθύρια είναι πλέον δύσκολο να διακρίνει κανείς ποιος μιλάει και ποιος διακόπτει, οπότε το «σας παρακαλώ μην με διακόπτετε όταν μιλάω», αλλάζει έτσι, σύμφωνα με την θρασύτητα των μαϊντανών και των δημοσιοκάφρων.

Μαζεύτηκαν Κακαουνάκηδες, Τράγκες, Τηλευαγγελομικρουτσικαυτιάδες όλοι μαζί, κι έγινε το «σας παρακαλώ, μην μιλάτε όταν διακόπτω!».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που ζήτησε και πήρε άσυλο (σίτιση, στέγαση) σε τηλεοπτικούς σταθμούς, αφού εκδιώχθηκε από το σπίτι του λόγω (προφανώς) μαλάκυνσης. Έχει την δυνατότητα να μας ζαλίζει τα αρχίδια με αερολογίες και πίπες, αλλά έχουμε την δυνατότητα να τον νιώσουμε. Επίσης είναι και καραγκιόζης. Μεγάλος.

Πατέρας: -Πρόσεχε μη σε διώξω από το σπίτι...
Γιος: -Σταααααρχίδια μου. Θα πάω να γίνω κακαουνάκης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φλύαρος, αυτός που μιλάει πολύ χωρίς να λέει τίποτα το ουσιαστικό, εκ του μπλαμπλά που αποτελεί ηχομιμητική λέξη, η οποία δηλώνει την συνομιλία. Ενίοτε δηλώνει και τον κομπορρήμονα, τον καυχησιάρη. Επίσης, όσους εξ επαγγέλματος καταφεύγουν σε ατέρμονη αναπαραγωγή ξύλινης γλώσσας, καθώς οι πολιτικοί και οι δημοσιομπλαμπλάδες.

Trivium: Ο μπλαμπλάς ήταν επίσης «παιχνιδάκι που είχε κυκλοφορήσει από την AS γύρω στο 1995. Ήταν μια μικρή συσκευούλα σε μέγεθος παλάμης που ήταν στην ουσία ένα μίνι μαγνητοφωνάκι. Μπορούσε να ηχογραφήσει λίγα δευτερόλεπτα και μετά να τα επαναλαμβάνει. Είχε ένα μεγάλο μεγάφωνο, δύο κουμπιά (ένα για να ξεκινήσει η ηχογράφηση και ένα για να παίξει η ηχογράφηση) και στο πλάι μια ροδέλα ρύθμισης της έντασης του ήχου». (Δες).

  1. Για να δούμε, θα ακούσουμε κάτι συγκεκριμένο ή θα είναι και πάλι μια σούπα από μπόλικους μπλαμπλάδες και ακατανόητα ιδεολογήματα... (Εδώ).

  2. Ο άσχετος δημοκράτης μπλαμπλάς. (Εδώ).

  3. αφιερωμενο σε όλους τους γαμιάδες μπλαμπλάδες (Εδώ).

Και μπλαμπλάκιας. Στο 1.53. Μυδασίστ: Σφυρίζων. (από Khan, 21/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη προέρχεται εκ της λεκτικής συνουσίας των λέξεων παράθυρα και μουρμούρα. Μιλάμε για μια συνουσία χωρίς δημιουργία που οδηγεί στην πολλαπλή εκμετάλλευση του θεατή. Μιλάμε για τη διοργάνωση συζήτησης πάνω σε φλέγοντα θέματα που απασχολούν τον κόσμο (άρα προσδοκάται τηλεθέαση) από δημοσιοκάφρο, που για λόγους τηλεθέασης, έχει προσκαλέσει άτομα που με το παραμικρό παίρνουν φωτιά. Έτσι προκύπτει μια ατέλειωτη τηλεοπτική μουρμούρα μεταξύ των καλεσμένων των τηλεοπτικών παραθύρων. Κι όσο πιο πολλά είναι τα παράθυρα, τόσο πιο δυνατό γίνεται το κοκτέιλ της αναμπουμπούλας. Αυτό είναι λοιπόν το reality show που λέγεται παραθυρομουρμούρα.

Ο στόχος των προσκεκλημένων δεν είναι η αποκάλυψη της αλήθειας, η ενημέρωση του κόσμου, η καλοπροαίρετη εξέταση των απόψεων και η σύνθεση τους ώστε να δημιουργηθεί μια κοινώς αποδεκτή πρόταση που θα τυγχάνει της κοινής αποδοχής των παρισταμένων, αλλά και της αποδοχής των θεατών, αλλά το καπέλωμα των αντιθέτων μέσω τρικλοποδιών και φθηνών κόλπων εντυπωσιασμού.

Η ατέλειωτη μουρμούρα και χάβρα που επικρατεί μεταξύ των καλεσμένων στα τηλεοπτικά παράθυρα, διαθέτει διακοπές, επί διακοπών, ύβρεις τσαμπουκαλέματα, κινδυνολογίες, ψευδο-οράματα, αποτυχημένους σωτήρες, που θέλουν να ξανάρθουν για να σώσουν τον τόπο από τους νυν αποτυχημένους σωτήρες, που είχαν έρθει για να σώσουν τον τόπο απ’ αυτούς. Σωτήρες (νυν και τέως) που βουλιάζουν τον τόπο κάθε μέρα όλο και πιο βαθιά. Όλοι τους ποντάρουν στη λήθη του θεατή. Τον θεωρούν χαπατο και τον ταΐζουν κόντρα παραμύθι. Του πιπιλίζουν το μυαλό κι αυτός ελπίζει. Ελπίζει κι εμπιστεύεται. Το νοητικό επίπεδο του κόσμου μπορεί να είναι περισσότερο ανεπτυγμένο σε σχέση με το παρελθόν, αλλά φαίνεται πως οι λαοπλάνοι έχουν κάνει περισσότερα βήματα. Είναι απειροελάχιστες οι διαφορές των καλεσμένων, αλλά, σαν σωστοί λαοπλάνοι, τις μεγεθύνουν και ο καθένας ωραιοποιεί τη θέση του για να έχει λόγο υπάρξεως στο μέλλον. Αν βέβαια τεθεί θέμα που τους αγγίζει συλλογικά, όπως π.χ. η αύξηση των αποδοχών τους, ή το πόθεν αίσχος, τότε ισχύει η ρήση: Στη μάσα ενωμένοι στον αγώνα χωριστά.

Ο δε δημοσιοκάφρος, αντί να προσπαθεί να αμβλύνει τις αντιθέσεις ώστε να προκύψει ένα πολιτισμένος διάλογος που θα γεφυρώνει, τουναντίον με τις ενέργειες του προκαλεί και επιδιώκει τη βαβούρα και το μπάχαλο για να ανεβάσει τη θερμοκρασία και την ένταση και να εγκλωβίσει τους τηλεθεατές που έκατσαν να ενημερωθούν. Για το δημοσιοκάφρο, παρ' όλο που το κανάλι του έχει κάποια πολιτική γραμμή, το κύριο μέλημα του δεν είναι να υποστηρίξει τη γνώμη των καλεσμένων που τάσσονται πλησίον προς τη γραμμή του καναλιού, αλλά την αποτροπή του θεατή να κάνει ζάπινγκ και να πάει σε άλλη παραθυρομουρμούρα, γιατί, γι' αυτόν τα ποσοστά τηλεθέασης μετράνε. Κι αν καταφέρει να σκοράρει κόντρα στους απέναντι (απέναντι κανάλια) και το κανάλι του θα πάρει τα εύσημα κερδίζοντας κι απ’ τις διαφημίσεις που πέφτουν ανάμεσα στην «ενημέρωση». Έτσι κι αυτός εδραιώνεται καλύτερα στη θέση του. Γι' αυτό λοιπόν προκαλεί με τις ενέργειες του την παραθυρομουρμούρα, την ένταση και το χαλασμό. Κι όταν η κατάσταση, ξεφύγει, τότε προσπαθεί με στημένες κι άκομψες διαδικασίες να μαζέψει την κατάσταση που ο ίδιος δημιούργησε, τόσο με την επιλογή των ατόμων, όσο και με το δαύλισμα της φωτιάς, που έντεχνα κατά τη διάρκεια της κουβέντας μεθόδευε. Παίζει τη δική του θεατρική παράσταση, το δικό του Καραγκιόζ μπερντέ για να γοητεύσει το εγκλωβισμένο κοινό του, τους θεατές που, αντί να ενημερωθούν, γίνονται μάρτυρες σε μια ποδοσφαιροποίηση του πολιτικού λόγου. Στο τέλος αυτοί, αντί να είναι ανακουφισμένοι, αισθάνονται μπερδεμένοι και απογοητευμένοι. Ωστόσο, την άλλη μέρα θα επαναλάβουν το ίδιο λάθος. Θα κάτσουν ξανά σαν άλογα όντα να φάνε το τηλεοπτικό σανό που θα τους προσφέρουν οι λογής εισαγγελάτοι, που απ ότι φαίνεται είναι μάστορες στη δουλεία τους και δε διαθέτουν κανένα ίχνος τσίπας πάνω τους. Ο «καλύτερος» δε απ' αυτούς, καταλήγει αρχιδη(ι)μοσιοκάφρος. Αντί αυτοί να βρεθούν στο καρφί, συνεχίζουν τις μηχανορραφίες τους.

-Τι κάνεις ρε μαλάκα αποσβολωμένος μπροστά στην τηλεόραση;
-Σώπα… παρακολουθώ. Μιλάνε για το ασφαλιστικό. Σε ενδιαφέρει.
-Με ενδιαφέρει δε λέω… Αλλά αν αυτή την παραθυρομουρμούρα, τη λες ενημέρωση τότε εγώ... είμαι ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified