άμπε λαλέ, αμπελαλέ

Ο όρος αποτελεί παραφθορά του Amber Alert, του γνωστού σήματος για τα εξαφανισμένα παιδιά, από τον έγκριτο δημοσιογαύρο Τάκη Τσουκαλά και χρησιμεύει, ιδιαίτερα στα συμφραζόμενα του σχολιασμού αθλητικών σάιτ, για να δηλώσει ότι κάποιος εξαφανιζόλ, μούγκαφον και τα τοιαύτα.

AEK ολέ και...ΑΜΠΕ ΛΑΛΕ!
[...]Στο γήπεδο, λοιπόν, υπήρξε η ΑΕΚ και οι… ΑΜΠΕ ΛΑΛΕ ντε. Ο αντίπαλος με εκτός τόπου και χρόνου προπονητή (ακόμη να καταλάβει τι, που και με ποιον έπαιζε) δεν παρουσιάστηκε ΠΟΤΕ, μα σε κανένα σημείο του αγώνα στο γήπεδο με κάποιο αγωνιστικό σχέδιο, ή έστω με κάτι σαν αγωνιστικό σχέδιο…
Απ'εδώ.

(από ThomasTheBarbarian, 12/02/15)(από ThomasTheBarbarian, 12/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη-κλειδί που χρησιμοποιείται αντί της λέξης ξύπνα. Προέρχεται από το video του youtube στο οποίο ο μέγας γκουρού της στρογγυλής Θεάς, Αλέφαντος, καλεί τον προπονητή της Ρεάλ Μαδρίτης να ξυπνήσει και να βάλει τον Γκάρεθ Μπέιλι στην επίθεση, μαζί με τους συναδέλφους του, Ρονάτο, Ντε Μαρία Ίσκιο και Μπεζεμά.

- Μπέιλι κύριοι ξεσκαλώστε!

- Μαλάκα τι γκολάρα έβαλε ο τύπος;
- Μπέιλι ρε λόστρε, ήταν οφσάιντ!

από patsis, 18/04/2015

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική μεταγραφή παίκτη, που μπορεί να χαρακτηριστεί ως παλτό. Ειδικά αγνώστου μέχρι πρότινος παλτού, αφρικανικής προέλευσης. Κατά τον παρόντα χρόνο (Ιούνιος 2012) δεν έχει αποκτήσει τη διάδοση που απαιτείται για να χαρακτηριστεί λήμμα του σλανγκρ αλλά αυτό αναμένεται να συμβεί, ειδικά μετά τον βομβαρδισμό με το διαφημιστικό μήνυμα (εταιρείας κινητής τηλεφωνίας) απ' όπου προέρχεται.

Γενικά, αποτυχημένη μεταγραφή με στόχους σκοτεινούς και πάντως άσχετους με την αγωνιστική βελτίωση μία ομάδας.

Μετά τον πίου, μπαίνουν ξανά ιδέες στον πρόεδρο για μεταγραφές.

(από Vrastaman, 25/06/12)(από Khan, 26/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική συνθηματική φράση που χαρακτηρίζει τους οργανωμένους κάφρους των ελληνικών πετάλων. Προσκολλάται σε όσους έχουν κάνει χρήση τσιό ή και άλλων ναρκωτικών ουσιών πριν ή και κατά τη διάρκεια των αγώνων της αγαπημένης τους ομάδας.

- Πωωωώ ρε φίλεεε...Τσέκαρε τον Άκη πώς φωνάζει. Είναι πάλι έτοιμος να σπάσει από την ζουζού. στάνταρ έχει πιει τα δικά του..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τρελαμένος οπαδός της ΑΕΛ κι εν γένει ο φανατικά τοπικιστής Λαρισαίος.

Τίτλος παρμένος από την παρακάτω διαφήμιση:
- Παιδιά, είμαι ο Τυροτρέλας και με την TIROTRELLA Kerrygold παίζουμε και τρώμε. Πραγματικό τυρί από αγελαδινό γάλα. TIROTRELLA Kerrygold! Όταν τρώμε, παίζουμε.

Καλά ρε αυτός ο Γιαννάκης πολύ τυροτρέλας την έχει δει τελευταία, μέχρι και στις προπονήσεις της ΑΕΛ πηγαίνει.

(από nobody, 06/10/11)(από nobody, 06/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλείται από το 2008 και δώθε, κυρίως από τους άμεσα θιγόμενους αεκτζήδες, ο γαύρος (greeklish: GAYros). Από το λοιπό φίλαθλο κοινό αποκαλείται και «διορισμένος».

Απόψε υποδέχεται τον χάρτινο στο κολασμένο οακα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι συμπαθητικές ερασιτεχνικές ομαδούλες εναντίον των οποίων επιλέγουν να δίνουν φιλικά προετοιμασίας σχεδόν όλες οι ελληνικές ομάδες της Super League. Αυτές προέρχονται πάντα από την περιοχή στην οποία κάνει την θερινή της προετοιμασία η εκάστοτε ομαδάρα μας (λέμε τώρα).

- Έδωσε φιλίκο η ΑΕΚ χθες έμαθα;
- Ναι, 11-0 τους πήραμε.
- Σώπα ρε, ποιους;
- Μία Αουγκσμπάουερ 87 ή κάτι τέτοιο. Μία τοπική πιτσαρία.

To "λογότυπο" της Ιταλικής ομάδας Ρόμα, "κάποτε". Λέμε τώρα! (από GATZMAN, 17/07/10)Ρόμα (από GATZMAN, 17/07/10)Αν η Πίτσα, παντρευόταν τον Ρώμα, θα λεγόταν Πίτσα Ρώμα (από GATZMAN, 17/07/10)(από GATZMAN, 22/07/10)(από GATZMAN, 22/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρωτοακούστηκε από τον βιαστή της ελληνικής γλώσσας, αλλά και ταυτόχρονα τον πρωτοπόρο της σλανγκικής κουλτούρας (Τάκη Τσουκαλά).

Εικάζεται ότι είναι ένας φανταστικός χώρος, στον οποίο θα θέλαμε να στείλουμε - διώξουμε ενοχλητικά άτομα ή άτομα που δεν θα θέλαμε να δούμε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

Μια μορφή λοιπόν απομόνωσης - τιμωρίας για τα άτομα που δεν κάνουμε κέφι.

  1. - Ρε με έχει πάρει η Κατερίνα εκατό τηλέφωνα και δεν έχω απαντήσει, δε γουστάρω.
    - Ε σήκωσέ το ρε και πες της να πάει στο δωματιάκι.

  2. Σε παρέα:
    - Ρε Νίκο δε παίζουμε κανα τάβλι; Βαρέθηκα!
    - Οκ μέσα.
    - Και ‘μεις οι κοπέλες;
    - Δωματιάκι...

  3. Και το αυθεντικό:
    - Αυτό, το απαιτώ!
    - ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ! Εγώ δεν απαιτώ. Πήγαινε στο δωματιάκι να απαιτήσεις...

Η εγκυρότητα του ορισμού αμφισβητείται στα σχόλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα / ιαχή που λεγόταν στα τέλη των 90's από τους οπαδούς της Νίκης Βόλου, ως μέρος του συνθήματος «κουρουκουτάο(υ), κουρουκουτάο(υ), φόρτσα Νικάρα, Ιωνία μάο-μάο!».

Η λέξη είναι συνώνυμη των: είμαι στ' αρχίδια μου, δε μασάω τα αρχίδια μου, δε με νοιάζει κι αν με δέσουν / σταματήσουν, εγώ θα κάνω τελικά αυτό που γουστάρω.

Είναι μία λέξη-επινόηση των οπαδών της ομάδας αυτής, η οποία εκτός από την ομοιοκαταληξία που κάνει με τη λέξη μάο-μάο (η γνωστή όχι και τόσο πολιτισμένη φυλή ιθαγενών της Αφρικής), ταιριάζει και με την ιδιοσυγκρασία πολλών κατοίκων της Νέας Ιωνίας Βόλου, όπου και η έδρα της ομάδας (το γνωστό κλουβί ή κλούβα). Όποιος είναι από εκεί γνωρίζει, my word!

  1. - Ρε μαλάκα, δεν έχουμε λεφτά για το εισιτήριο, πώς θα μπούμε στο λάιβ;
    - Στ' αρχίδια σου ρε, θα μπούμε κουρουκουτάου κι όποιον πάρει ο χάρος!!

  2. - Καλά, τί κάνει; Προσπαθεί να περάσει από τον κλοιό των ΜΑΤ μόνος του;
    - Ε, άμα είσαι κουρουκουτάου δε λογαριάζεις τίποτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified