Further tags

Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται μονίμως ο Έλληνας εδώ και τουλάστιχον 30 χρόνια.

Καθολικώς και αεί συνδρομηταί στην υπηρεσία. Φοριέται παντού.

Ασίστ: Λ.Π.

  1. Στο ταμείο παρεισφρέει γέροντας παρακάμπτων την ουρά:
    - Με συγχωρείτε, με συγχωρείτε... κύριος, επ, σειρά κύριος...
    - (...........)
    - Μην το ψάχνεις, mycosmos.gr

  2. Στον δρόμο:
    - Ρε φίλε, μην το βάζεις εδώ το αμάξι, δεν μπορούν να περάσουν τα καροτσάκια!
    - Και πού να το βάλω;
    - Θα σού 'λεγα αλλά έχε χάρη που είσαι mycosmos.gr!
    - Α;

  3. Στην σχέση:
    - Πιπίτσα, τα πράγματα δεν πάνε καλά στο μαγαζί...
    - Αχ είπες μαγαζί και θυμήθηκα, είδα κάτι γόβες στο ΝΑΚ...
    - Άιντε, mycosmos.gr είσαι και συ!

  4. Στην παρέα:
    - Η άρχουσα τάξη και τα φερέφωνά της στα ΜΜΕ προσπαθούν να μας πείσουν ότι είναι μονόδρομος τα αντιλαϊκά μέτρα που κατακρεουργούν ό,τι απέμεινε από το ασφαλιστικό, η ευρωπαϊκή καπιταλιστική ενοποίηση, η υπαγωγή της χώρας στην επιτήρηση της ΕΕ και του ΔΝΤ... (http://kkeisageek.freehostia.com/)...
    - Άσε, κατάλαβα, mycosmos.gr, φύγαμεεεε!

(από Stravon, 14/06/10)(από Stravon, 14/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει συνδέω. Ίσως από το αγγλικό «patch» που σημαίνει μπάλωμα;

Παραθέτω παραδείγματα.

  1. Καλά, στο λαπτοπάκι σου θα δούμε την ταινία; Δεν έχεις τίποτα καλώδια να του πατσάρουμε να το στείλουμε στην οθόνη της τηλεόρασης;

  2. Μήτσοοοο, έμεινα ρε συ από μπαταρία με τ' αμάξι. Μπορείς να 'ρθεις με τα μανταλάκια να τα πατσάρουμε, μπας και πάρει μπρος;

3.- Το φλασάκι που μού 'δωσες για να πιάνω wireless, πιάνει αρχίδια...
- Αφού σου 'πα, από μόνο του δεν πιάνει καλά, πάτσαρέ του ένα αυτοσχέδιο πιάτο από κόκα-κόλα και θα δεις.

(από GATZMAN, 16/06/10)Patch pannel: Σταθερή αξία σε computer rooms εταιρειών, κλπ (από GATZMAN, 16/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για την τιμή (των όπλων). Από το Ιταλικό onore που σημαίνει τιμή.

Λέγεται για απέλπιδες προσπάθειες που γίνονται για να σώσουν τα προσχήματα, ότι δηλαδή το πάλεψα αλλά απέτυχα.

Συνώνυμο του για το γαμώτο.

  1. Μια δυαδούλα για... το ονόρε. Σήμερα θα παίξουμε πολύ χαλαρά και με χαμηλό μπάτζετ. Δεν υπάρχει λόγος να ρισκάρουμε παραπάνω σε μια κακή στοιχηματικά μέρα.
    (από εδώ)

  2. - Είμαστε για τίποτα σήμερα;
    - Μπα ρε δεν το 'χω, είμαι πτώμα.
    - Έλα μωρμαλάκα, πάμε για μια μπύρα για το ονόρε και γυρνάμε νωρίς.

ΟΝΟΡΕ ΝΤΕ ΜΠΑΛΖΑΚ (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 16/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ιδιοκτήτης / υπάλληλος κάβας.

Στις μικρές γειτονιές όπου η κάβα είναι πιο κοντά από το σούπερ μαρκετ / μίνι μάρκετ / ψιλικατζίδικο, δίνουμε το ψευδώνυμο αυτό για τον ιδιοκτήτη της κάβας, αφού σπανίως ξέρουμε το όνομά του, ενώ κάποιες φορές είναι απαραίτητο να τον αναφέρουμε στις συζητήσεις μας.

  1. - Πού τις βρήκες τόσες μπύρες ρε;; - Τις κέρασε ο κάβαμαν, λήγουν λέει σε μία εβδομάδα και δεν προλαβαίνει να τις πουλήσει.

  2. Στο τηλέφωνο:
    - Έλα ρε, είσαι σπίτι να περάσω;
    - Είμαι ακριβώς άπω κάτω και παρκάρω..
    - Ωραία, περνάω απ' τον κάβαμαν κι έρχομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για την ιστορία, να πούμε ότι το Χέλγκα είναι το Γερμανο-νορδικό όνομα «Όλγα» και σημαίνει «Ευλογημένη». Φράου Χέλγκα σημαίνει απλά «Κυρα Όλγα» Ελληνιστί και αποτελεί αρχετυπική έννοια, όπως η γνωστή σε όλους μας Κυρα-Κατίνα.

Τώρα αν υπήρχε κάποια διάσημη Φράου Χέλγκα σε ταινία, λογοτεχνία ή μικιμάου σαν χαρακτήρας, από όπου μας έμεινε το όνομα, δεν το ξέρω. Πιθανότατα όμως να το κρατήσαμε μόνο και μόνο επειδή ακούγεται λίγο «βάρβαρο» στα εξευγενισμένα και πολιτισμένα αυτιά ημών των ελληναράδων και με αυτό αναφερόμαστε εν γένει σε αντρούτσους.

Ο χαρακτηρισμός αναφέρεται στην εμφάνιση (ε ψηλές, με ώμους και φαρδύ σαγόνι -βλ. Σβαρτσενέγκερ-γκόμενες), όπως αρχετυπικά φανταζόμαστε τις Γερμανίδες. Φυσικά όμως αναφέρεται και σε χαρακτήρα, δηλαδή τσαούσες, νταρντάνες και τσαμπουκαλούδες.

- Άσ' τα ρε συ, την προηγούμενη βδομάδα γνώρισα μια γκόμενα στο μπαράκι, και παίχτηκε μια φάση. Έχω φάει κόλλημα ρε μαλάκα, αλλά το κοριτσάκι εκεί που φαινόταν Λίλιαν μου βγήκε φράου Χέλγκα. Όλο ελέγχους μου κάνει, αλλά αυτή; Καμιά υποχώρηση. Και όταν έχει νεύρα άσε. Όλο ράους-ράους!

βλ. και φραουλίζα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι ιταλικά μάθαμε από το mediterraneo, τους τουρίστες στην Ίο, και τα ιταλικά εστιατόρια.

Όλοι μας ξέρουμε τα «κάτσο», « βά φα κούλο», «ίο πουτάνα», «σαλάτα ντι βέρντε», «τζελάτο λιμόνε», «σκούζι», «αμορε μίο», «μποτζόρνο» κ.α στον προφορικό λόγο, αλλά δεν το παίζουμε και γλωσσομαθείς... Μόνο ο greek kamaki το κάνει αυτό, μπας και ρίξει όποιο θηλυκό δεν μιλάει ελληνικά.

2 φίλοι στο παγωτατζίδικο (που λόγω σαιζόν έχει ιταλίδα υπάλληλο):
- Άντε ρε, πες της κάτι από αυτά τα τηλεγραφικά ιταλικά που ξέρεις...
- Αlora, voglio crema fragola e limone.
- Τι παγωτά και πράσιν' άλογα κορίτσι μου, Τι να σου πω κούκλα μου... Δεν αφήνουμε τα παγωτά και να πάμε κάπου να σε γλύψω... Τι να λέμε τώρα, έχω πάθει πλάκα!

βλ. και me you bed

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει τον φωνακλά με την απαίσια τσιριχτή, μονότονη φωνή, εκείνον που δεν βάζει γλώσσα μέσα, τον παπαρολόγο, εκείνον που σου παίρνει τα αυτιά, κ.α.

Προέρχεται από τη λατρεμένη σε όλους ακουστική ατραξιόν του φετινού Μουντιάλ, που δεν είναι άλλη από τη συμπαθέστατη πλην δυσβάσταχτη για τα αυτιά, αφρικανική ντουντούκα που λέγεται βουβουζέλα.

Παράλληλα, δημιουργείται από την τραγική εμπειρία όσων έκαναν απόπειρα να παρακολουθήσουν τους ποδοσφαιρικούς αγώνες της Εθνικής Ελλάδος, καθώς δεν μπόρεσαν να διακρίνουν αν η βουβουζέλα ήταν αντικείμενο ή άνθρωπος που προσπαθεί να διεκδικήσει τη θέση της φετινής ακουστικής ατραξιόν του μουντιάλ από την ίδια τη βουβουζέλα, εκφωνώντας με ιδιαίτερο πλην δυσβάσταχτο για τα αυτιά, τρόπο, τις φάσεις του αγώνα.

Συνώνυμο: πουρουπουπού.

— ΌΟΟΟΧΙΙΙΙ, ΠΡΟΣΕΧΕ ΛΟΥΚΑΑΑΑ! ΟΧΙΙΙΙΙΙΙΙΙ! ΕΔΩ ΟΛΑ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΝ! ΜΑ......ΓΚΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΛΛΛΛΛ! ΑΠΙΣΤΕΥΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ! ΤΙ; ΑΚΥΡΩΘΗΚΕ;
— Δεν τ' αλλάζεις να δούμε Μυστικά της Εδέμ; Μας πήρε τ' αυτιά η βουβουζέλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μόμπιλομόμπιλε) - πληθυντικός: τα μόμπιλα ή τα μόμπιλο (ως ξενικό άκλιτο). Προφ είναι σχετικό με το αγγλικό mobility (κινητικότητα) και αφορά κάτι που κουνιέται: πρόκειται για εντυπωσιακά κρεματζόλια που αποτελούνται από διάφορες φιγούρες και λιλιά που κρέμονται από κλωστές, σπάγκους κ.λπ. και τοποθετούνται συνήθως στο ταβάνι ή γενικώς ψηλά για να κινούνται άνετα και να φαίνονται τι ωραία που είναι.

Η λέξη είναι γνωστή στις μαμάδες γιατί τα μόμπιλα είναι δημοφιλή δωράκια για μωρά (μήδια 1, 2). Το νεογέννητο γουστάρει τρελά την προβλεψιμότητα των γεγονότων γιατί νιώθει ασφαλές στον άγνωστο κόσμο εκτός μήτρας, όπου όλα είναι νέα και φοβιστικά. Σο, άμα του κρεμάσεις ένα έντονα χρωματιστό μόμπιλο κατά προτίμηση με επιπρόσθετη μηχανική κίνηση γύρω γύρω, άντε άμα παίζει και μουσικές τόσο το καλύτερο, καρφώνεται ο μπέμπης κι αποχαυνώνεται και, λαμβάνοντας οπτικοακουστικές παραστάσεις, πέφτει τέζα για ύπνο. Έτσι ξεκινάει ο δρόμος στη ζωή με χρώματα και μουσικές. Τα παιγνίδια αυτά τα ήξερα αλλά δεν ήξερα το σλανγκρ για να μάθω πώς τα έλεγαν - εσείς όμως τώρα ξέρετε.

Για μεγάλους έχει μόμπιλα με όμορφες φιγούρες, χορευτριούλες, καραβάκια, αεροπλανάκια, να π.χ. μήδι 3.

Τα γκλιν γκλιν είναι κι αυτά μόμπιλα για μεγάλους, αρέσουν όμως και στις γατούλες.

Κι άλλοι απορούσαν, τι δρόμοι ανοίχτηκαν πια με αυτό το λήμμα: Πώς λέγεται στα Ελληνικά αυτό το σκατουλάκι που κρεμάμε στο δοκάρι της πόρτας ή στο ταβάνι και κουνιέται πέρα-δώθε και μας χαλαρώνει (το ξέρω μόμπιλε αλλά κάτι πιο δόκιμο θέλω). [σ.ς. Άμα βρείτε κάτι πιο δόκιμο πέτε μου να βάλω λυνξ]

Ορίστε κι άλλο:
Οι ανοιξιάτικες βροχές βοηθάνε τα λουλούδια να μεγαλώσουν και να μοσχοβολάει όλη η πλάση! Αυτό το χαριτωμένο μόμπιλο τα λέει όλα με τον ήλιο να βγαίνει μέσα από τα σύννεφα και τις στάλες της βροχής να πέφτουν να ποτίσουν τα λουλούδια! (μήδι 2)

-Αχ πόσες φορές έχω κάνει ευχές για σένα ρε Χρύσα με αυτό το μόμπιλο που πήρες στο μωρό... -Σώπα ρε συ, σιγά το δώρο, αν δεν είχα το δάνειο θα του 'χα φέρει κανα χρυσό, επιφυλάσσομαι στο είπα.
-Ρε τι λες, αυτό καλύτερο από χρυσό, είμαι ρετάλι όλη μέρα να με τρέχει ουά ουά, το κάνω μπανάκι, το βάζω στην κούνια με το μόμπιλο και ξεραίνεται λες και το βάρεσες με σφυρί στο κεφάλι, ζωή να 'χει το πουλάκι μου. Και βρίσκω πέντε λεπτά να κάνω ένα ντουσάκι πριν πέσω και εγώ νεκρή, την ευχή της μάνας να 'χεις κορίτσι!

Τι \'ναι αυτά; Μανιτάρια μαγικά. (από Galadriel, 25/06/10)Και για μεγάλους άμα λάχει να \'ουμ\'. (από Galadriel, 25/06/10)(από dryhammer, 15/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και μπουκίνο.

Έτσι λέγεται στην τιμημένη Φ.Ε.Λ. (Φιλαρμονική Εταιρεία Λευκάδας) και σίγουρα όχι μόνον εκεί το επιστόμιο των πνευστών οργάνων. Η λέξη είναι ιταλογενής, bocca (λατινικά bucca) είναι είναι το στόμα, συν την κατάληξη -ino.

Ένα γρήγορο γούγλισμα έδωσε κάτι και για το επιστόμιο του ναργιλέ, αν και μου κάνει παράξενο να παίζει ιταλική λέξη για εξάρτημα του ναργιλέ.

Και επειδή η ΦΕΛ εκτός από από τα πιο ιστορικά σωματεία της ελλάδας είναι και άντρο λευκαδίτικης καφρίλας, τα λογοπαίγνια τύπου «αποκείνο» (λέμε και «αποκειό», όπως και το αποτέτοιο, για μη κατονομαζόμενο αντικείμενο), και οι ατάκες δίνουν και παίρνουν, χωρίς να θεωρούνται μπανάλ και εύκολες.

  1. Στο κούρτ'σμα*:
    (μαέστρος) - Τζήζου, δώσ' ένα σολ.
    - (με το τιμημένο άλτο σαξόφωνο που είχε τρία στρώματα σκουριά) σοοοοολ
    - Μπα γαμώτο κάνε, χαμ'λός είσαι πάλε. Δεν το ζέστανες μωρέ διάολε;
    - Ε, μωρέ Μάκ', ξέρ'ς τώρα...έπαιξα μια φορά το μάπετ σώου πάντως.
    (τρίτος κάφρος) - Ε, βάλ' το τό αποκείνο σου παραμέσα μωρέ να τελειώνμε και το βρίσκ'ς μετά...

*κουρτίζω < κουρδίζω < χορδίζω, αδόκιμη χρήση του ρήματος, καθώς η φιλαρμονική δεν έχει έγχορδα. Αλλά νταξ.

  1. - Κιο τί 'ν' τούτο!!
    - Το μποκίνο μ', Μάκ'.
    - Μότσα έπιασε, να το καθαρίζ'ς. Δε νιώθ'τε από μουσική, γαμώ τ'ν Αγία μ'...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διάσημη φράση που μας έρχεται απο τα μακρινά σέβεντιζ, όταν το όραμα της κατάκτησης του διαστήματος συνέπαιρνε μικρούς και μεγάλους. Τώρα βέβαια, σε καιρούς ύφεσης και με τη Σοβιετία στο καναβάτσο, ουδείς ασχολείται με τέτοιες μαλακίες που έχουν πια μόνο μουσειακή αξία, να τα θυμόμαστε τα βράδια στις παρέες και να γελάμε. Για να μην πω ότι οτιδήποτε έχει να κάνει με διάστημα και διαστημόπλοια κινείται πια στη σφαίρα του γραφικού.

Το στόρυ έχει ως εξής: τον Απρίλη του 1970 το Απόλλων 13 απογειώθηκε με προορισμό τη Σελήνη. Αντικειμενικός του σκοπός να προσεδαφιστεί εκεί. Στην πορεία γαμήθηκε ο Ζεύς και η αποστολή εγκαταλείφθηκε. Γιατίιιιιιιιι;

Διότι ξαφνικά προέκυψε πρόβλημα σε μια από τις δεξαμενές οξυγόνου. Έγινε και μια έκρηξη η οποία ακολουθήθηκε από διαρροή. Στην αρχή το πλήρωμα δεν συνειδητοποίησε το μέγεθος της ζημιάς, την οποία ωστόσο αντιμετώπισε επιτυχώς, με αποτέλεσμα η όλη αποστολή να χαρακτηριστεί «επιτυχημένη αποτυχία» (succesful failure)...

Σε επικοινωνία τους με το Johnson Space Center στο Texas, οι αστροναύτες ανέφεραν το πρόβλημα. Ο αυθεντικός διάλογος:

Swigert: Okay, Houston, we've had a problem here.
Duke: This is Houston. Say again please.
Lovell: Houston, we've had a problem. We've had a main B bus undervolt.

Η αρχική ατάκα ήταν λοιπόν we've had a problem, σε χρόνο παρακείμενο, το πρόβλημα δηλαδή παρουσιάστηκε ως ήδη λυμένο.

Στη συνέχεια η φράση έγινε διάσημη και αυτονομήθηκε, περνώντας στη λαϊκή κουλτούρα. Π.χ. στο φιλμ του 1995 Apollo 13, βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, υπήρχε ο εξής διάλογος:

- Uh, this is Houston. Uh, say again, please;
- Houston, we have a problem. We have a main bus B undervolt.

Ο παρακείμενος είχε γίνει ενεστώτας (πιο δραματικός) και σε αυτή τη μορφή η έκφραση διαδόθηκε.

Σήμερα χρησιμοποιείται χιουμοριστικά όταν διαπιστώνουμε ένα οποιουδήποτε είδους πρόβλημα. Εννοείται πως κρύβεται και λίγη ειρωνεία. Συνήθως θέλουμε να υποβαθμίσουμε το πρόβλημα που αναφάνηκε και να δείξουμε ότι δεν τρέχει και τίποτα.

— Αααααααααα!! μωρό μου τι έκανες; έχυσες μέσα μου; Πάλι; Μα πόσο μαλάκας μπορείς να είσαι; — Ε... όχι ρε μωρό... δηλαδή ναι, ξέρεις, δεν μπόρεσα να κρατηθώ... λίγο έχυσα, δεν έγινε τίποτα νομίζω...
— Μα πόσο μαλάκας είσαι; ΜΑΛΑΚΑΑΑΑΑ!
— Houston, we have a problem...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified