Further tags

Η λεσβία στα καλιαρντά από το γκουνιότα. Είναι επίσης εμβληματική περιοδική έκδοση.

Μαντάμ Γκου. Λεσβιακή περιοδική έκδοση (Δες εδώ).

Πολύ αργότερα, το 1995, μια παρέα γυναικών χωρίς να είναι ενταγμένη σε κάποια συγκεκριμένη ομάδα αλλά με ευρύτερες συνδέσεις, αναφορές και ενδιαφέρον για το λεσβιακό χώρο και χωρίς προγενέστερη εκδοτική εμπειρία αποφασίζει να βγάλει τη Μαντάμ Γκου. Λεσβιακή Περιοδική Έκδοση. Μαντάμ Γκου σημαίνει «λεσβία» στα καλιαρντά.

«Ψάχναμε για κάποιο όνομα που να μην έχει ξαναχρησιμοποιηθεί» θα μου πει η κύρια εμπνεύστρια του εγχειρήματος. «Είχαμε περάσει από διάφορα «πέτρα», «σχισμή». Τα βρίσκαμε πολύ χρησιμοποιημένα και αρχίσαμε να ψάχνουμε στο λεξικό, στα καλιαρντά βέβαια. Γιατί στο άλλο λεξικό, τι να βρεις; Ή λεσβία θα βρεις ή ομοφυλόφιλη θα βρεις, τι άλλο να βρεις. Και βρίσκουμε το Μαντάμ Γκου. Και μας άρεσε. Μας πήγαινε λίγο ξέρεις και στο Μαντάμ Φιγκαρό που είναι γυναίκες που προσέχουν, ετεροφυλόφιλες. [Επιδιώξαμε] μια αντίθετη, δηλαδή, σχέση με τα πρότυπα που προσφέρουν αυτά τα περιοδικά».

Στην πρώτη σελίδα του πρώτου τεύχους παρουσιάζεται το προφίλ της έκδοσης:

Η Μαντάμ Γκου είναι το αποτέλεσμα της προσπάθειας μιας παρέας λεσβιών να εκφραστεί και να δημιουργήσει ένα αμφίδρομο κανάλι επικοινωνίας. Μετά από χρόνια εκδοτικής απουσίας της λεσβιακής κοινότητας, νιώσαμε περισσότερο ευαισθητοποιημένες απέναντι στο συνεχιζόμενο ρατσισμό που δεχόμαστε και θελήσαμε να κάνουμε κάποια βήματα σε σχέση με την ανεύρεση μιας ταυτότητας και την αίσθηση περηφάνιας που οφείλουμε στο άτομό μας».

Η Μαντάμ Γκου είναι ένα περιοδικό που δεν ανήκει σε κάποια πολιτικοποιημένη ομάδα αλλά δημιουργήθηκε από μια μικρή ομάδα επτά συνολικά γυναικών που θέλησε να καλύψει το εκδοτικό κενό της δεκαετίας του ’90. Η ομάδα παρέμεινε κλειστή ως προς τη σύστασή της, αλλά ανοιχτή απέναντι στην ανταλλαγή ιδεών, κειμένων και τη δημιουργία επαφών. Από το φθινόπωρο του 1995 ως τον Νοέμβριο του 1997 η Μαντάμ Γκου θα εκδόσει πέντε συνολικά τεύχη καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, όπως πρωτότυπα θεωρητικά κείμενα, μεταφράσεις, αλληλογραφία, νέα, κόμικ, χρηματιστήριο λεσβιακών αξιών.

Στα «κλειστά» χρόνια όμως της δεκαετίας του ’90 η ανταπόκριση από τις αναγνώστριες όσον αφορά την αποστολή κειμένων, την έκφραση απόψεων, την ανταλλαγή ιδεών υπήρξε περιορισμένη. Δύο ακριβώς χρόνια μετά την έκδοση του πρώτου τεύχους, τον Νοέμβριο του 1997, η Μαντάμ Γκου αποχαιρετά τις αναγνώστριες της: [Τ.5.σ.1.]

«Για σας με αγάπη. Να ‘μαστε πάλι εδώ για τελευταία ίσως φορά. Τα θέματα με τα οποία πρέπει να ασχοληθούμε δεν τελείωσαν, ούτε ίσως η ζωή των λεσβιών στην Ελλάδα άλλαξε μετά το πέρασμα την Μ.Γ., αν και θέλουμε να πιστεύουμε ότι βάλαμε και εμείς ένα ακόμη λιθαράκι, όμως η δική μας αντοχή εξαντλήθηκε. Οι ισορροπίες σε μια ομάδα είναι λεπτές και η ενέργεια χρειάζεται διαρκή επαναφόρτιση, που δυστυχώς δεν ήταν δυνατή ούτε από μέσα ούτε απ’ έξω. Ελπίζουμε, αν δεν βρούμε αργότερα το κουράγιο να συνεχίσουμε, κάποιες άλλες να το κάνουν για μας. Αυτό το τεύχος το αφιερώνουμε στις γυναίκες που μας έδειξαν την υποστήριξή τους στέλνοντάς μας τα κείμενα, τα ποιήματα και τα γράμματά τους».

Got a better definition? Add it!

Published

Η Χοντρή του Θησαυρού ήταν δημοφιλής γελοιογραφία που δημοσιευόταν στο ελληνικό περιοδικό ποικίλης ύλης Θησαυρός. Επρόκειτο για μια παχύσαρκη κυρία, η οποία καταπίεζε τον μικροκαμωμένο σύζυγό της Ζαχαρία. Πρόγονος της συγκεκριμένης γελοιογραφίας υπήρξε η Αντζουλίνα, μια προπολεμική εικονογραφημένη καρικατούρα του τουρκικού εντύπου Ράμιζ, που μεταφέρθηκε στην Ελλάδα από το σχεδιαστή Μιχάλη Γάλλια. Αργότερα το ζευγάρι συνέχισε να γελοιογραφείται και από άλλους γελοιογράφους, όπως ο Βασίλης Χριστοδούλου και ο Αρχέλαος στο περιοδικό Οικογενειακός Θησαυρός μέχρι το 1967. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει παχύσαρκη γυναίκα, η οποία μάλιστα επιβάλλεται με τον όγκο της.

Τη Χοντρή του Θησαυρού πήγε και παντρεύτηκε ο κακομοίρης! Ποιος τον σώζει τώρα! Θα φάει πολλή παντόφλα.

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που χρησιμοποιείτο κυρίως στις δεκαετίες 1960 και 1970, για να στιγματίσει τη συμπόρευση χριστιανών με τη χούντα των συνταγματαρχών και την άκρα δεξιά ή, ευρύτερα, με τον καπιταλισμό εν γένει.

Σε ανάλογη κατεύθυνση ιδρύθηκε το 1953 και η Χριστιανική Δημοκρατία, από τον Νίκο Ψαρουδάκη, η οποία κάποιες φορές επιδίωξε και την εκλογική της καταγραφή, αν και χωρίς σημαντικά αποτελέσματα. Φυσικά, δεν είχε καμιά απολύτως σχέση με τα συντηρητικά χριστιανοδημοκρατικά κόμματα της δυτικής Ευρώπης, τα οποία η Χριστιανική Δημοκρατία χαρακτήριζε «αστοχριστιανικά». Οι χριστιανοσοσιαλιστές εκείνων των χρόνων είχαν ανοιχτό μέτωπο κατά των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων («Ζωή», «Σωτήρ» κ.ά.), που στελεχώθηκαν, κυρίως, από ακροδεξιούς ιερωμένους και θεολόγους, συγκροτώντας κινήσεις χριστιανών επιστημόνων, νέων κ.ά., πρωτοστατώντας στον αντικομμουνιστικό ιδεολογικό αγώνα του μετεμφυλιακού καθεστώς, το οποίο πρόβαλλε ως ιδεολογικό πρόσημό του τα «ελληνοχριστιανικά ιδεώδη» και ως μέσα για την προώθησή τους χρησιμοποιήθηκαν τα σχολεία, τα κατηχητικά, ο στρατός, το ραδιόφωνο κ.λπ. (Iskra).

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι βέβαια ο «ερωτικά ακόρεστος και με μεγάλες επιδόσεις εραστής» (ορισμός Σενέκα), αλλά κυρίως είναι ο φαλακρός υπεργαμιάς / ούμπερ-γαμίκουλας, δηλαδή ο φαλακρός και φαλλακρός, σύμφωνα με την φαλλογοκεντρική κατασκευή που λέει ότι η φαλάκρα οφείλεται σε υπερβολή τεστοστερόνης, οπότε οι φαλακροί είναι οι καυλύτεροι γαμιάδες.

Βλ. και την σπαραξικάρδια υπαρξιακή αναφορά του Νίκου Πιπ. στο Ξυπόλυτο Σκαλπ: «η τραγική ειρωνεία μιας φύσης που σου δίνει έξτρα τεστοστερόνη για να πηδάς περισσότερο, αλλά φροντίζει αυτή να σου ρίχνει τα μαλλιά για να μη βρίσκεις γκόμενα». Αυτά βέβαια δεν ισχύουν για τους Γκουσγκούνηδες, οι οποίοι βρίσκουν πάντα γκόμενα χωρίς ποτέ να φλερτάρουν (ο Κώστας Γκουσγκούνης είχε δηλώσει σε συνέντευξη ότι δεν είχε ποτέ φλερτάρει στην ζωή του, καθώς φλερταριστό μουνί, ξινό γαμήσι), αλλά όποτε έπρεπε να πει παραπάνω από τρεις ατάκες εγκατέλειπε την γκόμενα και τράβαγε γι' άλλη).

Ο Γκουσγκούνης, λοιπόν, ως έκφραση είναι το ελληνικό αντίστοιχο των Γιουλ Μπρίνερ και κότζακ συν το γαμιάς. Η έκφραση κυκλοφορεί και ως γιος του Γκουσγκούνη, κατά το του κοκακόλα ο γιος. Στην γουτσιστική εκδοχή κάνει και γκουζγκούνινγκ.

- Καλά πώς την έχει δει ο γλόμπος και τραβάει το θεόμουνο! Τελικά τα μουνιά και τα μοτέρια βρίσκονται σε λάθος χέρια ρε φίλε!
- Άκυρο. Λένε ότι το αβγό είναι προικισμένο! Του Γκουσγκούνη ο γιος ένα πράμα.
- Ας μην είχε την βιοτεχνία του μπαμπά στη Νέα Ιωνία και σού 'λεγα εγώ...

Επικαιροποίηση της γκουζγκούνειας φαλάκρας. (από Khan, 14/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρα από την σεξουαλική σημασία του όρου (που καλύπτεται στον προηγούμενο ορισμό), το βαθύ λαρύγγι είναι επίσης συνώνυμο αυτού που αποκαλύπτει απόρρητα μυστικά, του πληροφοριοδότη.

Ο χαρακτηρισμός αυτός είναι μάλλον εμπνευσμένος από την κλασική ταινία πορνό «Το βαθύ λαρύγγι», η οποία είχε κάνει πάταγο εκείνον τον καιρό (1972) που ξέσπασε το σκάνδαλο Watergate στην Αμερική. Χρησιμοποιήθηκε τότε για να χαρακτηρίσει έναν συγκεκριμένο άγνωστο πληροφοριοδότη (τον Mark Felt), έκτοτε όμως η σημασία του γενικεύτηκε. Για περισσότερες λεπτομέρειες δες το παράδειγμα 1, όπως επίσης και αυτό το λινκ.

  1. (Από το αρχείο ειδήσεων του BBC.)
    Ένα από τα καλύτερα κρυμμένα μυστικά στην ιστορία της δημοσιογραφίας αποτελεί πλέον παρελθόν, αφού αποκαλύφθηκε η ταυτότητα του ανθρώπου που είχε μείνει γνωστός ως το «Βαθύ Λαρύγγι»--του ανθρώπου που είχε οδηγήσει δύο Αμερικανούς δημοσιογράφους στην πολύκροτη υπόθεση Γουότεργκεϊτ, η οποία υποχρέωσε, το 1974, τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον σε παραίτηση. Όπως δημοσίευσε το περιοδικό Βάνιτι Φερ (Vanity Fair), πρόκειται για τον συνταξιούχο πρώην υποδιευθυντή του FBI, Μαρκ Φελτ.
    Πάνω από 30 χρόνια έχουν περάσει από τη στιγμή που η υπόθεση Γουότεργκέιτ συγκλόνιζε την αμερικανική πολιτική ζωή και οδηγούσε τον Ρίτσαρντ Νίξον εκτός του Λευκού Οίκου.

  2. (Από αυτό το άρθρο της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας», της 27/07/2008.)
    Το «βαθύ λαρύγγι» του Ίντερνετ
    Μυστικά έγγραφα διεφθαρμένων κυβερνήσεων, στρατιωτικά απόρρητα για τον πόλεμο στο Ιράκ, αποδείξεις ξεπλύματος βρόμικου χρήματος, μυστικά που οι Εκκλησίες κρύβουν από τους πιστούς τους, αλλά και το... αρχικό σενάριο για την τελευταία ταινία του Ιντιάνα Τζόουνς -για το οποίο πολλοί στοιχηματίζουν πως θα έκοβε περισσότερα εισιτήρια απ' όσα εκείνο που τελικά γυρίστηκε- αποκαλύφθηκαν για πρώτη φορά στον ίδιο διαδικτυακό χώρο: Το wikileaks.org διεκδικεί να γίνει ο παράδεισος των λαγωνικών απόρρητων εγγράφων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας ο χτυπημένος από τη ζωή και τις κακουχίες της που παίζει μπουζούκι για να παρηγορηθεί.

Ο όρος έχει βγεί από τον μεγάλο ηθοποιό του έθνους Νίκο Ξανθόπουλο, από την ομώνυμη ταινία Γιακουμής - μια Ρωμαίικη καρδιά.

Συνήθως χρησιμοποιείται για αυτούς οι οποίοι κλαίγονται συνεχώς για την πάρτη τους, με απώτερο σκοπό να τους λυπηθείς και να τους καβατζώσεις (κυρίως οικονομικά). Συνηθίζεται η έναρξη της κλάψας να γίνεται με την λέξη: «Μάνααα...», αφού συνήθως κλαίγονται στη μάνα τους για λύπηση και χαρτζιλίκι.

Υπάρχει φυσικά και η δεύτερη και σημαντικότερη χρήση, η οποία αναφέρεται σε υπερβολικά πλούσια ή νεόπλουτα άτομα, με απαραίτητη προϋπόθεση την κατοχή σκάφους ως μουνοπαγίδα. Συνήθως κυκλοφορούν με πουλοβεράκι στους ώμους και σορτσάκι Nautica και κόβουν βόλτες στις μαρίνες σε ακτίνα κοντινή στο σκάφος. Μιλάνε στο κινητό μεγαλόφωνα και κανονίζουνε το επόμενο μπακουροπάρτυ στο σκάφος. (Ο Γιακουμής της ταινίας κοιμότανε σε βάρκα και όλο το story έπαιζε γύρω από αυτό).

Η χρήση αυτή του όρου γίνεται με εντελώς αντίστροφη λογική από αυτήν του αγαπητού παιδιού του λαού! Σε αντίθεση με τον Ξανθόπουλο - που ήταν χαμάλης στο καρνάγιο - τα άτομα αυτά συνήθως δεν δουλεύουν.

  1. Τάσος: - Ρε συ Πάμπο, πού να σου λέω τι έπαθα... Πάνω που ερχόμουνα με πιάνει λάστιχο, παίρνω λεωφορείο και μου κλέβουνε το πορτοφόλι, με πιάνει εισπράκτορας και τρώω πρόστιμο, το κινητό δεν έχει μονάδες και δεν έχω και τηλεκάρτα! Έχεις κάνα ψιλό για δανεικά; και θα στα φέρω αύριο...
    Πάμπος: - Πού 'σαι Γιακουμή; Το μπουζουκάκι σου και σ' άλλη παραλία...

  2. - Μαλάκα, τι σκάφος είναι αυτό που έχει το πουρέιντζερ;;;;
    - Ναι, ναι... Γιακουμής ο δικός σου...!

(από GATZMAN, 21/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χάλιας, τόσο από εξωτερική εμφάνιση, όσο και ψυχολογικά.

- Έτσι θα πας στη συνέντευξη ρε; Χαλιαμπάλιας;

(από poniroskylo, 09/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γκαντέμης, ο κατσικοπόδαρος, ο Μητσοτάκουλας.

Εμπνευσμένο από τον ομώνυμο φίλο του Τιραμόλα, ο οποίος κυκλοφορούσε στο σχετικό κόμικ μονίμως με ένα συννεφάκι βροχής πάνω από το κεφάλι του. Σε ένα πανάρχαιο τεύχος δε, η γκαντεμιά του συνετέλεσε στην κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τους Σταυροφόρους (τι θυμάται ο άνθρωπος).

Απηρχαιωμένο πλέον, χρησιμοποιείται μόνο από υπερήλικες αναγνώστες Μικυμάου, καθώς η νέα γενιά αγνοεί τελείως τον ήρωα, υφιστάμενη την απαλλοτρίωση στην οποία την εξωθεί η ντόπια αντίδραση και η εισαγομένη υποκουλτούρα μπλα μπλα μπλα ….

- Γαμώ την Αγία Καραμέλα τη ρουφιάνα, είναι η τρίτη φορά που φέρνω χασσόδυο στο καπάκι!
- Αμάν μωρ' αδερφάκι, τι Ιωνάς είσαι και σύ! Μήπως καλύτερα να το γύριζες στο εργόχειρο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα σε διαφήμιση του '70 - '80, που διαφήμιζε την Εγκυκλοπαίδεια «Δομή». Χρησιμοποιείται για να πειράξει ή να επαινεσει τον ξερόλα ή και φωτεινό παντογνώστη.

- Ρε συ Μάκη, αυτο το σταυρόλεξο ειναι παλούκι. Μήπως ξέρεις ποιό ειναι το ψηλότερο βουνό της Αφρικής;
- Σιγά το δύσκολο. Το Κιλιμάντζαρο με 5895 μέτρα ύψος, ανενεργό ηφαίστειο στην Βορειοδυτική Τανζανία.
- Τς Τς... Ποιός εισαι ρε φίλε, η Δομή;!;»

Η ΔΟΜΗ (από poniroskylo, 27/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερθετικός βαθμός της κατάστασης «Βέγγος», δηλαδή τρέχω απίστευτα, κυριολεκτικά ή μεταφορικά.

Προκύπτει από τα γνωστά σκετσάκια του αξέχαστου Άγγλου κωμικού (Benny Hill 1924 - 1992), σε πολλά από τα οποία ενώ ο ίδιος έτρεχε, το φιλμ παιζόταν σε μεγαλύτερη ταχύτητα, με το γνωστό μουσικό κομματάκι να τον συνοδεύει (Yakety Sax).

- Τι λέει; Πώς πάνε οι ετοιμασίες για τον γάμο;
- Άσε φίλε, έχω γίνει Μπένυ Χιλλ. Δεν προλαβαίνω ούτε να κλάσω...

(από Jonas, 20/10/10)(από Jonas, 25/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified