Μας προέκυψε από το παλιό γαλλικό serpentin, αυτό από το λατινικό serpentinus (ερπετόμορφος, οφιοειδής), που προήρθε απ’ το επίσης λατινικό serpens (ερπετό, φίδι) κι αυτό απ’ το επίσης λατινικό serpere (έρπω).
Αφού υποστεί προληπτική αφομοίωση, κυκλοφορεί και με τη μορφή «σαρπαντίνα»

Πρόκειται βέβαια για την έγχρωμη, λεπτή, χάρτινη κορδέλα με το πολύ μεγάλο σχετικά με τον όγκο της μήκος, που τυλιγμένη σχηματίζει κοντό κύλινδρο. Σε αποκριάτικες, συνήθως, εκδηλώσεις (και) με ένα χαρακτηριστικότατο φύσημα στο κέντρο αυτού του κυλίνδρου, ξετυλίγεται παίρνοντας το πασίγνωστο ελικοειδές σχήμα.

Λόγω λοιπόν των ιδιοτήτων του σχήματός της, έχει δώσει το όνομά της σε διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμούς όπως:

---τον ελικοειδή συνήθως μεταλλικό σωλήνα σε πολλές συσκευές τύπου μπόιλερ, που βρίσκεται μέσα στο χώρο όπου υπάρχει το ήδη ζεσταμένο απ’ τον λέβητα ή τον ηλιακό συλλέκτη υγρό (ή και αέριο). Το κρύο νερό (ή όποιο άλλο ρευστό) μπαίνει από τη μια μεριά του σωλήνα και βγαίνει, ζεστό πλέον, από την άλλη μεριά, έτοιμο για διάφορες χρήσεις.

Ή κι αντίστροφα: Στο σωλήνα κυκλοφορεί το ρευστό που έχει ήδη ζεσταθεί, προκειμένου να ζεστάνει το αποθηκευμένο –κρύο σε πρώτη φάση- ρευστό που θα χρησιμοποιήσουμε (βλ, 2ο μήδι),

---τον σωλήνα σε συσκευές όπως κλιματιστικά και αποστακτήρες, που βοηθά στην ψύξη του αέρα και την υγροποίηση ουσιών που βρίσκονται σε κατάσταση ατμού και

---τον μηχανισμό πίσω απ’ το τιμόνι των οχημάτων (κι όχι μόνο) που επιτρέπει να μη χάνεται η ηλεκτρική επαφή του τιμονιού καθώς αυτό στρίβει, με την κόρνα, τον αερόσακο κι όσους άλλους μηχανισμούς ενεργοποιούνται από κουμπιά πάνω στο τιμόνι (βλ 3ο και 4ο μήδι).

Συμμετέχει στις περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς εκφράσεις:
---«Κάνω κάτι σερπαντίνα», που σημαίνει «το ’χω παρακάνει», «το ‘χω παραχέσει», «το ‘χω τραβήξει απ’ τα μαλλιά» και χρησιμοποιείται κυρίως όταν μακρηγορούμε.

---«Μου ‘κανε τα νεύρα σερπαντίνα», που όπως και τα σαφώς συχνότερα «Μου ‘κανε τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια» σημαίνει πως: «ίσα κι είμαι στο παρατσάκ να με πιάσουν τα διαόλια μου, οπότε μη πολλά – πολλά, μη γίνει εδώ το Κούγκι. Ά», στο πιο ευγενικό.

---«Με πάει σερπαντίνα», που σχετίζεται με δυσάρεστα επιτακτικές κωλοεκδηλώσεις διάρροιας, που σ’ αφήνουν νταντέλα, όπως εξόχως γλαφυρά ήδη περιέγραψε ο HODJAS σχεδόν δυο χρόνια πριν.

---«Τη φυσάει τη σερπαντίνα» -σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο- που περιγράφει, σαν ένα ακόμη μέλος μιας ατελείωτης λίστας, τον έχοντα σεξουαλικές προτιμήσεις που πολλοί αντιμετωπίζουν ακόμη συμπλεγματικά, πλουτίζοντας παράλληλα τις απανταχού γλώσσες.

---Επίσης, λόγω του σχήματός της και της εικόνας που δίνει η εκτόξευσή της, περιγράφει τα φλόκια που δεν βρίσκουν τον από τη φύση καθορισμένο στόχο. Σε πολιτιστικά προϊόντα που απολαμβάνουν ακόμη και οι λιγότερο θολοκουλτουριάρηδες για προφανείς λόγους τόσο η καταμέτρηση, όσο και το μήκος τους σε slow-motion, έχει αναδείξει παγκοσμίου φήμης προσοντούχους αστέρες που με τις επιδόσεις τους προβλημάτισαν πολλούς.

1.
…Όταν βρίσκεται εγκατεστημένη η σερπαντίνα μεταφέρει νερό το οποίο ζεσταίνεται καθώς δουλεύει το τζάκι-λέβητας. Η θέρμανση αυτή του νερού γίνεται σε ειδικό δοχείο ξεχωριστά από το νερό που προορίζεται για το δίκτυο των καλοριφέρ. Η θέση αλλά και το υλικό της σερπαντίνας αυτής μεγιστοποιούν την απορρόφηση της θερμοκρασίας.

2.
…Η πορεία των υδρατμών συνεχίζεται στο κάτω μέρος της δεξαμενής σε στενότερους σωλήνες που βρίσκονται γύρω-γύρω στα τοιχώματα (σερπαντίνα) με ελαφρά κλίση για να μην κρατούντα υγρά…

3.
…Μπράβο μεγάλε. Να πεις στους κατά φαντασία «κορυφαίους υπουργούς» σου και να μεταφέρεις στο πρωθυπουργικό περιβάλλον (το οποίο βλέπεις μόνο με το τηλεσκόπιο του Κοπέρνικου) ότι καταφέρνεις να κάνεις τα νεύρα μας σερπαντίνα, κάθε φορά που κατά λάθος, πάνω στο καταραμένο ζάπινγκ, πέφτουμε πάνω στις «πληροφορίες» σου από «κορυφαίους υπουργούς» και στο υφάκι εκατό μαϊμού-καρδιναλίων! Αμάν πια! Μας έσκασες!!!

4.
Σας καλούμε στο «ΚΟΨΙΜΟ» της Πρωτοχρονιάτικης Πίτας...
Λες και όποιον φάει την πίτα θα τον πιάσει κόψιμο και θα τον πάει σερπαντίνα και εμείς είμαστε προσκεκλημένοι να το παρακολουθήσουμε.
Ή λες και θα πιάσει την ίδια την πίτα κόψιμο και θ' αρχίσει να κλάνει πριν κοπεί. Έλεος...
(σχολιάζει τη χρήση του «κόψιμο», αντί του σωστού «κοπή» σε πρόσκληση).
(διεκπεραιωτικά)

5.
Έβαλα και πλαϊνά σαμάρια από το γαϊδούρι του μπάρμπα μου του κωλοπυργιώτη γνωστός και ως Ungle AssTower! (Μπάμπης ο Καραμπίνας ένα πράμα) αλλά το κακό είναι ότι γέρνει μόνο από την μια πλευρά. Δεξιά δεν πλαγιάζει το μοτο.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;
ΥΓ.1 Είναι συλλεκτικό δεν πωλείται ή ανταλλάσσεται, ΥΓ.2 USB δεν παίζει. Αυτά είναι φλωριές. Firewire μόνο. ΥΓ.3 Επόμενη μόντα: Χέστρα με επιταχυντή κλανιών για 0-319,4χαω σε 4,2 δεύτερα και κύκλωμα μετατροπής σκατού σε φυσικό αέριο για εξοικονόμηση καυσίμου. Με μια φράπα και καπάκια ένα milko, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, με το αίμα που θα με πάει πίνοντας τα, κάνεις 2 φορές πήγαινε έλα Αθήνα Βερολίνο.
ΥΓ.4 Το έχω κάνει σερπαντίνα το θέμα.

6.
-…κι όσο για τον άλλον που βρίζει με πμ, θα τον φωνάξω την άλλη φορά να κρεμάσει αυτός μπάλες και λαμπιόνια επί τέσσερις ώρες στο γαμώδεντρο. Merry kissmyass!
-Παλικάάάάάριιιιιι!! Το στολίζεις το δέντρο; Το λαμπιόνι το κρεμάάάάάς;
-Τη φυσάω τη σερπαντίνα. Το λούζομαι το κομφετί.

(όλα ως εδώ απ’ το δίχτυ)

7.
-Ρε μαλάκες! Κάνω κάτι γαμήσια τελευταία με την Κούλα, άλλο πράμα! Χθες, την πηδούσα μια ώρα, έχυσα στην κοιλιά της κι αυτή ούρλιαζε ένα τέταρτο απ’ την καύλα!
-Σιγά! Εγώ με την Σούλα χθες γαμιόμασταν δυο ώρες, την πήραν τα φλόκια στη μάπα κι αυτή ούρλιαζε μισή ώρα απ’ την καύλα!!
-Α καλά! Εγώ τις προάλλες έριξα έναν κρύο στην Τούλα, πήγανε κι οι δεκαπέντε σaρπαντίνες στην κουρτίνα κι αυτή ακόμη ουρλιάζει!!!

(κλασικό, προσαρμοσμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το χάρβαλο που προέρχεται κατά μια ακόμα ετυμολογία από το άρβαλον, (απ’ τη ρίζα -ρα- > ρήγνυμι (γ>β) > ραβάσσω > αρραβάσσω (α, ευφωνικό.) > αραβέω > άραβος > αρβαλώ) που σχετίζεται ως προς τη σημασία με το ρήμα αρβελίζω που σημαίνει κόβω σε μικρά κομμάτια.

1. Σημαίνει κάτι που είναι χάρβαλο, σαράβαλο, ξεχαρβαλιασμένο, και γι’ αυτό κάνει θόρυβο.

Όπως έφη ο acg, χάρχαλο είναι το ξεχαρβαλωμένο πράγμα, κάτι που έχει προ πολλού χάσει το αρχικό του σχήμα· βρίσκοντας σύμφωνο τον xalikoutis πως χάρβαλο κατράβαλο είναι παιδική λέξη για το χάρχαλο ή το σαράβαλο (εδώ).

Όταν αναφερόμαστε σε κτίρια, οικοδομήματα ή κατασκευές σημαίνει ερείπιο, ρημάδι.

2. Για πρόσωπα είναι ένας μειωτικός χαρακτηρισμός που σημαίνει χαζός, βλάκας, μαλάκας που έχει πάρει ψηλά τον αμανέ.

Aν αναφερόμαστε σε ηλικιωμένους δίνεται έμφαση στη μεγάλη ηλικία και υπονοείται πως είναι ανήμπορος σωματικά, ξεκουτιασμένος, ραμολί.

3. Στον πληθυντικό χάρχαλα σημαίνει αρχίδια, προφανέστατα αντί του χαρχάλια.

Οι εκφράσεις μου ‘κανες τ’ αρχίδια χάρχαλα ή μου τα ‘κανες χάρχαλα είναι ταυτόσημες με τις: μου ‘σπασες/ζάλισες τ’ αρχίδια, μου τα ‘πρηξες/ζάλισες.

4. Κυρίως στον πληθυντικό σημαίνει τα άχρηστα μικρά κομματάκια, θρύμματα, σκουπίδια που προέρχονται από την κατεργασία/επεξεργασία κάποιας πρώτης ύλης για να δημιουργηθεί κάποιο χρήσιμο αντικείμενο / προϊόν.

Εξού η φράση είναι για τα χάρχαλα σημαίνει πως κάποιος ή κάτι είναι άχρηστο/για τα μπάζα, για τα σκουπίδια, για τα τσακίδια, για τον πούτσο.

5. Όταν αναφερόμαστε σε μια κατάσταση είναι συνώνυμο του μπάχαλο.

Υπάρχουν και τα κάργα σχετικά:

6. ο χαρχάλας, χαρχαλάς,

7. η χαρχάλα,

8. η χαρχάλω,

9. Τα ρήματα χαρχαλεύω, χαρχαλίζω, χαρχαλώ σημαίνουν κάνω θόρυβο ψάχνοντας, ψαχουλεύοντας, ανακατεύοντας διάφορα πράγματα αλλά και χαϊδεύω, πασπατεύω, γαργαλεύω, σκαλίζω, αφρατεύω το χώμα, μαστορεύω.

Σχετικό και το Κερκυραϊκό χαρχαλιάζω που σημαίνει «δοκιμάζω».

Όταν ένα ζευγάρι χαρχαλεύεται σημαίνει πως ερωτοτροπεί, βρίσκεται στα προκαταρκτικά.

Προέρχονται από το χαλεύω (με αναδίπλωση του χαλ-, κι ανάπτυξη υγρού στην προπαραλήγουσα λόγω της παρουσίας υγρού στη λήγουσα) που σημαίνει ψάχνω (αναζητώ, ζητώ, γυρεύω, θέλω –από το «σκαλίζω» ή το «χαλώ»: διαλύω τα ενωμένα, αραιώνω τα πηχτά, ανοίγω τα κλεισμένα).

Μια άλλη ετυμολογία τα θεωρεί ηχομιμητικά.

  1. «…είχα κι εγώ ένα χάρχαλο αμάξι εικοσαετίας που δεν το κινούσα σχεδόν καθόλου παρά μόνο αν χρειαζόταν για το παιδί...»

  2. «…Πολλοί πιστεύουν ότι είμαι ηλίθιος και μηδαμινά ταξιδεμένος που δε γουστάρω τη Σαλόνικα. Τουλάχιστον για το δεύτερο είναι πολύ σωστοί. Μα δε μπορώ το άναρχο μπάχαλο, πρασινοτσιμεντένιο με βούλες από πολιτισμό μεταφρασμένο σε δυο-τρία πέτρινα χάρχαλα σε κεντρικά σημεία…»

  3. «-σιγά ρε θείο. Και εμείς αγαπήσαμε αλλά δεν κάναμε έτσι. Κάναμε χειρότερα.
    -ρε χάρχαλο , δεν την αγάπησα. Αλλά η γυναίκα είναι απίστευτη. Σε περίπτωση που είσαι ολίγον πιτσιρικάς και ολίγον πουτανοκαψούρης, άνετα και με συνοπτικές το κάνεις το έγκλημα...»

  4. «…Ένα παιδαρέλι, ένας δανδής, ένα χάρχαλο. Δεν ηξεύρω κιόλας, αν ημπορούσε, κατά τη σκαμπρόζικη ιδέα του Βάρναλη, να γαμεί. Έχει το μυαλό ενός μεγάλου παιδιού. Ό,τι και να ειπεί είναι παρόλες και λύματα. … Ο Σιδώνιος με την ποίησή του, θαρρεί ότι θα φωτίσει τον κόσμο. Και γι’ αυτό τα δίνει όλα για την ποίηση. Και τη ζωή και το θάνατο. … Ωστόσο από το ζωηρό Σιδώνιο λείπει το καίριο. Εκείνο που δεν έλειψε βέβαια από τον Αισχύλο. Του λείπει η χάρη της αληθινής γνώσης. Του λείπει η φυσική διαλεκτική με τη σκληρότητα του κόσμου και της ζωής, που είναι ανεκλάλητα αδυσώπητη. Εντελώς αναγκαία όμως για τη μεγάλη τέχνη…»

  5. «…Εγώ έτυχε να αγοράσω απ’ αυτόν τον χάρχαλο, το φίλτρο αέρα που έχει το VTEC αφού τσακωθήκαμε μέχρι να τον πείσω ότι το φίλτρο που κάνει για το δικό μου είναι αυτό του μοντέλου 1998 (δεν υπήρχε στον κατάλογο το μοντέλο το δικό μου....και ήταν και 2003 ο κατάλογος!!!) ήθελε να του πάω και όλας το mail που μου έστειλαν απ’ την Αμερική κάποια παιδιά που μου έλεγαν ότι είναι ίδιο το φίλτρο με του 1998. Ποτέ ξανά απ’ τον τύπο γιατί το υφάκι μου την δίνει στον εγκέφαλο...»

  6. «…Αυτό το χάρχαλο ο Δεξιοκουμουνιστής όπου υπάρχει μάσα μέσα είναι. … Μας έχουν ζαλίσει τα ούμπαλα με τη μουσική του. Και λοιπόν; Όταν θέλει να προβληθεί κάνει τον κουμουνιστή μετά το γυρίζει στη δεξιά για να τα κονομήσει…»

  7. «…Όσο για τη Λάτσιο δε με νοιάζει που ήταν άουτ το γκολ. Με νοιάζει που έξυνε τα χάρχαλα του. Και το γκολ μέτρησε…»

  8. «…Ρε συ μ..1 τι πράγμα είναι αυτό με σένα ρε τρεις μέρες τώρα; τι ζόρι τραβάς και τους έχεις κάνει τ’ αρχίδια χάρχαλα των ανθρώπων εδώ μέσα; Σεβάσου ρε κακομοίρη το χώρο που σε φιλοξενεί. κι εγώ αλλόθρησκος είμαι αλλά σέβομαι το χώρο εδώ μέσα…»

  9. «…Κατά την πορεία της μεταφοράς ο αγωγιάτης-αγγειοπλάστης έπρεπε να επαγρυπνεί μην τυχόν εκτραπεί ο γάιδαρος από τη μέση του δρόμου και προσκρούσουν τα τσίκαλα σε κανένα τράφο ή δέντρο και γίνουν χάρχαλα….»

  10. «Β…ς Μ…ς – Το προσωπικό μου πουλέν εδώ και χρόνια. Κάτι όμως μου λέει, ότι θα είναι λίγο για τα χάρχαλα. Μην με ρωτάτε να σας εξηγήσω, το είδα σε όνειρο…»

  11. « Είτε αποποινικοποιήσουμε είτε όχι (την ινδική κάνναβη) το ίδιο χάρχαλο θα γίνεται. Μην την ψάχνετε…»

  12. « Μα είναι δυνατόν κάποιοι γραφειοκράτες, καρεκλοκένταυροι, δεινοσαυρίσκοι του χειρίστου είδους να εκθέτουν έτσι μια ολόκληρη χώρα και κανείς να μην κάνει κάτι επιτέλους; Δεν υπάρχει πολιτική ηγεσία, σ’ αυτό το χάρχαλο που λέγετε ΥΠΑ, να τρίξει λίγο τα δόντια;..»

  13. «…Η άμυνα όπως καταλάβατε έκανε μεγάλο παιχνίδι όμως το κλειδί ήταν ότι στη μεγαλύτερη διάρκεια του αγώνα το κέντρο ήταν συγκροτημένο κι όχι χάρχαλο…»
    (όλα απ’ το δίχτυ)

  14. - Πώς και δεν ακούγονται τα πιτσουνάκια;
    - Θα χαρχαλεύονται ακόμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος οδηγού που ενδημεί στην τιμημένη πρωτεύουσα του νομού Αχαΐας. Μπορείς παντού να κάνεις μαλακίες με το αμάξι, από μανουριές και ταρζανιές μέχρι να γίνεσαι χάρος ή σπαζαρχίδας, όταν μιλάς στο κινητό και χάνει όλη η κοινωνία το φανάρι για να στρίψει αριστερά.

Για να γίνεις μιναρολεβιές, όμως, πρέπει να κλείνεις τη Μαιζώνος επειδή θες να ανέβεις την Αράτου και ξέμεινες στη μέση, να διπλοπαρκάρεις το έντρυ μοντέλο της Πόρσε μπροστά στη Ραδινού ή να διπλοπαρκάρεις (πάλι) στη Μαιζώνος (δυο βήματα απ' το προηγούμενο σημείο), επειδή πρέπει να αφήσεις τη γκόμενα στην 'Όλγας. Σημειωτέον ότι σε εκείνο το σημείο και η πρώτη σειρά παρκαρίσματος είναι παράνομη.

Το επιστέγασμα μιναρολεβιέ, το οποίο, δυστυχώς δεν θα συνοδευτεί από ντοκουμέντο, είναι το εξής έργο μοντέρνας γλυπτικής. Δύο παπάκια, παράλληλα μεταξύ τους, κάθετα στο πεζοδρόμιο και συνδεόμενα με μαδέρι που ακουμπάει ανάμεσα στη σέλα και το τιμόνι, βρίσκονται διπλοπαρκαρισμένα και φυλάνε την κενή θέση παρκαρίσματος μπροστά από ξυλουργείο. Τύπος τριπλοπαρκάρει το άθλιο αγροτικό του για να πάει στο τυροπιτάδικο που βρίσκεται απέναντι, και του οποίου ο ιδιοκτήτης μουφάρει ασύστολα ότι οι μπουγάτσες του είναι καλύτερες από της Θεσσαλονίκης, γιατί αυτός «τους ξέρει αυτούς». Η Κορίνθου είναι σχεδόν κλειστή.

Πρέπει, εν κατακλείδι, να είσαι ταυτόχρονα και μινάρας και λεβιές, μάλλον υποτιμητικός χαρακτηρισμός οδηγού. Αν και από μόνο του το λεβιές παραπέμπει σε αρνητικούς φαλλικούς συνειρμούς που θα έκαναν τον Μέγα Αντιπατρινό Φρόυντ να κοκκινίσει.

Τα ως άνω παραδείγματα αποσκοπούν στο να πείσουν τον αναγνώστη ότι το είδος όντως ενδημεί στην Πάτρα και ότι ο μαλάκας πατρινός οδηγός έχει μια διαφορετική χροιά, οπότε αξίζει μια ειδική ορολογία.

Με το παρόν λήμμα, εισηγούμαι την ένταξη του μαθήματος «Πατρινογνωσία» στο πρόγραμμα σπουδών όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης.

(πραγματικό γεγονός, το αρχοντικό-υπεράνω-γαμάω-τάω ύφος του τύπου ήταν όλα τα λεφτά)
- Ρε μινάρι, σου λέω ανέβαινα χτες την Καρόλου και ένας θεός μιναρολεβιές είχε διπλοπαρκάρει αριστερά στο δρόμο, αλάρμ τίποτα, στ' αρχίδια του, και έδινε επικά γλωσσόφιλα στην πατσόλα γκόμενα ενώ γύρω του γινόταν ο χαμός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τουλάστιχον δυο μεγάλες κατηγορίες φλορέτας:

1. Το περασμένο Σάββατο στον ηλιόλουστο Καραβά, έκανε την εμφάνιση του ένα θρυλικό μοτοποδήλατο που στις περασμένες δεκαετίες είχε γράψει ιστορία και είχε κάψει καρδιές. Μετά την μεταπολεμική εποχή της Ελλάδος, το βασικό μηχανοκίνητο μέσο μεταφοράς ήταν, η αξέχαστη σε όλους, «Φλορέτα». Οι νέοι της εποχής εκείνης επιθυμούσαν διακαώς και έκαναν τα αδύνατα δυνατά, ώστε να αποκτήσουν ένα από τα πιο δημοφιλή οχήματα. Ένα τέτοιο μοτοποδήλατο ήταν μεταφορικό μέσο, εργαλείο δουλείας και αντικείμενο διασκέδασης. Ανεβαίνοντας πάνω στην σέλα, ταυτόχρονα απολάμβαναν και μεγαλύτερης εκτίμησης στα μάτια του γυναικείου φίλου. Το θρυλικό αυτό μέσο, άρχισε να χάνει την αίγλη του, μετά από 30 περίπου χρόνια, όταν άρχισαν να κυκλοφορούν τα αυτοκίνητα σε μεγαλύτερο βαθμό.

2.
- Την ΦΛΟΡΕΤΑ αξίζει να την επαναφέρεις όσο δυνατό στην αρχικη μορφή - τούμπανο η φλορετα ολα τα λεφτα λεμε!!! - Α ρε φλορέτα αθάνατη...Γερμανικά πράματα για μια ζωή.

  1. - Τζους μωρή φλορέτα, που να ζητάς ψωλή και να μη βρίσκεις ούτε δάχτυλο!

Το πραπρά (από σφυρίζων, 13/02/13)Το πριπρί (από σφυρίζων, 13/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεάρος και ριψοκίνδυνος οδηγός μηχανοκίνητου δικύκλου υψηλού κυβισμού.

Συνήθως μειωμένων ικανοτήτων και αντίληψης λόγω του νεαρού της ηλικίας. Σπανίως φέρει κράνος με αποτέλεσμα να είναι σε θέση να προσφέρει όργανα σε καλή κατάταση, επίσης λόγω του νεαρού της ηλικίας (ιδίως οι οφθαλμοί δεν έχουν χρησιμοποιηθεί για διάβασμα σχεδόν ποτέ, αλλιώς θα έβαζε κράνος).

- Τι κάνει ρε το άτομο με το ζουζουρού (για να θυμηθούμε τα παλιά);
- Άντε ρε τον δωρητή!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο διανοητικά καθυστερημένος, ο πειραγμένος δηλαδή. Προέρχεται από την γλώσσα των αυτοκινήτων που μετά από μία άσχημη τράκα αρπάζει το σασί και δεν γίνεται να διορθωθεί 100%.

- Ρε, μου έβρισε τη μάνα χωρίς να του πω τίποτα!
- Μη δίνεις σημασία ρε, το παιδί είναι αρπαγμένο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, είναι:

  • Το δοχείο, η φιάλη, το σκεύος που περιέχει λάδι· το λαδερό, το λαδωτήρι (για να λαδώνουμε τους μεντεσέδες), το (βλ. σχ.) λαδικό (για να βάζουμε λάδι στη σαλάτα), το σκεύος όπου αποστραγγίζουμε τα λάδια (λιπαντικά) μιας οποιασδήποτε μηχανής.
  • το σύστημα ψεκασμού λιπαντικού στις μηχανές κάθε είδους, ώστε να μειώνονται οι οποιεσδήποτε φθορές κατά τη λειτουργία της.

    Πιο σλανγκικά σημαίνει:

1. Δίχρονη αρρύθμιστη μηχανή (κι όχι μόνο), που βγάζει ντουμάνια καπνού.

2. Απαξιωτικά, κάθε όχημα ή σκάφος που η μηχανή του καταναλώνει υπερβολική ποσότητα λαδιού – λιπαντικού χωρίς να σημαίνει πάντοτε πως υπολείπεται σε απόδοση των υπολοίπων. Το συνηθέστερο είναι να υπονοείται πως το εργαλείο πάλιωσε (με όσα αυτό συνεπάγεται), με έντονο ψυχολογικό αντίκτυπο στον καβαλάρη. Είναι συχνός χαρακτηρισμός για τα νέας οικολογικότερης τεχνολογίας οχήματα (ειδικά τα μοντιφαρισμένα που πρέπει να τους προστεθεί λαδιέρα).

3. Αυτόν που λαδώνεται, το μιζαδόρο, το λαμόγιο, και όλους τους σχετικούς συγγενείς και εκφέρεται σαν βρισιά (βοηθά και το γένος) αλλά φευ, οι λαδιέρες στερούνται οργάνων ακοής… ιεραρχικώς αναντάμ παπαντάμ.

  1. «…Φυσικά βγάλαμε την τάπα και αφήσαμε τα μεταχειρισμένα λάδια να τρέξουν στην λαδιέρα…»

  2. «…Το τελευταίο χρονικό διάστημα ασχολήθηκα με το θέμα «υγραέριο στο αυτοκίνητο» επειδή σκέπτομαι και εγώ να τοποθετήσω σύστημα υγραερίου στο όχημά μου. Αυτό πού έχω καταλάβει από την μέχρι τώρα ενασχόλησή μου είναι ότι το πρόβλημα με τις βαλβίδες απαντάται πάντα στις βαλβίδες εξαγωγής. Οπότε πρέπει να οφείλεται στην μεγάλη θερμοκρασία των καυσαερίων, λόγω κακής ρύθμισης τού μίγματος υγραερίου-αέρα. Ίσως οι λεγόμενες «λαδιέρες» αμβλύνουν το πρόβλημα, δεν το λύνουν όμως…»

  3. «…Μέχρι και δίχρονο 50ράκι με παππού καβάλα (λαδιέρα, χάρχαλο και χούφταλο)….»

  4. Όντως τα αερόψυκτα πάνε καλύτερα από τα υδρόψυκτα στα ίδια κυβικά. Ρε έχετε παρατηρήσει κάτι; Όλα τα typhoon βγάζουν τρελά ντουμάνια από πίσω! Πολύ λαδιέρα το εργαλείο!

  5. «…Επειδή έχω περάσει από αυτή τη διαδικασία με το αμάξι να είναι στις 66500χλμ σε 5 χρόνια, μετά από επαφή με αντιπροσωπείες και Τ…, καθώς η κατανάλωσή μου είναι 1 λίτρο/3000χλμ, η απάντησή τους ήταν: «Είναι εντός φυσιολογικών ορίων». Εμένα όμως κανείς δε μου είπε ότι το αυτοκίνητό μου μετά από 5 χρόνια θα είναι λαδιέρα!!!...»

  6. «-…στα περισσότερα βιντεάκια είναι ο Τ.. και την λαδιέρα την έχετε ριγμένη.
    -Πάντα αυτό κάνουν βάζουν άλλες φωτογραφίες και δεν τους νοιάζει η λαδιέρα μου… -Οι λαδιέρες κάνουν για σαλάτες κι όχι για βουνά!!!
    -Μακάρι να ήταν όλες οι σαλάτες σαν το τούμπανο εργαλείο μου….»

  7. «…Το κασκόλ με την καπαρντίνα παρ’ τα και στην εκδρομή, βλέπω να μένουμε σε κάνα βουνό με τη λαδιέρα σου…»

  8. «…Δυστυχώς η φύση της μοτοσικλέτας (δίχρονη) και η παλαιότητα της έγιναν αφορμή να μη γίνω δεκτός από παρέες που μαζεύονταν σε forum μοτοσικλετών. Εκφράσεις του τύπου λαδιέρα, γκαζοντενεκές, σαράβαλο, καρούλι έδωσαν και πήραν και φυσικά και εγώ τα μάζεψα και έφυγα. Δυστυχώς δεν έχω τη δυνατότητα να αλλάζω κάθε χρόνο μοτοσικλέτες…(πρόκειται για Yamaha TDR 250 του 1988)»

  9. «-….μάλλον στα γερμανικά αναφέρεται που είναι λαδιέρες
    -λαδιέρες, λαδιέρες το τσαγάκι όμως το κερνάνε απλόχερα (Όταν η φαντασία συνδυάζεται με ένα καλό κονέ στο μηχανολογικό, τότε πραγματικά μπορείς να μεγαλουργήσεις! Μέχρι και πολιτικά μηνύματα μπορείς να περάσεις με τη πινακίδα σου! Ο ιδιοκτήτης του Tesla Roadster μας την “λέει” για τα καλά με την πινακίδα του. Δε συμφωνείς;… (Πινακίδα: LOL OIL)»

  10. «…Δεν έχει ιδέα το παιδί τι σήμαινε ΣΔΟΕ μάλλον!! Το ΣΔΟΕ ανέκαθεν δεν έπαιζε τον ρόλο του ελεγκτικού οργάνου στην πράξη αλλά μόνο στην θεωρία! Ένα απλό νταβατζηλίκι ήταν όπως και τώρα η ΥΠΕΕ που απλά εκβίαζαν για μίζες!! Διαλυμένος οργανισμός ήταν που το εκμεταλλευόταν άλλοτε το Πασόκ και άλλοτε η ΝΔ!! Έχω προσωπικό τρανότατο παράδειγμα με τον γ.. του δ.. του υπουργείου οικονομικών! Μια λαδιέρα και μισή τα άτομα χωρίς ίχνος τσίπας!!...»

(όλα απ' το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει:

1. Επίχρυσο περιδέραιο με μπαρόκ διακοσμητικά στοιχεία, μέρος της γυναικείας αστικής φορεσιάς των Ιωαννίνων αλλά και πολλών άλλων περιοχών της Ελλάδας.

Ο Πετρόπουλος διασώζει πως χαρχάλια ήταν τα κοσμήματα - κουδουνάκια που φορούσαν οι ανατολίτισσες χορεύτριες στα πόδια τους.

Προέρχεται από το τούρκικο halhal.

2. Σαρκώδης έκφυση - κρεμάμενη σάρκα απ’ όπου προκύπτουν:

  • το λειρί (και κακάλι) αλλά και το κάτω από το ράμφος σάρκωμα του πετεινού,
  • στον πληθυντικό, χαρχάλια: τα αρχίδια (με έμφαση στο κρεμάμενο άμα χαλαρά, της εμφάνισής τους), (όπως σωστά λέει ο lykos εδώ),
  • η κλειτορίδα (πάλι από τον Πετρόπουλο, που παρεμπιπτόντως, παράλληλα με το γνωστό και κλασικό γλωσσίδι αποκαλεί παραψώλι τη μεγάλη σε μέγεθος κλειτορίδα).

    Η συνηθέστερη ετυμολογία είναι πως προέρχεται απ’ το μεσαιωνικό καρακάλλιον που είναι υποκοριστικό του αρχαίου καράκαλλον που σχετίζεται με το λατινικό caracalla που σημαίνει κουκούλα.

Κατά δεύτερη ετυμολογία, προέρχεται απ’ το κάλλαιον με αναδίπλωση του κα-, αντικατάσταση του κ από χ κι ανάπτυξη υγρού στην προπαραλήγουσα λόγω της παρουσίας υγρού στη λήγουσα (κακάλλαιον – κακάλι- χαχάλι – χαρχάλι). Παρομοίως ετυμολογεί εδώ κι ο Βασίλης-7. Έτσι πιστεύω πως ετυμολογούνται και τα: καρκάλια, κάκαλα.

Παρεμπιπτόντως – για να βοηθήσω στην εδώ απορία των Bes, Bubis - το καρκάλι με την έννοια: κεφάλι, γκλάβα, κούτρα, μέτωπο και νιονιό μπορεί να έδωσε (το πιθανότερο) ή να προέρχεται απ’ το χρησιμοποιούμενο γύρω απ’ τη Χαλκίδα καρκαλί = ψωλοκέφαλο.

3. (Στον πληθυντικό) μύτες, ακίδες, οδοντωτό/ζικ-ζακ περίγραμμα (σχήμα του λειριού του πετεινού) με έμφαση στο ότι κρέμονται (συναντάται και σαν «χαχάλια») απ’ όπου προκύπτουν:

  • διακόσμηση σε καπέλο,
  • το δαντελωτό τελείωμα - φινίρισμα ενός εργόχειρου.

    4. Με ηχομιμητική ετυμολογία προκύπτουν:

  • το ποτάμι, το αυλάκι με νερό (και χαρχαλιά). (Στην Κρήτη κι όχι μόνο)

  • ο νερόμυλος (Στην Ευρυτανία)
  • χαρχαλία (επιπλέον του κοχλίδαι), τα σαλιγκάρια κι ειδικότερα το κέλυφός τους. (Στα Ποντιακά)

    Πιο σλανγκικά:

5. Οποιαδήποτε μηχανή, συσκευή, κατασκευή που δεν λειτουργεί σωστά, κάνοντας θόρυβο είτε επειδή είναι χαλασμένη, σαραβαλιασμένη, ξεχαρβαλωμένη είτε επειδή είναι πολύ παλιά. Εδώ η έννοια είναι πολύ κοντά στα χάρχαλο, χάρβαλο, χαρχάλα, χαρχάλω, .

6. Μειωτικός χαρακτηρισμός για πρόσωπα, παρόμοιος (αλλά κάπως ηπιότερος) με την υβριστική έννοια του αρχίδι, ρεμάλι. Πιο περιπαικτικός όταν τονίζεται το –χάλι.

  1. «..ξαφνικά αντιλαμβάνεται να τον ακολουθεί ένας παπάς, με το θυμιατό του δε, να τον λιβανίζει, αρχίζει να επιταχύνει το βήμα του το ίδιο όμως κάνει και ο παπάς, ψάχνει με αγωνία να βρει σπίτι με φως. Βάζει τις φωνές: “βοήθεια χωριανοί ένας παπάς με ακολουθεί και με θυμιατίζει με τα χαρχάλια του” …»

  2. «…Το πρόβλημα είναι ότι μερικοί ακόμα νομίζουνε ότι λόγω της θέσεως τους είναι αρχηγοί κράτους. Όχι κύριοι, με την στάση σας αποδεικνύεται δυο πράγματα: ότι έχετε κόμπλεξ κατωτερότητας και ότι νομίζετε ότι έχετε πιάσει τον Χριστό απ’ τα χαρχάλια!...»

  3. «…Επειδή δεν είχαν εμφανιστεί ακόμα οι χαρτοπετσέτες και τα αλουμινόχαρτα, όσες βοηθούσαν στην ετοιμασία έπρεπε μεταξύ άλλων να κόψουν και τετράγωνα κομμάτια χαρτί «με χαρχάλια» από γυαλιστερές κόλλες ή στη χειρότερη περίπτωση εφημερίδες, όπου θα τύλιγαν τα εν λόγω γλυκά…»

  4. «Δοκίμασα να σ' αρνηθώ για ν' αγαπήσω άλλη, μα αλάργο σου μοιάζει η ζωή με τ’ άνυδρο χαρχάλι!....» (Κρητικές μαντινάδες)

  5. «Το βότο γκαλίζει στο χαρχαλία»: (Το νερό πηγαίνει στο μύλο)

  6. «…είναι γνωστό το καλαμπούρι που λένε δήθεν για Πόντιους αλλά μάλλον από άλλη ράτσα θα ήταν αυτός που την έπαθε: Έβαλε να βράσει σαλιγκάρια αλλά η κατσαρόλα λέει στράβωσε, έλιωσε και τα «χαρχαλία» τα τσέφλια δηλαδή δεν είχαν βράσει…»

  7. «Πουλί που τη φωλιά θωρεί στο γυρισμό χαρχάλι μ' ίντα ψυχή και δύναμη να ξαναχτίσει άλλη...»

  8. «..μιλάμε το αμάξι δε πήγαινε μια. Δεν κρατούσε ρελαντί οι στροφές έπεφταν... ο θόρυβος του ήταν απαίσιος έκανε σαν χαρχάλι...»

  9. «…Έκανα σύνδεση σε γνωστή εταιρεία η οποία μου προμήθευσε ένα χαρχάλι μόντεμ το οποίο δεν μου δίνει την δυνατότητα να συνδέσω 2 υπολογιστές….»

  10. «..Ρε θα ήταν καλύτερο να πάρω μαζί κάμερα 10 μεγκαπίξελ και χαρχάλι κινητό ή καλό κινητό με κάμερα 5 μεγκαπίξελ;…»

  11. «…Ένα χαρχάλι της κακιάς ώρας, που τον έχουν διώξει από άλλα 2 σχολεία (και θα τον διώξουν κι απ' αυτό), με μόλις 3 μέρες εδώ, πήρε τη βάση του μικροφώνου, και μου 'ριξε μια στην πλάτη (εγώ καθόμουν, δεν είχα πάρει χαμπάρι)…»

  12. «..Καλά βρε χαρχάλι!! Τι παπαριές έγραφες στον Πέρι στα σχόλια στο βιντεάκι του Πάνου; Φίδι; Είναι δυνατόν να πιστεύεις εσύ με τα αδιάψευστα στοιχεία ότι η Βουλγαρία επί κατοχής ήταν κομμουνιστική;…»

Γιαννιώτικο χαρχάλι (από sstteffannoss, 03/01/11)χαρχάλια (από sstteffannoss, 03/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογικά σχετίζεται με το χάρχαλο.

Κατά τον Αντώνιο Ν. Βάλληνδα (Πάρεργα: Φιλολογικά πονημάτια 1887) σημαίνει «κώδων κακοήχως σημαίνων».

Επίσης, «το βελανίδι που μαζεύεται το φθινόπωρο» (όπως αναφέρει εδώ ο xalikoutis).

Σήμερα:

1. Όταν πρόκειται για γυναίκα,

  • σημαίνει την άσχημη γεροντοκόρη, τη χοντρή και πλαδαρή γυναίκα.
  • σήμερα χρησιμοποιείται σαν το πουτάνα και τα συναφή όπως λέει εδώ ο xalikoutis. Συνώνυμο το χαρχάλω (κατά μια έννοια).

    Όμως, αρχικά, σήμαινε τη χοντρή και πλαδαρή πουτάνα που ‘χε χρόνια στο κουρμπέτι (οπότε αφενός πεπειραμένη, αφετέρου γριά, για το λειτούργημα) στυλάκι: «κλάσε λιγάκι μωρή, να βρω το δρόμο» -ίσως εδώ(;!) να έγκειται κι η πιθανή συγγένεια με το «χαρχαλεύω».

2. Τρύπα (που εύκολα συσχετίζεται με το πουτάνα).

3. Όταν πρόκειται για κάποια μηχανή (συνήθως αυτοκινήτου ή μοτοσικλέτας, αλλά όχι μόνο) ουσιαστικά έχει την ίδια ακριβώς έννοια με το χάρχαλο, το χάρβαλο και (κατά μια έννοια) με το χαρχάλω με έμφαση στο ό,τι κάνει θόρυβο λόγω παλαιότητας και/ή υπερβολικής χρήσης, ενώ εννοείται πως είναι προς αντικατάσταση (που θα έπρεπε να έχει ήδη γίνει αλλά αναβάλλεται για οικονομικούς λόγους) γιατί είναι ξεχαρβαλωμένη, σαραβαλιασμένη.

4. 'Οταν πρόκειται για χρήματα σημαίνει

  • το εύκολο, μαύρο χρήμα που προέρχεται από διαπλοκή,
  • τη μεγάλη μάσα, το φαγοπότι μεγάλων ποσών.

    5. Η έκφραση μ’ έφαγε η χαρχάλα κατά το Λαρ’σινό Λεξ’κό σημαίνει τον ήπια, τα ‘παιξα, τα ‘φτυσα, τα είδα όλα.

6. (Στην Κρήτη, κυριολεκτικά), η σφενδόνα. Προέρχεται απ’ τη διχάλα κι αυτή απ’ το αρχαίο χαλή (χηλή) - αφιερωμένο στον xalikoutis που το ‘χε απορία εδώ.

Παρεμπιπτόντως, απ’ εδώ προέρχονται:

  • τα Κρητικά: το χαχάλι, η χαχαλόβεργα και τα Χιώτικα: το χάχαλο, ο χάλος, το χαλούνι, ο χαχάλης (το κλαδί ή το ξύλο ή σίδερο που καταλήγει σε διχάλα –το δικράνι - αλλά και το σχήμα V),
  • η Κρητική χαχαλιά (η χούφτα - και σαν μονάδα μέτρησης μικροποσοτήτων).
  1. «…Όντας όμως πρακτικός άνθρωπος, σκέφτηκε πως αν έλεγε πως παντρεύεται για την περιποίηση του ορνιθώνα του, σίγουρα θα τον εκλάμβανε (η γριά προξενήτρα) για κανέναν αγροίκο ορεσίβιο και ασφαλώς θα του φόρτωνε καμιά χαρχάλα…»

  2. «…Παραπονείται επίσης, στον έναν από τους δυο σιδηροδρομικούς …. ότι στις τουαλέτες του τρένου που πήγε πριν από λίγο να κάνει την ανάγκη της, δεν είχε νερό. Ο σιδηροδρομικός, …., το παίρνει κατάκαρδα. -Έλα εδώ μωρή καριόλα!.. Που θα μου πεις εμένα πως δεν έχει νερό το βαγόνι!.. Που δεν ξέρεις που παν τα τέσσερα, κωλόβλαχα!.. Έλα εδώ μωρή φακλάνα. Να σου δείξω εγώ αν έχει ή δεν έχει νερό το τρένο... Γιατί φεύγεις μωρή χαρχάλα; Έλα ‘δω!....»

  3. «… η ωραία κίνηση ήταν η πάσα πριν το γκολ! Εκεί που αδειάστηκε η άμυνα! Από κει και πέρα ο παίκτης ήταν ελεύθερος πια με καθαρό οπτικό πεδίο είδε την χαρχάλα που άφησε ο πορτιέρο και με ένα καλό τωόντι σουτ έγραψε…»

  4. «…Και με αυτά τα λόγια σηκώνει το μαστίγιο και το κατεβάζει πάνω στον πισινό μου. Αυτή τη φορά, το χτύπημα δίνεται έτσι ώστε η λουρίδα να χωθεί σαν φίδι ανάμεσα στα σκέλια και να προσβάλει την χαρχάλα που χάσκει ανοιχτή…»

  5. «…Ναι, υπάρχει το ταξί. Αλλά κοστίζει περισσότερο από μια κακοσυντηρημένη χαρχάλα που δυστυχώς τα ΚΤΕΟ επιτρέπουν να κυκλοφορεί….»

  6. «…Εδώ συζητιέται αν το Samsung Omnia (WM 6.1) θα είναι καλύτερο από το iPhone και θα είναι η χαρχάλα της Nokia με το «φοβερό» Symbian Touch UI καλύτερο; Χα Χα….»

  7. «…Μα η τελευταία Νομαρχιακή απόφαση του Ψωμιάδη δεν ήταν και πάλι χαρχάλα χρήμα στον εξυπνάκο μας από την καύση σκουπιδιών; έλεος πια!! …»

  8. «…Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης επί ΠΑΣΟΚ έβγαζε από τις επιτροπές 19,000€. Αυτό είναι γραμμένο σε αγωγή Πασοκτζή Προϊσταμένου που αντικαταστάθηκε τον Αύγουστο του 2004 και ζητάει αποζημίωση γιατί αντικαταστάθηκε «παράνομα» και ζημίωσε. Γι' αυτό και το μένος της κυρίας που φαίνεται ότι είχε γλυκαθεί στην χαρχάλα. Όλα τα άλλα (διδακτική εμπειρία κλπ) είναι φούμαρα για αφελείς….»

  9. «…ο “τζάμπα” λιγνίτης δυστυχώς η ευτυχώς τελείωσε για τις επόμενες γενιές. Τώρα τα κοράκια βάλαν μάτι στα υδροηλεκτρικά Αώο, Αχελώο, Αξιό κλπ. Εκεί είναι το ζουμί και η χαρχάλα….»

  10. «…Γιατί μ’ έφαγ’ η χαρχάλα μαζί σ’ πια Νάσου. 2 χρόνια μι πιλατέβεις…»

  11. «…Η χαρχάλα στην κολότσεπη μία φέτα ψωμί με ζάχαρη ή ξυσμένη ντομάτα με ρίγανη στο χέρι, δίπλα μας το αυτοσχέδιο πατίνι με ρόδες τα μεγάλα ρουλεμάν της παλιάς αλωνιστικής και μπρος για κατηφόρες, φωνάζοντας στους άδειους δρόμους και στις όμορφες γειτονιές...»

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστικός χαρακτηρισμός τον οποίο απευθύνουν αγανακτισμένοι οδηγοί (γιωταχήδες, μηχανόβιοι κ.α.) σε ταξιτζήδες (ταρίφες) με επικίνδυνη / απρόσεκτη οδική συμπεριφορά.

Κυρίως ως κλητική προσφώνηση: α ρε επαγγελματία, πρόσεχε και λίγο!

Φαινομενικά, η έκφραση δεν έχει τίποτα το προσβλητικό. Αναφέρεται απλώς στο επαγγελματικό status των οδηγών ταξί, οι οποίοι προκειμένου να πάρουν την πολυπόθητη άδεια πρέπει (εκτός της καταβολής τεράστιου χρηματικού ποσού) να περάσουν και απο ορισμένες εξετάσεις ικανότητας. Ως επαγγελματίες, οι ταρίφες αναμένονται να λειτουργούν τρόπον τινά ως οδηγικό πρότυπο για τους απλούς ερασιτέχνες γιωταχήδες. Οι τελευταίοι, ευκαιρίας δοθείσης, υπενθυμίζουν στους ταρίφες αυτόν τους το ρόλο, κάνοντας έκκληση στην επαγγελματική τους ιδιότητα και ως εκ τούτου «επαναφέροντάς τους στην τάξη» ύστερα απο κάποιο οδηγικό παράπτωμα. Ως εδώ όλα καλά λοιπόν.

Ωστόσο, η έκφραση «επαγγελματίας» είναι ελλειπτική. Αν θέλουμε να την αποτυπώσουμε γραπτώς, θα πρέπει μάλλον να χρησιμοποιήσουμε αποσιωπητικά: ρε κοίτα έναν επαγγελματία...

Η έκφραση είναι κάθε άλλο παρά μονοσήμαντη. Διακρίνεται για την αμφισημία της. Σε ένα πρώτο επίπεδο -το οποίο περιγράψαμε στην προηγούμενη παράγραφο- το «επαγγελματίας...» συμπληρώνεται ως «επαγγελματίας οδηγός». Αυτός δηλ. στον οποίο λάθη δεν συγχωρούνται. Αν παραμείνουμε σ' αυτό το επίπεδο, η εξακόντιση του χαρακτηρισμού ενέχει μεν έμμεση νουθεσία και ψόγο, απέχει όμως πόρρω απο το να συνιστά ύβρη.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο, το «επαγγελματίας...» συμπληρώνεται -νοητά πάντα, στη σκέψη του εκφέροντος- με το «μαλάκας»: «επαγγελματίας μαλάκας», κατά τα εξίσου κλάσικ μαλάκας με πατέντα, μαλάκας με δίπλωμα, μαλάκας με διδακτορικό. Γενικά το επαγγελματίας μπορεί να προστεθεί ως επιτατικό έμπροσθεν οιουδήποτε μειωτικού / υβριστικού χαρακτηρισμού, βλ. π.χ. επαγγελματίας ξύστης.

Με την ίδια ακριβώς σημασία, ο χαρακτηρισμός «επαγγελματίας» μπορεί να απευθυνθεί, πλην ταξιτζήδων, και σε εκπροσώπους έτερων συμπαθών κλάδων, όπως π.χ. στους οδηγούς φορτηγών ή τους δασκάλους οδήγησης. Και είναι αλήθεια οτι κατά νταλικέρηδων δεν έχει τύχει να το ακούσω ποτέ, πιθανόν διότι απολαμβάνουν ενός γενικότερου respect στο λαϊκό φαντασιακό (σκληρή δουλειά, αρχέτυπα αντρίλας κλπ). Οι δάσκαλοι οδήγησης γίνονται εντούτοις συχνοί αποδέκτες του «επαγγελματία!», καθότι, όταν είναι off duty και δεν έχουν τον ατζαμή δίπλα τους να τους ζαλίζει τον πούτσο με τις χαζοερωτήσεις και τις φοβίες του, βγάζουν τα πωθημένα τους κάνοντας ό,τι παράβαση του ΚΟΚ υπάρχει.

Μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια λοιπόν. Ο εκφέρων (αγανακτισμένος οδηγός) έχει σε κάθε περίπτωση καλυμμένο τον κώλο του: κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει για εξύβριση, στο βαθμό που καμιά τζιζ λεξούλα δεν αρθρώνεται. Μπορεί κάλλιστα να ισχυριστεί (και ενώπιον δικαστηρίου αμαλάχει) πως το μόνο που έκανε ήταν η έκκληση στο φιλότιμο και την επαγγελματική συνείδηση του οδηγού ταξί. Όμως ο ίδιος ξέρει -όπως ξέρει πολύ καλά κι ο ταρίφας αλλά και οποιοσδήποτε άλλος- ποια είναι η νοητή συνέχεια της φράσης του. Ο νόμος είναι με το μέρος του και του ταρίφα τα χέρια είναι δεμένα: είναι αναγκασμένος να υποστεί αγογγύστως την προσβόλα χωρίς να μπορεί να απαντήσει αναλόγως. Αν το κάνει, το πράγμα χοντραίνει άρδην και ο ίδιος κινδυνεύει να βρεθεί μπλεγμένος εκ του μηδενός.

Τέτοιου είδους ελλειπτικές υβριστικές εκφράσεις (όπως π.χ. το η μάνα σου) είναι πολύ δημοφιλείς τα τελευταία χρόνια (θα έλεγα απο τα ενενήντας και μετά), όπου το να βρίζεις φόρα παρτίδα σε στιλ Καραϊσκάκη θεωρείται εντελώς πασέ και γύφτικο και όλοι πλέον αναζητούν περίτεχνους πνευματώδεις τρόπους να την πουν σε κάποιον εμμέσως πλην σαφώς, έχοντας τον κώλο τους καλυμμένο σε περίπτωση που απειληθεί μανούρα. Αυτή η επίδειξη πνεύματος έχει βέβαια τα καλά της, είναι όμως περιττό να πούμε πως αφήνει απωθημένα και κατάλοιπα, τα οποία μόνο ένα ξεγυρισμένο βρις-οφ μπορεί να ξεπλύνει δεόντως, αφήνοντας πίσω του μιαν ασύγκριτη αίσθηση κένωσης και ανακούφισης. Αυτής ακριβώς της άποψης ήταν κι ένας παλιόφιλος χρήστης, του οποίου η συμπεριφορά eventually υπερέβη τα όρια ανοχής της Ηγετικής Κλίκας του σαϊτός.

  1. Πρόσεχε ρε φίλε λίγο! Το κόκκινο δεν το είδες; Είσαι και επαγγελματίας...

  2. Κάνε ρε λίγο δεξιά να περνάμε τα μηχανάκια! Έχουμε και δουλειές... Επαγγελματία...

  3. Τι είπες; Συγγνώμη αλλά δε με είδες που έβγαινα απο δεξιά; Ε είσαι και πολύ επαγγελματίας τελικά...

  4. Κοίτα που πήγε και χώθηκε ο ταρίφας σαν την πορδή για να κερδίσει μισό μέτρο. Ε ρε επαγγελματίας να σου πετύχει...

  5. Α γαμήσου ρε επαγγελματία!

(εδώ, με την προσθήκη του μπινελικίου, η αμφισημία της έκφρασης καταργείται και επιστρέφουμε φαινομενικά στην κυριολεκτική της σημασία. Το υπονοούμενο ατονεί, δεν σβήνει όμως εντελώς. Η έκφραση έχει εμπλουτισθεί απο το ταξίδι της στο χώρο της παρεκκλίνουσας γλώσσας κι αυτό το σημασιολογικό φορτίο θα το κουβαλά πάντα μαζί της)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified