Selected tags

Further tags

Ουσιαστικό που, σλανγκιστί, κλίνεται σε όλα τα γένη: το βυζί, ο βύζος, η βυζάρα.
Πρβλ. ο πούτσος, η πούτσα, το πουτσίδι.
Ο πούτανος, η πουτάνα, το πουτανάκι.
Ο πούστης, η πούστρα, το πουστρόνι.

Μυδασίστ: Τζον Μπλακ (από Khan, 30/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μη μου τους κύκλους τάραττε που λέει η Σιλικονέλλα / Σιλικονίτα στην οποία κάνουμε ισπανική (μαλακία ή ακόμη καλύτερα πίπα, για την λεπτή διαφορά βλέπε εμπνευσμένη ανάλυση της Mes), και γι΄ αυτό φοβάται μην σπάσει κανά μπαλόνι και τρέχουμε να ψάχνουμε τα υπολείμματα της poustiάς του Pousti. Για να αποφύγουμε τέτοιες ατάκες το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε (εκτός από το να απαγορεύουμε σε κονάτες να διαβάζουν slang.gr) είναι να ακολουθήσουμε την συμβουλή της Mes από το Πουτσοπόλιταν, ότι οι ρώγες ΔΕΝ είναι κουμπιά ραδιοφώνου, και δεν πρέπει να τους συμπεριφερόμαστε σαν να ήταν...

Λάουρα σε χρόνο ύποπτο: - Αχ μη Χαβιέ (σ.ς.:Ισπανός), μη μου τους βύζους τάραττε. Μόλις γύρισα από Tom Pousti. Και ποιος την ξαναπληρώνει την μπαγαποντοπλαστική!...

(από nick, 05/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανώδυνη γυναικεία έκφραση περασμένων χρόνων (όταν οι γυναίκες δεν ήταν τόσο αθυρόστομες ώστε να πουν στα αρ...δια μας ή στο μ...νί μας), η οποία εκφράζει με σεμνό και τσαχπίνικο τρόπο την άποψη «σας έχω γραμμένους».

Δεν θα μου ξαναμιλήσει; Στα σέα μας, στα μέα μας και στα βυζαντινά μας, είχα μια σκασίλα!

βλ. και σέα και μέα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πιστωτική κάρτα που χρησιμοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις έλλειψης μετρητών στη διάρκεια εξόδου-επίσκεψης σε στριπτητζάδικο ή και οίκο ανοχής.

Σύνηθες φαινόμενα είναι η υπέρβαση του πιστωτικού ορίου κατά την αποχώρηση και η παντόφλα από το έτερο ήμισυ άμα τη εμφανίσει του επόμενου λογαριασμού. Φυλάσσεται συχνά σε σκιερά και δροσερά μέρη.

-Ρε συ Μικέ, πώς θα πάμε Baby Gold ρε, δεν έχω μία!!!
-Μην ανησυχείς, έχω φυλάξει μία βύζα card ειδικά για σήμερα, ετοιμάσου!!!!
-Μααα.... δεν στις είχε πετάξει όλες η Ποπάρα;;
-Την είχα κρύψει κάτω από το στρώμα....χε χε....

και σέξι άτοκες δόσεις... (από BuBis, 21/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τι καλά που έχουμε και δυο αδένες και μπόλικο δέρμα για να γράφουμε όλους του μαλακές εμείς τα αγοράκια («σε γράφω στ' αρχίδια μου», που λέμε)... Η γυναίκα όμως, πώς μπορεί να κάνει το ίδιο τι θα πει «στις ωοθήκες μου» ή «στις σάλπιγγές μου»;

Τι μένει λοιπόν;... «ΣΤΑ ΒΥΖΙΑ ΜΟΥ ΣΕ ΓΡΑΦΩ», ακριβώς, στα βυζιά τους. Και αδένες είναι, και δύο είναι, αλλά, το βασικότερο όλων, υπάρχει και μπόλικο δέρμα για γράψιμο.

- Ρε το μαλάκα, με άφησε στα κρύα του λουτρού, το ζώον...
- Μη στενοχωριέσαι μωρέ, απλά γράφ 'τον στις βυζάρες σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαράκτηρισμός για γυναίκα μετρίου αναστήματος, παχουλή και με μεγάλο στήθος.

- Κοίτα ρε κάτι βυζιά η Σούλα.
- Άσε ρε με τον κουβά... το σούπερ μάριο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχαίες φυλές, συγγενείς των Βησιγότθων και των Οστρογότθων αντίστοιχα, που αποσχίστηκαν από τις φυλές τους λόγω της αδιαφορίας τους για τα τσεκούρια και τους πολέμους και της παράφορης εμμονής τους για τα βυζιά και τους γοφούς (κώλους-μπούτια τα πάντα όλα) αντίστοιχα.

Έπειτα από την απόσχισή τους, καταλαβαίνετε ότι, λόγω της πολυγαμικότατης ζωής τους, αφιερώθηκαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη στο αχαλίνωτο πήδημα και σαν φυλή αναμίχθηκε και χάθηκε. Τα γονίδιά τους όμως τα κληρονομήσαμε όλοι και σώζονται μέχρι σήμερα.

Για αυτό και χαρακτηρίζουμε σήμερα σαν Οστρογόφο κάποιον που αδιαφορεί γενικά για το μπούστο και τρελαίνεται με τις απανταχού μπουτοκωλάρες και, ανάλογα, Βυζιγότθο αυτόν που ξεφεύγει με τη θέα των βυζιών και συνήθως δεν μπορεί να κοιτάξει ποτέ μια βυζαρού στα μάτια όταν του μιλάει.

  1. - Τι θα έλεγες για μια ισπανική αγόραρέ μου;
    - Μπα είμαι ξερός Οστρογόφος, οπότε σκύψε και αρχίζω τη λίπανση.

  2. - Γεια τι κάνεις Μπάμπη;
    - Εεε, γνωριζόμαστε;
    - Ε, που να με θυμάσαι φατσικά, προχθές που μου μίλαγες για την ορειβασία μόνο τα βυζιά μου κοίταζες..
    - Σόρρυ, αλλά μπέρδευα τα όρη!

Δες και κωλάκιας, βυζάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκούρα συνήθως περιοχή γύρω από την ρώγα και στα δύο φύλα. Ονομάστηκε έτσι επειδή περιβάλλει το κέντρο του βυζιού. Σε ξανθές γυναίκες είναι ροζουλί.

Έφαγα μια ήττα χτές με την Λωλότα... Της βγάζω το σουτιέν και πριν αρχίσω το γλυφοβύζι σταματάω. Είχε τρίχες στο γυροβύζιον της...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τη φράση την μεταχειριζόμαστε όταν θέλουμε να δείξουμε ότι σκυλομετανιώνουμε για μια πράξη ή παράλειψη μας.

Το επώδυνο τράβηγμα των βυζιών μας, σαν εκδήλωση αυτο-βασανισμού και αυτο-τιμωρίας, έρχεται να δηλώσει τη συντριβή μας αλλά και να λειτουργήσει καθαρτικά και να απαλύνει την οδύνη από τις τύψεις ή ενοχές που νιώθουμε.

Συνώνυμο: χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο

Γνώρισα έναν τύπο στο τραίνο Άμστερνταμ-Βρυξέλλες, με κάτι φοβερά mp3 φορτωμένα στο lap top του, που τα σπάγανε. Μιλάμε, τράβαγα τα βυζιά μου που δεν είχα μαζί μου ένα φλασάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονομάζεται το αυτόγραφο που κάποιος διάσημος καλλιτέχνης (τραγουδιστής, ηθοποιός) υπογράφει στο στήθος μιας οπαδού του. Κλασσικό παράδειγμα είναι οι μαστογραφίες του Ανδρέα Μπάρκουλη στα 60s και πρόσφατα του Σάκη Ρουβά στις εκστασιασμένες ρουβίτσες.

Το λήμμα είναι ομόηχο με την γνωστή ιατρική εξέταση της μαστογραφίας, που γίνεται με τη χρήση ακτίνων Rontgen προς διερεύνηση όγκων ή οζιδίων του μαστού.

  1. Η Λάουρα γύρισε αργά το πρωί με μια μαστογραφία από τον DJ Τοm στο αριστερό βυζί της.

  2. Προτιμάς να σου βγει η κόρη σου emo ή να γυρεύει μαστογραφία από τον Sakis;

Μαστογραφία (από allivegp, 22/08/09)"μαστογραφία" (από allivegp, 22/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified