Further tags

Υποκοριστικό του γύρου, χρησιμοποιείται συχνότατα στο στρατό για αναφορά στο γνωστό και φτηνό έδεσμα.

- Ψαράδες είστε εξοδούχοι σήμερα. Θα μου φέρετε κανένα γυρόνι επιστρέφοντας;
- Έγινε! Χωρίς κρεμμύδι έτσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη, μοντέρνα λέξη, σύνθετου χαρακτήρα [πούτσα+κάτουρο].

Από πολλούς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί καραμπινάτος πλεονασμός: αφού ούτως ή άλλως κατουράμε από συγκεκριμένο όργανο, γιατί αυτό πρέπει να αναφέρεται;

Από προσωπική εμπειρία μπορώ να πω, ότι η έκφραση «φοριέται» πολύ στο στρατό.

- Πάμε ρε μαλάκα, θα αργήσουμε!
- Κούλαρερε. Κάτσε να ρίξω ένα πουτσοκάτουρο και την (γ)κανά.

Έγκυος από χρυσή βροχή η Δανάη στον μύθο! Ο πίνακας του Gustav Klimt. (από Hank, 11/02/09)

Βλ. και ένα πέο κάτουρο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φάρμακο που χρησιμοποιείται κυρίως κατά την διάρκεια της στρατιωτικής θητείας. Χρησιμοποιείται για στιγμές ανίας, βαρεμάρας, ρουτίνας ή ακόμα και για πολύ πιεστικές καταστάσεις.

- Πω, Πω ρε παιδία δεν μπορώ άλλο εδω μέσα!!! Κάθε μέρα σκοπιά 2-4 τα χαράματα! Δεν την παλεύω άλλο!!!
- Ένταξει ρε ψηλέ! Πως κάνεις έτσι; Πάρε αντιπαλευόν!!

Από το ΦΑΔ της Λήμνου... (από Cunning Linguist, 23/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καψόνι στα στρατόπεδα, κατά το οποίο οι φαντάροι καθαρίζουν όλο το στρατόπεδο από τις πευκοβελόνες.

Ανήκει στην ίδια κατηγορία λημμάτων με την λέξη γόπινγκ.

Αφορά συνήθως στρατόπεδα με πεύκα και το χρησιμοποιούν κυρίως σμηνίτες τις 350Π.Κ.Β. στην Θεσσαλονίκη.
*Π.Κ.Β. = Πτέρυγα Κατευθυνομένων Βλημάτων.

-Μοιιίρααα... Προσοοοχή!!! Η άφιξης του υποπτέραρχου είναι προγραμματισμένη για τις 17:00 το απόγευμα. Διασκορπιστείτε σε όλο το στρατόπεδο και μαζέψτε όλες τις πευκοβελόνες! Λαμπίκο να το κάνετε! Μη δω καμία κάτω, θα σας λιώσω!
-Πω! Ρε φίλε πάλι πευκοβελόνες; Κάθε μέρα τις μαζεύουμε και δεν τελειώνουν!
-Και τι παραπονιέσαι ρε σειρά; Αφού το λέει και το όνομα του στρατοπέδου! 350 Π**ευΚοΒ**ελόνινγκ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «μετερίζι», λέξη που πέρασε στη γλώσσα μας από τα τουρκικά, αλλά με ρίζα στα φαρσί [φαρσ. meteris, -iz], περιγράφει τη θέση μάχης που λαμβάνεται με προφύλαξη από τα πυρά του εχθρού σε κάποιο σταθερό σημείο.

Μεταφορικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον ορκισμένο αγώνα κάποιου, για σκοπό τον οποίο θεωρεί ιερό.

  1. Παραθέτω απόσπασμα άρθρου από το διαδίκτυο:

Κατα την περίοδο 1990-91 ο εν λόγω τότε βουλευτής εκλήθη να υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία. Τότε λοιπόν το σώμα ψήφισε νόμο για την συγκεκριμένη περίπτωση, έτσι ώστε να υπηρετήσει μονάχα 6 μήνες. Η ατάκα -ιστορική από τότε- που βγήκε από το στόμα του νεαρού βουλευτή Βουλγαράκη ήταν: «εγώ υπηρετώ από άλλο μετερίζι»

  1. Άρθρο της Ελευθεροτυπίας

Λάρισα: 2.000 τρακτέρ στο μετερίζι της Νίκαιας

Στη Νίκαια Λάρισας και στον Προμαχώνα Σερρών χτυπά από χθες η «καρδιά» αυτής της αγροτικής κινητοποίησης. Είναι τα μόνα πλέον μεγάλα μπλόκα, στα οποία έχουν σπεύσει και τα τρακτέρ από άλλα μπλόκα που έχουν διαλυθεί. Τον αγώνα συνεχίζουν και οι Κρητικοί αγρότες, που σκοπεύουν να έρθουν στην Αθήνα και να πολιορκήσουν το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης.

Κι αυτός σε μετερίζι, εξ απαλών ονύχων... (από krepsinis, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κραυγή ενθουσιασμού του δημοσίου υπαλλήλου, που μπορεί να τα ξύνει με την ησυχία του στο Δημόσιο μονιμοποιημένος, αντί να τον τρέχει στον ιδιωτικό τομέα ο κάθε ρουμάνος.

«Φορέβα» από το «for ever», όπως καθιέρωσαν τα Ημισκούμπρια.

Δεν θέλω κάτσε σήκω, ανέβα και κατέβα,
γιατί τα ξύνω μόνιμα, Δημόσιο φορέβα!
(Ημισκούμπρια)

Δημόσιο φορέβα (από Dirty Talking, 13/02/09)συμβαίνει κ αλλού (από gaidouragathos, 11/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του Holiday in Cambodia των Dead Kennedys, αναφέρεται στη πραγματοποίηση στρατιωτικής θητείας στη Γκασμαδία.

- Πριν από δέκα χρόνια ακριβώς σαν σήμερα, ξεκινούσα για Holiday in Gasmadia...

(από Jonas, 17/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για σούτια που είναι τελείως άστοχα στο ποδόσφαιρο και την σκοποβολή.

  1. Λοχίας: - Πού βαράς ρε ψάρουκλα, στον γάμο του Καραγκιόζη; Σιγά θα σκοτώσεις την Αγλαΐα!

  2. Το βάρεσε στον γάμο του Καραγκιόζη το πέναλτι ο Μπέκαμ!

Αυτή η μπάλα μαζεύτηκε από κάποιον προσκεκλημένο του Καραγκιόζη στον γάμο του και δημοπρατήθηκε για κάτι εκατομμύρια δολλάρια! (από Dirty Talking, 23/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο στρατό, Ι1, Ι2, Ι5 είναι βαθμοί ικανότητας. Το Ι5 το παίρνουν οι ντιγκιντάγκες, οι ανίκανοι σωματικά ή πνευματικά (τρελόχαρτο).

-Ο Μάκης είναι μεγάλο λαμόγιο. Πήγε μια μέρα στο στρατό και απολύθηκε στο καπάκι με Ι5.
-Πώς έγινε αυτό ρε;
-Τον βγάλανε λέει τρελό. Ποιος ξέρει τι καραγκιοζιλίκια έκανε πρώτη μέρα στη μονάδα.
-Ε το μαλάκα.

H ταινία! (από GATZMAN, 03/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όργανο της Ελληνικής Αστυνομίας. Άλλοι τον λένε μπάτσο.

- Ρε Κώστα, κοίτα πάνω ρε, ελικόπτερο!

- Βασιλική, φτιάξε άλλους δυο φραπέδες...

(αντιδράσεις αστυνομικών έξω από τον Κορυδαλλό την ώρα της απόδρασης Παλαιοκώστα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified