Further tags

Λίγο πριν από επιθεώρηση motherfucking-ΓΕΑ ή αναλόγου, οι ένστολοι καλούνται να βελτιώσουν την εμφάνιση των καθώς και να στιλβώσουν τα υποδήματα των, ενόσω τα φέρουν.

Κατά την πράξη αυτή, συχνάκις μένει ένα ισοσκελές τριγωνάκι (βάση στο έδαφος, κορυφή στον ουρανό) στο πίσω μέρος της αρβύλας, κάτωθι της πτέρνας, άβαφο, λόγω του δυσπρόσιτου.

Δεδομένου του πανικού που επικρατεί σε επιχειρήσεις ταχείας στιλβώσεως αυτό το τριγωνάκι περνάει απαρατήρητο στους κληρωτούς.

Πλην όμως ο καμπανοκυνηγός, ος επιβλέπει το άγημα πανταχόθεν, και λόγω του ανοιχτόχρωμου κονιορτού που συνηθίζεται στους προαύλιους χώρους (γαρμπιλάκι), κάτι τέτοια τα επισημαίνει πάραυτα και απονέμει τα εύσημα.

Φαίνεται δε από χιλιόμετρα. Εντάξει ίσως σε κωλοφάνταρα να μην γίνεται ντόρος, αλλά άν είσαι ΔΕΑ σε κρεμάνε.

- Νικολάου, σιαξ το κράνος ς! Παρχαρίδη, χαρτονάκια δεν έβαλες το κερατό σου μέσα; Λίακο, με παραλλαγή ερήμου μας ήρθες; Και το νού σας, ε, μην δώ τριγωνάκια, θα σας πάρω το κεφάλι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λόχος Υπερβολικού Τάκου.

Εκεί υπηρετούν όσοι έχουν γενετική προδιάθεση προς τιμωρία.

Σ.ς.:Tάκος, με την έννοια της ποινής.

- Που τοποθετήθηκες νέο;
- Στο Λ.Υ.Τ.
- Καλά θα περάσεις καμπανόφατσα.

Σ.ς.: Καμπανόφατσα δε είναι ο οπλίτης που διαθέτει το κοίταγμα της μαύρης γάτας, έτσι ώστε ακόμα και να μη φταίει για κάποιο παράπτωμα που έλαβε χώρα εντός της μονάδας, αυτός θα την πληρώσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο πάνω στον χαρακτηρισμό ενός οπλίτη ως «Ελεύθερου Υπηρεσίας» (Ε.Υ).από τον Ιατρό του Τάγματος.

Ο Ελεύθερος Ζωής είναι ο κλασικός μίζερος άνθρωπος όπου αρνείται να συμμετάσχει σε οποιαδήποτε δραστηριότητα, γεγονός που τον διαφοροποιεί από τον πραγματικά Ελεύθερο Υπηρεσίας.

Χάρη στην αργκό συνεπώς προσδιορίζονται «Ελεύθεροι Υπηρεσίας» δύο ταχυτήτων, ώστε να ξεχωρίσει η ήρα από το σιτάρι.

- Βγήκα πάλι Ε.Υ για να μην πάω στη Βολή σήμερα.
- Καψερέ, εσύ είσαι Ελεύθερος Ζωής. Καληνύχτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το εντελώς χύμα παλικάρι, αυτός που δεν ασχολείται με τους τύπους και τα προβλεπόμενα, φοράει ό,τι νά 'ναι, κάνει τα δικά του και δεν πα να γ$%#@&* το σύμπαν. Ψιλορεμάλι βασικά, τα κίνητρά του έχουν μια ακαθόριστη σχέση με κάποια αντίδραση στο κατεστημένο, αλλά πιο πολύ η φάση είναι «άααααραξε μωρέ και δεν βαριέσαιιιι...» (ή αλλιώς: «ό,τι 'ναι νά 'ρθει θε να ρθει, κι αν δεν ερθεί, μαγκιά του!» [βλ. το σχετικό βίντεο])

Χρησιμοποιείται πάρα πολύ στον στρατό για τους φαντάρους (ή τους αξιωματικούς) που τα έχουνε όλα γραμμένα στ'@@ τους.

Από το γνωστό παρτάλι (κυριολεκτικά: το κουρέλι).

  1. (από εδώ)
    «ΥΕΑ στα τεθωρακισμένα είμαι [...] Βέβαια εκπαιδεύεσαι. Ο πιο πάρταλος δικός μας είναι καλύτερος από τον πιο τέντα φαντάρο (ή έστω από ένα καλό φαντάρο) αλλά τι να το κάνεις.»

  2. (από εδώ)
    «Τ/ΓΕΣ λόχο μεταφορών με κλειστά μάτια φίλε μου. Πολύ καλά στελέχη (άραγε ο Σίμος ο Λευτέρης και ο Πουπουνάκης είναι ακόμα στα πολιτικά οχήματα;) και αραλίκι. Βύσμα δεν χρειάχεται, απλά να έχεις κάμποσο καίρο δίπλωμα οδήγησης και να μην φαίνεσαι πάρταλος!!»

  3. (από εδώ)
    «Τώρα δηλαδή που ο μπυροθρεμμένος Μήτρο έβαλε 3 γκόλ τί ζόρι τραβάς πάλι; Μπόρεί το παιδί να είναι πάρταλος μεγάλος αλλά ρε γαμώτο όταν παίζει το κολλάει το παστέλι τι να κάνουμε;»

Απαράδεκτοι - "Ό,τι \'ναι νά \'ρθει θε να ρθει, κι αν δεν ερθεί, μαγκιά του!" (από Cunning Linguist, 07/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακούστηκε δια στόματος αρχηγού ανταρτών του ΕΛ.ΑΣ., εκ Καρδίτσης ορμωμένου, κατά την αναζήτηση της σορού γενναίου συντρόφου, του Μάκη, κάπου στα διάσελα των Αγράφων, στα σύνορα Ευρυτανίας - Καρδίτσης. Σε πλήρη γραφή εις την δημοτικήν: «Π' έπ'ση ι Μαξ;». Στην δε σύγχρονον Αττικήν: «Πού έπεσε ο Μάκης, (να ούμε);»

«Π' έπ'ση ι Μαξ;»

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για τις γνωστές χειροπέδες, δεσμευτικές ή κόσμημα, απο το τούρκικο kelepce.

...τα χέρια μου στον κελεπτσέ , κι ο νους μου στην αγάπη ...

(στίχος απο το γνωστό άσμα «Δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη»)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρατιωτική αργκό.

Αποκαλείται αερογάμης ο στρατιώτης, ο οποίος δεν εκτελεί κανονικά τη Σωματική Βελτίωση των push-ups (δηλαδή με κλίση των χεριών επί του εδάφους διατηρώντας οριζόντιο τον κορμό) αλλά διατηρεί τα χέρια… άκλιτα και κινεί μόνο την λεκάνη ωσάν να γαμεί τον αέρα.

Το φαινόμενο παρατηρείται εις τα κέντρα κατατάξεως και εκπαίδευσης σε νέοπες προερχόμενους από πολιτική ζωή κραιπάλης, αγυμνασίας και τεμπελιάς. Επίσης σε λέουρες, στην απειροελάχιστη πιθανότητα να υποβληθούν σε τέτοιου είδους καψώνι.

Ο όρος χρησιμοποιείται μεταφορικά, όπως βλέπουμε και στους άλλους όρισμούς του λήμματος (sex, πουλερικά), και στον χώρο της γύμνασης.

Σχετικό: αιθερογάμων.

Ρε αερογάμηδες, εκτελείτε καλώς τα push-ups, αλλιώς θα δείτε την Τρίπολη με μακαρόνι, κωλόψαρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παράπονα, οι αυστηρές επιπλήξεις, το ξέχεσμα, ιδίως όταν ο αποδέκτης όλων αυτών δεν μπορεί καν να μιλήσει για να υπερασπιστεί τον εαυτό του, πράγμα που συμβαίνει κατεξοχήν στα στρατόπεδα ανάμεσα σε φαντάρους/κατώτερους και ανώτερους ή στον εργασιακό χώρο, ανάμεσα σε υφιστάμενους και προϊσταμένους.

Ο ενεργητικός τύπος είναι ρίχνω σκατό ή σκατώνω, ενώ ο παθητικός τρώω/ακούω σκατό.

Βλέπε και τρώω το σκατό.

  1. (από εδώ)
    «Να σημειωθεί ότι ναι μεν έχεις κοντά σου (δίπλα σου κυριολεκτικά) τον Ταξίαρχο, αλλά δεν πρόκειται να ασχοληθεί με εσάς, αφού όλον τον καιρό θα τριγυρνά στις υπόλοιπες μονάδες του νησιού για να ρίχνει σκατό στα στρατόπεδα και τους διοικητές που δεν γουστάρει.»

  2. (φαντάρος πάει να μπει στους θαλάμους και τον προλαβαίνει άλλος) - Σειρά πρόσεχε, είναι πάνω ο στρατοπεδάρχης και σκατώνει κόσμο!
    - Ωχ, τον πούλο τον τρεχάτο!

  3. (στο ΚΨΜ)
    - Φτιάξε μου έναν καφέ γιατί δεν την παλεύω μία...
    - Τι έγινε;
    - Άσε, δυο ώρες έχω κοιμηθεί μόνο και άκουσα και μισή ώρα σκατό από τον διοικητή στην πύλη...

  4. (σε ένα γραφείο μεταξύ συναδέλφων)
    - Λείπει ο διευθυντής σήμερα...
    - Επιτέλους, να και μια μέρα που δεν θα φάμε σκατό!

(από gaidouragathos, 28/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θαρρώ ότι ενσωματώθηκε στην ρεμπέτικη φρασεολογία, κατόπιν της πρώτης μεταναστευτικής ορδής εις την Αμερική, λίγο μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Πολιτσμάνοι = Police Men, στην ελληνική απόδοση Πολιτσμάνοι.

Θα παραθέσω και εγώ τους γνωστούς στίχους του αείμνηστου Βαμβακάρη:

Εφουμέρναμ' ένα βράδυ, αργιλέ σπαχάνη μαύρη, δίχως νά 'χουμε στην πόρτα
τσιλιαδόρους όπως πρώτα. Κι έρχουνται δυο πολιτσμάνοι, και δεν βρίσκουνε ντουμάνι. Ζούλα όλοι οι αργιλέδες, φυλαχτείτε απ' τους τζέδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α.Κ.Α.Β. - αρκτικόλεξο, ακρωνύμιο.

Αυστηρό Κωλοδάχτυλο Άνευ Βαζελίνης.

Τιμωρία που επέβαλαν οι παλιοί στους νέους στον Στρατό.

  1. Πρόσεχε θα τιμωρηθείς με τετραήμερο Α.Κ.Α.Β.

  2. Ε!!! νέους, τετραήμερο Α.Κ.Α.Β.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified