Further tags

Ο ομαδικός εναγκαλισμός νεοκεκαρμένου συμμαθητού.

Χαριτωμένη δραστηριότητα παρελθουσών δεκαετιών όπου ο ανθός της ελληνικής κοινωνίας απεφόρτιζε την επιθετικότητα του στους σβέρκους των πλησίον του και ουχί στην δημόσια και ιδιωτική περιουσία.

Πάνε πια αυτά!

- Ο Βασίλης κουρεύτηκε!
- Μπούγιοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοο!
- Ααααααααα
- Ζεις αιώνια κι΄ανασαίνεις, όταν λες μολών λαβέ!
(Οιμωγές)

Βλ. και σχετικά λήμματα φατούρο και σύννεφο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα που δηλοί την υπέρτατη κατάσταση έκστασης στην οποία έχει περιέλθει ο ανακράζων.

Όπως ο αληθινός μουσουλμάνος αναγνωρίζει τον ένα Θεό (τον ΠΑΟΚ δηλαδή) λέγοντας στα τουρκικά Ένας Θεός! (Για την ταύτιση μουσουλμάνου και τούρκου στα καθ' ημάς βλέπε και μεμέτης), έτσι και ο Επικούρειος μέσα μας κοινοποιεί την έκσταση του παραλληλίζοντάς την με τον εναγκαλιασμό της εξ αποκαλύψεως αλήθειας (λέμε τώρα).

- Μάγκες, έφερε ο Κωστής μια φουντίτσα, τεφαρίκι!
- Μπιρ αλλάχ αρκαντάς! Στρώσου για μπάφκετ!

Σύγκρινε με βαράω μπιραλάχ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του τα ζώα μου αργά σε πιο βλάχικη έκδοση.

Ρε Στράτο, αργά τα ζα είσαι, θες μία ώρα να αλλάξεις ένα λάστιχο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όσον αφορά τα αθλητικά, ποντίκια ονομάζουν οι Σουπεράδες τα μη μέλη του Super 3. Πρόκειται για σαφώς μικρότερο αριθμό οπαδών οι οποίοι ασκούν, όσο μπορούν, αντιπολίτευση στο παρόν διοικητικό συμβούλιο. Αποτελούνται από μέλη των Ιερολοχιτών, έτερου συνδέσμου του Άρεως που κάνει κερκίδα στη θύρα 1 του Κλ. Βικελίδης.

- Ο Σκόρδας κάνει κακό στον Άρη.
- Ποντίκι είσαι ρε και το λες αυτό;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οπαδός, συνήθως επί πληρωμή, της ομάδας του Άρη Θεσσαλονίκης και μέλος του μεγαλύτερου συνδέσμου, του Super 3. Η κερκίδα τους είναι στη θύρα 3 στο γήπεδο του Άρη «Κλεάνθης Βικελίδης». Αντίθετο του το ποντίκι.

- Που θα δεις το ματς ρε Κώστα;
- Μάλλον με τους σουπεράδες στην 3.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπίμπα ονομάζεται το μέρος που είναι γεμάτο, φουλαρισμένο. Συναντάται κυρίως στην Νότια Ελλάδα.

- Άντε ρε φίλε, θα πάμε σ' εκείνο το μπαράκι που λέγαμε;
- Μπα ρε συ, θα στριμωχτούμε άσχημα. Μπίμπα θα είναι.

βλ. και τίγκα, φίσκα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ατζαμής, ο ζημιάρης, αυτός που έχει την δεξιότητα σκιάχτρου.

- Πάλι έσπασες πιάτο; Έχει μείνει το μισό σερβίτσιο. Μα αχυρένιος είσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην κυριολεξία, το γόνιμο χώμα, η κοπριά.

Λέγεται μεταφορικά για το αυτοκίνητο που είναι χρέπι, κουβάς, σαράβαλο που δεν παίρνει από επισκευή, σουλούπωμα ή μάζεμα, και αξίζει το βάρος του σε κοπριά.

(Σε αντιπροσωπεία αυτοκινήτων)

- Πόσα πιάνει να αφήσω Lada Samara ρε λεβέντη για ανταλλαγή;
- Περίπου 100 ευρώ και να δούμε.
- Τι είπες ρε φίλε; '92 μοντέλο καταλυτικό είναι. Μόνο 100; Με σφάζεις!
- Το αυτοκίνητο είναι φουσκή κύριε μου. Ένας τόνος φουσκή κάνει 100 άντε 150.

(από slangprof, 01/12/08)(από slangprof, 01/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντί για Μεταξουργείο (τη γνωστή περιοχή της Αθήνας). Συνήθως αυτός που το λέει αναφέρεται στους οίκους ανοχής της περιοχής.

- Άσε ρε Γιάννη, είμαι τόσο καιρό χωρίς γκόμενα, πάλι με έχουν πιάσει καύλες!
- Δεν πάμε κανα Μετάξι να γαμήσεις μπας και ξελαμπικάρεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο (νεαρός, αρσενικός) κάτοικος των Εργατικών Κατοικιών της περιοχής Φοίνικα Θεσσαλονίκης (Προσοχή, να μην συγχέεται με του Βότση).

Εναλλακτικός, τοπικής εμβέλειας, χαρακτηρισμός για: τον κάγκουρα, το ταγκαλάκι κτλ.

- Καλά, τι φώναζε ο τύπος με το μηχανάκι;
- Άντε μωρέ τον φοίνικα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified