Further tags

Είμαι άσχημος εμφανισιακά ή αλλιώς είμαι μπάζο. Προέρχεται από το ουσιαστικό μπάζο. Χρησιμοποιείται στο τρίτο πρόσωπο δηλώνοντας ότι ένα πρόσωπο είναι άσχημο.

- Ρε την είδες αυτή που πέρναγε; Ωραίο μωρό!!
- Τι ωραίο ρε;; Η γκόμενα έμπαζε από παντού...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποκοριστικό της λέξεως αρχίδι.
Είναι το αρχίδι που κάνει την αρχιδιά στα μουλωχτά.

-Πας να μου την κάνεις πάλι αρχιδάκι;
-Ρε συ Αποστόλη να σου εξηγήσω!!!
-Κατέβασε γρήγορα τα φράγκα μη σ΄αρχίσω στις γρήγορες.

Got a better definition? Add it!

Published

O Αρχίδαμος ήταν βασιλιάς της Σπάρτης από το 469 π.Χ. περίπου.

Σήμερα η λέξη χρησιμοποιείται με περιφρονητική έννοια για να υποδηλώσει τον σταρχιδιστή, τον ζαμανφουτίστα και γενικά τον "πέρα βρέχει".

Τάκης: Τι ώρα έχει πάει;
Λίτσα: Οκτώ και είκοσι δύο.
Τάκης: Καλά μας δουλεύει! Στις οχτώ δεν είχαμε πει;
Λίτσα: Ναι, στις οκτώ!
Τάκης: Και σου είπα να πάρεις τα κλειδιά από χθες.
Λίτσα: Ελα ρε συ Τάκη αφού ξέρεις, δεν θα μου τα έδινε!
Τάκης: Έχεις το κινητό του;
Λίτσα: Ναι το έχω!!
Τάκης: Για πέστο.
Λίτσα: Εξι εννέα τρία δύο ....
Λίτσα: Τι;
Τάκης: Δεν απαντάει ο Αρχίδαμος!!!... (@#$%)
Λίτσα: Ας περιμένουμε μέχρι τις και μισή!
Τάκης: Τι λε ρε! Εχω δαγκώσει το καβλί μου εδώ έξω, και βρεεεεεέχει!
.........
Λίτσα: ... Α, νάτος!!!!!
Τάκης: ... Κοίτα να δεις, έφερε και ομπρέλα η λουλού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο πολύ κοντός άνθρωπος.
  2. Όταν κάποιος απαντά σε υβριστικό λόγο του αντιπάλου του και καταφέρνει να τον κάνει να μην μπορεί να σκεφτεί κάτι να του αντιμιλήσει και σωπαίνει.
  1. Ε την τάπα! 1.20 όρθια είναι!

  2. - Άντε ρε... που δε σε κόβει ούτε 2+2 πόσο κάνει!
    - Μιλάς και συ, που δεν πέρασες ούτε την τάξη!;
    - ...
    - Φάε την τάπα τώρα και μη μιλάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάρα προπερασμένης δεκαετίας, η οποία στην ορίτζιναλ εκδοχή συνοδεύεται από το «να μην μπορείς να δεις τσόντα», το οποίον και εννοείται ως ευκόλως παραλειπόμενο.

Παραπέμπει στην εποχή που η κατοχή βίντεο προσέδιδε πρεστίζ και γκλαμουριά στον κάτοχο και τα μηχανήματα ακόμη επισκευαζόταν και δεν πετιόταν για πλάκα. Δεδομένου του δυσεύρετου του καλού μάστορα (και κατά συνέπεια της επί μακρόν αποχής από το χειρογλύκανο σε περίπτωση βλάβης), αλλά και του κόστους επισκευής, η κατάρα αυτή πρέπει να θεωρείται βαρύτατη.

Η αντικατάσταση του βίντεο από το δωδ στην εν λόγω κατάρα είναι τουλάστιχον κωμική, αφού ένα καινούργιο κοστίζει 30€, και η απώλειά του δεν συγκρίνεται με τον πόνο που προκαλούσε η βλάβη στο βίντεο. Χώρια που αφαιρεί τη βιβλιογραφική αναφορά στα έιτηζ.

-Πάλι μ' έκοψε με 4,5 Μπετό ΙΙ ο σκατόψυχος που να του καεί το βίντεο. Αλλά ξέρω πού μένει ο παλιοκαργιόλης...

(από xalikoutis, 05/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οταν κάποιος είναι ανίκανος, άχρηστος ή γενικά ανεπρόκοπος σαν να έχει καεί από φωτιά. Κυκλαδίτικος ορος.

— Τον πήρε 25 λεπτά να αδειάσει το τασάκι, ενώ εμείς περιμέναμενε!!
— Ε τον μαλάκα τον φωτιοκαμένο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O πιο μικρός, ο πιο ασήμαντος, η τελευταία τρύπα του ζουρνά. Ο οποίος, παρόλαυτα, επιμένει να έχει άποψη και επιμένει να τη λέει, συνήθως σε ακατάλληλες στιγμές. Αν το μιλάνε όλοι, μιλάνε και οι κώλοι είναι μια φορά απαξιωτικό, το να σε πούνε πορδή του κάβουρα είναι δέκα και βάλε. Διότι, τι κώλο έχει ο κάβουρας; Ή αλλιώς, τι είν' ο κάβουρας, τι ειν' η πορδή του;

Λέγεται και χαϊδευτικά σε πιτσιρίκια - ας πούμε, αν έχουμε να κάνουμε με καμμιά Σουρπουήτσα που είναι μικρομέγαλη.

- Εγώ, θείε, είμαι της γνώμης ότι αυτά τα χαρτιά πρέπει να τα δώσετε. Η μάνα του Χοσέ δεν έκλαψε ποτέ ...
- Άιντε, βρε κι εσύ, πορδή του κάβουρα ... πετάγεσαι ... ακόμα δε βγήκες απ' το αυγό κι έμαθες κι από χρηματιστήρια ... Ο θείος ξέρει τι πρέπει να κάνει ...
- Ναι, βέβαια, ξέρει ... (την τύφλα του ξέρει ... ο εγκλωβισμένος ... ο καταστρεμμενίδης ...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Σαρδανάπαλος ήταν σύμφωνα με τον Κτησία ο τελευταίος βασιλιάς της Ασσυρίας. Ήταν παροιμιώδης για την έκφυλη και άσωτη ζωή του. Εν ολίγοις όχι κολακευτικός προσδιορισμός, το τεμπελόσκυλο, ο τρυφηλός, το παράσιτο, ο μαμ, κακά και νάνι.

- Ρε σαρδανάπαλε, βρες καμιά δουλειά, που έχεις την μάνα σου με κοίλη να καθαρίζει σκάλες στο δημαρχείο.
- Άστηνα εκεί που είναι τη μάνα μου, αλλιώς θα πεινάσουμε.

Ο θάνατος του Σαρδανάπαλου (από Hank, 15/01/09)(από Khan, 08/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμπνευσμένη έκφραση του γνωστού θρύλου της αθλητικής δημοσιογραφίας Γ. Γεωργίου. Στη συνηθέστερη μορφή της ακολουθεί την ανακοίνωση του ονόματος Σάββας. Γενικά, θεωρείται έκφραση απόλυτης απαξίωσης προς τον συνομιλητή ή αδιαφορίας για την έκβαση μίας συζήτησης, αφού το άτομο που την χρησιμοποιεί προτιμά να κάνει χαβαλέ με το όνομα του συνομιλητή, παρά με την ουσία της συζήτησης.

- Μεγάλη κουβέντα αυτή που άνοιξες! Θύμησέ μου το όνομά σου..
- Σάββας...
- Σάββα;...
- Τί;
- Τα παπάρια μου τράβα!!!
- Άντε ρε φίλε και εγώ μιλάω σοβαρά.

μπερδέψαμε τα παπάρια με τα κλάσματα... (από BuBis, 28/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified