Η ελληνική μετάφραση / παράκουση του mother fucker.
- I'm the best morofokas in the whole world!!!
Η ελληνική μετάφραση / παράκουση του mother fucker.
- I'm the best morofokas in the whole world!!!
Got a better definition? Add it!
Καλογυμνασμένος, άρτι αποτριχωθείς κι ετοιμογαμητέος ομοφυλόφιλος του Γκαζίου.
- Δεν το πιστεύω μωρή, μούνα έγινες! Palestra;
- Holmes αγάπη! Πήγαν τη συνδρομή στα 50 ευρώ
Got a better definition? Add it!
Πεομασάζ λάρυγγος.
Εγώ τους χάριζα λαρυγγοτσίμπουκα ρουφώντας όσο πιο πολύ μπορούσα τις ψωλές τους στο στόμα μου.
Δες και βαθύ λαρύγγι.
Got a better definition? Add it!
Αυτοσχέδιο διαδραστικό πνευστό όργανο (κάτι σαν την Τούμπα), χρησιμοποιείται και σαν ρήμα δηλώνοντας την χρήση του οργάνου.
Είναι σολίστ στην κλανοφυσαρούφα.
Got a better definition? Add it!
Το υπερτούμπανο είναι το νέο θεόμουνο (ή ακόμα και θεόμουνο): το αψηλό, γυμνασμένο, γραμμωμένο κι έκφυλο ούμπερ-τούμπανο νέας κοπής. Κάνει και τα τρένα ακόμα να εκτροχιάζονται.
Εκφέρεται και για υπεργαμάτα αντικείμενα πόθου, π.χ. κωλοφτιαγμένες μηχανές.
1.
Αποκάλεσε την Φαίη Σκορδά «υπερτούμπανο»! Δείτε πως αντέδρασε η παρουσιάστρια!
2.
Το «υπερτούμπανο»! Η Nicolette Shea είναι νέα, κορμάρα, κούκλα (πωλείται και ως παιχνίδι – δείτε δεξιά στις φωτογραφίες), και με το θεϊκό ύψος της που ξεπερνάει το 1 μέτρο και 80 εκατοστά...
3.
«New Entry»...μελός μας, με νεο «υπερτούμπανο»...αξιοτιμο και γνωστο μελος του Βόρειου κλιμακίου εν Ελλαδι...αποφασισε να προχωρησει σε αγορα «βρωμόγκαζου ...ζούπερ/ντούπερ» μοτέρ .... εισαγωγη απο Γερμανια ... , με πάμπολλες παρουσίες σε πολλές πίστες, ......από πρώην αγωνιζόμενο που σταμάτησε να τρέχει λόγω ηλικίας !
4.
Υπερτουμπανο Νιντζα 250. Σιγουρα απο SS 600 εχει 2 δισοφρενα αν τα ειδες.... Το Ohlins πισω το ειδατε;; Και το ψαλιδακι - κοσμημα;
Got a better definition? Add it!
Φλερτάρω, κολλάω, καμακώνω, την πέφτω. Επειδή γυρνάω όλο γύρω γύρω απ' τον ερώμενο-η, που με ελκύει.
Φλερτάρω, καμακώνω, την πέφτω στον Πέρι, κύριο πρωταγωνιστή του Slang & the Restless.
-Ποιος θα τό 'λεγε ότι ο Μπρίλιος, ευυπόληπτος γκαλερίστας θα ξεμονάχιαζε τον Πέρι μας!
-Μην είσαι αγαθομούνης! Δεν είχες δει πώς τον περιτριγύριζε;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Νεολογισμός που χαρακτηρίζει τον ψηλό, αγέρωχο, γυμνασμένο, άγριο, βορειοευρωπαϊκής κατατομής και ψυχοσύνθεσης άνδρα, που έχει φανερά και κρυφά χαρίσματα, όπως ηγετικές ικανότητες, ανεξάντλητες δυνάμεις κ.ά. Προέρχεται από την καύλα και τον Αλάριχο.
- Σήμερα έσκισα τρεις γκόμενες.
- Ποιος είσαι ρε, ο Καυλάριχος;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο γαμάτος, όταν θέλουμε να του δώσουμε μία νέα διάσταση (πιο μεγάλη και πιο φαρδιά). Προέρχεται από το γεγονός πως μπορεί πολύ εύκολα να δώσει γαμήσι (να τους πάρει όλους πίπα-κώλο).
- Πω ρε πούστη, πετάγεται ο άλλος, ο γαμήσιους και μας τρώει όλα τα καυλάκια... Κάτι πρέπει να κάνουμε!
- Οκ, το βράδυ θα τον πιάσουμε και θα του σκίσουμε τον πάτο...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κατά λέξη μετάφραση του αγγλικού «what's your poison» που στην ουσία ρωτά «με τι φτιάχνεσαι;», «με τι την βρίσκεις;», «ποιο το κόλλημά σου;».
Αν κι αναφέρεται κυρίως σε ξίδια, ουσίες και βίτσια, έχει φτάσει να κυκλοφορεί από και καλά αλάνια μπάρμεν, ίσως, γιατρούς και νταβατζήδες με πολλά κονέ, μέχρι το πληκτρολόγιο κάθε βιαστικής ντεμέκ άνετης και περπατημένης νετο-γιαλόμας, όταν βολιδοσκοπεί τα όποια γούστα του εκάστοτε συζητητή.
To γνωστό αναντάμ παπαντάμ απ' τον Titus Lucretius Carus: Ut quod ali cibus est aliis fuat acre venenum πως «ό,τι αποτελεί τροφή για κάποιον, αποτελεί πικρό δηλητήριο για κάποιον άλλον», μοιάζει να ανάγεται από μια υπερανεκτική κοινωνία, σχεδόν χαριτωμένα και τελείως απενοχοποιητικά, σε αήθη κατανάλωση (ο πελάτης έχει πάντα δίκιο) οποιουδήποτε προϊόντος ή υπηρεσίας (όλα εμπορεύματα προς πώληση, για να κινηθεί με το νταλαβέρι η Αγορά).
Υπονοείται προφανέστατα, πως καθένας έχει τουλάχιστον από ένα, που στην τελική τον χαρακτηρίζει μονοδιάστατα, τουλάχιστον σ' όποιον ρωτά.
1.
-Η μόνη απορία πλέον είναι ποιο είναι το δηλητήριο σου πρωί - πρωί. Ουίσκι; Βότκα; Ρούμι; Τσίπουρο; Ποιο;
-Όλα ρε, σε σφηνάκι.
2.
Λοιπόν, ποιο είναι το δηλητήριό σου απόψε; Τι είναι αυτό που σε βοηθά να κρύψεις αυτό που τα μάτια σου προσπαθούν να προδώσουν; Τι είναι αυτό που σου δίνει ενέργεια να χορεύεις όλο το βράδυ, αυτό που σε κάνει να δείχνεις όμορφη, ευχάριστη κι ενδιαφέρουσα; Τι έχει κάνει όλα τα μάτια να καρφωθούν πάνω σου; Είναι μήπως αυτό που βρίσκεται μέσα στο ποτήρι σου, που έχει γεμίσει κι αδειάσει ήδη τρεις φορές; Είναι η μουσική που έχει πλέον γίνει ένα με τους παλμούς της καρδιά σου, τα φώτα που έχουν κάνει τα πάντα γύρω σου να εξαφανιστούν κι αισθάνεσαι σα να έχεις μεταφερθεί ολομόναχη σ' έναν πύρινο πλανήτη;
(όλα απ' το δίχτυ)
Δες και δηλητήριο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Οι ριπές σπέρματος που παίρνουν κάποιον /-αν, χωρίς απαραίτητα να το επιθυμεί, σε ημιτελή διασπερμάτευση, σε ανεξέλεγκτο φλοκοπόταμο, ή, αυτοαναφορικώς, σε Τακ-Attack.
Επειδή τα κυνηγετικά σκάγια διασπείρονται για να πετύχουν το θήραμα κι οι κυνηγοί βαράνε και λίγο στην τύφλα, ομοίως ο πεοβόλος δεν μπορεί πάντα να στοχεύσει με ακρίβεια, αλλά εντούτοις πετυχαίνει συχνά το θύμα του.
Κλασική έκφραση: «Τον / την πήραν τα σκάγια».
Λέξεις για το σπέρμα: αγιασμός, γιαούρτια, κατάθεση, λάβα, μαλακία, ματσαφλόκια, μυτζήθρα, παπαροζούμι, παχιά, πέο τζους, πηχτή, σκάγια, σως, το άσπρο που κολλάει, του πουλιού το γάλα, τσουτσού σορόπ, τσουτσουνόζουμο, τυρί, φλόκια, χοντράδια, χυσαμόλι, χύσια, ψωλόχυμα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified