Further tags

Παραλλαγή του «στην υγειά σου», με ιδιαίτερη σημασία στην Κρήτη, όπου συνοδεύει ένα ολόκληρο τελετουργικό για πιώματα μέχρι λιποθυμίας.

Το «στην αφεντιά σου» είναι πιο σοβαρό απ' το «στην υγειά σου», το οποίο είναι γενικότατο. Δηλώνει ρισπέκ, και δείχνει ότι θεωρείς τον άλλον κύριο του εαυτού του - να κάτι που δεν ισχύει για όλους.

Το τελετουργικό έχει ως εξής. Παρεάκι μαζεύεται στην αυλή (σπίτι, μπαλκόνι, νυχτερινό κέντρο, οπουδήποτε), με το μπουκάλι / κανάτα / νταμιτζάνα κρασί στη μέση. Στην αρχή, ο κόσμος κερνάει και πίνει κανονικά, βάζοντας στα ποτήρια των άλλων και στο ποτήρι του (ο κεραστής, τελευταίος) και λέγοντας «γεια μας, μ'ρε παιδιά!» ή κάτι τέτοιο πριν τσουγκρίσει και πιει. Ως εδώ καλά. Αργά ή γρήγορα όμως, κάποιος θα κάνει τη μαλακία και θα «καλέσει». Έτσι ξεκινάει ένας κατήφορος που θα τελειώσει ανυπερθέτως με ένα τσούρμο λιώματα, χυμένους ο ένας πάνω στον άλλον.

Ο καλεστής, πρώτ' απ' όλα, σκώνεται όρθιος να τον βλέπουν. Μετά παίρνει το δικό του ποτήρι και το γιομίζει μέχρι πάνω πάνω, ξέχειλο που λένε. Μετά το σηκώνει προς τη μεριά αυτού που θέλει να καλέσει (παναπεί να προκαλέσει...), λέει σοβαρά-σοβαρά «στην αφεντιά σου», και το κατεβάζει κούπα (παναπεί μονορούφι). Αμέσως μετά το ξαναγιομίζει, πάλι ξέχειλο, και το δίνει σ' αυτόν που κάλεσε. Ο οποίος διαλέγει κάποιον άλλον στην παρέα να καλέσει, λέει κι αυτός «στην αφεντιά σου», πίνει την κούπα, ξαναματαγιομίζει, και ούτω καθ' εξής.

Οι κανόνες του παιχνιδιού:
1. Απαγορεύεται να καλέσεις χωρίς να πιεις. Πρώτα θα κατεβάσεις την κούπα σου, και μετά θα τη δώσεις στον άλλον. Το παιχνίδι είναι μια πρόκληση (dare που λένε στα εγγλέζικα), και δε νοείται να προκαλείς κάποιον να κάνει κάτι που εσύ δεν μπορείς.
2. Όλοι πίνουν απ' το ίδιο ποτήρι. Δεν έχει «σιχαίνομαι» και «μα η Κατερίνα φοράει κραγιόν» και αηδίες. Είναι παιχνίδι τση παρέας, και η παρέα κάνει bonding έτσι. 3. Απαγορεύεται να αρνηθείς κάλεσμα. Στην καλύτερη περίπτωση θα γίνεις ρεζίλι των σκυλιών, και θα 'σαι για πάντα πλέον ο ξενέρωτος που δεν πίνει όταν τον καλούν. Στη χειρότερη, ο καλεστής θα το πάρει προσωπικά και θ' ανάψει καβγάς. Εδώ ένα απλό τσούγκρισμα να αρνηθείς, ο άλλος παρεξηγιέται. Πόσο μάλλον ένα επίσημο κάλεσμα κι ένα αρχοντικό «στην αφεντιά σου». Όπως και να' χει, αν κάποιος δεν πιει, το παιχνίδι χαλάει, προς μεγάλη απογοήτευση της ομήγυρης.
4. Μπορείς να καλέσεις όποιον θέλεις στο τραπέζι, ακόμα κι αυτόν που σε κάλεσε αμέσως πριν, κάτι το οποίο έχει παρενέργειες. Αφενός, μπορεί να εξελιχθεί σε μονομαχία, όταν δύο στην παρέα καλούν συνέχεια ο ένας τον άλλον, συνήθως για να δουν ποιος αντέχει να πιει περισσότερο. Αυτή η εκδοχή συχνά συνοδεύεται από ανταλλαγή σκωπτικών μαντινάδων, όπου ο ένας προσπαθεί να πικάρει τον άλλον. Αφετέρου, μπορεί να οργανωθεί (εκ προμελέτης ή επιτόπου) ομαδική στοχοποίηση ενός από την παρέα, και όλοι μα όλοι οι υπόλοιποι να καλούν αυτόν, με γέλια και πειράγματα. Αυτή η εκδοχή συχνά συνοδεύεται από ενέσεις καφεΐνης στο νοσοκομείο, ώρες αργότερα.
5. Τέλος του παιχνιδιού δεν προβλέπεται. Θεωρητικά, τελειώνει όταν τελειώσει το κρασί. Φυσικά, όταν μιλάμε για σπίτια εξοπλισμένα με βαρέλια, μέχρι να τελειώσει το κρασί, ο κόσμος έχει αρχίσει να σωριάζεται.

Παραλλαγές:
1. Κούπα όχι σε κρασοπότηρο, αλλά σε υπερδιπλάσιας χωρητικότητας νεροπότηρο. Τα πράγματα βγαίνουν εκτός ελέγχου πολύ γρηγορότερα έτσι.
2. Κούπα σε ακόμα μεγαλύτερο, αυτοσχέδιο σκεύος. Έχω δει σε γλέντι γάμου κόσμο και λαό να βγαίνει εκτός μάχης σε dt, αφού ξεκίνησαν αφελώς τα «στην αφεντιά σου» με ένα πλαστικό εναμισόλιτρο μπουκάλι νερού, κομμένο λίγο κάτω απ' τη μέση. Μονορούφι πάνω από μισό λίτρο κρασί τη φορά...
3. Κούπα σε νεροπότηρο, με ρακή αντί για κρασί. Αυτά, λογικά, τα κάνουν μόνο οι βοσκοί, που ως γνωστόν έχουν υπεράνθρωπες αντοχές.

Παραλληλισμοί:
Το να πίνεις κρασί απ' το ίδιο σκεύος είναι μάλλον παγκόσμιο σύμβολο φιλίας ή/και αγάπης. Βλέπε τον καθολικό γάμο, όπου νύφη και γαμπρός έπιναν συμβολικά μια γουλιά απ' το ίδιο ποτήρι (το «διπλό» ποτήρι, που είδαμε στον Ελαφοκυνηγό, είναι νεότερη επινόηση βέβαια). Βλέπε το ορθόδοξο μυστήριο της θείας ευχαριστίας, όπου όλοι οι πιστοί μεταλαμβάνουν με το ίδιο κουτάλι. Βλέπε και το αρχαιοελληνικό έθιμο του κότταβου, όπου ο συμποσιαστής έπινε κι άφηνε μια γουλίτσα κρασί, την οποία γυρνούσε παιχνιδιάρικα στα χείλη του ποτηριού πριν το πασάρει στον εραστή. Ah, l' amour, l' amour!

Ετυμ. : < μσν. αφεντία < αφέντης < αρχ. αυθέντης

- Ώφου κι ώφου! Η τσεφαλή μου!
- Ηντά 'παθες, μ'ρε Μανολιό;
- Οψέ μαζωχτήκαμε παρέα στου Ψαρονίκου, κι είχε φέρει το καλό το κρασί απ' το χωριό, κι εξεκίνησε ο κουζουλός ο Νεκτάριος τα «στην αφεντιά σου», κι εγινήκαμε σύσκατοι ούλοι. Ώφου η τσεφαλή μου!
- Ε, και δεν αντέεις το πιώμα, μ'ρε Μανολιό; - Κούπες με το κανάτι πίναμε, Ζαχάρη!
- Χίλιοι μαύροι διαόλοι!

- Στην αφεντιά σου, Γιώργη! Κουτελοβαρίσκω σου! (γκλουπ)
- Στην αφεντιά σου, Μιχαλιό! Κι εγώ αντιστέκομαί σου! (γκλουπ)
- Στην αφεντιά σου, Γιώργη! (...ad nauseam. Κυριολεκτικώς.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έξοδος του Σαββατόβραδου θεωρείται για πολλούς η σημαντικότερη έξοδος από τη ρουτίνα της βδομάδας με στόχο τη διασκέδαση και τη χαλάρωση παρέα με φίλους, γνωστούς, συγγενείς, κλπ.

Ωστόσο, όταν κάποιος εντός ή ακόμα και εκτός παρέας, αντιληφθεί πως τα άτομα μιας παρέας δεν είναι δεμένα με πραγματικούς δεσμούς φιλίας και γνήσιου ενδιαφέροντος, άλλα απλά σμίγουν για να περάσουν μαζί λίγες ώρες και τίποτα παραπέρα (π.χ. συζήτηση περί ανέμων και υδάτων, προσωπικές κόντρες, καμιά διάθεση ανοίγματος των προσωπικών του ενός στον άλλον, αδιαφορία για τις ανάγκες του άλλου, ανυπαρξία πνεύματος αλληλοβοήθειας, ανυπαρξία επαφής στις σημαντικές στιγμές κάποιου κλπ), τότε μπορεί να αποκαλέσει αυτό το σύνολο ατόμων ως σαββατοπαρέα.

Μια τέτοια διαπίστωση εμφανίζεται συνήθως σε περίπτωση που κάποιο μέλος της παρέας έχει ψηλά τον πήχη για τους υπόλοιπους ή για κάποιους εξ αυτών, μέχρι να έρθει συγκυριακά η στιγμή που τα συναισθήματα των άλλων δοκιμάζονται και αποδεικνύονται ανεπαρκή για τις προσδοκίες του.

Θεωρούσα πως είχα φίλους, αλλά η πράξη απέδειξε πως μια σαββατοπαρέα ήμασταν. Τίποτα παραπέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανήκει στο ιδίωμα του κόσμου του θεάτρου και σημαίνει ότι τα μέλη ενός θιάσου έχουν πολύ καλές σχέσεις μεταξύ τους στην πραγματική ζωή με ευεργετική επίδραση και για το πώς συνεργάζονται για την παράσταση.

Η συνηθέστερη κλισεδιάρικη φράση είναι «κάνουμε καλό καμαρίνι κι αυτό βγαίνει στην σκηνή», ή κάποια παρόμοια (βλέπε παραδείγματα), η οποία όμως όταν λέγεται ως απάντηση σε πρωινατζούδες βγάζει μια ξανθεμετική μικροαστίλα και έναν πολύ έντονο ναρκισσισμό τύπου «χαιρόμαστε που όλοι εμείς τα σελεμπριτόνια περνάμε τόσο καλά μεταξύ μας και αυτό περνάει και σε εσάς που μας θαυμάζετε». Συναφής φράση το «περνάμε υπέροχα και αυτό βγαίνει στον κόσμο». Η κινηματογραφική ή τηλεοπτική εκδοχή είναι «περνάμε υπέροχα/ τέλεια στα γυρίσματα και αυτό βγαίνει στον κόσμο».

Παρόμοιες φράσεις μπορούν να λεχθούν και ευρύτερα όταν μια ομάδα έχει συναίσθηση ότι αποτελεί τρελό παρεάκι και περνάει τόσο καλά, ώστε μεταδίδει το καλό μουντ (τ. αξίζω) και την ωραία ατμόσφαιρα και στους θεατές της, εννοείται με (αυτο)ειρωνική διάθεση.

  1. - Περνάμε καλά στα καμαρίνια κι αυτό βγαίνει στην σκηνή!
    Καλά μιλάμε, τα μέλη του συγκεκριμένου κυβερνητικού σχήματος, πρέπει να περνάνε πολύ καλά στα παρασκήνια. Φαίνεται αυτό, κάνει μπαμ από χίλια μέτρα! Εκρήγνυται μπροστά στα μάτια μας αυτό το περίσσευμα αγάπης, η στοργή, η τρυφερότητα, τα βαθιά φιλικά αισθήματα που τρέφουν ο ένας για τον άλλον:
    - Μαζί στη ζωή, μαζί και στον θάνατο (σου)!
    Περνάνε καλά στα καμαρίνια τα παιδιά… Κι αυτό βγαίνει στη σκηνή… Βγαίνει επίσης και στη μικρή οθόνη. Ξέρετε, το κλασικό το πλάνο που μπαίνουν ένας – ένας για υπουργικό συμβούλιο. Η κάμερα είναι τώρα… που να σου πω… πως κάνουμε το σταυρό με το δεξί το χεράκι; Καμία σχέση! Έξω αριστερά. Και περνάει ο θίασος να μπει μέσα. Και τη βλέπεις, αγάπη μου, την ξινίλα! Το βλέπεις το μάτι το στριτζωμένο, το κολλημένο χαμόγελο – η χαρά του συρραπτικού. Βλέπεις πως καρφώνουν το βλέμμα στην πλάτη του μπροστινού. Αυτό δεν είναι βλέμμα… Αυτό είναι «ένα μικρό μικρό μαχαίρι» που έλεγε κι ο Λόρκα – μια που μιλάμε για θέατρο… (Όχι κύριοι υπουργοί, ο Λόρκα δεν πήρε μεταγραφή στον Πανιώνιο, συγγραφέας ήτανε, τίποτα σπουδαίο, μην θορυβείστε)…

- Περνάμε καλά στα καμαρίνια κι αυτό βγαίνει στη σκηνή!

Η Μπιρμπίλη σκοτωμένη με τον Ρέππα και τον Ραγκούση. Ο Ραγκούσης με τον δόλιο τον Ντόλιο. Ο Διαμαντίδης με τον Βλάχο. Οι Χρυσοχοΐδης με τον Παπακωνσταντίνου. Ο Παπουτσής με τον Παπακωνσταντίνου. Ο Βενιζέλος με τον Παπακωνσταντίνου. Ο Παπαϊωάννου με τον Παπακωνσταντίνου. Ο Καστανίδης δεν θυμάμαι. Ο Πάγκαλος με το σύμπαν: Όσους τα φάγανε κι όσους τα φτύσανε. (Εδώ).

  1. (Κυριολεκτική χρήση εδώ)

«Περνάμε καλά στα καμαρίνια και αυτό βγαίνει και προς τα έξω». Αυτή είναι μια κλισέ φράση που χρησιμοποιούν συχνά οι ηθοποιοί. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως φαίνεται να ισχύει, αφού και το καμαρίνι παίζει το ρόλο του… [...] Δεν είναι όμως ένα καμαρίνι σαν όλα τα άλλα… Όπως έγραψε και ο ίδιος ο Αργύρης Αγγέλου, είναι: «Το ωραιότερο θερινό καμαρίνι!». Μεγάλο, ανοιχτό, καθαρό και γεμάτο αφίσες από ταινίες του Hollywood. Πώς να μη σου φτιάξει τη διάθεση προτού βγεις στη σκηνή, λοιπόν;

  1. Στις πρόβες περνάμε υπέροχα και αυτό βγαίνει προς τα έξω και το εισπράττει ο κόσμος. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό cocooning, όπου cocoon = το κουκούλι του μεταξοσκώληκα, της κάμπιας κλπ.

Κάνω κοκούνινγκ σημαίνει αποκηρύσσω για ένα διάστημα φίλους, παρέες, μπαράκια κλπ και κλείνομαι μέσα στο προστατευτικό περίβλημα του σπιτιού μου όπου έχω προηγουμένως αποθηκεύσει:

  1. ποσότητα έτοιμων φαγητών, παγωτού και σοκολάτας ικανή να αντιμετωπίσει την επαύριο πυρηνικού ολοκαυτώματος.
  2. ένα καπνοχώραφο τσιγάρα, ή/και μια φυτεία - αναλόγως
  3. τα 'Φιλαράκια' - την πλήρη σειρά DVD 1994-2004, δηλ. 238 επεισόδια (πιστέψτε με, το έχω ψάξει).

Για το διάστημα που διαρκεί το κοκούνινγκ απλώς σέρνομαι από το κρεβάτι στο ψυγείο και από το ψυγείο στον καναπέ μπροστά στην τηλεόραση και τούμπαλιν. Δεν απαντώ στο τηλέφωνο και φυσικά δεν βγαίνω έξω - δεν έχω λόγο να πάω καν στο περίπτερο ή στην Έβγα διότι αυτά τα έχω προβλέψει.

Όταν κοκούνινγκ κάνει ένας άντρας μόνος του, κάπου στο μείγμα μπαίνει και PC ή παιχνιδομηχανή π.χ. τρεις σαιζόν Championship Manager απνευστί. Όταν κοκούνινγκ κάνει μια γυναίκα μόνη της, γίνονται απαραίτητα διάφορα χουχουλιάρικααντικείμενα, μάσκες προσώπου κλπ. Κοκούνινγκ μπορεί να κάνει κι ένα ζευγάρι, αλλά η ισορροπία είναι ασταθής και δεν διαρκεί πολύ. Μετά το αναπόφευκτο σεξ του πρώτου 24ωρου, η γυναίκα θέλει να χουχουλιάσει, ο άντρας θελει να πάει στο κομπιούτερ, καβγαδίζουν και τελικά λένε 'δεν πάμε και μια βόλτα να δούμε και κάναν άνθρωπο'. Κοκούνινγκ με πάνω από δυο άτομα π.χ. ένα ζευγάρι κι ένας φίλος/-η ή δυο ζευγάρια, καταγράφεται μεν, αλλά συνήθως μετεξελίσσεται σε πάρτι με ούζα.

Ιδανική διάρκεια για κοκούνινγκ είναι ένα Παρασκευο-σαββατο-κύριακο. Μπορεί να τραβήξει μέχρι τετραήμερο, άντε πενθήμερο, αν βολέψουν οι αργίες. Ο,τιδήποτε πάνω από πενθήμερο είναι ανησυχητικό και ελέγχεται ως σύμπτωμα κατατονικής κατάθλιψης.

Κοινωνικά, το κοκούνινγκ ανθεί σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας καθώς είναι ένας καλός τρόπος περιορισμού των εξόδων. Είναι επίσης εύσχημος τρόπος αποφυγής της ταλαιπωρίας που συνδέεται με τις εξόδους του Πάσχα, του Δεκαπενταύγουστου κλπ.

- Λέμε να πάμε Σέλι το Σαββατοκύριακο, είσαι;
- Μπα, για κοκούνινγκ με βλέπω ... οι καιροί γαρ χαλεποί ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη έκφραση που δηλώνει αγανάκτηση για την και καλά παρακμή του ανδρικού φύλου με την εμφάνιση διάφορων φαινομένων όπως οι στρέι, οι μετρό, η τριχοφοβία και τα παρόμοια.

Δευτερευόντως, περιγράφει την ανάμιξη ή και το νταλαβέρι προσώπων από πολύ διαφορετικά περιβάλλοντα, ηθικές αξιολογήσεις και καταβολές ο καθένας, ανθρώπων των οποίων ο συγχρωτισμός και η συναναστροφή μας προξενεί έκπληξη μάλλον δυσάρεστη.

Ο σλανγκισμός δομείται αφενός από την προϋπάρχουσα εξαπανέκαθεν εκφρασούλα «μαλλιά-κουβάρια» που σημαίνει το μπλέξιμο και, αφεδύο, την προσθήκη του ζεύγους «πούστηδες και παλικάρια» που προκαλεί αυτήν την έντονη αντίθεση. Τώρα βέβαια, μετά την πολιτογράφηση και του «πονάν τα παλικάρια;» η αντίθεση μπορεί να στερείται κάποιας βάσης, ωστόσο, κατά την εποχή που σφυρηλατήθηκε το λήμμα, τα παλικάρια ήταν ακόμα άντρακλες με τη βούλα και οι πούστηδες ήταν πούστηδες, όμορφα, ωραία και νοικοκυρεμένα, λέμε τώρα...

Πιο συγκεκριμένα, οι χρήσεις της έκφρασης κυμαίνονται ως εξής:

  1. Μόλις έχουμε πληροφορηθεί ότι κάποιος βαρβάτος, που τον είχαμε για αρσενικό λίρα εκατό, το σηκώνει το σακάκι. Αλλά και γενικότερα, για να μιλήσουμε απαξιωτικά για το κύμα εξόδου από την ντουλάπα που μας χαλάει ως Ελληναράδες.

  2. Για να επικρίνουμε τον πολιτικό αμοραλισμό αυτών που είναι με άλλο κόμμα το πρωί και άλλο το βράδυ (άλλωστε οι αγγλοαμερικανοί λένε για την διαπλοκή πως όλοι στο ίδιο κρεβάτι καταλήγουν).

  3. Όταν η αντιμετώπιση της κοινωνίας ή ενός μικρόκοσμου είναι ίδια και για τους άξιους και για τα λαμόγια.

  4. Όταν στην παρέα μας ή σε έναν χώρο μαζευτεί ασύνδετο και ό,τι νά 'ναι πλήθος.

  1. - Έστρωσε ο καιρός κολλητέ, δεν ξεκινάμε σιγά-σιγά κάνα μπασκετάκι με τους άλλους; Έφτιαξα σκεμπελιακούς όλο το χειμώνα αραχτός.
    - Ποιοι είναι οι άλλοι που λες;
    - Ο Φώντας και ο Νώντας, γιατί;
    - Έχεις χάσει επεισόδια αγόρι μου. Αυτοί από γυμναστική το έχουν γυρίσει σε σπαγκάτα και μπαλέτα τώρα πια...
    - Μιλάς με γρίφους, γέροντα! Την ξεφλουδίζουν την μπανάνα;
    - Ίσια και παλικαρίσια...
    - Τι να πω... Πούστηδες και παλικάρια γίναμε μαλλιά-κουβάρια... Μας χάλασαν και την άθληση ρε γαμώτο...
    - Βόλεϋ δωματίου ξέρεις;
    - Κι εσύ με τεκνό Βρούτε; Ευχαριστώ, δεν θα πάρω. Τρεις πιθαμές από τον κώλο μας κι όπου θέλει ας μπει....

  2. - Το ξέρω ότι είμαι λίγο κολλημένος ρε συ, αλλά δεξιά εγώ δεν ψηφίζω. Ευχή και κατάρα του θείου μου που μαρτύρησε στην Ίφκινθο...
    - Καααλά. Λες και δεν είδες τι αλλαξοκωλιές έγιναν την τελευταία φορά.
    - Δηλαδή;
    - Πού ζεις; Παπαθεμελήδηδες, Μάνοι, Ανδρουλάκηδες, Κοντογιαννόπουλοι, Μπίστηδες, Δαμανάκες... Θες κι άλλους;
    - ...
    - Άστα-βράστα. Πούστηδες και παλικάρια γίναμε μαλλιά-κουβάρια...

  3. - Εγώ παλεύω σαν τον μαλάκα να πάρω τις άδειες από δεκαπέντε φορείς για το αιολικό, που έχω τον πιο σοβαρό φάκελο στην περιφέρεια και που στο κάτω-κάτω, τόσο πίσω που είναι η χώρα θά 'πρεπε να μας προσέχουν εμάς που ανοιγόμαστε στην πράσινη ενέργεια, πρωινό στο κρεβάτι θά 'πρεπε να μας φέρνουν κι αυτός...
    - Αυτός τι;
    - Πάει και μου παρευρίσκεται σε δεξιώσεις και απευθύνει συγχαρητήριους λόγους, υπουργός πράμα, στο κάθε λαμόγιο της παραλιακής, που έχουν στο κεφάλι τους ο καθένας πενήντα καταδικαστικές για τα κωλομάγαζά τους...
    - Γάμησέ τα κι άφησέ τα φίλε μου. Πούστηδες και παλικάρια γίναμε μαλλιά-κουβάρια...

  4. - Καλά, γιατί γίνεται ξαφνικά τέτοιος χαμός στο μπαράκι; Εδώ γαμάει ο κουφός τον μουγκό! Χάσαμε το στέκι μας ρε πούστη μου...
    - Άσε, μου τά 'πε η μπαργουμάνα. Έβαλε ο μαλάκας το αφεντικό έναν πουσταρίκο φίλο του σεναριογράφο και ανέφερε το μαγαζί σε ένα σήριαλ της πούτσας και το έκανε μόδα. Κοπάδια ολόκληρα έρχονται, λες και κάτι θα καταλάβουν...
    - Η σάρα και η μάρα... Πούστηδες και παλικάρια γίναμε μαλλιά-κουβάρια...

Ετς! (από joe909, 02/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνηθισμένη έκφραση από αρχαιοτάτων. Λέγεται είτε από ανοησία αυτού που το προφέρει, είτε γιατί προσβλήθηκε από κάτι που είπε ο φιλοξενούμενος του, ή εν γένει απευθύνεται στο άτομο που βρίσκεται στην παρέα και έχει εμπάθεια προς αυτό.

Σάκης: Λοιπόν φιλαράκια, τα λέμε αύριο.
Λάκης: Κάτσε μέχρι να φύγεις.
Σακης: Αχαχαχαχα... καλά τα λέμε, θα σε δω στο πλοίο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από την κλασική σημασία, υπάρχει και έτερη δευτερογενής, εκ της κλασικής προερχόμενη.

Ταρίφας είναι ο θύμας εκείνος, τον οποίο όλοι εκμεταλλεύονται για να τους πηγαινοφέρνει με το γιωταχί του. Συνήθως δεν είναι άτομο που χαίρει ιδιαίτερα μεγάλης εκτίμησης, ωστόσο όλοι θέλουν να τα έχουν καλά μαζί του, για ευνόητους λόγους.

Ταρίφας μπορεί να είναι κάποιος που μόλις αγόρασε καινούργιο αμάξι και ψάχνει ευκαιρία για να το μοστράρει και να γράψει χιλιόμετρα, με μια κουβέντα να κάνει απόσβεση τα λεφτουδάκια του. Ταρίφας μπορεί να είναι κάποιος πολύ αφελής και αγαθιάρης τύπος, που την έχει δει Μητέρος Τερέζος κι έτσι. Περιστασιακά, όλοι έχουμε υπάρξει ταρίφες, για διάφορους λόγους, π.χ. επειδή στην συγκεκριμένη φάση ήμασταν καυλωμένοι για αυτοκινητάδα και αδράξαμε την ευκαιρία, ή - συνηθέστερα - όταν είχαμε κάποιου είδους υποχρέωση σε αυτόν που μεταφέραμε.

Ο all time classic ταρίφας είναι βεβαίως ο αγαμίδης / λιγούρης / χασογάμης / λούζερ με τις γυναίκες / ο που δεν το 'χει με τα θηλυκά. Ούτος ο κακοδαίμων προσδοκεί ότι δια της εξυπηρετήσεως (ταριφικής) θα κάνει τη γκόμενα που μεταφέρει να τον συμπαθήσει, να τον δει μ' άλλο μάτι, να νιώθει υποχρεωμένη απέναντί του και εν τέλει να του κάτσει. Στη συντριπτική των περιπτώσεων πλειοψηφία, ο ταρίφας μένει με το πουλί στο χέρι, έχοντας αποσπάσει απ' τη γκόμενα μόνο ένα τυπικό «ευχαριστώ πολύ» ή ένα «να 'σαι καλά, τα λέμε» όταν την αποβίβαζε. Το οποίο όμως ευχαριστώ, κατά κανόνα λέγεται και με μια δόση τσαχπινιάς, ούτως ώστε να εξακολουθήσει να ελπίζει ο μαλάκας ο ταρίφας και να συνεχιστεί κανονικά στο μέλλον η εκμετάλλευση της βενζίνης του. Αυτά είναι με τις καριόλες! Εν προκειμένω, ο ταρίφας ταυτίζεται κατά το μάλλον ή ήττον με τον καληνυχτάκια.

Ενίοτε, ένας ταρίφας δύναται να πάρει προαγωγή και από καληνυχτάκιας να γίνει γκομενοφύλακας, ήτοι ο θλιβερός εκείνος τύπος ο οποίος πηγαινοφέρνει την γκόμενα (ή και ολόκληρη γκομενοπαρέα) σε δουλειές, πανεπιστήμια, βραδινές εξόδους κλπ, εκτελώντας παράλληλα χρέη ψυχοθεραπευτή, σύμβουλου μόδας, υπευθύνου ασφαλείας κλπ. Ο ερίφης λιώνει μέσα του απ' την καψούρα και προσδοκεί ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος, αλλά η γκόμενα τον βλέπει σαν κάτι μόλις παραπάνω από υπηρέτη (ουπς, σαν φίλο ήθελα να πω)!

  1. - Πάμε για κανά καφέ το απόγεμα;
    - Φίλε το κανονίζουμε για άλλη μέρα, έχω να πάω τη Γιάννα στον οδοντίατρο.
    - Ε ας πάρει τον κώλο της να πάει μόνη της! Ταρίφας έχεις γίνει, το 'χεις πάρει πρέφα;

  2. - Άκουσες που ο Ηλίας κι ο Κατσαρίδας βγήκανε με δυο γκόμενες που γνώρισαν απ' το τσατ;
    - Όχι, για λέγε..
    - Τίποτα, τις πήγαν Κολωνάκι και καλά, αλλά πήραν τ' αρχίδια μου ως συνήθως και στο τέλος χρεώθηκαν και την ταριφική μέχρι το Κορωπί στου διαόλου τη μάνα που έμεναν οι γκόμενες.
    - Αυτά είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα από σύντομο ανέκδοτο που έχει περάσει στην καθομιλούμενη, είτε σαν χοντράδα από αποτυχημένα καμάκια, είτε ως αστεϊσμός ιδίως σε ανδροπαρέα για ασαράντιστους.

Συνήθως δε, προσθέτουμε ενδιάμεσα και κάτι ακόμη πιο σαχλό για να δέσει το γλυκό, όπως «πιες ένα ποτό» ή «δες την συλλογή γραμματοσήμων μου». To «πάμε σπίτι μου», που θα έπρεπε να προηγείται, παραλείπεται ή υπονοείται.

  1. (σκηνή από Greek καφετέρια. Αυτή πιπίνι τριζάτο, αυτός βερμουδιάρης χλέμπουρας)
    - Μωρό, πάμε για ένα ποτάκι μετά...;
    - Α μπα*, έχω να διαβάσω για εξετάσεις…(μαζεύει τα τσαμασίρια της)
    - Έλα μωρέ μωράκι, ένα ποτάκι θα πιούμε, δεν θα σε δαγκώσω.
    - Δεν μπορώ σου λέω, με περιμένουν οι φίλες μου… (έτοιμη να φύγει)
    - Κοίτα, έλα, πίνεις ένα ποτό, κι άμα δε σ' αρέσει ντύνεσαι και φεύγεις! - Α, να χαθείς, γελοίε! (φεύγει τρέχοντας…)
    - Πάλι μόνος σήμερα, γαμώτο… Τι να φταίει άραγες;

  2. (συνάδελφοι, Παρασκευή βράδυ μετά το γραφείο…)
    - Πάμε για μιά μπυρωίνη με τα παιδιά να κουλάρουμε, θα ‘ρθεις μεγάλε ;
    - Α μπα*, πάω σπίτι, με περιμένει η γυνή, το πυρ (γιος) και η θάλασσα (κορούλα)…
    - Έλα μωρέ για καμιά ώρα, θα έχουμε μπυροκατάσταση, δεν θ 'αργήσουμε!
    - Όχι σου λέω, είναι μπερδεγουέη η φάση (και θα ξενυχτήσω και στο slang.gr…)
    - Έλα ρε συ, πιες ένα ποτό, κι άμα δε σ' αρέσει ντύνεσαι και φεύγεις!
    - (το σκέφτεται, και για να μην τον περάσουν και για μάπα…) Καλά τότε, για ένα ποτάκι μόνο, ε ;

*@ φίλε Gatz ούτε εδώ υπάρχει αναφορά στους ΑΒΒΑ…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνθηματικό που αναφέρεται στην πράξη της ομαδικού πιπώματος μια παρέας νέων από μία ομάδα κορασίδων. Στο παιχνίδι λαμβάνουν μέρος τουλάχιστον 4 άτομα από κάθε ομάδα. Τα αγοράκια κάθονται στη σειρά με το πουλάκι έξω και περνάνε με τη σειρά τα κοριτσάκια και τα περιποιούνται. Όποιο αγοράκι λερωθεί πρώτο αποβάλλεται. Νικητής είναι αυτός που θα λεκιαστεί τελευταίος. Από την ομάδα των κορασίδων νικήτρια αναδεικνύεται αυτή που θα λεκιάσει τα περισσότερα αγοράκια. Το ζευγάρι των νικητών κερδίζει δωρεάν προφυλακτικά για 1 μήνα και μισό μπουκάλι βότκα.

Τι λέτε, φωνάζουμε τα κορίτσια για καμία πίπα-γύρο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(ή αλλιώς «μας πήραν τα ζουμιά», «μας πήραν τα μέλια»). Όταν στην παρέα υπάρχει ζευγάρι και είναι όλο μέσα στις γλύκες και στα φιλιά μεταξύ τους.

Σιγά ρε! Πώς κάνετε έτσι εσείς; Μας πήραν τα σορόπια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified