Further tags

Tα καταφέρνω. Έχω ένα δικό μου μυστήριο τρόπο για να αντιμετωπίζω με επιτυχία το ό,τι. Αναφορά βεβαίως σε θέματα όπου κάποιοι άλλοι δυσκολεύονται (μη εξαντλητική εκτενής λίστα στα παραδείγματα). Το 'χω.

Ο «τρόπος» είναι ασαφής, δε διευκρινίζεται. Το ερωτηματικό πλανάται στον αέρα αλλά με τη φράση αυτή ο αέρας κόβεται, πόσο επίμονος πρέπει να είναι κάποιος για να συνεχίσει να ρωτάει «ποιον τρόπο δηλαδή». Μπορεί να είναι από την κωλοφαρδία μου, το μαγικό μου αστέρι που με φυλά από ψηλά, μέχρι οι σχέσεις μου με τη μαφία, να κοιτάς τη δουλειά σου.

Κύρια σλανγκοσημασία χωρίς: Όταν παραλείπεται το με, αναφέρεται δηλαδή απλά ως «έχει τον τρόπο του» σκέτο, υπονοείται το «με τα λεφτά». Σημαίνει κυρίως ότι, πλούσιος δεν είναι ο τάδε, αλλά τα καταφέρνει να επιβιώνει και μάλιστα σε ιδιαιτέρως καλό επίπεδο, χωρίς να διευκρινίζεται πώς. Είναι ξεκάθαρο ότι ο τάδες δεν είναι εργάτης ή μισθωτός, αυτοί έχουν κόπο, αυτός έχει τρόπο. Υπαινίσσεται ότι όλο και μια περιουσιούλα υπάρχει, όλο και κάτι εισοδηματάκια έχει, ενοικιάκια από προικώα, κληρονομιές στο σεντούκι, γενικά μυστικά και ζηλευτά από τους πολλούς φράγκα, που μη λέμε τώρα λεπτομέρειες και του το γρουσουζέψουμε.

Με τις λέξεις: Έχοντας ένα παιδί Δίδυμο είναι σαν να είστε μέσα στην περιπέτεια όλη την ώρα. [...] Έχει τον τρόπο του με τις λέξεις και μπορεί εύκολα να παίξει μαζί τους.

Νομίζω πως έχω τον τρό­πο μου με τα πολύ μικρά παιδιά, αλλά μη έχοντας μεγαλώσει ένα δικό μου, ίσως δεν έχω εκείνους τους δίαυλους επικοινωνίας που θα μου επέτρεπαν να τους πω τις δικές μου ιστορίες.

Έχω τον τρόπο μου με τους ανθρώπους. Εκτός από την έμφυτη κλίση μου, το σπούδασα καλά το αντικείμενο, χρόνια ολόκληρα στο κουρμπέτι.

Μου θυμίζει εξορμήσεις σε πισίνες με παρέες, [...] μία αξέχαστη φάση που έβαλε σε ένα beach bar αυτό το τραγούδι (έχω τον τρόπο μου με τους dj) και ουρλιάζαμε σαν παιδιά...

“Θόγια, σε βρίσκω εκπληκτικό!!! [...]Τόσο πολύ με μαγεύεις!!! Έχεις τον τρόπο σου εσύ βέβαια με τις γυναίκες.. [...]Πρέπει να είσαι και καλός στο κρεββάτι!!! Μέσα δεν έπεσα;;; ”

Μετά μας σύστησε τον υπεύθυνο της εκπαίδευσής μας. [...]Ήταν τόσο αγενής που οι φοιτητές είχαμε κάνει κατάλογο με τις καλύτερες προσβολές. [...]: Χμμμ, κατάλαβα τι λες, βλέπεις έχω τον τρόπο μου με τα ζώα (σε απορία φοιτητή).

Δεν έχω παραπονο παντως....δε με εβρισαν ....με εξυπηρετησαν ταχυτατα...(και ας τους ταλαιπώρησα και λίγο...αλλά είπαμε εχω τον τροπο μου με τις δημόσιες υπηρεσίες)..

...Εγώ έχω μεγαλύτερη άνεση και γενικά έχω τον τρόπο μου με τους τραμπούκους και τις σεξουαλικές χάρες, οπότε δεν πιάνουν σε εμένα εκβιασμοί. [...] η προτίμηση που εμφανίζουν οι περισσότεροι άντρες στα αθλήματα που περιέχουν μεγάλες μπάλες είναι σχεδόν ταυτόσημη με την προτίμηση που εμφανίζουν στα μεγάλα βυζιά.

το τρενο χαλασε μας κατεβασαν και μας συνελαβαν συνοριοφυλακες.κατι ηλιθιες απο την ξανθη δεν ειχαν καν ταυτοτητα,εγω ειχα διαβατηριο,και τα κανονισα!παντα εχω τον τροπο μου με τους ενστολους αντρες!


Αλλά κυρίως:

Κοίτα, έχω μία φίλη, που έχει σοβαρή σχέση με σκωτζέζο και το πάνε για γάμο (πύργο δεν έχει, αλλά τον έχει τον τρόπο του). (σ.ς. να, αυτό που έλεγα στην τρίτη παράγραφο)

Έχει τον τρόπο της με τον Σαββιδάκη. (από Galadriel, 19/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκοτώνομαι, με την καλή έννοια.

  1. Σκοντάφτω και περδικλώνομαι, πέφτω κάτω με μεγαλειώδη σούπα και σπάζομαι, σαβουριάζομαι, (τρώω σαβούρα / σαβούρδα), σπάω τα κοκαλάκια μου, τρόπος του λέγειν.

  2. Σκοτώνομαι με κάποιον, πλακώνομαι στο ξύλο, τώρα και με μεταφορική έννοια τ. διαφωνώ έντονα.

Αρβανιτοκουβέντα τόσο ενταγμένη στην ελληνική καθομιλουμένη που αν δε μου το 'λεγαν (παράδειγμα 1) δεν το πίστευα ότι δεν το 'χει ο Τριαντάφυλλος!

  1. Εδώ: Άντε μην αρχίσω κι εγώ τα Αρβανίτικα και μείνετε..... :lol: Έχουμε λέξεις που εγώ θεωρώ δεδομένο ότι τις ξέρουν όλοι, αλλά δεν......π.χ: καλικούτσα, τσοπαλιάστηκα κλπ κλπ κλπ........ Όταν της πρωτοείπα στο Γιώργο με κοίταζε κάπως έτσι..... :shock:

  2. Εδώ: Δεν ξερω γιατι, αλλα σε συμπαθησα ακομα πιο πολυ τωρα που ανεφερες τη μανα σου. Ισως επειδη τσοπαλιαζομαι και γω με την δικια μου καθε τρεις και λιγο και σε νιωθω. Κατα τ’αλλα μεγιες μεγιες οι νεες οι μπλουζιες.

  3. Ε, νταξ, δεν είμαι και γαμώ τις νοικοκυρές, άμα έρθεις στο σπίτι χωρίς προειδοποίηση παίζει να τσοπαλιαστείς στο σκαλοπάτι από κανα κοντάρι σφουγγαρίστρας που έχω παρατήσει μεσ' στη μέση. Όμως ξέρω που είναι η σφουγγαρίστρα, το σωστό να λέγεται.

Και της το πα, πού πας με αυτά τα τακούνια, θα τσοπαλιαστείς πουθενά... (από Galadriel, 19/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Προκαλώ ζήλια διαλαλώντας πόσο γαμάτος είμαι. Κάνω τον έξυπνο και ενοχλώ με τη διόγκωση της μεγαλειώδους υπόστασής μου (ή ό,τι εσύ θεωρείς ως τέτοια).

Τεντώνω την παρουσία μου και διατυμπανίζω τα επιτεύγματά μου τόσο ώστε να πλημμυρίσω το πεδίο ορατότητάς σου με αυτά. Δε θα σε αφήσω να βλέπεις τίποτα άλλο παρά μόνο πόσο γουάου είμαι (εγώ ή όσα κατέχω), θα ξεχάσεις την ύπαρξη των πάντων και κυρίως τη μηδαμινή δική σου. Χώνω τη μεγαλειότητά μου σαν καρφί στο μάτι σου για να το πάρεις απόφαση οδυνηρά ότι είμαι διαγαλαξιακός, ανοξείδωτος και υπερσυντέλικος και εσύ μπροστά μου είσαι σκατά.

Αν όλα αυτά, αντί να τα κάνω εγώ, τα κάνεις εσύ, είσαι μαλάκας. Και παίζει να σε βάλω στο μάτι (να σε σταμπάρω, να σε έχω υπό παρακολούθηση) κι αν έχω ή αποκτήσω στη συνέχεια το πάνω χέρι, θα σε κάνω να το πληρώσεις, θα σε πάω γαμιώντας, και θα στα δώσω να τα φας τα σκατά που λέγαμετε, νομίζω;

Σο, η κεντρική ιδέα είναι ότι, δεν είναι καλό να μπαίνουμε στο μάτι του κόσμου γιατί όποιος πηδάει πολλά παλούκια, του μπαίνει κι ένα στον κώλο.

Βαμβακάρης: Να πεθάνεις, να πεθάνεις, να πεθάνεις
μὲ τὰ νάζια καιὶ τα κόλπα που μου κάνεις.
Δεν πεθαίνω, δεν πεθαίνω, δεν πεθαίνω
και στο μάτι σου γυαλὶ - καρφὶ θα μπαίνω.

Νικολαΐδης: Κουράστηκα ν’ αγωνίζομαι, να ενημερώνω, να εξηγώ, να βρίζω, να φωνάζω, να σατιρίζω και ίσως να «μπαίνω στο μάτι» κάποιων, διακινδυνεύοντας την όποια καριέρα μου.

Ντατόλο: Ο ΝΤΑΤΟΛΟ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΔΙΑΚΡΙΘΕΙ ΜΕ ΑΠΩΤΕΡΟ ΣΚΟΠΟ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ - Θέλει να μπει στο μάτι του Μαραντόνα.

Χαρά: ...τον Περίανδρο δεν θέλει ούτε τον βλέπει μετά την ιστορία με το Ρωσιδάδικο. Για να του μπει στο μάτι, αποφασίζει να οργανώσει μια ποδοσφαιρική ομάδα στο χωριό με προπονητή τον Αστέρη.

Ο άλλος με το 600άρι: Οκ. Ο Μάρκος δε βολεύεται πλέον με το παπί στην πόλη, και ο Χρήστος θέλει να μπει στον κόσμο των ευρωπαϊκών. :agent:
Ο άλλος με το 600άρι απλά θέλει να μου μπει στο μάτι.

(από Galadriel, 22/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για στρατιωτική μονάδα όπου το πήξιμο πάει σύννεφο, όπου σε πάει πίπα κώλο εμπλοκή.

Κλασσικός όρος για τον χαρακτηρισμό παραμεθόριων μονάδων καθώς και πλοίων του Π.Ν. όπου «βλέπεις την άδεια με το μακαρόνι».

Βλέπε και σχετικά λήμματα: βλέπω την βάλε πόλη προέλευσης εδώ με το μακαρόνι
αγγαρειομάχος.

Μετά τη βασική εκπαίδευση πήρα μετάθεση για ένα πλοίο σκέτη μαυρίλα! Φοβερό πήξιμο, συνέχεια ταξίδια και να βλέπεις την άδεια με το μακαρόνι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Κύλισε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.

  2. Ανάλογα με την αρχιδοκατάσταση και το εργαλείο.

  1. - Ο Γιάννης άρχισε να κάνει παρέα μ' αυτό το ζώον το Μάριο.
    - Ό,τι σκατά και το φτυάρι!

  2. - Τώρα που πέφτει έξω κι η Ιταλία, μάλλον θα αναγκαστούν επιτέλους οι Γερμανοί να εκδώσουν το Ευρωομόλογο.
    - Ό,τι σκατά και το φτυάρι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρφώνω, με την έννοια του προδίδω, εκ του προ + δίδωμι. Προέρχεται από το γνωστό καρφί, την πρόκα, και χρησιμοποιείται από λαϊκές μορφές, ως φράση της αργκό.

Κανένα μάτι μη μας δει, και μας προκάρουν δηλαδή
και μας βρούνε καμιάν αιτία, και μας πάνε όλους φυλακή
(απόσπασμα τραγουδιού, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρα από την κυριολεκτική του σημασία, δηλώνει επίσης και ότι έχω περιέλθει σε κατάσταση πνευματικής σύγχυσης (ή και πεο- μπλοκαρίσματος αν πρόκειται για άντρα), μπροστά σε ένα θέαμα εκτυφλωτικής ομορφιάς ή κεραυνοβόλας γκαύλας.

Κοινώς, έμεινα σέκος, τα είδα όλα, έμεινα, έπεσα ξερός, μου ήρθε κοκομπλόκο.

- Στην ΝΕΤ καθόταν πίσω από γραφείο που τα έκρυβε όλα. Τώρα στον ΣΚΑΪ όταν έχει καλεσμένους κάθεται μαζί τους σε καναπέ, ρίχνει κάτι σταυροποδάρα και χάνεις το φως σου.
(από το νέτι περί της Πόπης Τσαπανίδου)

- male_20: re paidia eida mia kopela sto shisha 28 xronwn kai mou eipe oti einai par8ena kai htan koukla dhladh exasa to fws mou!!!
(από γνωστό φορούμιο)

Ποπάρα (από Vrastaman, 25/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για τον υποτιθέμενο χαιρετισμό μεταξύ αλεπούδων, κουναβιώνε και λοιπών γουνοφόρων ζουδίων πριν ξεμυτίσουν από την φωλιά τους: αν μας τσακώσουν αδέλφια το χάσαμε το τομάρι μας, ραντεβού στα γουναράδικα!

Αγαπημένη έκφραση του Άρη Βελουχιώτη, την ξεστόμιζε πριν εκδράμει σε παράτολμη αποστολή με το κονσερβοκούτι ανά χείρας. Ο Άρης τελικά κατέληξε στα γουναράδικα, δοσμένος στεγνά από τα συντρόφια του.

- Οι σκατομπατσοι τολμησαν να βγαλουν και ανακοινωση με την οποία μας ενημερωνουν πως θα εξεταστεί το … ενδεχομενο να ευθύνονται αστυνομικοί για τον τραυματισμό του ανθρωπου! Όχι ρε συγχρονοι ταγματασφαλιτες! Αφηστε το… Μη το ψαξετε καθολου. Μονος του πήγε και έπεσε πάνω στο αναποδο γκλοπ του μπατσου ή στη φυσουνιερα του. Αφηστε το… Γνωστο μαγειρεμα. Αλλα να εχετε στο νου σας πως και οι μολοτοφ χανουν το δρομο τους. Ραντεβού στα γουναράδικα που θα σας πάρουμε τα δικά σας τομάρια. (εδώ)

- Στην αρχή μας απειλούσαν με κρεμάλες, στη συνέχεια είπαν να πάρουν τα κονσερβοκούτια και ακούγοντας τον ύμνο του ΔΣΕ ψάχνουν τον τέταρτο γύρο. Είναι πραγματικά θλιβερό να βλέπεις πόσο μικροπολιτικά και ελαφρά στήνετε, κυρίως διαδικτυακά ένα εμφυλιακό σκηνικό. Με πόση ευκολία όλοι αυτοί οι ψευτοεπαναστάτες κάνουν λόγο «για ραντεβού στα γουναράδικα» και για την εκδίκηση του Μελιγαλά. (εκεί)

- Σήμερα, στην περίοδο της τριπλής κατοχής (Ecofin, ΕΚΤ, ΔΝΤ), κάποιοι σίγουρα θα αντισταθούμε (δίνοντας ραντεβού στα γουναράδικα). Παράλληλα, θα εμφανιστούν οι αντίστοιχοι «δoσίλογοι» (συνδικαλιστές, πολιτικοί, δημοσιογράφοι κ.ά.). Η ελπίδα μας είναι πως σε αυτή την Αντίσταση, δεν θα χάσουμε πάλι, ούτε οι «προσκυνημένοι» θα επικρατήσουν ξανά.
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι χαρακτηρίζονται άτομα που μιλάνε ακατάπαυστα για το ίδιο θέμα, δεν κάνουν αυτό που τους λέμε με την πρώτη και γενικά, ή μας εκνευρίζουν με αυτά που λένε ή κάνουνε.

Κοινώς, όσοι μας τα κάνουν τσουρέκια.

  1. Γιώργος Μίνος: -Ο ΠΑΟΚ...
    Αυτός που ακούει τον Μίνο: - Άντε πάψε ρε τερκενλή!

  2. - Ωχ ο Επαμεινώνδας.
    - Μη τον φωνάξεις ρε.
    - Γιατί μωρέ;
    - Ε δεν τον ξέρεις; Τερκενλής είναι.

(από Simigdalenios, 25/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή γυναικείου χορού, η οποία περιλαμβάνει συνδυαστικά παλινδρομική και καθοδική κίνηση του κώλου σε σπειροειδή μορφή που προσομοιάζει αυτή του κατσαβιδιού.

Συνηθέστερα, εμφανίζεται κατά τη διάρκεια τσιφτετελιού, παρ' όλα αυτά κάποιες ακραίες περιπτώσεις λαϊκάντζας αδυνατούν να το διαχωρίσουν από άλλα στυλ χορού και το εφαρμόζουν με μεγάλη επιτυχία σε hiphop / r'n'b, house κλπ.

Ο απώτερος στόχος είναι η επίδειξη των σχετικών σωματικών προσόντων, πολλές φορές με αμφίβολα αποτελέσματα (αν έχεις έναν κώλο σαν σκρίνιο, το να τον κουνάς το πολύ πολύ να σ' τον μετατρέψει σε μετακόμιση).

- Για κοίτα στο δίπλα τραπέζι, το πάει κωλοβιδωτό η γκόμενα. Ωραίος κώλος.
- Ναι ρε φίλε, αλλά έχει κάνει τον Snoop Dogg τσιφτετέλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified