Further tags

Έλλειψη διάθεσης για συνεργασία, σύμπραξη, αποδοχή βοήθειας.

Δίνει την εικόνα κάποιου που ενώ πρέπει να ανέβει τον ανήφορο είναι γυρισμένος αντίθετα, δηλαδή γυρίζει την πλάτη στο πρόβλημα, δεν έχει διάθεση για εξεύρεση λύσης.

- Γιατί δε μιλάτε με τον αδερφό σου να τα βρείτε;
- Άσε με μωρέ με το μαλάκα όλη την ώρα με τον κώλο στον ανήφορο είναι!

- Ρε συ άντε να βοηθήσεις τη Σούλα να τελειώνετε...
- Τι να τη βοηθήσω; Όσο και να θέλω άμα είναι με τον κώλο στον ανήφορο δεν γίνεται τίποτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική έκφραση που δηλώνει την ανεπάρκεια ενός τερματοφύλακα.

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στο γράφει το οποίο σημαίνει μπαίνει γκολ (προφ γράφει ο πίνακας του σκορ στο γήπεδο).

Οπότε συνολικά η έκφραση σημαίνει ό,τι σουτ πηγαίνει προς το τέρμα, γίνεται γκολ.

- Πώς τον λένε τον τερματοφύλακα που πήρε ο πρόεδρας ρε συ;
- Πήτερ Ρουφάϊ από τη Νιγηρία.
- Ποδοσφαιρομάνα η Νιγηρία...και τι λέει; καλός;
- Τι καλός ρε, ό,τι πάει μέσα γράφει. Άμπαλος είναι.

κλασσική περίπτωση... (από notheitis, 20/07/12)(από cristoferino, 20/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποχρεώνομαι σε παραίτηση, απομάκρυνση.

Όταν λέμε ότι κάποιος χαιρετά, σημαίνει ότι πήρε ή ετοιμάζεται να πάρει πόδι. Είναι λήμμα στρατογκαυλικής προέλευσης, από τη συνήθεια να βγαίνουν οι καραβανάδες στην πρωινή αναφορά και να χαιρετούν πριν αναφέρουν την αποχώρησή τους από τη μονάδα.

- Ηττήθηκε από τη Μακάμπι, και χαιρετά ο βάζελος.

- Αλλαγές στις διοικήσεις των οργανισμών: χαιρετούν και οι διοικητές των νοσοκομείων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος δίνει περισσότερη έμφαση στο πως θα κάνει φιγούρα, παρά στον αρχικό σκοπό αυτού που κάνει.

Αυτό το συγκρότημα μάπα είνα . Το μόνο που ξέρουν είναι να βγάζουν τις μπλούζες τους στις συναυλίες. Εφέ πέντε, ουσία μηδέν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χτυπάω, βαράω, με πρόστυχη συνήθως έννοια. Πρόκειται για λαρισιώτικης προέλευσης λέξη.

Άμα δε γκάνει ό,τι της πω , θα την σβουγκανίξω μια στον τοίχο να του κάνει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουσική σλανγκιά: περιγράφει μια ρυθμική ποιότητα της μουσικής, συνήθως με σταθερό ή/και αργό τέμπο, που εκφράζει υπόγεια συναισθήματα υποβόσκουσας έντασης αλλά και επικοινωνία βασισμένη στη μυστικιστική ρυθμικά επανάληψη (ως λούπα) που σταδιακά κορυφώνει χωρίς ουσιαστικές αλλαγές στα μουσικά μοτίβα, αλλά σε εναλλαγές ήχων και ριφ.

Αναφέρεται συνήθως στη μαύρη μουσική, τζαζ, φανκ, σόουλ, λάτιν, χιπ χοπ κ.ά.

Εδώ υπάρχει σαφής διαφοροποίηση από το «γκρουβ» όπως χρησιμοποιείται στην αγγλική. Η «γκρούβα» είναι ελληνική έκφραση και όπως όλα τ’ άλλα, εμείς οι ελληναράδες μουσικάντηδες νοσταλγοί των σέβεντηζ, την πήραμε και της γαμήκαμεν τα πρέκια, όπως άλλωστε της αρμόζει.

- Καιρό είχαν να ακούσω τόσο άνετη μπάντα. Φαίνεται καθαρά ότι ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν και γκρουβάρουν άψογα. Η «γκρούβα» 'ηταν ανέκαθεν δύσκολο πράγμα για τους Μεσόγειους. Οι δικές μας μπάντες έχουν (και είχαν) πολύ καλούς μουσικούς αλλά από γκρουβ είναι πάντα σφιγμένοι. (εδώ)

- Υπαρχουν διαφορετικα ειδη groove,ο σωστος μεταλ ντραμμερ θα γκρουβαρει και αυτος,οπως γκρουβαρει και ο κρουστος της Συμφωνικης του Βερολινου... Wink,οπως γκρουβαρει και ο ντραμμερ του Μακη,οπως πρεπει να γκρουβαρει καθε μουσικος (και τραγουδιστης),γκρουβ δεν απαιτει μονο το shuffle & το funk.
εδώ

- Παίξε μια γκρούβα απ' τα παλιά ρε Γιώργη να θυμηθούμε τα νιάτα μας που χτυπιόμαστε στα πατώματα με τον Τζέιμς Μπράουν...

Για πολλούς η απόλυτη γκρούβα... (από VAG, 23/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν κάνω τίποτα. Είμαι αβαράς. Χρησιμοποιείται για άτομο το οποίο οίεται ότι κάνει κάτι, ή ότι προσφέρει και είναι χρήσιμος στην κοινωνία και προσπαθεί να πείσει και τους άλλους για αυτό υποτιμώντας σημαντικά την νοημοσύνη τους. Συνήθως είναι συμπέρασμα που αποφαίνεται σε τρίτο πρόσωπο σε κουβέντα δύο ή παραπάνω ατόμων, αλλά μπορεί και να ειπωθεί με αυτοπαθητική έννοια, όπως ακολουθεί στο παράδειγμα.

Α: - Έλα ρε Δημήτρη, τι κάνεις;
Β: - Να, εδώ, δουλειά, πολλή δουλειά, θα πάω να σπείρω τώρα..
Γ: - Τι σχέση έχει ο Δημήτρης με τα χωράφια;
Α: - Τι σχέση να έχει, κοροϊδεύει την κοινωνία, τίποτα δεν κάνει, μόνο στα καζίνα γυρίζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπαλαμουτιάζω εν συντομία, δηλαδή το φασώνω. Χρησιμοποιούνταν παλαιότερα από τους Κυκλαδίτες, ιδιαίτερα σε Σύρο, Τήνο, Μύκονο.

Άμα θα βγεις με τη μικρή σήμερα μη μείνεις μόνο στα φιλιά. Να την μπαλουτιάσεις γιατί είναι μεγάλο ξεκωλάκι, αλλιώς θα σε περάσει για ξενέρωτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετέρα ονομασία για την τίκρα, άλλως κυψελίδα, άλλως κερί των ώτων, που φέρνει περισσότερο σε μια ζαχαροπλαστική πρόσληψη του εκκρίματος.

- Τον είδες ρε συ; Έβγαλε έναν βόλο παστελάδα απ’ το αφτί του και τον κατάπιε σαν καραμέλα! - Μπλιαχ!

Βιολογική παστελάδα (από Vrastaman, 25/07/12)

Αυτιά και λοιπές πάστες: μαρμελάδα, γράσο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ήτοι έμπλεξες και πώς θα ξεμπερδέψεις...

Νησιωτικό, του Αιγαίου, απαντάται σε περισσότερα του ενός ψαρονήσια, ενδεικτικά Χίο, Μυτιλήνη, Σάμο και... Μύκονο (εκεί, στην Ψαρού).

Καθότι το ψάρεμα και δη η καθετή, η συρτή, το παραγάδι και λοιπές αλιευτικές μέθοδοι συνδυάζουσες αγκίστρια και μεσινέζες είναι μεν χόμπι κι ωραίο χόμπι, κι άμα πιάνεις κιόλα είναι σούπερ ντούπερ. Άμα όμως το κατεβάσει το ρημάδι το αγκίστρι μέχρι τον αφαλό ο ψάρακας -κι ενώ τσιμπάει του χαμού– σε πιάνει μια απελπισία να ξαγκιστρώσεις, να ξεψαρίσεις και να ξαναδοκιμάσεις την τύχη σου τώρα που μυρίζει. Και δώσ' του εγχειρήσεις και να τα αίματα, και να τα κοψίματα, μπουρδέλο η βάρκα, τριμπούρδελο η ψυχολογία, εφταμπούρδελο η πετονιά, κι ο εξυπνάκιας να σε συμβουλεύει ότι το ψάρι θέλει υπομονή.

Αντιθέτως, αν πρόκειται για καλό ψάρι, το ξαγκίστρωμα αποκτά μια έξτρα θεατρικότητα και το γλεντάει δεόντως ο ξαγκιστρώνων, εξυμνώντας το μέγεθος του θηράματος σε κάθε χειρουργική τομή που του καταφέρνει, υπενθυμίζοντας δια πολλοστή φορά στους άμοιρους θεατάς τα κατά καιρούς αλιευτικά κατορθώματά του.

  1. Και σκέψου λέει, κάποιος που με αντιπαθεί να με καρφώσει ότι επί πληρωμή μαζεύω διαφόρους στο σπίτι μου, «το 'χω κάνει τεκέ και γίνεται του ...»τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια. αν προσθέσει κιόλας ότι γι' αυτά που εισπράττω δεν κόβω απόδειξη είσπραξης... άντε μετά ξαγκίστρωνε...! Χαχαχα...εδώ

  2. - Μα δεν τον γουστάρω.. δηλαδή, όχι πολύ, είπε η φίλη.
    - ..
    - Όχι, αλήθεια. Δε θα το έκανα ποτέ. Εξ άλλου εκείνος μου την έπεσε.
    Στο όνειρο. Της. Εκείνος έφταιγε. Τώρα 'άντε εσύ ξαγκίστρωνε' όπως λέμε στο Αιγαίο...εκεί

3.T’ απ’ τη ζωή βγαλμένο:

- Πλάτωνα έχασα τον κλειδάριθμο του taxis..
- Γαμώ τα γαμήσια του ιούδα γαμώ..
- Θα πάω εφορία να πάρω άλλον.
- #@(^^(@#^@^&&!!
- Πώς κάνεις έτσι μωρέ; δυο λεπτάκια θα πεταχτώ, θα τους πω το πρόβλημα και...
- Ναι δυο λεπτάκια για κάθε έναν που στέκεται στην ουρά. Κι άμα στο δώσουν. Δεν αποκλείεται να σε ξαναστείλουν πίσω να ξανακάνεις ηλεκτρονική αίτηση. Και μετά θα ξαναπάς και θα σου πουν ότι προέκυψε θέμα με την διπλή αίτηση. Και θα πέσεις σε κάνα μαλάκα που θα αρχίσει τα «δεν μπορώ», «δε μου σηκώνεται», «δεν καλοπήδηξα εχτές» κι άντε συ ξαγκίστρωνε.
- [τρίβοντας τα χέρια του]Μήπως υπερβάλλεις; Είναι φίλοι μας οι εφοριακοί...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified