Further tags

Δεν γίνομαι αποδεκτός, με αρνούνται, με απορρίπτουν.

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις στις οποίες κάποιος γνωρίζει την απόρριψη, όπως, παραδείγματος χάρη, σε μια ερωτική απογοήτευση, ή σε μια απόλυση από δουλειά, αλλά και στην περίπτωση όπου κάποιος τρώει πόρτα.

Το λήμμα προέρχεται από το γεγονός ότι το σύμβολο Χ, χρησιμοποιείται πολύ συχνά για να αποδώσει το νόημα της απόρριψης ή του λάθους, συνήθως σε αντιδιαστολή με το σύμβολο ν, (αγγλ. tick), που έχει την εκ διαμέτρου αντίθετη σημασία.

Το ρήμα τρώω, που αποτελεί μέρος του λήμματος, παραπέμπει σε φράσεις όπως: τρώω γκολ, τρώω ήττα, και συνυφασμένο ον με καταστάσεις όπου ο ομιλών δρα παθητικά, δίνει έμφαση στο μέγεθος, αλλά και τον αντίκτυπο της εν λόγω απόρριψης στην ψυχολογία του ομιλούντος.

Το Χ είναι αρκετά βαρύ στην χώνεψη, άλλωστε όλοι μας έχουμε διαπιστώσει του λόγου το αληθές σε κάποια στιγμή της ζωής μας, και ιδιαίτερα αν έρθουν πολλά Χ μαζί, η κατάσταση ενδέχεται να γίνει πολύ σοβαρή για το άτομο. Σε τέτοιες περιπτώσεις, συνιστάται η λήψη γραψαρχιδίνης, ώστε να μπορέσει ο παθών να έρθει στα ίσια του.

Σημειώνεται σε αυτό το σημείο, ότι κυκλοφορεί και διαφήμιση που χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο λήμμα. Δείτε και το πολυμέσο.

- Γιατί είσαι έτσι ρε Γιώργο σήμερα; Έγινε τίποτα;
- Άσε ρε φίλε, έφαγα χι χθες από τη Μαρίνα... Είμαι στις μαύρες μου...
- Σε νιώθω μεγάλε. Όλοι τα περάσαμε αυτά. Άντε, πάμε να κεράσω έναν καφέ... - Της παρηγοριάς...

Η διαφήμιση που λέγαμε (από Eleosman, 22/02/10)Γραψαρχιδίνη, max δόση 4 ταμπλέτες ημερησίως (από allivegp, 22/02/10)

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοκινητιστική αργκό, δηλώνει επίμονα γρήγορη και νευρική οδήγηση. Είναι ως φράση ισχυρότερη των πηγαίνω μαλλιά, μαλλιοκούβαρα κλπ, γιατί υποδηλώνει διάρκεια, επιμονή και προσήλωση, ενώ υπεισέρχεται σε κάποιο σημείο και ο παράγοντας χρόνος (ίσως και με τη μορφή βιασύνης) και λιγότερο ο παράγοντας ευχαρίστηση.

Τα στοιχεία αυτά καταμαρτυρούν και τις αγωνιάρικες καταβολές του λήμματος, από τα ράλλυ. Πιο συγκεκριμένα, τα check point στα τέλη κάθε ειδικής, αλλά και γενικότερα τα σημεία χρονομέτρησης σε άλλα είδη (rallye raid, rally sprint κλπ), ονομάζονται στην ιταλική tappa (πληθ. tappe), αντίστοιχο του γαλλικού όρου ετάπ (étapes), γνωστό από τους ποδηλατικούς αγώνες.

Όρος ήρθε και παραφράστηκε έως ότου σκλανγκοποιηθεί πλήρως, μέσα από τα πρωτοπαλλήκαρα των ελληνικών αγώνων αυτοκινήτου (Τζώνυ Πεσματζόγλου, Μοσχούς Sr., Stratissino κ.α.) που είχαν μια σαφή επαφή με την αγωνιστική παιδεία της γείτονος χώρας.

- Άργησα να φύγω από το σπίτι, και το πήγα τάπες μέχρι την Κόρινθο χωρίς ανάσα και ανέβασε θερμοκρασία το μπουρδέλο!

Βλ. και τάπα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που παρομοιάζει την επίδοση ενός αυτοκινήτου στο να διατηρεί την μη ευθεία τροχιά του παρά την επίδραση της φυγοκέντρου, με αυτήν ενός μέσου σταθερής τροχιάς και δη τρένου.

Το να μπεις / βγεις / στρίψεις τρένο, προϋποθέτει δύο βασικές παραμέτρους, την ελαχιστοποίηση της πλαγιολίσθησης και τη βελτιστοποίηση του χρόνου εισόδου-εξόδου. Για την ακρίβεια χρειάζεται η ανεπαίσθητη πλαγιολίσθηση κυρίως κατά την έξοδο, ούτως ώστε ο πίσω άξονας -εάν είναι (και αυτός) κινητήριος- να γλιστρήσει ακριβώς κάθετα πάνω στην εφαπτομένη του διαγραφόμενου τόξου και να σπρώξει το αυτοκίνητο χωρίς χαμένες μη εφαπτομενικές συνιστώσες. Αξιοσημείωτο είναι ότι το πραγματικό τρένο έχει 2 κατευθυντήριους άξονες ανά βαγόνι (bogies) και έτσι έχει όλους τους τροχούς πάνω στην εφαπτομένη του τόξου (δεν μπορεί να κάνει κι αλλιώς, θα εκτροχιαστεί) και από αυτήν την αρχή εμπνεύστηκαν οι κατασκευαστές να βελτιώσουν πολλά επίδοξα τρένα των δρόμων βάζοντας τετραδιεύθυνση (Peugeot 405 Mi16, Nissan Skyline R34, Renault Laguna III).

Αναγνωριστικά στοιχεία του τέλειας διαγραφής στροφής, στην οποία και το λήμμα αναφέρεται, είναι η μη αντιληπτή δια γυμνού οφθαλμού πλαγιολίσθηση και το χαρακτηριστικό σφύριγμα των ελαστικών, που οφείλεται στις μικροποσότητες συμπιεσμένου και θερμασμένου αέρα που πασχίζει να βγει από την διεπιφάνεια ελαστικού-οδοστρώματος, του οποίου η έναρξη σηματοδοτεί και την επίτευξη σωστής θερμοκρασίας των ελαστικών.

Απαραίτητο στοιχείο για να μπορεί ένα αυτοκίνητο να μπει τρένο, είναι να είναι στημένο.

Το στήσιμο, εκ του αγγλικού set-up, σημαίνει, την επίτευξη του μάξιμουμ της πρόσφυσης αφενός απευθείας από τα ελαστικά (πλάτος πέλματος, γόμμα) και αφεδύο, μέσω της ανάρτησης, από την σωστή φόρτισής των.

Στα αγωνιστικά μονοθέσια, αλλά και στα hypercar (McLaren F1, Ferrari F50, Enzo, Koenigsegg κ.α.), το κέντρο βάρους είναι κάτω από το επίπεδο που ορίζουν τα ανώτερα σημεία έδρασης των αναρτήσεων, οπότε η εφαρμοζόμενη σε αυτό συνισταμένη φυγόκεντρου και βάρους προκαλεί ελάχιστη ροπή κατά τον διαμήκη άξονα του πατώματος (το πλαίσιο δηλαδή δεν γέρνει προς το εξωτερικό της στροφής). Γι' αυτό και χρησιμοποιούνται οριζόντιες αναρτήσεις που επιτρέπουν μικρές κατακόρυφες διαδρομές, και σε αγωνιστικές συνθήκες και ελαστικά-μπαλόνια (όπως στην F1), των οποίων το πλευρικό μέρος παραμορφώνεται υπό την επίδραση της φυγόκεντρου, όμως διατηρεί την πρόσφυση.

Στα αυτοκίνητα παραγωγής, το κέντρο βάρους είναι ψηλά, και το αυτοκίνητο στη στροφή γονατίζει. Το στήσιμο του λοιπόν επικεντρώνεται στο πόσο θα μπορέσει να μην υπερφορτιστεί η εξωτερική δυάδα τροχών και ολισθήσει και πως δεν θα αποφορτιστεί η εσωτερική (σήκωμα τροχού). Για να επιτευχθούν όλα αυτά, το αμάξι πρέπει να ενισχυθεί σε θέματα ακαμψίας με θολόμπαρες, ψαλιδόμπαρες, κέητζ και ρέστα, να γίνει δηλαδή τραπέζι, να περιορίσει τις κλίσεις με σκληρότερη ανάρτηση, αντιστρεπτικές ράβδους κλπ., να γίνει δηλ. «ξύλο» ή «κούτσουρο», και να φορέσει ένα χαμηλοπρόφιλο λάστιχο, που θα έχει το ελάχιστο περιθώριο παραμόρφωσης.

Όλα αυτά βεβαίως θυσιάζουν την άνεση (το αυτοκίνητο «διαβάζει» τις ανωμαλίες του δρόμου), την ανάβαση κράσπεδου, διαλύουν τις πέτρες στα νεφρά, και στην περίπτωση βροχής επιφέρουν το φαινόμενο «κακλαμανάκης» (η σανίδα μου πλανάρει). Γι΄αυτό και τα ακραία στημένα ονομάζονται πολεμικά, ενώ οι πιο χρηστικές και καθημερινές περιπτώσεις βολτάδικα (όροι που αναφέρονται και σε μηχανικές μετατροπές).

  1. Για να λέμε και του στραβού το δίκιο όμως με την ίδια ανάρητηση και δικό μας toe, έγραψε πολλά χιλιοστά παραπάνω στο Vbox... - Οτι πληρώνεις παίρνεις... Κανένας όμως απο εσάς δεν θα ήθελε αυτό το αυτοκίνητο στα Βριλήσια πχ... θα ήθελε και ένα σετ after market νεφρά... (απο το όλο σετάρισμα τραπέζι) (από εδω)

  2. Τώρα φυσικά αν αυτές οι αναρτήσεις συνδυαστούν και με τα ελαστικά της Dunlop SP Sport, 225/40/18 για πίσω και 215/40/18 για εμπρός, το αμάξι πραγματικά «μπαίνει τρένο» στις στροφές με αρκετά χιλιόμετρα (από εδώ)

  3. Με τα εργοστασιακά ελατήρια ελαφραίνει πολύ ο πίσω άξονας και το αυτοκίνητο γονατίζει στην μπροστινή ανάρτηση (απόεδώ)

  4. Βέβαια καταλαβαίνω οτι οσο πιο κούτσουρο ειναι το αμορτισέρ τοσο καλύτερο κράτημα εχει στις στροφές. (απόεδώ)

  5. Το S3 σεταπ σε Ibiza προσωπικα δεν θα το συνιστουσα...Το αυτοκινητο εχει πολυ ροπη και χανει τον βολταδικο χαρακτηρα του. Παει ειτε ταπα, ειτε κυρια. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μια κίνηση ή πράξη εκτελείται με απόλυτη ακρίβεια, όπως το γνωστό γεωμετρικό όργανο διαγράφει τον κύκλο.

Χρησιμοποιείται κυρίως σε αθλητικές περιγραφές αλλά και γενικότερα.

  1. Τι μπαλιά έβγαλε ρε ο πούστης, διαβήτης!

  2. Α, έτσι μπράβο, βάλε το σανίδι από πάνω να κάτσει διαβήτης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η ευτυχισμένη κατάσταση νιρβάνας στην οποία βρισκόμαστε όταν είμαστε σε θέση να αδιαφορούμε πλήρως για μια δυσμενή κατάσταση γιατί εμάς δεν μας αφορά. Με λίγα λόγια, σαν να έχουμε καταπιεί ένα σωληνάριο σταρχιδιαμόλ και πέντ' έξι χαπάκια γραψαρχιδίν στο καπάκι. Λέγεται πολύ στον στρατό, αλλά και αλλού.

  1. - Τα έμαθες; Μας έριξε τρεις μέρες κράτηση ο λοχαγός επειδή αργήσαμε να μπούμε το πρωί!
    - Άσε, δεν με πιάνει τίποτα! Σήμερα έχω υπηρεσία έτσι κι αλλιώς και το ΣΚ θα πάρω τα εξοδόχαρτα από το γραφείο και άντε γεια!

  2. - Έλα! Όλοι έξω από τον λόχο για αγγαρεία!
    - Δεν με πιάνει φίλε... Δεν προλαβαίνω!!

  3. - Πωωω, θα αυξήσουνε λέει πάλι τα χρόνια εργασίας μέχρι την σύνταξη!
    - Εμένα δεν με πιάνει, είμαι πριν το '93!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευπρεπέστερη εκδοχή του «πήραμε τ' αρχίδια μας κι αυτά με καθυστέρηση».

Βλ. επίσης: ψωνίσαμε από σβέρκο.

- Ενορκη Διοικητική Εξέταση, λέει, διατάχτηκε για την καινούργια σκευωρία που προσπάθησαν να στήσουν οι μπάτσοι της Θεσσαλονίκης. Τώρα πιάσαμε τα λεφτά μας!!! Ξέρουμε που καταλήγουν τέτοιες ΕΔΕ.
(εδώ)

- Ήταν το μικρότερο που είχα πιάσει ever και ήταν και σε στύση!!!(Αν ήταν σειρά στην tv αυτό που ζούσα, soundtrack θα έπαιζε: το προσκλητήριο μου έπεσε απ'τα χέρια, όχι δεν γίνεται -δεν είναι δυνατόν). Ωχ, λέω τώρα πάει, τα πιάσαμε τα λεφτά μας (ήταν ο ορισμός του Mr. little, καταραμένη Carrie!!!). Με τα πολλά έρχεται η ώρα να το κάνουμε.... Έμπαινε-'εβγαινε και δεν καταλάβαινα τίποτα σας λέει κάτι;;; Ε, αυτό. Αφού σκεφτόμουν ότι άν είχα ένα μπωλ με φυστίκια να τρώω, θα ήταν πιο ενδιαφέρον, φαντάσου!!!
(Gay & the City)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά από έντονη σωματική-πνευματική καταπόνηση, επέρχεται το φυσιολογικό φαινόμενο της κούρασης. Όσο είναι ανεβασμένα τα επίπεδα της αδρεναλίνης, της τεστοστερόνης κτλ, δεν το καταλαβαίνουμε. Όταν πέσει ο ρυθμός όμως σώμα και πνεύμα παραπαίουν. Εκεί χρησιμοποιούμε την έκφραση «μου βγαίνει η κούραση».
Σαν σλανγκ χρησιμοποιείται μεταφορικά αφενός για άτομα που ρετάρανε, βέλαξαν κτλ, είναι δλδ σε φάση που πνευματικές και σωματικές λειτουργίες υπολειτουργούν, αφεδύο για άτομα που γίνονται κουραστικά, βγάζουν νταλαιπώργια σε τρίτους, πρηξαρχίδια στο φινάλε.

  1. - Πού πας ωρέ κλεφτόπουλο;
    - Να βγάλω εισιτήρια για το έργο!
    - Ποιο έργο; Τώρα δεν είπαμε πάμε στον ψηλό; Βγάζεις κούραση ρε ψηλέ

  2. - Εσείς οι δύο, μοιράστε τα φυλλάδια να ξεμπερδέ!
    - Μη βγάζεις κούραση ρε σειρά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γαμώτο της έκφρασης είναι το γαμώτο που λέμε όταν έχουμε καημό, ότι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι που θα θέλαμε, και ιδίως καημό και αγανάκτηση ότι γίνεται μια αδικία την οποία δεν μπορούμε να σταματήσουμε.

Ωσεκτουτού, όταν κάνουμε κάτι για το γαμώτο, το κάνουμε για να έχουμε το δικαίωμα να αναφωνήσουμε «γαμώτο» έχοντας την συνείδησή μας ήσυχη ότι τουλάστιχον το προσπαθήσαμε, το παλέψαμε. Το για το γαμώτο το λέμε όταν αναπότρεπτα αποτυγχάνουμε, αλλά αφού έχουμε κάνει το κατά δύναμιν. Το για το γαμώτο εκφράζει το ιδιαζόντως ελληνικό φιλότιμο (αμετάφραστος ο όρος σε άλλες γλώσσες κατά πολλούς) σε συνδυασμό με την καζαντζιδοσύνη μας: Διεκδικούμε το δικαίωμα να καζαντζιδίσουμε και να κλαψομουνιάσουμε και γι' αυτό φιλοτιμούμεθα να κάνουμε μια ηρωϊκή πράξη έστω κι αν η επιτυχία της μας υπερβαίνει.

Σχετική είναι και η έκφραση για την Ελλάδα ρε γαμώτο, ή για το x ρε γαμώτο, όπου και πάλι το γαμώτο είναι το γαμώτο της απέλπιδος φιλοτιμίας. Όπως διέβλεψε ο Άψογος συσσλανγκιστής, το ρε γαμώτο «συμβολίζει τον νταλκά του Έλληνα να πρωτεύσει σε πείσμα της διεθνούς συνομωσίας που τον κρατάει πάντα κάτω». Η διαφορά είναι ότι το ρε γαμώτο το λέμε και για περίπτωση ευοδώσεως, ενώ το για το γαμώτο μόνο σε περιπτώσεις Θερμοπυλών, όπου η νίκη είναι εκ προοιμίου αδύνατη και πάμε να πέσουμε ηρωϊκά, όπως ο Λεωνίδας, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο Αθανάσιος Διάκος κουτουλού.

Οπότε το «για», που δηλώνει σκοπιμότητα, σημαίνει ότι κάνουμε μια πράξη για να προσλάβουμε την αξία του σισύφειου τραγικού ήρωα, ο οποίος είναι και ο αναφωνών το «γαμώτο» ενώπιον της κοσμικής τάξης.

Συναφώς, χρησιμοποιείται όταν δεσμευόμαστε στην προσπάθεια να εκπληρώσουμε ένα αντικείμενο της επιθυμίας μας, το οποίο όμως ξέρουμε ότι είναι εκ προοιμίου αδύνατο να εξαντλήσει την ίδια την επιθυμία, η οποία βρίσκεται πάντα αλλού και απλώς διαμεσολαβείται από το συγκεκριμένο αντικείμενο.

Στο Δ.Π. υπό ΑΝ21.

Έτσι λοιπόν μόνο και μόνο για το γαμώτο εγώ προσωπικά έσπασα πολλές φορές το τείχος (καλά δε το ισοπέδωσα κιόλας) και είδα ότι αυτά που κέρδισα ήταν περισσότερα και καλύτερα από αυτά που κέρδιζα όταν κουκουλωνόμουν με τον εγωισμό μου. Συνειδητοποίησα οτί το να μη φοβάσαι να ρισκάρεις δεν είναι κακό και συνήθως βγαίνεις κερδισμένος.Η τουλάχιστον δε βγαίνεις περισσότερο ζημιωμένος από όσο ήσουν. Και για να αναφέρω και κάτι κοινότυπο «Καλύτερα να μετανιώνεις για πράγματα που έκανες,παρά για πράγματα που δεν έκανες».

  1. Από φοράδα:

'Ελα ρε σεις, δεν είναι για να ασχολούμαστε. Εγώ ε'ιχα ψηφίσει Southern Hospitality και Big Pimpin' έτσι για το γαμώτο, γιατί έμπαινες στην κλήρωση για δωρεάν ρούχα Ecko, να βελτιώσω το swagger μου.

  1. Τό 'ξερα ότι θα φάω χυλόπιτα από το Λίλιαν, αλλά της την έπεσα για το γαμώτο.

1.00: Σου τα χώνω στη μάπα για το γαμώτο  (από Khan, 19/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Πάτρα): Προκαλώ σε καβγά. Πληρέστερα «την ανοίγω (σε κάποιον) σε τσαμπουκά».

Προσφιλής αργκοτική έκφραση των Πατρινών, που αναφέρεται στο εξ ίσου προσφιλές τοπικώς εξασκούμενο σπορ της κλωτσοπατινάδας.

Το έργο έχει ως εξής:

  1. Κάποιος κάνει κάτι (π.χ. οδηγεί, πίνει το ποτό του κλπ) ή δεν κάνει τίποτα –απλά υπάρχει μέσα σ’ ένα χώρο ή έξω στο δρόμο. Δεν ενοχλεί κατ’ ανάγκην.
  2. Ένας ή περισσότεροι Πατρινοί δε γουστάρουν (για δικούς τους λόγους).
  3. Οι Πατρινοί αποφασίζουν να του την πέσουν.
  4. Βρίσκουν μιαν εξευτελιστικά ευθηνή πρόφαση, για ν’ αρχίσει το πατιρντί (=«του την ανοίγουν»), συνήθως πετάνε ένα έμμεσο «σφόλι» όπως στη φυλακή (π.χ. όσοι φοράνε κασκόλ γαμιέται η μάνα τους, όλο μαλάκες κυκλοφορούνε εδώ μέσα, κοίτα κάτι πουστάκια ρε κλπ) ή και ευθέως (π.χ. Τί κοιτά ρε μαλάκα; Ψψψτ! Ε, εσύ! Ψάχνεις τίποτα; Έχουμε τίποτα ρε; / τί έχουμε; κλπ) ή φθάνουν μέχρι και του σημείου να προκαλέσουν οι ίδιοι αναίτια το θύμα (Σ.Σ. όχι απαραίτητα αφού μπορεί ν’ αποδειχθεί και αρκουδόμαγκας) σαν agent provocateur π.χ. με την δήθεν αθώα ερώτηση «Φίλε, έχεις ώρα;», όπου ο άλλος απαντά ανυποψίαστος και το επόμενο βήμα είναι «Σε ρώτησα ρε αρχίδα
  5. Η συνέχεια είναι προδιαγεγραμμένη: Βρωμόξυλο μέχρι τελικής πτώσεως είτε ένας με έναν, είτε πολλοί με έναν (όπως στην Κρήτη).

Η πρόκληση μπορεί και να γίνει με εντελώς έμμεσο τρόπο, μέσω τρίτου π.χ. Εκεί που παίζεις αμέριμνα μπάσκετ, κάποιο βαλτό δεκάχρονο μαλακιστήρι έρχεται και σου χαλάει το παιχνίδι υπό τα διακριτικά όμματα του agent provocateur (λ.χ. σου διώχνει τη μπάλα, εμποδίζει μπαίνοντας στη μέση κλπ), οπότε αφού το διώξεις επανειλημμένως και σου κάνει το κουφό, για να μην του ρίξεις καμιά σφολιάτα «σκαλώνεις» τη μπάλα του μ’ ένα σουτ στο διάολο. Τότε είναι που παρεμβαίνει ο ατζέντης μας λέγοντας το στερεότυπο (πια) «Εσύ ρε πείραξες τον αδερφό μου;», ενώ μετά βεβαιότητας δεν έχει ξαναματαδεί μπροστά του το μειράκιο. Όμοια κάνουν οι Ναπολιτάνοι αλλά κι οι γυφταίοι, όταν θέλουν να προκαλέσουν μέσω κάποιου πιτσιρικά (και καταφθάνουν στο πι-και-φι δέκα ντάτσουν με νταβραντισμένους ρομά). Ακολουθεί η υπό 5 περίπτωση...

Παρόμοιες προκλήσεις ήταν (είναι;) το κακόβουλο «ρίξιμο ψιλών» (μερικώς ταυτίζεται με τη σημερινή εσκεμμένη ρίψη ακύρου) με «λυμένο το ζωνάρι» π.χ. Στέκεται κάποιος δίπλα και λέει ένας από την παρέα «Φίλε, να σου πω λίγο;», γυρίζει ο τύπος προκειμένου ν’ ακούσει και ο λέγων γυρίζει την πλάτη του και καμώνεται ότι μιλούσε στην παρέα του, λέγοντας δυνατά το χαρακτηριστικό «ψιλλλλλλή ήτανε» και χαζογελάνε με το κορόιδο. Αν στραβώσει ο τύπος, πάμε πάλι παράγραφο 5...

Βέβαια αυτό μπορεί και να καταλήξει σε φιάσκο, π.χ. μια φορά ένας φώναξε «Ταξί-ταξί!», κάποιος ταρίφας σταμάτησε, η παρέα τραγούδησε γελώντας «τα ξημερώματα» χα-χα κλπ, ο ταρίφας κατέβηκε εν ριπή και χόρτασε τον μηναριτζίκο μπουκέτο πριν προλάβουν καν οι άλλοι να κουνηθούν. Μάλιστα είπε φεύγοντας «Σφαλιάρα ήτανε»!

Ενώ εν Πάτραις υφίσταται μεγάλη γκάμα βαρύτατου και χυδαιότατου υβρεολογίου, το οποίον ανεβαίνει κρεσέντο σε μια διένεξη και θα περίμενε κανείς να εκτονώνεται η ιστορία στα λόγια (η λεκτική βία έστω δείγμα πολιτισμού ενώπιον της φυσικής), παρ’ όλα αυτά το στειλιάρι πίπτει ανηλεώς και κανείς δεν χαρίζεται σε κανέναν («δεν έχει μάνα σου-πατέρα σου», όπως λένε οι Πατρινοί).

Αντίστοιχη απρόκλητη (δηλ. κακώς εννοούμενη) τσαμπουκαλήδικη νοοτροπία στην Ελλάδα, μπορεί να βρει κανείς μόνον στα λαϊκά περίχωρα του Πειραιά, αν και τα Πειραιωτάκια ξέρουν που να σταματήσουν και σέβονται κάποια θεμελιώδη πράγματα (π.χ. ηλικία, ιδιότητα, διαφορά εντοπιότητας, περιστάσεις, αναγνώριση σφάλματος κλπ), ίσως διότι ο Πειραιάς είναι λιμάνι με ανατολικό προσανατολισμό. Οι Πατρινοί δεν χαμπαριάζουν από τέτοια.

Η βία και η επιθετικότητα (έστω και λεκτική), απαντάται ευρέως στα πληρώματα των Σωμάτων Ασφαλείας και ιδίως στο Πολεμικό Ναυτικό και στην Αστυνομία (π.χ. ξερά: Τί είσαι συ ρε; / Άδεια και δίπλωμα κλπ), όπου οι Αρβανίτες δεν σπανίζουν (όπως άλλωστε και στην Αχαΐα και στον Πειραιά)...

Όμως, η αδιακρισία της μπατσίστικης νοοτροπίας (σε κόβω με το μάτι - «σου παίρνω τον αέρα» - σ’ τη λέω - σ’ εκφοβίζω) δεν ταυτίζεται με το παλαιϊκό «χωροφυλακίστικο» ανθυποστύλ του Τσαρουχόπροκα (προτεταμένο κεφάλι με κυρτό λαιμό και πλάτες σαν γύπας σε εφόρμηση, περπάτημα μ’ ανοιχτά τα πόδια, καμαρωτός σαν φουσκωμένος διάνος, ελέγχοντας πονηρο-αυστηρά το χώρο με τα χέρια πίσω με όπτιοναλ κομπολόι ή κλειδιά αυτοκινήτου -μόνο στην επαρχία επιβιώνει πλέον), πλην όμως δεν είναι σήμερα ορατή η διαφορά δια γυμνού οφθαλμού προϊούσης της συγχώνευσης Αστυνομίας Πόλεων (μόνο σε Αθήνα-Πειραιά-Πάτρα-Κέρκυρα, ενώ στη Θεσσαλονίκη δεν ιδρύθηκε γιατί τσίνησε η Χωροφυλακή μη και της πάρουν τα πρωτεία) και Ελληνικής (τέως Βασιλικής) Χωροφυλακής το 1984.

Όπως διακρίνει κι ο Τζιμάκος: «Παλιά δεν ήξερες τί έχεις πίσω σου μην είναι μπάτσος - μην είναι χωροφυλακή; Σήμερα δεν είναι ο δεξιός ο τσαλακωμένος ο χωροφύλακας που ντρεπόσουνα, τώρα είναι αριστερός, έχει το τσεκλενάκι του, έχει ωραίους τρόπους, γράφει ΕΛ.ΑΣ πάνω στο πηλήκιο-που έχει μιαν άλλη συγκίνηση κλπ...»

Το Ζαβλάνι, τα Προσφυγικά, τα Ζαρουχλέικα, η Ανθούπολη, η Αγιασοφία, η Αγιαβαρβάρα, του Βούδ(η), παλιότερα ο Άγιος Διονύσιος, τα Ταμπάχανα και ολόκληρη η Κάτω Αχαγιά, είναι σημειωμένες με κόκκινο περιοχές των ευρύτερων Πατρών ως προς την προέλευση των επιδόξων νταήδων. Μάλιστα «περί τιμή» του αδερφού, λέγονταν μέχρι πριν καμιά 20αριά χρόνια για τις κοπέλες από Ζαρουχλέικο: «Την κοίταξες = την πήρες»...

Καίτοι τέτοιου είδους καφριλίκια συμβαίνουν μεταξύ εφήβων κατά το πλέον ή ήττον παντού στα σχολεία της Ελλάδας (π.χ. κλασσικές σχολικές διαμάχες στην Αγία Παρασκευή Αττικής, στη Γκράβα κλπ)μ αλλά και όλων των πόλεων του κόσμου, ειδικά οι Πατρινοί δείχνουν μιαν ιδιάζουσα κωλοπαιδεία που αποκρυσταλλώνεται στην επιθετική ετοιμότητα ανεξαρτήτως ηλικίας, ίσως διότι δεν ξεπέρασαν ποτέ την εφηβεία (με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό)...

Η σκληρότατη γνωστή φάρσα (με την οποίαν ωστόσο όλοι γελάσαμε), είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα των ανωτέρω περιγραφομένων. Τέλος!

Περισσότερα για την σχετική ιδιωματική χρήση του θηλυκού «την», καθώς και των «για» / «σε» / «ότι» κλπ, βλ. λήμμα την έχω.

Σ.Σ. Δυστυχώς για την μερίδα των πολιτισμένων κατοίκων Πατρών, όλα τα παραπάνω παραδείγματα είναι πέρα για πέρα αληθινά.

(Άγνωστοι μεταξύ αγνώστων):

- Ψψψτ! Τι μάρκα μαλάκας είσαι συ ρε;
- Είπες τίποτα;
- Ναι ρε, σ’ εσένα το λέω!
- Ότι μου την ανοίγεις κι έτσι;
- Βλέπεις καναν άλλο μαλάκα εδώ γύρω;

(Άρθρο 5)...

(από HODJAS, 18/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα πάμε γαμιώντας, τρέχοντας.

Ωρε μάγκα μου, τι τρέξιμο ήταν κι αυτό. Τσιμπουκιδόν πήγαμε στην δουλεία σήμερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified