Further tags

Το σουρεαλιστικό, το παράξενο, το bizarre. Λέγεται και για πρόσωπα, αλλά πιο συχνά χαρακτηρίζει αλλόκοτες ή περίεργες καταστάσεις.

  1. Πήγα στο ΙΚΑ και τα 'παιξα. Μου είπαν ότι για να πάρω αριθμό μητρώου ΙΚΑ θέλουν τον αριθμό μητρώου ΙΚΑ. Καλά, μιλάμε για σουρεάλ κατάσταση. Ό,τι να 'ναι!

  2. Πολύ σουρεάλ ο τύπος. Στη δουλειά του έχει Windows, στο σπίτι δουλεύει Linux και χθες ανακάλυψα ότι μετέχει ενεργά στο Open Solaris.

  3. Η Γεωργία με κάλεσε χθες για φάμε μαζί, και το βράδυ ήθελε να μου κάνει σιάτσου. Μιλάμε, το άτομο είναι σουρεάλ.

βλ. και τιραμισουρεαλισμός

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από πού προέρχεται ο όρος;

Το τριώδιο είναι ένα εκκλησιαστικό βιβλίο που περιέχει όλους τους ύμνους που ψάλλονται από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου (ξεκίνημα των Αποκριών) ως το Μεγάλο Σάββατο. Το βιβλίο λέγεται τριώδιο γιατί οι περιεχόμενοι ύμνοι έχουν τρεις ωδές (λόγω του ονόματός του, η αναφερόμενη χρονική περίοδος που ψάλλονται οι ύμνοι που λέγαμε, λέγεται επίσης τριώδιο).

Σύμφωνα με τα παραπάνω, μόλις οι ψάλτες «ανοίγουν το τριώδιο» έχουμε και το ξεκίνημα των καρναβαλιών.

Σε ποιες περιπτώσεις θα μπορούσαμε να εκφέρουμε τον όρο;

  • Εκφέροντας τον όρο μιλάμε για καταστάσεις που χαρακτηρίζονται από καγκουριά και καρακιτσάτο στιλ. Μιλάμε για ανάρμοστες και αταίριαστες καταστάσεις που παρατηρούνται εντός ενός συνόλου. Μιλάμε για την... ανορθογραφία, για την... εικαστική παρέμβαση! Οι πρωταγωνιστές των συγκεκριμένων καταστάσεων λογίζονται σαν τη μύγα μέσ' στο γάλα. Τα άτομα είναι αλλού γι' αλλού. Λες κι ήρθαν απ' τον Άρη. Έτσι, πίσω από μια φανταχτερή και γελοία εμφάνιση, ενδεχομένως να βρίσκεται κάποιος ήρωας του Σπαθάρη που έχει βάλει την πινελιά του για να βγει αυτό το καρναβαλιστικό αποτέλεσμα (βλ. παρ. 1, 2).
  • Μιλάμε για μια μη αναμενόμενη κατάσταση που θεωρούμε πως πατάει πάνω σε παράλογες βάσεις. Μια κατάσταση που μπάζει από παντού, μια κατάσταση που αντανακλά την ουτοπία. Στο καρναβάλι, αυτό μπορεί να είναι αποδεκτό. Στην καθημερινότητα όμως τα πράγματα διαφέρουν (βλ. παρ. 3).
  • Μιλάμε για καταστάσεις αμφίβολης αισθητικής, δυσαρμονίας και ανομοιογένειας. Μιλάμε για ένα αλαλούμ αντικρουόμενων θεμάτων που δεν δένουν μεταξύ τους. Σε ένα καρναβαλιστικό σκηνικό, αυτό θα μπορούσε να 'ταν αποδεκτό, εδώ όμως τα πράγματα διαφέρουν. (βλ. παρ. 4).
  • Μιλάμε για άτομο που δεν τηρεί τις άγραφες κοινωνικές συμβάσεις για την πρέπουσα εμφάνιση σε δεδομένο τύπο περίστασης επικοινωνίας (π.χ: γάμος, κηδεία, σύσκεψη κορυφής, σχολική αίθουσα, κλπ), λες κι είναι καρναβαλιστής και το παίζει όπως θέλει. Ωστόσο οι συγκεκριμένες ενδυματολογικές επιλογές του θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν άψογες σε διαφορετική περίσταση (βλ. παρ. 5).

    Ποιες οι ενδεχόμενες αντιδράσεις;

Οι παραπάνω περιπτώσεις γελοιοποιούν υποβιβάζουν και εκθέτουν αυτόν που τις προκαλεί. Μπορούν να προκύψουν περιφρονητικά γέλια, μπόλικο κους κούς καθώς και αίσθημα αποστροφής για αυτόν που τις προκαλεί, αν τα θέματα αυτά δεν έχουν συνέπειες πάνω μας. Αν έχουν (π.χ: βλ. παρ. 4), τότε το πράγμα αγριεύει.

  1. Πλήρης μέθοδος βαφής του εν λόγω προσώπου. Σε στεγνή επιφάνεια επιστρώνεται πρώτα το αστάρι, κατόπιν ρεπουλίνη και ακολουθούν μίνιο για τη σκουριά, βερνίκι για το σαράκι, λούστρο για πλήρες γυάλισμα και μια σειρά έντονων χρωμάτων (μη-οικολογικών) όλων των αποχρώσεων της ίριδας που παραπέμπει στο σχόλιο άνοιξε το τριώδιο; Βλ. λήμμα ποικιλοχρωμουρίαση

  2. Όσο για κόκκινη γόβα δεν το έχω τολμήσει και γενικά δε μου αρέσει το κόκκινο παπούτσι. Έχω στιλιστικές ανησυχίες για να μη βγαίνω στο δρόμο σαν καρνάβαλος! Ξέρεις πόσους και πόσες βλέπω στο δρόμο να κυκλοφορούν, λες κι άνοιξε το τριώδιο; Δες

  3. Για τον ΠΑΟΚ, άνοιξε το τριώδιο εδώ και καιρό και δύσκολα θα κλείσει όταν από τα υπεύθυνα χείλη ακούς πως το μόνο που λείπει είναι θετική ενέργεια από έξω. Από πού έξω; Έξω από εδώ; Έξω από τα σύνορα; Έξω από το ηλιακό σύστημα; Έξω από το Γαλαξία; Μια ζωή η εύκολη λύση του έξω. Οι μέσα δεν φταίνε ποτέ και σε τίποτα. Μόνο πληρώνονται. Πριν δυο βδομάδες, μετά την ήττα από τον Ακράτητο, κάναμε επανάσταση, πριν τρεις βδομάδες-ανανέωση, πριν τέσσερις βδομάδες-αναστύλωση, πριν έξι βδομάδες-ανακύκλωση, κάπου πιο βαθιά στο χρόνο είχαμε στόχο τη δυάδα, μπερδεμένο τάβλι. Τώρα που εξαντλήσαμε όλα τα ουσιαστικά με πρόθεμα το ανά-, το γυρίσαμε στα μεταφυσικά. Κάποτε έφταιγε το κουμπί που δεν έπιανε τη συχνότητα του ΠΑΟΚ. Τώρα φταίει η θετική ενέργεια που δεν έρχεται από έξω. Κωμωδία. Δες

  4. - Μόλις μπήκα στο νεοκλασικό μου κι αντίκρισα στο δωμάτιο μου ζωγραφισμένους ήλιους και ζωντανά στους τοίχους, φρίκαρα και φώναξα μ' αγανάκτηση. Τι έγινε ρε; Άνοιξε το τριώδιο καλοκαιριάτικα; - Ωχ... είχε περάσει η νέα φιλενάδα σου που 'χει τις γνωστές φευγάτες καλλιτεχνικές ανησυχίες, ε;
    - Την έκανα με τα κρεμμυδάκια.

  5. - Ήμουνα στην κηδεία και ξάφνου άνοιξε το τριώδιο.
    - Δηλαδή;
    - Ήταν η Λίλιαν μ' ένα κατακόκκινο μίνι φόρεμα που φώναζε από μακρυά: Ανοίξαμε και σας περιμένουμε. Ασ' τα... εκτός τόπου και χρόνου το άτομο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή η έκφραση προέρχεται από το χρώμα του πέους κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης και έντονης στύσης. Επειδή το αίμα παραμένει στάσιμο για πολλή ώρα στους μυς αν δεν επέλθει εκτόνωσή του (εκσπερμάτωση) τελειώνει το οξυγόνο και έτσι το πέος αρχίζει και «μπλεδίζει»!

Έτσι περιγράφουμε μία κατάσταση στριμόκωλη, δύσκολη, που δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα (εκτόνωση).Το περίεργο είναι ότι οι φίλοι μας οι Ιταλοί περιγράφουν το ίδιο πράγμα με την έκφραση «cazzi amari», που σημαίνει πούτσες πικρές, αλλά δυστυχώς δεν γνωρίζω με ακρίβεια γιατί, αν και μπορώ να υποθέσω!!!

- Γιώργο πώς πήγε χτες με τη Μαρία;
- Άσ' τα, πούτσες μπλε!

παπάκια μπλε με μια πούτσα νααα! (από BuBis, 10/11/09)(από rigo21, 10/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος πολύ σίγουρος για τον εαυτό του, κάνει επίδειξη της δύναμης και της έλλειψης φαιάς ουσίας του σε γνωστούς και αγνώστους, αλλά και σε υφισταμένους. Μιλάμε για πολύ μάγκα... Ο τύπος είναι τόσο σίγουρος για τον εαυτό του, για την δύναμη και την εξουσία του που τα αρχίδια του αφήνουν γραμμή πίσω του καθώς περπατά. Τα σέρνει, σε λέω.

Τον έχετε σίγουρα δει σε κάποιο στρατόπεδο στον ρόλο του παλιού ή του στρατιωτικού, ενώ το είδος ευδοκιμεί στα μέρη μου, Σαλονίκη σε λέω (Τούμπα, Χαριλάου και περίχωρα) να λέει τέτοιες παπαριές όταν σταματήσει να γρυλίζει.

Την συγκεκριμένη έκφραση την έχω ακούσει στον Έβρο.

Όπως πρωτοάκουσα την έκφραση, από αξιωματικό.

- Τί κάνετε εδώ ψάρακες;
- Καθαρίζουμε κύριε διοικητά
- Άμα σε κεράσω κανένα χαστούκι μαλάκα, θα μάθεις να μου λες παπαριές...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ο οδηγός χάνει τον έλεγχο του αυτοκίνητου του το οποίο σβουρίζει γύρω από τον άξονά του παίρνοντας αμπάριζα ό,τι βρεθεί στο διάβα του. Διατυπώνεται κι ως «παίρνει σβούρες».

Βλ. επίσης σαβανοκύριακο.

- Τα Χριστούγεννα έγινε ένα τρακάρισμα στην εθνική, η οδηγός του ΙΧ έχασε τον έλεγχο, το αμάξι έφερε σβούρες, τσακίστηκε στο διαχωριστικό και άρπαξε φωτιά! Παρολαυτά η γυναίκα κατάφερε και βγήκε σχεδόν αμέσως ζωντανή από το αυτοκίνητο...για να την παρασύρει και να την σκοτώσει άλλο διερχόμενο αμάξι στην εθνική την επόμενη στιγμή!
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Έτσι λέγεται στις αντροπαρέες, (λίγο συνθηματικά, λίγο συνωμοτικά, λίγο χαϊδευτικά), ο αριθμός τηλεφώνου που σε προμηθεύει επί χρήμασι γυναίκες για να τις πηδήξεις στο χώρο σου (βλ. παράδειγμα 1).

Κατ΄ ακολουθία, η αναφορά στο τηλεφωνάκι παραπέμπει σε όλη την συναφή δραστηριότητα του σεξοντελίβερυ (βλ. παράδειγμα 2).

Καλύπτει κοινωνικές ανάγκες που προέκυψαν από την υποβάθμιση των κλασσικών μπουρδέλων, τα οποία πλέον επισκέπτονται κυρίως μεροκαματιάρηδες αλλοδαποί και οι νεοέλληνες δύσκολα τα καταδέχονται. Έπρεπε να εφευρεθεί το τηλεφωνάκι και εφευρέθηκε.

Φίλος γνωστού του μπατζανάκη του ξαδέλφου του περιπτερά μου, είπε ότι μπορείς και να παραγγείλεις τις προδιαγραφές της γυναίκας που θέλεις, επιθυμίες οι οποίες βέβαια μπορεί να μην εκπληρωθούν στην πράξη, π.χ. ξανθιά ζητάς, μελαχρινή σου έρχεται. Μετά δεν σου κάνει καρδιά να την διώξεις, αφού είτε την διώξεις είτε όχι, την ταρίφα θα την πληρώσεις.

Να μη συγχέεται με το τηλεφωνικό σεξ.

  1. - Πάμε κάνα κλαμπάκι να χτυπήσουμε καμιά γκόμενα ;;; - Άσε ρε, αφού όλο με το μπούτσο στο χέρι μένουμε. Να πάρουμε κάνα τηλεφωνάκι να μας έρθει και φθηνότερα.

  2. -Και πως τη βγάζεις, τώρα που σε παράτησε η Μαιρούλα;;; -Φίλε, τηλεφωνάκι και άγιος ο θεός και έχω και το κεφάλι μου ήσυχο ….

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν μόλις γεννηθεί το τέκνον, σπεύδουσιν συγγενείς και φίλοι να ασημώσωσιν (καλώς!) αλλά και να διαγνώσωσιν (κακώς!) εν είδει επαϊόντων πλήν αυτοκλήτων και ερασιτεχνών ντιενεϊτζήδων, εις ποίον μέλος της οικογενείας ομοιάζει περισσότερον, το βρέφος.

Μετά τον καταιωνισμόν (<αρχ. και στρατοκαβλ. καταιωνιστήρ=ντουζιέρα) πτυέλων επί της μάπας του δυστήνου βρέφους, οι προσφιλείς του ζεύγους αρχινάνε την κολυκυθιά:

  • Μην είν’ τα μάτια του παππού;

  • Μήνα της κουκουβάγιας;

  • Μη το προγούλι είναι της θειάς;

  • Μήπως στης μάνας φέρνει σόι;

  • Μπα κι έχει του μπαμπά το μπόι;

Και λοιπά.

Βεβαίως, όλ’ αυτά αφορούσιν κυρίως ειπείν εις την διαπίστωσιν της εκ πατρός ρίζης ταυτοποιήσεως, δεδομένου οτι mater semper certa est (δηλ. «να κάνει» η μάνα).

Εξ άλλου, όταν το τέκνον μεγαλώση, θα κληθεί πολλάκις να λάβη θέσιν εις την (υφ’ όσων ευρίσκονται ακόμα εν ζωή συγγενών τεθείσα) τραυματικήν ερώτησιν:

Ποιόν αγαπάς πιό πολύ; Τη μαμά ή τον μπαμπά;

Η ορθή και ειλικρινής απάντησις δέον όπως έχη: «Δε γαμιέσαι;»

(Αλλά τα καλά παιδιά δε λένε κακές λέξεις κλπ-κλπ).

Τα σόγια αλληλο-υπονομεύονται (πότε κρυφά-πότε φανερά) και εξαίρουν εαυτούς, οι φίλοι γελούν συγκρατημένα (αποφεύγοντας το ατόπημα να διατυπώσωσιν την γνώμη των) και το ζεύγος καρτερεί την ώραν που θα πάνε άπαντες στα ξεκουμπίδια...

Η έκφρασις χρησιμεύει ως πυροσβεστήρ των εκατέρωθεν αντιδικιών, συνήθως υπό του πατρός (δίκην διαιτητού), όστις λέγει χαριτολογώντας (!) οτι κατά την εποχήν της συλλήψεως του τέκνου, δήθεν (;) χρωστούσαν βερεσέδια εις τον οπωροπώλην ή τον εδωδιμοπώλην ή τον κρεοπώλην ή αλλαχού (αντιστοίχως), οπότε (εννοείται οτι) το τέκνον μάλλον φέρει τα χαρακτηριστικά ενός (;) εξ αυτών, μεθ’ ου επλάγιασεν η νύφη, ίνα πατσίση τα οφειλόμενα...

Άλλωστε τοιούτου είδους in natura συμψηφισμοί χρεών, εγένοντο κατά κόρον εις τας συνοικίας των παρελθόντων ετών (π.χ. γαμούσε ο σπιτονοικοκύρης τη ζουμπουρλή μπαταξού νοικάρισσα, ο πτωχός φοιτητής την θαλερή μπακάλαινα, ο κωλόμπος ποδηλατάς «χάριζε» γύρους κ.ο.κ.) αλλά ακόμη και σήμερα κάποιες τζαμπατζούδες και έκλυτες επιβάτισσες πληρώνουν τον ταρίφα σε ρήτρα Jim Bookie (!)

Φυσικά, τα ανωτέρω ελάμβανον χώραν την παλαιάν εποχήν, διότι τώρα δεν κάνουμε τέτοια αφού είμεθα Εβροπέη (το γράφει και εις τον τηλεφωνικόν κατάλογον) και εφ’ όσον άλλωστε και εν Αλβιόνι εν αντιστοίχοις περιπτώσεσιν, πατήρ απάντων των βρετανόπουλων πάλαι ποτέ εφέρετο ο θρυλικός γαλατάς (the milkman was round)...

(Πεθερά απ’ του αντρός το σόι):
-Πώπω ένα ωραίο μωράκι!
(Πατέρας):
-Είδες;
(Πεθερά απ’ του αντρός το σόι):
-Κοίτα το! Έχει την έκφραση του μπαμπά σου γιόκα μου!
(Μάνα):
-Μα τί λέτε καλέ μητέρα; Της μαμάς μου έχει...
(Πεθερά απ’ του αντρός το σόι):
-Της μαμάς σου ναί, αλλά όχι την έκφραση...
(Πατέρας):
-Εγώ λέω του μανάβη μοιάζει που του χρωστούσαμε κιόλας!
(Μάνα κάτωχρη):
-Ώστε λοιπόν ξέρεις...

(Η συνέχεια σε Βίπερ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Επιδίδομαι σε ταπεινωτική εργασία, χαμαλοδουλειά, χαμαλίκι, αγγαρεία, κοπιαστική δουλειά μικρής σημασίας.

Απαντάται στην υποτιμητική έκφραση: άντε να ξύνεις πατσές, (βλ. παράδειγμα 1).

  1. Τεμπελιάζω (βλ. παράδειγμα 2).

1α. Πατσές είναι οι κοιλιές. Για να μαγειρευτούν οι κοιλιές, πρέπει πρώτα να καθαριστούν από τα σκατά, που τα ξύνουν με μαχαίρι, μία κοπιαστική και όχι και τόσο ευχάριστη διαδικασία, η αλήθεια είναι.

Το άτομο στο οποίο αναφερόμαστε δεν είναι άξιο για τίποτα καλύτερο να κάνει στην ζωή του.

Αυτή είναι η αρχική και ορθή χρήση της φράσης.

2α. Η δεύτερη καθιερωμένη πλέον σημασία της (τεμπελιάζω), προέκυψε από την χρήση της φράσης χωρίς την γνώση της πρωταρχικής μαγειρικής προέλευσής της. Στην περίπτωση αυτή αναφερόμαστε σε άτομο το οποίο ξύνει τις ίδιες τις δικές του πατσές, δηλαδή κάτι ανάλογο με το ξύνω τ΄αρχίδια μου.

Απαντάται στην φράση «ξύνει τις πατσές του μέχρι να λειώσουνε τα ξύγκια», με την έννοια ότι ο εν λόγω κωλοβαράει ασύστολα.

  1. «Αν το θέλω με πίτα ζητάω πίτα με σουβλάκι. Αν αυτός που το πουλάει δεν ξέρει ότι σουβλάκι=μικρή σούβλα, άρα σουβλάκι=το κρέας περασμένο σε «καλαμάκι» ας αλλάξει επάγγελμα, ας ξύνει πατσές πχ :p» .

(καλά το καταλάβατε, είναι από φόρουμ για την αιώνια διαμάχη, σουβλάκι, μπουγάτσα, λεμονίτα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη, να ζει κανείς ή να μη ζει κτλ).

  1. «Το μοναδικό νταραβέρι που έχει η Super League είναι με τον ΟΠΑΠ. Αν δεν υπήρχαν τα κρατικά λεφτά, το μαγαζί θα είχε χρεοκοπήσει. Από την ελεύθερη αγορά δεν παίρνουν ούτε σέντζι. Και με πουλημένα τα τηλεοπτικά δικαιώματα για τα επόμενα τρία χρόνια τι έχει να κάνει η Super League για τα επόμενα τρία χρόνια μέχρι το 2012; Για τέτοιες περιπτώσεις λέγεται ότι «ξύνουν πατσές». (σχόλιο αθλητικογράφου)

(από spydel, 09/11/09)Patsa (από allivegp, 09/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που σημαίνει: Εξ υπαρχής, χωρίς περιθώριο αντίδρασης, ακαριαία, πρωθύστερα, κατ’ ευθείαν, αιφνιδιαστικά.

Συνώνυμο του γκολ απ' τα αποδυτήρια, αφού προέρχεται απο την ποδοσφαιρική αργκό, δηλαδή στην πλήρη μορφή της, η έκφραση έχει ως γκόλ απ’ τα μπετά, το’ βαλε απ’ τα μπετά κλπ, δηλαδή αιφνίδια επίθεση απο τις τσιμεντένιες βάσεις-κολώνες-κερκίδες του σταδίου, πριν καν αρχίσει το ματς.

Σημείωση: Μπετά=εξελληνισμένος πληθυντικός του γαλλικού μπετόν (όπως το μαγιώ-τα μαγιά, το ζαμπόν-τα ζαμπά, το καρμπόν-τα καρμπά, το ταμπόν-τα ταμπά, το ταμπλώ-τα ταμπλά, το βιτρώ-τα βιτρά κ.ο.κ.). Αντίστροφα δεν πολυσυνηθίζεται εκτός ολίγων περιπτώσεων π.χ. τα μπανιερά-το μπανιερό, τα μήντια/μύδια-το μήντι/μύδι, ενώ τα κρασιά Καμπά παραμένουν ως έχουν στον ενικό.

Αφιερωμένο στον (παροδικώς ελπίζω) αποχωρούντα Μπούμπη και στον Μπετατζή λόγω συναφείας...

- Πότε δίνεις για δίπλωμα οδήγησης;
- Λέω σε κανα-δυο μήνες.
- Έχεις ταΐσει τους εξεταστές;
- Μπααα... Αφού οδηγώ απ’ τα δεκάξι μου, τί τώρα;
- Καλά αγόρι μου, αν δε λαδώσεις σε κόβουνε απ’ τα μπετά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από την γνωστή μάρκα ηλεκτρικών κουζινών και ψυγείων, οι παλιοί μάγκες χρησιμοποιούσαν αυτή την έκφραση όταν θέλανε να εκφράσουν την απότομη έκπληξη, την παγωμάρα (δείτε το παράδειγμα).

Κι όπως κατηφορίζαμε για το τσαρδί μας, μου πετάει δύο εξατμίσεις που μου έκανε την καρδιά Ιζόλα:

- Τι έχεις ρε και κάνεις σαν κλαταρισμένο λάστιχο;
- Άσε ρε. Έχω φουντούκι!
- Με την Μαριώ ρε;
- Ναι, γειά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified