Ακριβής μετάφρασης αμερικάνικης έκφρασης. Σημαίνει κατουράω. Συνήθως λέγεται δηκτικά.
- Αυτός εδώ στραγγίζει την σαύρα του στην μέση του δρόμου.
- Πφφ!!!!!!
Ακριβής μετάφρασης αμερικάνικης έκφρασης. Σημαίνει κατουράω. Συνήθως λέγεται δηκτικά.
- Αυτός εδώ στραγγίζει την σαύρα του στην μέση του δρόμου.
- Πφφ!!!!!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κρητική έκφραση που σημαίνει ότι κάποιος έχει ψυχολογικά προβλήματα, ότι πάει να του τη σβουρίξει, λόγω μελαγχολίας κατά κύριο λόγο.
«Απατός» + γενική της προσωπικής αντωνυμίας στην Κρήτη σημαίνει εαυτός, ο ίδιος, όπως λ.χ. στη φράση «θωρείς κι απατός σου», παναπεί «το βλέπεις κι ο ίδιος». Σύμφωνα με το λεξικό Ξανθινάκη προκύπτει από τη φράση απ' αυτός.
Γιατί, όμως, όταν κάποιος είναι ή φαίνεται σαν τον απατό του, δηλαδή, όταν είναι ή μας φαίνεται... σαν τον εαυτό του, να σημαίνει λίγο πολύ ότι το χάνει;
Χαοτικό ρισπέκτ στον Homo sapiens Cretensis, που σκέφτεται τόσο ωραία: ναι, κάποιος που είναι και φαίνεται σαν τον εαυτό του, είναι αυτός ο οποίος μελαγχολώντας, παίρνει τον εαυτό του και την κατάστασή του υπερβολικά σοβαρά, τόσο ώστε να φέρει και κουβαλάει τον εαυτό του σε βαθμό που να (του, μας) γίνεται ένα φορτίο που φαίνεται, που οι άλλοι το(ν) βλέπουν. Κάπως όπως σε αυτά τα βιντεάκια με την κατάθλιψη, η οποία εμφανίζεται σαν μια μαύρη σκιά ή ένας μαύρος σκύλος (-->) να συντροφεύει και να βαραίνει τον καταθλιπτικό, αλλά ο καταθλιπτικός ξέρει ότι η κατάθλιψη έχει μάλλον τη μούρη της αφεντομουτσουνάρας του (αλλά μην του πείτε, γιατί θα νιώσει αδύνατο να απαλλαγεί, ίσως...). Κάποιος είναι σαν τον απατό του, δεν είναι ο εαυτός του, είναι σκιά του εαυτού του, από υπερβολικό εαυτό.
Αλλά ως γνωστόν όταν η κατάθλιψη, το πένθος κι η μελαγχολία σοβαρεύουν, φτάνουν στην ψύχωση. Εκεί ο καταθλιπτικός αρχινάει κανονικότατα να είναι σαν τον απατό του, δηλαδή, όχι μόνο σαν τον εαυτό του, αλλά και σαν από μόνος του, σουλατσάρει στο δρόμο κι είναι στην κοσμάρα του. Σαν τον απατό του... Κάπου στις Ψυχώσεις γράφει ο Λακάν ότι ναι μεν ο κοινός θνητός που νομίζει ότι είναι βασιλιάς είναι τρελός, αλλά κι ότι και ο βασιλιάς που νομίζει ότι είναι βασιλιάς είναι τρελός.
Γιατί, όμως, λέει, η έκφραση ότι είναι σαν τον απατό του, κι όχι απλά ο απατός του; Νομίζω ότι συντρέχει κι άλλος λόγος, πέρα από τα όσα πιο πάνω μισο-έγραψα: με αυτό το σαν η λαϊκή σκέψη απέφευγε την αμετροέπεια.
- Χρήστο, είδα μωρέ το φίλο σου το Μαθιό κι ήτονε στο δρόμο σαν τον απατό του, μούδε με χαιρέτηξε μούδε πράμα...
- Μάνα, σταμάτα να με ψαρεύεις...
- Ίντα μωρέ λέεις, δεν είναι καλά το κοπέλι...
- Μάνα...
- ...
- Ε, ρε Ρόιτερς, πράμα δε σου ξεφεύγει, και χρωστεί τα μαλλιοκέφαλά ν-του, κι η γυναίκα του τον απατάει...
- Ιιιιιι! Καλά το κατάλαβα εγώ, με το φίλο σας το Λευτέρη, ε;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έχω ξεπαγιάσει.
Άσε με ρε συ... την περιμένω 2 ώρες στη στάση και χιονίζει! Έχω γίνει αρχαίος!!
πηγή: εγώ και το Google.
http://www.oneirotrypida.gr/texts/short-story/90-2011-04-30-12-15-05
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Προφανές και αυταπόδεικτο παράδειγμα ανθρώπου, ο οποίος θέλει και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο, και αναλόγως του μεγέθους της συναλλαγής, θα πάρει τουλάχιστον και κάνα δυο πίτσες με μπυρίτσα γι' αυτόν και κανα δυο φίλους του...
Σιγά μην περιμένω να με πληρώσει τού χρόνου, άσε που τον έπεισα και θα μου πληρώσει τα διπλάσια!! Κάλιο δέκα και στο χέρι παρά πέντε και στο χέρι, κατάλαβες φιλαράκι;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Εκ του hipster και του γαμοσλανγκοτέτοιου β΄ συστατικού -ιαση, που δηλώνει φανταστικές σλανγκικές παθήσεις, συνήθως υπερβολές, είναι η αρρώστια του να είσαι χιπστεράς ή χιπστέρι.
Συνώνυμο είναι η χιπστερία ή χιπυστερία, η οποία όμως περισσότερο δηλώνει μια υστερική αγωνία μήπως και δεν είσαι αρκετά χίπστερ, τρέντι αλτέρνατιβ, μήπως έχεις χάσει το Επόμενο Μεγάλο Πράγμα κ.ο.κ., ενώ η χιπστερίαση σημαίνει απλά ότι το έχεις τερματίσει.
1. «Ο Dreamer, αυτός ο 20χρονος τύπος που έγινε γνωστός απ’ τις πειραγμένες στο photoshop φωτογραφίες των προγόνων του», «μου λέει για το σπίτι του στα Σπάτα, απ’ όπου περνάνε τα αεροπλάνα σε απόσταση αναπνοής κι αυτός κάθεται και παρατηρεί τις επιγραφές που έχουν κολλημένες στο κάτω μέρος ». «Ο Dreamer έκανε τον θείο Κούλη μπλουζάκι», «ονειρευόταν ότι θα γινόταν ο νέος Ταραντίνο, παρόλο που το κόλλημά του ήταν (και είναι) τα γιαπωνέζικα manga και anime». Κινητό στερεότυπο ο τύπος. Η χιπστερίαση είναι χειρότερη και από την ψωρίαση τελικά.
2. status....lifo....μονικα....χιπστεριαση...οξια...τσαγκαρουσιανος...
παρακμη...παω να γινω cool..
Got a better definition? Add it!
Αυτό το λήμμα έχει μια αστεία ιστορία συμπτωματολογίας: σήμερα μου το ανέφερε μια φίλη, λέγοντάς μου ότι ο πατέρας της ανέφερε την λέξη κι η ίδια δεν την ήξερε, ο πατέρας της εξήγησε (ανήλιαγο μέρος, που πολύ συχνά είναι υγρό και δροσερό) και έτσι η φίλη μου τηλεφώνησε για να μου πει ότι έχει ένα λήμμα να βάλω στο σλανγκρ.
Ψάχνω λοιπόν πρώτα στο γούγλε για να δω αν υπάρχει κάποια αναφορά, και μξ άλλων βρήκα ότι είναι τίτλος βιβλίουπου κυκλοφόρησε στο νέτι προσφάτως.
Αυτά... Το λήμμα λοιπόν σημαίνει ανήλιαγο μέρος, τόπος σκιερός. Επίσης, αν κρίνω από το παράδειγμα 2, σημαίνει και ψύχρα, υγρασία γενικότερα.
Από Πελοποννέζ, αλλά πιθανόν να λέγεται και αλλού.
- Βάζεις κανα ζαρζαβατικό στον κήπο;
- Μπα, πού να πιάσει, είναι απογιούρα.
πήγαμε στο Ραβάνι αγναντέψαμε πέρα πήραν τα μάτια μας μικρές φωτιές σε δυο τρεις μεριές βγάλαμε σκέψη ότι μπορεί οι αραπάδες να πάτησαν το Μεσοβούνι και άναψαν φωτιές να ζεστάνουν τα χέρια τους που έκανε απογιουρα τη νύχτα και ας ήταν θεριστής μήνας.
από εδώ
Got a better definition? Add it!
Συμπληρωματικά προς τον ορισμό του Pigman (από πάσα του ΜΧΣ στο Δ.Π.), σημαίνει συχνά ότι φτάνω στο άκρον άωτον της καμενιάς (ή καμμενιάς), ότι το έχω κάψει εντελώς τελείως, ότι κάτι που μπορεί και να άρχισε ωραία και κουλ στο τέλος το γάμησα και ψόφησε, σε στυλ αρκετά αυτιστικό, όπως άλλωστε είναι και τα γκέιμζ με τις πίστες από όπου προέρχεται η έκφραση. Λέγεται και για ακραίες εξτραβαγκάντσες, και γενικά, όπως γράφει ο Pigman, για οποιαδήποτε υπερβολή μαλακίας ή άλλη υπερβολή. Συνήθως το τερματίζω.
1. Η Lady Gaga και τα κοστούμια: Αυτή τη φορά το τερμάτισε... Κάθε φορά η Lady Gaga προσπαθεί να ξεπερνάει τον εαυτό της με τις εκκεντρικές εμφανίσεις της, και αυτή τη φορά φαίνεται πως τα κατάφερε. Το high-tech κοστούμι που επέλεξε για να παρουσιαστεί στο πάρτι για το νέο της άλμπουμ ήταν ιπτάμενο! Λειτουργούσε με μπαταρίες, έμοιαζε με στολή αστροναύτη και είχε και όνομα: Volantis!
2. Το τερμάτισε το λαμόγιο : Δεν ήταν μίζα αλλά δωρεά!
3. Το ΦΕΚ της χρονιάς από το υπουργείο υγείας! Ο Άδωνις το τερμάτισε....
4. Ούτε σεμνά, ούτε ταπεινά, ούτε ηθικά, ούτε νόμιμα. Το τερμάτισε ο Μισέλ #free_liapis
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες, κλπ.:
1.
το πως θα κανεις φαση με την κοπελα σου δεν μπορουμε να στο πουμε εμεις. ο Καθενας το κανει με τον δικο του τροπο και αυτο θα το καταλαβεις μονος σου :) Οσο για το σεξ δεν το προτεινεις,ερχεται σιγα σιγα... αλλα αφου λες δεν ξερεις καν να κανεις καλα καλα φαση μαθε πρωτα αυτο και εχεις χρονο μπροστα σου :)
2.
ΠΑΝΙΩΝΙΟΣ > Με το... στανιό να κάνει φάση
Got a better definition? Add it!
Το εντελώς αποτυχημένο εγχείρημα, η προσπάθεια που απέτυχε σε σημείο που δεν σώζεται με τίποτα.
- Τι έγινε, κολλητέ; Πάλι σούξου μούξου με τη Λούση;
- Της είπα να πάμε σινεμά και μου είπε ότι φοβάται τα σκοτάδια! Ναυάγιο, ρε, αφού δε με γουστάρει!
Got a better definition? Add it!
Παραπλησίως του ορισμού της λεξιλογίας, έχει πάρει την έννοια του φιρουλί φιρουλά, δηλ. γενικότητες, μπούρδες, παπαρίτσες, σούξου μούξου μανταλάκια και τα ρέστα καραμέλες, κλπ.
Λόγω όμως του χάι, τείνει να αλλάξει τελείως σημασία σήμερα και να σημαίνει το χαϊλίκι, το πουλμούρ, τη δηθενιά κλπ.
Εμείς εδώ έχουμε το χάι χού και θα ήθελα να μου πείτε αν ξέρετε τι από τα 2 είναι πιο σωστό ή πιο διαδεδομένο. Γενικώς δεν βρήκα και τπτ σπουδαίο στο νέτι γι' αυτό και επαναλαμβάνεται το παρ. 1 (από το λήμμα αγάπες και λουλούδια).
Όλα αυτά τα τραγουδάκια του Νέου Κύματος και πίσω ήταν τελείως Χάι Χούι. Όλο αγάπες και λουλούδια και ανθοστήλες. Η πραγματικότητα όμως είναι αλλιώς.
Βασική αρχή του γκομενίζειν, όταν η μεναγκό δεν αποδέχεται την πρότασή μας, το παίζει δυσκολάκι ή χάι χούι και γενικά μας τα κάνει τσουρέκια.
Got a better definition? Add it!