Το λέμε για να δηλώσουμε αμελητέα ή μηδενική απώλεια βάρους. Συνήθως το λέμε όταν μας λένε ότι αδυνατίσαμε ενώ δεν ισχύει, απλά έτσι φαίνεται στον άλλο.
- Σαν να μου φαίνεται ότι αδυνάτισες ε;
- Ναι, στ' αυτιά... σταθερός στα 105 κιλά είμαι.
Το λέμε για να δηλώσουμε αμελητέα ή μηδενική απώλεια βάρους. Συνήθως το λέμε όταν μας λένε ότι αδυνατίσαμε ενώ δεν ισχύει, απλά έτσι φαίνεται στον άλλο.
- Σαν να μου φαίνεται ότι αδυνάτισες ε;
- Ναι, στ' αυτιά... σταθερός στα 105 κιλά είμαι.
Got a better definition? Add it!
Το λέμε για το αυτί κάποιου,ο οποίος από περιέργεια η αδιακρισία η σκοπιμότητα,παρακολουθεί τα λεγόμενα των άλλων γύρω του.
΄΄Μιλα πιο σιγά ρε γυναίκα,γιατί ο διπλανός τύπος έχει στήσει αυτί γαλότσα και ακούει τι λέμε.Δεν γουστάρω να βγουν παράρτημα τα οικογενειακά μας.''
Got a better definition? Add it!
Published
Σημαίνει: «Ελένη ονομάζομαι, σου λένε!»
Από τις βορειοελλαδίτικες διαλέκτους που δεν χορταίνουν φωνήεντα (να πώς να περιγράψεις κάποιον που μιλά έτς).
Μια θεία με περήφανα αφτιά ρωτά ένα περαστικό κοριτσόπουλο:
- Πώς σι λεν;
- Ελέν(η), απαντά η μικρή.
- Πώωωως;
- Ελέν, ξαναλέει η τσούπα.
Στην τρίτη ερώτηση απαντά το: Ελέν(η) με λέν(ε) σε λέν(ε), τονίζοντας το πρώτο λε με νεύρο και απελπισία.
Χρησιμοποιείται για να σχολιάσει κάποιος τη μειωμένη ακοή κάποιου άλλου ή/και την αντιληπτική του βραδύτητα. Τέλος, για να σχολιάσει εμμέσως πλην σαφώς το δυσνόητο αξάν.
- Ρε φίλε, βάζεις ένα χέρι να βγω! λέει κάποιος που του κόλλησε το
όχημα.
- Αμέ. Πώς έγινε;
- Ααα; (του ξεφεύγει του παθόντος).
- Λέω, πώς κόλλησες;
- Ιγώ λαμώνω κι στο ισάδ(ι).
- Ελέν με λεν σε λεν (ή Ελενμελενσελέν).
Got a better definition? Add it!
Έκφραση ατόμων από τη Λάρισα για τη συγκέντρωση βρόμας πίσω από τα αυτιά. Δεδομένου ότι δεν κάνουν συχνά μπάνιο είναι μία σχεδόν καθημερινή λέξη στο λεξιλόγιο τους.
Μήηηηητσου καρκαμάντζα εχς πιάς.
Got a better definition? Add it!
Όσο και να φωνάζεις δεν θα σε ακούσει γιατί είναι κουφό.
Μόνο αν ρίξουμε δηλητήριο και βάλουμε φάκες θα σωθούμε απ' τα κουφά που γέμισαν το υπόγειο.
- Σε ένα συνέδριο κουβεντιάζουν στο διάλειμμα τέσσερις γιατροί: τρεις πλαστικοί και ένας νάιλον! - Καλά ρε φίλε πιο κουφό ανέκδοτο δεν είχες να μας πεις;
Σχετικό: you koufed us!
Got a better definition? Add it!
Στην ποικιλία της Γορτυνίας σημαίνει άνθρωπο με μεγάλα αφτιά.
Θα τον γνωρίσεις πολύ εύκολα. Λαπατσιάφτης! (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Τα αυτιά στα καλιαρντά. (Ουδέτερο, πληθυντικός).
Ἀβέλει σόγι-κουραβελτέ ἡ Γεωργία, καπιάζει τὸ πακέτο
τοῦ κατέ καὶ τοῦ μπενά λουπαρτέ:
- Τί φωτογένεια! Θὰ μοῦ ἀβέλῃς μωρό μου; Ντέζιασε ἡ πούλη μου γιὰ σουάντες... Ἂχχχ!
Καὶ κοντραστάρει ὁ
σπαριλόμπεης:
- Νάκα μωρή! Ἐμάντε ἀβέλῃς πομπίνο-φραπέ! (Παράδειγμα Αἴαντος).
Got a better definition? Add it!
Ο αυτιάγγουρας , ο αυτουλάς κοκ.
Εκ του Μπακατσιάς (Θύμιος) + αυτιάς.
Κοίτα τον μπακαυτιά απέναντι, σαν τον Ντάμπο είναι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το αυτί στα καλιαρντά.
Εξ ου και οκιάζω.
Η ετυμολογία είναι παράξενη, μιας και occhio (όκιο) στα Ιταλικά είναι το μάτι!!!
Επίσης λέγεται και λούπαρα.
Καλέ! Τι λουπάρανε τα ιμάντες όκια!!
Got a better definition? Add it!
Όταν κάποιος μας κουφαίνει με κάποιο κουφό του. Το εισήγαγε ο Χάρρυ Κλυνν στα '80ς, όταν ήταν πρωτόγνωρη εμπειρία τα ειδικά δελτία ειδήσεων για όσους έχουν προβλήματα ακοής.
Γκρηκλιστί: you koufed us!
Βασίλης: Άσε θα έρθω να σε πάρω εγώ με την Μαζεράτι μου! Πέντε λεπτά δελτίο ειδήσεων για όσους έχουν προβλήματα ακοής, η κυρία!...
(Το alter ego του Χάρρυ Κλυνν αφηγείται)...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified