Further tags

Ως ανήκον στο ιδίωμα της BDSM κοινότητας (σαδομαζοχιστές- bondage), αποτελεί μια προσπάθεια να μεταφερθεί στα ελληνικά ο αγγλικάνικος όρος switch

Το άτομο που αντλεί ικανοποίηση και απόλαυση αλλάζοντας κατά το δοκούν ρόλους από υποτακτικό σε κυριαρχικό και αντίστροφα. Αποσαφήνιση: Γίνεται αναφορά σε εναλλαγή ρόλων και όχι προσανατολισμού διότι είναι μάλλον αδύνατο να μιλήσει κάποιος με βεβαιότητα για συγκεκριμένο προσανατολισμό στην περίπτωση των switch. Παραταύτα, εντός της BDSM-ικής κουλτούρας η έννοια switch προσλαμβάνεται ως αυτόνομη ιδιότητα (status) με τις δικές της διακριτές ιδιαιτερότητες και λειτουργίες.

Εδώ

Switch: ον του οποίου η επιθυμία και δυνατότητα για ερωτική επικυριαρχία εναλλάσσεται με την επιθυμία και δυνατότητα για ερωτική υποταγή, ανάλογα με την ερωτική ισχύ του καθενός που το προσεγγίζει ερωτικά. Λειτουργεί ενεργειακά ως διακόπτης, συχνά χωρίς έλεγχο ή συναίσθηση του γεγονότος. Κάποιες φορές νιώθει ενοχές για τη λειτουργία του αυτή, κυρίως λόγω της προκατάληψης που υπάρχει εναντίον των switch, σχετικά με την αυθεντικότητά τους.

εδώ

Απόσπασμα ιστορίας: Σε λίγο ήσουν κιόλας εκεί... χύθηκα στην αγκαλιά σου με το που σε είδα. Χαιδεύω το πρόσωπό σου, κοιτάζω τα μάτια σου που τόσο μου έχουν λείψει και σε φιλάω. Ενα φιλί βαθύ και γεμάτο. Όπως μόνο εμείς ξέρουμε. Δεν αργούμε να φτάσουμε σπίτι. Ανοίγω τον υπολογιστη για να βάλω μουσική και σε ακολουθώ στο μπάνιο. Αλλάζεις κι εγώ όπως είμαι ντυμένη κάθομαι πάνω στη λεκάνη. "κάτσε μωρό μου, θέλω να κατουρίσω","ε κατούρα!" σου απαντάω με χαμόγελο κατεβάζοντάς σου το εσώρουχο. [...] Σχόλιο: Το να μιλήσω εγώ είναι μάλλον περιττό, αφού κατέθεσαν την άποψή τους οι ανωμαλότεροι των ανωμάλων του φόρουμ! Μας ιντριγκάρισες και έχουμε ένα σωρό απορίες! Υπάρχει διακόπτης στη συγκεκριμένη ιστορία; Θέλεις όντως να κρύψεις το σημάδι; Γιατί διαβάζοντάς σε, κάτι μου λέει πως θα το κυκλοφορείς "παρασημότερο" και από το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Αγίου Μάρκου του Μεγαλομάρτυρος; Κυρίως όμως και πρώτα απ' όλα: γιατί, ρε πουλάκι, μου μας κατακαυλώνεις πρωί πρωί;;;;; ;)

Got a better definition? Add it!

Published

Ενεργοπαθητικός είναι ένα άτομο που του αρέσει τόσο το ενεργητικό όσο και το παθητικό σεξ και μπορεί να εναλλάσσεται μεταξύ των δύο σε σεξουαλικές καταστάσεις. Ο όρος flip-flop ή flip fuck συνήθως περιγράφει την εναλλαγή από ενεργητικός σε παθητικός κατά τη διάρκεια μιας σεξουαλικής συνεύρεσης μεταξύ δύο ανδρών.

Από εδώ: ενεργοπαθητικός, παίρνω και τους δύο ρόλους, φετίχ τα γυναικεία εσώρουχα ατριχος..

Η ενεργοπαθητικότητα είναι μια έννοια του τρόπου ζωής. Η ενεργοπαθητικότητα, ωστόσο, δεν περιορίζεται στις απλές πράξεις της πρωκτικής, στοματικής ή κολπικής διείσδυσης, αλλά περιλαμβάνει επίσης τον διαχωρισμό των καθηκόντων και των ευθυνών στη σχέση.

Σύμφωνα με ορισμένους, το να ζεις έναν ενεργοπαθητικό τρόπο ζωής συνεπάγεται κάποιο άνοιγμα σε νέα πράγματα και αντίθεση στις ταμπέλες, τα στερεότυπα και τις γενικεύσεις. Επομένως, αυτή η έννοια διαφέρει από τις ετεροφυλοφιλικές σχέσεις όπου η σεξουαλική συμβατότητα δεν ξεκινά με το να μαντέψουμε ποιος θα καταλήξει ως ενεργητικός ή παθητικός. Σε αυτοπεριγραφές ανδρών που αναζητούν σεξ με άλλους άντρες, μπορεί να αναφέρουν τον εαυτό τους ως versatile ενεργητικό ή versatile παθητικό, εκτός από τη χρήση άλλων όρων.

Got a better definition? Add it!

Published

Σύνθετη λέξη που δηλώνει την τάση προτίμησης ή συναίνεσης για την χρήση βίας κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής. Αναφέρεται στο άτομο που γίνεται ευχαρίστως δέκτης βίας στο πλαίσιο ερωτικής συνεύρεσης. Η ξυλοχωρητικότητα συχνά πιθανολογείται ευθέως από συγκεκριμένα σωματικά χαρακτηριστικά (μεγάλο ύψος ή/και βάρος, εύρος λεκάνης).

Τούμπανο το Μαράκι, δε λέω, αλλά δεν έχει καθόλου ξυλοχωρητικότητα. Ούτε μια σφαλιαρίτσα δεν με άφησε να ρίξω.

Got a better definition? Add it!

Published

Σαρκαστική έκφραση που συμπληρώνει κάθε εξωτερίκευση οιδιπόδειου συμπλέγματος.

-Άσε ρε είμαι άρρωστος, έχω αναγκάσει τη συγκάτοικο να κάνει τη μαμά μου τώρα.
-και ο Οιδίπους σε μια γωνιά τραβάει μαλακία με τα γόνατα...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο λάτρης των ωραίων γλουτών, σε μια πιο μέτα προσέγγιση του λήμματος. Ο αισχρός, ανήθικος, εγωιστικός και ύπουλος τόνος της πιο διαδεδομένης σημασίας παραμένει, όμως τώρα καλύπτεται από ένα πέπλο λαγνείας. Με αυτή τη σημασία χρησιμοποιείται ως λογοπαίγνιο.

Συνώνυμα: κωλάκιας

- Ρε, ρε! Την τσέκαρες αυτή με το χρυσό κολάν;
- Εγώ ρε; Αφού ξέρεις ότι είμαι μεγάλος κωλάνθρωπος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσβλητικό , επίθετο για Αμφισεξουαλικό άτομο , δηλαδή για αυτόν που νιώθει έλξη και για τους άντρες καθώς και για της γυναίκες . Βγαίνει από αυτό που φωνάζουν οι πλανόδιοι πωλητές όταν βγαίνουν στους δρόμους για να πουλήσουν την πραμάτια , αν αυτή πρόκειται για καρπούζια

Όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω

Επειδή λοιπόν και κάποιος ο οποίος είναι αμφισεξουαλικός , ΄΄ όλα τα σφάζει , όλα τα μαχαιρώνει ΄΄ για αυτόν τον λόγο και βγήκε αυτό το προσβλητικό , επώνυμο

Got a better definition? Add it!

Published

Ημισεξουαλικός. Νέας κοπής λέξη. Δεν το πολυθέλω το γαμήσι, καλό είναι μεν, αλλά υπάρχουν κ πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή. Ο λοιπός ορισμός, εντός του παραδείγματος.

"Ένας νέος όρος για τον σεξουαλικό προσαναταλοσμό των ανθρώπων απαντάται ολοένα και πιο συχνά, κυρίως μέσω του Διαδικτύου: “Demisexual”. “Είναι οι άνθρωποι που αισθάνονται σεξουαλική έλξη πιο σπάνια σε σύγκριση με την πλειονότητα, ενώ ορισμένοι έχουν από μικρό έως και καθόλου σεξουαλικό ενδιαφέρον”. Αυτός είναι ο σύντομος ορισμός, σύμφωνα με την ιστοσελίδα demisexuality.org."
Από εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άτομο το οποίο έχει προτιμήσεις για χοντρές, ο παχογαμιάς, ο χοντρογάμης.

Μαλάκα Γιάννη ογκόβιε, αυτή η δικιά σου σα φάλαινα είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ομοφυλόφιλος ή gay. Χρησιμοποιείται συνήθως για να χαρακτηρίσει αρνητικά αυτά τα άτομα.

Πω μαλάκα, τι λουγρκί είναι αυτό!

Got a better definition? Add it!

Published

1.Τα προγούλια, ιδιαίτερα στα πλαϊνά χάριν ευφημισμού. Είναι αφράτα, με τάση ζάρωσης, μαλακό δέρμα έως χαλαρωμένο. Όσο περισσότερο λίπος έχουν, τόσο το καλύτερο στο δάγκωμα και στην ευρύτερη ερωτοσεξουαλική ατμόσφαιρα. Τα μεσήλικα είναι τρυφερότερα και αφήνουν αίσθηση - υφή πάστας σοκολατίνας στον δάκνοντα, εξ ού και η περιγραφή τους. Παραπέμπουν στα γλυκάδια των νεαρών ζώων που αναφέρονται στο δεύτερο σκέλος του ορισμού που μοιάζουν με παχάκια - ξυγκάκια, απ' όπου και επεκτείνεται η χρήση του όρου και στους ανθρώπους.


- Για πες... Η γκόμενα καλή, καλή;
- Και γαμώ τα μανουλομάνουλα!!
- Τί λες μωρέ μλκ, μανουλομάνουλο η 40+;
- Κι όμως... Εκτός από το "οι σαραντάρες ίσον με δύο εικοσάρες" είχε και κάτι γλυκάδια μωρ' αδερφάκι μου, όνειρο! Άσ' τα, πού να σ' τα λέω. Καλοβαλμένη.
- Ά, ρε Παπακαλιάτη με τα βίτσια σου...

2.Εκκρίνονται μπροστά απ' την τραχεία απ' τον θυμοειδή αδένα στα νεαρά ζώα, τα λεγόμενα "του γάλακτος" όπως τα αρνάκια και τα κατσικάκια για παράδειγμα και τα οποία αν μαγειρευτούν από τέτοιο σφαχτάρι θεωρούνται εξαιρετικές λιχουδιές απ' τους γκουρμέδες. Ο απογαλακτισμός επηρεάζει την παραγωγή τους και εκκλίπουν εντελώς από τα ενήλικα ζώα.


Για δες για γλυκάδια στο τηγάνι με τυροκαφτερή εδώ (καλή όρεξη!)
Για μια "ανορθόδοξη" χρήση της λέξης εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified