Further tags

Το Αβραμόδεντρο είναι το χριστουγεννιάτικο δέντρο που στήθηκε στην Πλατεία Συντάγματος κατά την εορταστική περίοδο Χριστουγέννων 1996- Πρωτοχρονιάς 1997 επί δημαρχίας Δημήτρη Αβραμόπουλου τουπίκλην Mπω Μπρυμέλ. Τότε, όπως διαβάζουμε εδώ: «[...] σχηματίζεται μια ιδιαίτερη κατασκευή από λαμπάκια, το αποκαλούμενο «Δέντρο της Αθήνας». Ουσιαστικά ήταν ένας μεγάλος σιδερένιος δοκός ύψους 31,5 μέτρων που αποτέλεσε τον κορμό για να κρεμαστούν πάνω του 50.000 λαμπάκια και να σχηματιστεί ένα φωτεινό χριστουγεννιάτικο δέντρο. Το δέντρο παρουσιάζεται φωτιζόμενο περίτρανα από τον δήμαρχο Δ. Αβραμόπουλο. Γρήγορα κατακτήθηκε ρεκόρ στο βιβλίο Γκίνες, κάνοντας την δημοτική αρχή να τονίζει ότι η Αθήνα διαθέτει το υψηλότερο χριστουγεννιάτικο δέντρο της Ευρώπης. Το δέντρο ήταν ομολογουμένως εντυπωσιακό τις βραδινές ώρες που ήταν φωτεινό. Ωστόσο το πρωί έστεκε άχαρο και σιδερένιο να ακούει σχόλια και σχολιανά από Αθηναίους και εφημερίδες. Μετά από αυτό,την δεύτερη τετραετία Αβραμόπουλου, το χριστουγεννιάτικο δέντρο μίκρυνε λίγα εκατοστά και του προστέθηκε πράσινη γιρλάντα ώστε να θυμίζει κανονικό δέντρο».

Πράγματι το fail με το Αβραμόδεντρο είναι ότι δεν θύμιζε δέντρο, αλλά ήταν απλώς μια σιδεροκατασκευή, ένα τσιτόδεντρο για να κλέψει το ρεκόρ μεγαλύτερου ευρωπαϊκού ή και παγκόσμιου δέντρου με τίμημα το καρακιτσαριό και την κακογουστιά. Εγκαινίασε μια εποχή, όπου η Ελλαδούλα προσπάθησε να υποκλέψει πολλά και διάφορα ρεκόρ, όπως λ.χ. ολυμπιακά ρεκόρ με ντοπέ παίκτες και συμπληρώματα διαστροφής για να υπεραναπληρώσει τον βλαχαδερό της χαρακτήρα (και ζητούμε συγγνώμη εδώ από τους συμπαθείς Αρωμούνους και Αρωμούνες για τη σύγκριση).

Ο όρος Αβραμόδεντρο έμεινε έκτοτε για να δηλώνει μια σκεπτικιστική διάθεση των αχάριστων πολιτών της Αθήνας (και της Ελλάδας) είτε για το ορίτζιναλ Αβραμόδεντρο, είτε και για ανάλογα πομπώδη κιτσάτα υπερδέντρα που χαρακτηρίζονται από έλλειψη μέτρου και αισθητικής, τόσο στην Πλατεία Συντάγματος, όσο και αλλού. Αποκορύφωση της αμφισβήτησης ήταν όταν στον περίφημο Δεκέμβρη 2008 ο απόγονος του Αβραμόδεντρου κάηκε από μπαχαλάκηδες (με την καλή έννοια). Φέτος (2014-2015) ευτυχώς δεν έχουμε Αβραμόδεντρο, αλλά Καμινοκάραβο, πλην ύστερα από μία ινσέψιο δίωξη των Σύρων προσφύγων από την πλατεία Συντάγματος, ώστε να γιορτάσουν οι Αθηνέζοι ινσεψιοειδώς το Christmas Spirit του Θείου Βρέφους που «οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνη».

Άλλα σλανγκικά δέντρα: καβλόδεντρο, λεφτόδεντρο, τσιχλόδεντρο, χυσόδεντρο.

1. το γνωστό σιδηροκατασκεύσμα που κοσμεί το κέντρο της Αθήνας, γνωστόν και ως «Αβραμόδεντρο» ;)
2. είχε περισσότερο πράσινο μπροστά στο μεγάλη βρεταννία η πλατεία ή είναι ιδέα μου; καλά ένα αβραμόδεντρο κρύο και πανύψηλο δεν είχαν σκεφτεί να βάλουν οι καημένοι; τσκ τσκ τσκ (Από το Φέισμπουκ).
3. Λίγο το “χεις να βρίσκεις ανθρώπινα ναυάγια εκεί που κάποτε ορθωνόταν περήφανο το μεγαλύτερο αβραμόδεντρο της Ευρώπης;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που προσφωνείται απαξιωτικά αλλά με πραότητα όταν κάτι πρέπει να υποβιβαστεί.

- «Σήμερα στον ΑΝΤ1 τα καλλιστεία για την Miss Ελλάς 2016».
- Της ψωλής μου τα μαλλιά. Άλλαξε κανάλι ρε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγκεκριμένα στις κατασκευές, η πρέσα μπετόν, ή απλά πρέσα είναι η αντλία σκυροδέματος, το μηχάνημα που αντλεί το ρευστό μπετόν από την μπετονιέρα και το ωθεί, μέσω σωλήνων επί βραχιόνων, στο ύψος και το σημείο που απαιτείται. Συνήθως πρόκειται για ειδικό όχημα.

Από εδώ:

Χμμμ...έχουμε και λέμε για σκυρόδεμα C16/20:
Σκυρόδεμα 48 ευρώ + 5 ευρώ η πρέσα Για ποσότητα μικρότερη των 30κ.μ. η πρέσα κοστίζει 150 ευρώ

Πρέσα μπετόν. Σε πρώτο πλάνο η μπετονιέρα που την τροφοδοτεί με σκυρόδεμα. (από patsis, 28/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο βραχίονας που χρησιμοποιείται για την προσέγγιση του εξοπλισμού μας σε κάποιο, διαφορετικά απρόσιτο, σημείο.

Συνήθεις χρήσεις αποτελούν η μπούμα του μικροφώνου και η μπούμα της πρέσας μπετόν.

Ετυμολογικά, το Λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη εντοπίζει ιταλική προέλευση, ενώ το etymonline.com ολλανδική μέσω Σκωτίας.

  1. Από εδώ:

Επίσης μου είπες ότι θα την τοποθετήσεις σε shuberth c2 ; γιατί το λέω αυτό , στο c2 είναι κοντή η στανταρ μπουμα του μικροφώνου και την αλλάζω …….. σε όσους έχουν c2 ( δίνω μακρύτερη μπουμα μικροφώνου )

  1. Από εδώ:

Εκεί πάνω τοποθετήθηκε η επίσης μεγαλύτερη στον κόσμο πρέσα μπετού της γνωστής μάρκας Cifa με μπούμα μήκους 101 μέτρων αποτελούμενη από 7 συνολικά στελέχη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ανδρικό σπέρμα, άκα το ψωλόχυμα, το ερωτικόν γλεύκος, το παχύρρευστον πίαρ.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου.

- Αχ νάξερες -σ'τό ξαναλέω- νάξερες πόσο σου πάει το το ψωλόχυμα στο πρόσωπό σου... Σού το γέμισα παντού... Σού το έκανα μούσκεμα... θ'αθελα να είχα έναν καθρέφτη νε το έβλεπες και συ... Θαρρώ όμως πως θ'ελεις και άλλο σπέρμα.... Μπόλικη, παχειά ψωλόκρεμα... Δέν είναι έτσι, Φλώσσυ;
(Μέγας Ανατολικός, Κεφ. 13 σ.23).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρουκέτες ή ρουκέτται: Η εκτοξευόμενη κατά λαυκάς παχύρρευστας ριπάς ψωλόκρεμα.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου.

Τρία ή τέσσερα λεπτά αργότερον, η Φλώσσυ έχυνε εν νέου, εν μέσω ομοίας με την προηγουμένην τρικυμίας γλυκασμού, ενώ ο πιπιλίζων και καταπίνων τον μουνοχυμόν της άνδρας εξετόξευε πάλιν τας λιπαράς, λευκάς ρουκέττας του εις τον αέρα. (Μέγας Ανατολικός, Κεφ. 13 σ. 59)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καυλιάρικο ή καυλιδερό υποκείμενο ή αντικείμενο, προκαλεί άμα τη εμφανίσει στύσεις. Ευρύτατα διαδεδομένη σλανγκιά, προσφιλής και στον σλανγιωτάτο ποιητή Ανδρέα τον Εμπειρίκο.

Ψευδογαλλιστί: καυλωτίκ.

Και η ψωλή του ανδρός, επάνω εις το μουνέττον, τι κολοσσός, πόσον σκληρά και πόσον φουσκωμένη! Και η χειρ του, επάνω στα βυζέττα της, πόσον αδρά και ισχυρά! Και τα μάτια των εραστών, πόσον στιλπνά και λιγωμένα! Και η κορασίς, πόσον καυλωτική και καυλωμένη!
(Μέγας Ανατολικός, Κεφ. 13 σ. 41)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αι εκτοξευόμεναι κατά ριπάς ρουκέτται παχύρρευστου ψωλόχυματος.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου.

Η απαλή ως μαγνόλια παις, καίτοι επνίγετο σχεδόν από τας επα΄΄ηλους ορμητικάς σπερμαρορουκέττας, κατέοιε όλον τον γλοιώδη αρσενικόν οπόν, αγβνιζόμενη απεγνωσμένως να μη της διαφύγη ούτε μία σταγών...
(Ἀνδρέας Ἐμπειρῖκος «Ὁ Μέγας Ἀνατολικός», Κεφ. 17, σελ. 139)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ογκώδης και σφύζων ερωτικός σωλήν, η χονδροπούτσα.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου.

...η χαρίεσσα κορασίς, αγαλιώσσα, εξετόξευσε πάλιν την γλώσσαν της και ήρχισε να γλείφη γρήγορα, ως έγκαυλος σκυλίτσα, το προ αυτής λιμνάζον σπέρμα, φανταζόμενη ότι το έγλειφε και το κατέπινε από την εμέσσουσαν αυτό μεγαλοπούτσαν του Μακ Γκρέγορ...
(Ἀνδρέας Ἐμπειρῖκος «Ὁ Μέγας Ἀνατολικός», Κεφ. 17, σελ. 133)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ζιλ ζουρνά γκαϊντατζής του Έβρου, στο πρώτο παράδειγμα, ξεκίναγε τη μέρα του με μάλλον ανήπαρκτο τρόπο. Δεν έχω ιδέα αν η φράση λέγεται ( ή λεγόταν ) με αυτήν ή με κάποια άλλη, παρεμφερή έννοια. Το όποιο σλανγκοζούμι, αν υπάρχει, εκεί βρίσκεται. Ας μιλήσουν οι βόρειοι, ή όποιος άλλος τεσπα. Ρωτήστε και κάνα παπού, κακό δεν κάνει.

Η ετυμό : Aραβ. αρχής οθωμ. üşür > τουρκ. öşür vergisi / aşar = φόρος της δεκάτης.

  1. Ξεκίναγε τη μέρα του μ' ένα μεγάλο νεροπότηρο ούζο, ουσούρ, δηλαδή γεμάτο ως τα πάνω, ξεχειλισμένο - έβαζε το δάχτυλό του στα χείλια του ποτηριού για να δει αν το ακουμπάει η επιφάνεια του πιοτού. Τόλεγε ουσούρ γιατί, παλιότερα, πριν τους ξεριζώσουν απ' τον Μαΐστρο της Μικρασίας, όταν έρχονταν οι Τούρκοι φοροεισπράκτορες στ' αλώνια για να πάρουν τον φόρο, γέμιζαν με το στάρι που αναλογούσε γκαζοντενεκέδες ως τα πάνω, ξεχειλισμένους, ύστερα έσερναν έναν χάρακα χείλι με χείλι στον κάθε ντενεκέ να ισιώσει ξέχειλα η επιφάνεια του σταριού - κι αυτό τόλεγαν ουσούρ.
    Γ. Σκαμπαρδώνη «Ουσούρ», από την «Ψίχα της Μεταλαβιάς», εκδ. τα τραμάκια, Θεσσαλονίκη 1990.

  2. Και διά τούτο από τον καιρόν του αοιδίμου Σουλτάν Μεχμέτη [...] όσοι είναι εις τους τόπους των, και εις τα κτήματά των (μούλκια) οπού εξουσιάζουσι και ευρίσκονται εις τα Καλάβρυτα, και Βοστίτζαν, και παλαιάν Πάτραν, και εις το Χλουμούτζιον, και τα Τρυπία, ωρίσθη να δίδωσι δι' αυτά [...] δεκαπέντε χιλιάδες άσπρα, κατ' έτος, αντί του ουσουρίου και ρεσμίου και των άλλων τεκιλιφίων [...] burada

  3. ΒΑΜΒΑΚΟΧΟΡΤΟΝ, Xylon Herbaceum, είναι [...] το γνωστόν εις ημάς Βαμβάκι [...] λαμβάνει και διάφορα ονόματα, ή από του τόπου, καθ' όν γίνεται [...] ή από του τόπου, από τον οποίον στέλλεται [...] ή από τον τρόπον της εκλογής, ως Ουσούρι (το δέκατον), ή από τον τρόπον της πρώτης κατασκευής, ως δεμένον με άχυρον ή λυτόν, ή και από το μέγεθος των σακίων [...] şurada

  4. Η Οθωμανική φορομπηχτική πολιτική εν Μολδοβλαχία και οι γλωσσολογικές της συνέπειες orada

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified