Further tags

Είδος βρώσιμου μανιταριού. Φυτρώνει κυριολεκτικά εκεί που κλάνει η αλεπού.

Χρησιμοποιείται επίσης ως βρισιά για μηδαμινό, ανάξιο σημασίας άνθρωπο.

Ανήκει και στο αρκαδικό ιδίωμα, δες.

Στο Δ.Π. υπό tzagos.

  1. το μανιταρι απο πανω το λεμε αλεποπορδη το πατας κ κανει ενα πουφ κ βγαινει σκονη που περιεχει σπορια. (Εδώ)

  2. ΑΛΕΠΟΠΟΡΔΗ
    Σα να λέμε FOXFART. Που σε συνδυασμο με τον FIREFOX μας κανουν ένα πρωτογνωρο πυροκλανι αλεπούς.
    - Πού;
    -Εκεί που κλάνει η αλεπού. Χαχαχα. (Εδώ).

  3. ma kala authn thn alepopordi pou leme kai sto xwrio mou den thn empikse sto xwma kanenas ; (Εδώ).

(από Khan, 08/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεόκοπη απόδοση του smart phone: της θριτζή και βάλε κινητούρας με ακουμπότζαμο, γουίφι, τζιπιές, πάσης φύσεως μπλιμπλίκια και τα πολυσχιδή απλικέησιο που και καφέ ακόμα κάνουν.

Με ένα εξυπνόφωνο μπορείς να δουλεύεις μεμέιλ, να σερφάρεις και να γκουγκλάρεις, να μουσικώνεσαι, να γράφεις μπλογοτεχνία και να γυρίζεις ντοκιμαντέρ, να γιουτιουμπάρεις στο συσιφόνι, να τσατάρεις μέσω εμεσένε με κολλητουμπινάκια και LOLίτες, να τοιουτίζεις τσίου, να βλjέπεις ρουσουσού, να κάνεις e-καμάκι φεϊσμπουκάροντας στο φατσομπούκι με e-πούτανους προσβλέποντας σε επικά τηλεγαμίσια ή τουλάστιχον στην λήψη γυμνημάτων από καμιά ξεμειναμένη φεϊσμπουκλού, να τρολαρμενίζεις στα φλώρουμ φλογομαχόμενος φορ τεχ λουλζ, να ποστάρεις και να (μπαγα)ποντοδοτείς στο σλανγκρ ...

Σε περίπτωση όμως nietwork και η πιο έξυπνη και τρελή κινητούμπα μετατρέπεται σε θλιβερή παντόφλα-τελεφούνκεν, σε χαζοκούτι γουτουπού.

1. Τα εξυπνόφωνα φυσικά είναι ελεύθεροι να το παίρνουν όλοι, κατά προτίμηση οι εξυπνάκηδες, αλλά το σωστό είναι να τα παίρνουν αυτοί που τα χρειάζονται, μολονότι πολλές φορές έχω αναρωτηθεί ποιοι ακριβώς είναι.

2. γκατζετάδες της τουήτα, μπορώ να έχω gps στο εξυπνόφωνο δίχως να χρεώνομαι;

3. Καλησπέρα παίδες, επιτέλους κατάφερα να σας βάλω στο εξυπνόφωνο. Το τσατ πού το κάνετε;

(από σφυρίζων, 05/04/13)(από Khan, 21/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αριθμός ο οποίος διεθνώς και παλαιόθεν συμβολίζει την σεξουαλική επαφή, όπως άλλοι αριθμοί συμβολίζουν άλλα πράγματα.

Η μυστηριώδης, δεξιόστροφη χαράδρα ανάμεσα στους τρυφερούς λοφίσκους του «3» και η αιχμηρή, αριστερόστροφη απόληξη εκεί στα χαμηλά του «2» πιστεύω πως κονιορτοποιούν τις όποιες επιφυλάξεις τυχόν δύσπιστων εν αργκώ αδελφών (pun unintended).

Καυτό νούμερο. Τώρα, για το κατά πόσον στο 32 καίγεσαι, μην ακούτε τους μαλάκες. Χαρείτε τη ζωή.

  1. Αν και γνωρίζω τον εν λόγω συμβολισμό εδώ και λίγο καιρό, δεν κατάφερα να ανακαλύψω κάτι σχετικό στο νέτι. Σας έχω εν τούτοις μια υπαινικτική λογοτεχνική καταγραφή, από τον μαραθώνιο λαγνείας με τον τίτλο «Έντεκα χιλιάδες βέργες», υπό Γυγιώμου Απολλιναρίου.

  2. [...]η Αλεξίνα είχε εξαφανιστεί. Σύντομα όμως ξαναγύρισε, κρατώντας [...] ένα τεράστιο μαστίγιο αμαξά.
    - Το αγόρασα πενήντα φράγκα, φώναξε, απ' τον αμαξά της αστικής καρότσας 3269 και θα μας χρησιμεύσει για να ξανακάνουμε το Ρουμάνο μας να ερεθιστεί. Άστον να δέσει τ' αυτί του Κουλκουλίνα μου, κι εμείς ας κάνουμε 69 για να διεγερθούμε.

( Ο ρουμάνος καμία σχέση, νταξ ;)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη δημοσιογραφική ορολογία είναι το κείμενο το οποίο έχει πολύ μεγάλες σε έκταση παραγράφους, μεγάλες προτάσεις, στερείται μεσότιτλους και γενικά διαθέτει όλα αυτά τα στοιχεία που αποτρέπουν έναν αναγνώστη από το να το διαβάσει.

Τι πιλάφι είναι αυτό που μου 'στειλες; Δε σας μάθανε τίποτα στη σχολή; Πάρτο πίσω και στείλτο πάλι χωρισμένο τουλάχιστον σε παραγράφους.

βλ. σχετικό: σαλόνι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λεπόν, υπάρχουν τουλάστιχον τρεις μεγάλες κατηγορίες σκαφτού:

  • Στη μπάλα: είδος περίτεχνου ψηλοκρεμαστού σουτ από μικρή απόσταση: ο παίχτης κλωτσάει την μπάλα από πολύ χαμηλά, ωσάν να «σκάβει» το χόρτο.
  • Στο μπιλιάρδο: είδος πικέ όπου ο παίχτης χτυπά την μπίλια κάθετα με τη στέκα έτσι ώστε να εκσφενδονιστεί πάνω από τις μπίλιες του αντιπάλου με (συχνά) παράπλευρο θύμα την τσόχα (ασίστ: johnblack, βλ. παράδειγμα 2).
  • Έγχορδο οργανάκι του οποίο το βυζί «σκάβεται» από ένα κομμάτι ξύλου (συνήθως μπαγλαμαδάκι ή τζουράς).

    Αατα.

1. 39΄: Με ωραίο σκαφτό σουτ από το ύψος του πέναλτι ο Ζιώγας «έγραψε» το 2-0.

2. Υπάρχει επίσης και το σκαφτό χτύπημα ή σκαφτή: χτυπάς την άσπρη (στο αμερικάνικο βιλιάρδο συνήθως) με τέτοιο τρόπο ώστε να σηκωθεί στον αέρα, υπερπηδώντας τυχόν εμπόδια (μπίλιες του αντιπάλου) και να χτυπήσει το χρώμα που θες. Εννοείται πως σκαφτό παίζει μόνο σε συνοικιακά σεφαιριστήρια και πιο πολύ για το τζερτζελέ. Δε στέκει σαν επίσημος κανόνας. Το σκίσιμο τσόχας δύσκολα αποφεύγεται.

3. - Αφου υπαρχει σκαφτος μπαγλαμας και σκαφτος τζουρας, γιατι δεν υπαρχει και σκαφτο μπουζουκι; (η μηπως υπαρχει και δεν το ξερω;)
- Αν θυμάμαι καλά, το παλαιό μπουζούκι με την επιγραφή «ΑΚΡΟΝΑΥΠΛΙΑ» που ανήκει στη συλλογή Ηλία Πετρόπουλου στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη είναι σκαφτό. Το όργανο είναι πάρα πολύ βαρύ. Νομίζω πως αυτός μπορεί να είναι ένας αποτρεπτικός παράγοντας για σκαφτό μπουζούκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κάποιο πρόσωπο, πράγμα, ή, ακόμα πιο συχνά, κάποια κατάσταση, που είναι τόσο γαμάτη για να την περιγράψεις κάπως αλλιώς.

  1. Πασάμ, χθες στο λάιβ τα σπάσαμε, άστο!

  2. Λοιπόν, έχω φέρει να πιούμε ένα τσιπουράκι από το χωριό, άστο!

  3. - Πασάμ, πώς σου φαίνεται η κοπελιά στο μπαρ; Καλή ε;
    - 'Αστο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λάθος προφορά της λέξης τηλεόραση από μαγκίτες ή απλώς βαριεστημένους, που δεν βρίσκουν τον λόγο γιατί να προφέρουν δύο φωνήεντα στην σειρά, η οποία έχει διαδοθεί αρκετά και έχει περάσει και στον γραπτό λόγο. Τύπου κοακόλα ένα πράμα.

  1. Η ΤΗΛΌΡΑΣΗ ΜΟΙΆΖΕΙ ΜΕ ΑΥΤΟΚΊΝΗΤΟ ΧΩΡΊΣ ΦΡΈΝΑ!! (Εδώ).

  2. Ενώ κάποτε ένας ελληνοτουρκικός γάμος προκαλούσε ποικίλες αντιδράσεις εντός των οικογενειών και όχι μόνο, σήμερα με τόσα τούρκικα κάθε μέρα στην τηλόραση, το κλίμα έχει αντιστραφεί και θεωρείται πολύ της μόδας μια τέτοια ένωση. (Εδώ).

  3. Είναι απλό, απελπιστικά απλό: Η έκφραση Το άκουσα στην τηλεόραση (η τελευταία λέξις προφέρεται 'τηλόραση') αποτελεί τη Λυδία Λίθο -αν μας επιτρέπεται η έκφρασις- για την πλήρη και ύπατη Απόδειξη κάθε απόψεώς μας. (Φρικηπαίδεια).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το τουρκικό tel που σημαίνει σύρμα - χορδή.
1000ειπωμένη λέξη σε παλιούς μπουζουκοστίχους.

1.Τέλι τέλι τέλι, κάλπικε ντουνιά σ’ έμαθα εντέλει δε με ρίχνεις πια. Σ’ έμαθα εντέλει δε με ρίχνεις πια, χείλια έχεις μέλι κι άδικη καρδιά.

  1. Απόψε θα σπάσουνε τα τέλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα στιβάνια είναι οι μπότες που φορούν παραδοσιακά οι Κρητικοί. Τη λέξη δεν την βρήκα πουθενά σε ηλεκτρονικό λεξικό, γι' αυτό και τη χώνω εδώ, καθότι είναι πολυ-ακουσμένη και της αξίζει. Παρόλ' αυτά, πολλοί έλληνες την αγνοούν ή νομίζουν ότι πρόκειται για την κρητική βράκα. Άρα καιρός να βάλουμε τα πράματα στη θέση τους...

Πιθανολογώ ότι προέρχεται από την ιταλική λέξη Stivale, που πρόκειται για το ίδιο ακριβώς στυλ μπότας, το οποίο μάλιστα χαρακτηρίζεται ως ιταλικό. Διόλου απίθανο, καθότι από το νησί πέρασαν κι έκατσαν οι Ενετοί, ως γνωστόν.

Να πω κι ότι και η γερμανική λέξη για αυτόν τον τύπο μπότας προέρχεται από κει: stiefel και stival. Δείτε και τη φωτό στο προτελευταίο.

Δημιουργούμε χειροποίητα, ανθεκτικά κρητικά στιβάνια σε πολύ προσιτές τιμές. Εγγύηση η πολυετής εμπειρία μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπορεί να είναι και το τελείωμα του χεριού, αλλά στην περίπτωσή μας είναι το εργαλείο στην οικοδομή.

Ράβδος, πλέον από αλουμίνιο (παλιότερα από ξύλο), που χρησιμεύει στο καρατσεκάριισμαεπίπεδης επιφάνειας ή, με την προσθήκη αλφαδιού στο πάνω μέρος του πήχη, της ορθής κλίσης.

Πιάσε τον πήχη σου και έλα εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified