Further tags

Ο φαντάρος που ναι μεν εισήχθη στην γιωτομπαλέ κατηγορία (Ι3-Ι4), αλλά νιώθοντας ότι έτσι αποτελεί στόχο χλεύης και περιφρόνησης από τους υπόλοιπους, προσπαθεί μανιωδώς να αποτινάξει το στίγμα του γιωτά από πάνω του, επιδιώκοντας συμμετοχή και δείχνοντας ζήλο σε όλες τις δραστηριότητες (ασκήσεις, πορείες κ.τλ.). Διακαής του πόθος να αλλάξει η Σωματική Ικανότητα (κατά την διάρκεια της θητείας εννοείται).

- Ο Αντωνίου γιατί έρχεται στην πορεία ρε μαλάκα; Νομίζω του έβγαλε ο γιατρός χαρτί πως δεν κάνει να συμμετέχει σ'αυτά.
- Δεν το δείχνει ποτέ ρε φίλε. Ο τύπος είναι φουλ γιωτοκομάντο. Παλεύει να αλλάξει το Ι του εδώ και πόσο καιρό, αλλά χλωμό το κόβω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρατιωτικός σύνθετος όρος από τις λέξεις παμπάλαιος και λέ (κατάληξη από το λελέ), που απαντάται κυρίως στα σώματα του Στρατού Ξηράς.

Ο πραγματικός παμπαλέπαμπαλές) είναι η σειρά απολύσεως και οι μέρες του υπολοίπου του είναι αξιοζήλευτες από τους ημιπαλιούς και φυσικά τους νέους. Χωρίς αυτό να αποκλείει συχνά πυκνά του φαινόμενο του σφετερισμού του συγκεκριμένου επιθέτου και της τάσεως στον ΕΣ του αυτοχαρακτηρισμού ως παμπαλέ από κάποιο πουστόνεο, που μόλις έβαλε την πρώτη του σειρά μέσα, ήπιε μια γουλιά δηλαδή και μέθυσε απότομα από το ποτήρι της παλαιοσύνης του λέουρα.

Οι υπηρεσίες που χτυπάει ο παμπαλέ όταν και όποτε είναι το θαλαμοντόγκινγκ, η διαρκής έξοδος κτλ. Φυσικά υπάρχουν και έχουν αναφερθεί αρκετές περιπτώσεις ατυχέστατων παμπαλέ που χτυπούν σκοπέτα και αγγαρείες λίγες ημέρες ή ακόμα και την τελευταία ημέρα πριν την απόλυση. Θέμα δίκα (διοικητή), ατυχών συγκυριών/κακοδιαχείρισης των υπηρεσιών από την επόμενη σειρά απολύσεως, αλλά και «εκδικητική χολή» των τελευταίων ημερών (απωθημένα για πιθανά σοβαρά χωσέ που έφαγε από τον παμπαλέ) από πρώην ημιπαλιό και νυν σειρά απολύσεως προς τον παμπαλέ μιας και ο παμπαλέ βρίσκεται πλέον σε στάδιο πολίτη και δεν έχει χρόνο και διάθεση, ούτε να βάλει στην θέση του τον ασεβή ημιπαλιό, που την είδε πριν την ώρα του και του γάμησε τις τελευταίες υπηρεσίες (εάν και εφόσον ο παμπαλέ ξέμεινε από άδειες απολύσεως κτλ.).

- Ποιός θα μπει εστιατόρια ρε φίλε το μεσημέρι αύριο; Δεν βγαίνουν οι υπηρεσίες. Βάλε τον Γιάννη αύριο.
- Τον Γιάννη;;; Δεν έχεις ιερό και όσιο ρε φίλε; Ο Γιάννης είναι παμπαλέ 15 κουσού, δεν τον αγγίζει ούτε ο άνεμος στην μονάδα! Νέος θα μπει πάλι!

(από Mpiliardakias, 08/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολαδερό λολοπαίγνιο του το Κόμματος σε βάρος τση φράξιας των Αρχειομαρξιστώνε, καθώς παραπέμπει στην λέξη αχρείος.

Στους αρχείους συμμετείχαν inter alia οι Γιωτόπουλος Père και o μετέπειτα επικεφαλής τση Τετάρτης Διεθνούς και συμβουλάτορας του Ανδρέα. Μιχάλης Ράπτης (άκα Michel Pablo).

Οι αχρείοι έφαγαν αδυσώπητο τσο και λο από το ΚΚΕ δίκην νομιστερακίων. Οι επιβιώσαντες υποστήριξαν τον Εθνικό Στρατό σε βάρος του Δ.Σ.Ε., στη δε συνέχεια ορισμένοι συνέχισαν την σταδιοδρομία τους ως τρότσκες ενώ άλλοι προήχθησαν σε θεωρητικούς τση χούντας (Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου, Σάββας Κωνσταντόπουλος, Γεώργιος Γεωργαλάς, κ.ά.).

1.
Πότε σταλινικός βουλευτής μίλησε για ένα (αριθμ.1), έστω επουσιώδες, άμεσο ζήτημα Μακεδόνων στη Βουλή; Και μέσα σ'όλες τις τραγωγίες που αποτελούν το λεγόμενο «φρούριο της Ακροναπλίας» η τραγικότερη είναι να υπάρχουν Μακεδόνες κλεισμένοι εδώ ως οπαδοί του σταλινισμού. Υπάρχει κ' ένας αρχείος του τραγικότατου αυτού είδους, μαθαίνουμε.

2.
Έπειτα ακολούθησε η διάλυση των παράνομων οργανώσεων του ΚΚΕ μετά ... και μάλιστα ύπουλα ήταν ο Γεοργωπαπαδάτος, ένας αρχείος και δολοφόνος μαζί...

1.
Γύρω από τον Πουλιόπουλο δημιουργείται το περίφημο «Αρχείο του Μαρξισμού». Είναι οι «αρχειομαρξιστές» ή «αρχείοι» που το ΚΚΕ τους καταπολεμά σαν τους χειρότερους εχθρούς του.

2.
Τίποτα απολυτως δεν άλλαξε στους κατήγορους του ΚΚΕ. Παρέμειναν ίδιοι από την ίδρυσή του. δες και τι έλεγαν οι Αρχείοι και τι οι Τροτσιστές και τι οι Πουλιοπουλικοί και τι οι διάφοροι υπερεπαναστάτες επι κατοχής που κατάγγειλαν το ΕΑΜ ως πράκτορα των Άγγλων καλώντας τον κόσμο να μη βγει στην αντίσταση γιατί θα ρίξει νερό στο μύλο των ιμπεριαλιστών.

3.
Θύματα από το ΚΚΕ αναφέρονται 30 αρχείοι και 55 τρότσκες. Βέβαια πριν την κατοχή, μάλλον οι αρχειομαρξιστές ήταν πιο σημαντική δύναμη ίσως και κάποια στιγμή ισοδύναμη με το ΚΚΕ.

4.
Το 1922-23 εμφανίστηκε η οργάνωση «Αρχείο του μαρξισμού» με σύνθημα «να μάθουμε το μαρξισμό και ύστερα να παλέψουμε». Οι «αρχείοι» έκαναν τρομοκρατικές ενέργειες και δολοφονικές επιθέσεις ενάντια στους κομμουνιστές. Το 1928-29 προσχώρησαν στον τροτσκισμό.

Ινσέψιο: Ο "Αρχειομαρξιστής" από το ηλεκτρονικό μου αρχείο. (από σφυρίζων, 15/05/14)Αρχείος παρέρας αχρείου υιού (από σφυρίζων, 16/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όψιμα απαξιωτικός χαρακτηρισμός του Κόμματος για τους φιλοξενούμενους στο Μπούλκες στα χρόνια του εμφυλίου.

Το Μπούλκες είναι μια πόλη στην γιουγκοσλαβική Βοϊβοντίνα όπου φιλοξενήθηκαν (με την ευγενή φροντίδα του Τίτο) κάποιες χιλιάδες έλληνες αντάρτες και στρατευμένα γυναικόπαιδα. Λειτούργησε από το 1945 έως το 1948 ως λιλιπούτεια Λαϊκή Δημοκρατία υπό την διοίκηση του Κόμματος, ένα μπέτα-τεστ για μια μελλοντικής Ελληνικής Λ.Δ.

Χωρίς να μπούμε σε λεπτομέρειες, το πείραμα Μπούλκες κατά κοινή ομολογία εκφυλίστηκε σε ένα μίνι αστυνομικό κράτος / στρατόπεδο βασισμένο στο τρόμο, το δε ρήγμα τιτοϊκών - σταλινικών οδήγησε στην ακύρωση του πειράματος και στον στιγματισμό και ανακαταγραφή των μπουλκιωτώνε από τον Ζαχαριάδη.

1.
Διαχρονικά οι μεγαλύτεροι λάτρεις της «μονταζιέρας» (sic) υπήρξαν οι παλαιοκομουνιστές κατά των «συντρόφων» τους. Από τους «Αρχείους» έως τους «Εκτοολομελίτες» και από τους «Κούτβηδες» έως τους «Μπουλκιώτες». Φονικά όπλα, χωρίς αιδώ και ανθρώπινη υπόσταση.

2.
Στις 20 Μαρτίου 1947, το κλίμα αποσταθεροποιήθηκε ακόμη περισσότερο με τη δολοφονία στη Θεσσαλονίκη του ανώτατου στελέχους του ΚΚΕ, Γιάννη Ζεύγου, από έναν πρώην μπουλκιώτη μαχητή. Η σκοτεινή αυτή υπόθεση, έφερε στην επιφάνεια πολλά σενάρια συνωμοσίας.

3.
Κατά το 1950-1951, οι «Μπουλκιώτες», όπως τους ονομάζανε, στιγματίζονται άδικα στο σύνολό τους από το ΚΚΕ. Ο όρος «Μπουλκιώτης» είχε καταντήσει «πολιτική ύβρις». Στη διάρκεια της ανακαταγραφής, κατέστησαν ο προνομιακός στόχος των εκκαθαρίσεων που εξαπολύθηκαν στους κόλπους του κόμματος. Οι πραγματικοί υπεύθυνοι της τρομοκρατίας που βασίλευε στο Μπούλκες καλύφθηκαν από τις ανώτερες κομματικές αρχές.

4.
επί εξίμισι χρόνα έλιωσα παντελόνια διαβάζοντας την ιερή και βλάσφημη ιστορία της εποχής. Μίλησα, επί μακρόν, με Μπουλκιώτες, με Οπλατζήδες, με ευσεβείς και ασεβείς της πορφυρής περιπέτειας, με διανοούμενους, με περιώνυμα ή απλά στελέχη. Συμπέρασμα; Μπήκα αβέβαιος σ’ αυτήν την ιστορική δίνη και κειμενική περιπέτεια και βγήκα ακόμα πιο αβέβαιος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

( Τω οικοδόμω του σάητος ).

Καπαπίτες ονομάζονταν στον Εμφύλιο τα μέλη μικρών αντάρτικων ομάδων (Κέντρων Πληροφοριών) που δρούσαν στα μετόπισθεν, σε περιοχές ήδη ελεγχόμενες από τον στρατό. Ο ρόλος τους ήταν πολλαπλός, από αυτόν του συνδέσμου και του γιατροπορευτή μέχρι αυτόν του τροφοδότη, του σαμποτέρ και του κατασκόπου.

  1. –Πες μας, δάσκαλε, τα νέα σου. Ύστερα από τα γεγονότα του Καρπενησιού, πήραμε θάρρος. Εμψυχωθήκαμε και περιμέναμε να πάρουν τροπή τα πράγματα. Όμως εμείς ζούμε πίσω απ’ τον κόσμο. Καμιά γνώριμη φωνή δεν ακούσαμε. Οι Καπαπίτες μας, που τους είχαμε συνοδιά, εξοντώθηκαν. Τώρα κυκλοφορούνε άφοβα οι Μάυδες στο χώρο μας, με το όπλο στο χέρι.
    [...]
    Στο Δημοκρατικό Στρατό ένας πρακτικός τρόπος για τη συγκέντρωση πληροφοριών ήταν η «γιάφκα». Και είναι γιάφκα ένα ορισμένο σημείο, κρυφό, όπως μια κουφάλα δέντρου, δυο χαρακτηριστικές πέτρες ή κάποιο ερημικό καλύβι. Εκεί έρχεται ο αντάρτης που ανήκε στο Κ.Π. (Κέντρο Πληροφοριών), άφηνε το σημείωμα με τις πληροφορίες για να τις παραλάβει το τμήμα, ο Καπαπίτης που ήταν αρμόδιος.εδώ

  2. [...] πό τα μικρ θημερινά ριστατικ της ζω νός «καπαπίτη» βλέπ ανείς τις συγκεκριμέ νθήκες της διεξαγωγ του μφυλί Πολέμ . [...] Πού τάχα ν γιν η πίδειξ τω κομμέ εφαλιώ τ Μήτσ , της ανώριας και τ Βασίλ που κόσμησ τον μακάβρ ρίαμβ της θνικοφροσύν ;

Μήτσος Ηλ. Καραντζάς. Το ημερολόγιο ενός Καπαπίτη από τον Εμφύλιο (όσο σώθηκε ). ΑΡΧΕΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, Βιβλιόραμα 2004.
Σπαράγματα από τα προλεγόμενα του Άγγελου Ελεφάντη, καρατομημένα από τον λημματογράφο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ὅστις μπαγλαρώνει: πας τεστοστερονούχος νταής, τζόρας, βαρυψώλης, μπατσόνι, κουραδόμαγκας, ή ανήκων σε λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις.

1.
25-30 μπαγλαράδες με ρόπαλα και αλυσίδες να δέρνουν ένα φουκαρά και ίδιο είναι να τα βγάζεις πέρα μόνος ;. Ρόμπες σε όλα τους.

2.
Όσο για τις κομματικές νεολαίες, τρομάρα τους. Θυμάμαι πριν από λίγο καιρό στην Νομική όταν μια ομάδα δέκα ατόμων μπήκε και διάλυσε μια αίθουσα, όπου συνεδρίαζε μία ολόκληρη συνέλευση τμήματος με διακόσια άτομα, κανένας «δημοκράτης» μπαγλαράς, δεν βρέθηκε να ορθώσει το ανάστημα του και να τους πάρει με τις κλωτσές.

Ινσέψιο: το μπαγλάρωμα ενός μπαγλαρά. (από σφυρίζων, 16/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Στην αργκό του Ε.Σ. χαρακτηρίζει τον ανώτερο αξιωματικό (κυρίως με πόστο δίκα/υπόδικα) που φροντίζει τους φαντάρους της μονάδας του (τάγματος/συντάγματος κλπ) παρέχοντάς τους εξαιρετικά προνόμια όπως λ.χ. τιμητικές, άγραφες τα σου/κου, έξτρα ώρες ύπνου κλπ.

Σε αντιστάθμισμα της καλοσύνης του τις περισσότερες φορές ο φανταροπατέρας εμφανίζει ένα ιδιαίτερα σκληρό και αυστηρό πρόσωπο απέναντι στους φαντάρους, είναι λάτρης της πειθαρχίας και καμπανιάζει αβέρτα, δίχως όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν νοιάζεται, άλλωστε το κάνει για το δικό τους καλό όπως θα έπραττε και ένας πατέρας για τα παιδιά του.

(Τον όρο μου είχε μεταφέρει όταν υπηρετούσα στην βασική εκπαίδευση κάποιος λοχίας αναφερόμενος στον δίκα του κέντρου)

- Λοχία μας έχει αλλάξει τα φώτα ο διοικητής, φόβος και τρόμος.
- Πάτε καλά ρε; Ο άνθρωπος είναι φανταροπατέρας! Αλλά πού να καταλάβετε, είστε νέοι ακόμα... Περιμένετε να πάτε στις μονάδες...
- Εγώ τα έχω κανονίσει θα πάω ΓΕΣ με τη μία.
- Στρατηγός ή πολιτικός;
- Μητροπολίτης
- Αυτά είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ματούρ φάση 45-50+, χήρα ή ζωντοχήρα, συναντάται στην επαρχία και ευδοκιμεί ιδίως στις παραμεθόριες περιοχές όπου υπάρχουν στρατόπεδα, τρελαίνεται για φαντάρους και οι φαντάροι τρελαίνονται γι' αυτήν, δεν το κάνει για χρήματα το κάνει γιατί γουστάρει τα χοντράδια, ίσως η μοναδική περίπτωση σύγχρονης Ελληνίδας που γουστάρει με τρέλα τα φαντάρια εκεί που οι υπόλοιπες τα απαξιώνουν

Οι φανταρομάνες δεν έχουν την αποδοχή της κλειστής κοινωνίας όπου ζούνε αφού οι συντοπίτες τους τις θεωρούνε πουτάνες, ίσως έτσι μπαίνουν και αναπόφευκτα -τρόπον τινά- στο τριπάκι της συχνής συναναστροφής με φαντάρους καθώς αυτοί είναι περαστικοί και ακομπλεξάριστοι, ενώ ο περίγυρος ουσιαστικά τις έχει απομονώσει (κοινωνιολογική ανάλυση του φαινομένου).

Ως επί το πλείστον τις φανταρομάνες ανακαλύπτουν και καπαρώνουν τα επόπια και τις κρατάνε έξω από τα φώτα της δημοσιότητας και σε στενό κύκλο καθ'ότι μοναχοφάηδες.

(διάλογος ΕΠΟΠ-φαντάρου)

- Απόψε έχω διανυκτέρευση.
- Πού θα πας, θα κάτσεις σπίτι;
- Όχι ρε θα πάω στη Σούλα να ξεφορτώσω.
- Ποια Σούλα;
- Δεν την ξέρεις, μια φανταρομάνα από δω.
- Θα μου την γνωρίσεις και μένα;
- Όχι.
- 143 και σήμερα ρε
- Σκάσε.
- Δε σε χάλασε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνική ανάκρισης. Ο Ε και ο Φ ανακρίνουν τον Χ· ο Ε υιοθετεί εχθρική στάση απέναντι στον Χ ενώ ο Φ φιλική, με απώτερο στόχο ο Χ να εμπιστευθεί τον Φ αντιδρώντας στην πίεση του Ε. Ευνόητα, ο Φ είναι ο Καλογιάννης και ο Ε ο Κακογιάννης.

Η τεχνική είναι ψιλοπασίγνωστη χάρη στην αστυνομική λογοτεχνία και, κυρίως, φιλμογραφία. Δε γνωρίζω αν η κουβέντα όντως ακούγεται στην πιάτσα, ή αν πρόκειται απλώς για ευφάνταστη επινόηση του Πέτρου Μάρκαρη (βλέπε παράδειγμα)· με μία πρόχειρη αναζήτηση στο διαδίκτυο συμπεραίνουμε μάλλον το δεύτερο, αλλά όποιος ξέρει θετικά ας μας πει. Πρόκειται πάντως για μία εκδοχή του καλός μπάτσος - κακός μπάτσος που ακούγεται ενδεχομένως ομαλότερα στο αφτί ως απόδοση του αντίστοιχου αγγλικού και είπα να το θέσω υπόψιν των υποτιτλιστών ανάμεσά μας.

«[...] δέν κρατούσε λεφτά στα χέρια του. Δέν κρατούσε τίποτα. Τώρα, άν υπήρχαν λεφτά μέσα στο αυτοκίνητο, τί να σας πώ. Μπορεί και να υπήρχαν, αλλα θα τα πήραν οι δικοί σας, της Αντιτρομοκρατικής.»

«Τί λές ρε κάθαρμα;» φωνάζει ο Βλασόπουλος και πετάγεται πάνω. «Λές οτι τα παιδιά της Αντιτρομοκρατικής πήραν τα λεφτά και τα φορτώνουμε τώρα σ' εσένα, για να τους ξελασπώσουμε

«Ήρεμα, Σωτήρη.» Πιάνω τον Βλασόπουλο απο το μπράτσο και τον καθίζω πάλι στη θέση του. «Μήν τον πιέζεις. Θα μας τα πεί με την ησυχία του, το παλικάρι.»

Το παλιό κόλπο των μπάτσων. Ο Καλογιάννης και ο Κακογιάννης.

(Πέτρος Μάρκαρης, «Άμυνα ζώνης», Γαβριηλίδης 2001)

Σε άλλες γλώσσες: good cop/bad cop (αγγλικά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά:
Αυτός που έχει κάγκελα στο πρόσωπο, όπως: - οι σιδηρόφρακτοι ιππότες του μεσαίωνα,
- οι παίκτες του αμερικανικού (οθεοςνατοκάνει) ποδοσφαίρου, - οι άνδρες των «ειδικών δυνάμεων αποκαταστάσεως τάξεως».

Μεταφορικά:
Διάφοροι «μερακλήδες» δήμαρχοι (π.χ. Αβραμόπουλος), που εξάντλησαν τη δημιουργική τους δραστηριότητα σε καγκελάκια, ζαρντινιέρες, φοινικοφυτεύσεις και σε άλλα συναφή έργα βασικών υποδομών. Τα έργα αυτά απέβησαν άκρως επωφελή για το περιβάλλον (τους). Ο όρος αυτός έχει συνάφεια με τον όρο «αλογομούρης»: όπως ο αλογομούρης «τάιζε τ' αλόγατα», έτσι και ο «καγκελομούρης» έτρεφε (αλλά και «ταϊζόταν» από) τους «πέριξ» εργολάβους. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί εδώ η «αλογομούρικη» κραυγή-προτροπή: «έμπαινε δυνατά απ' το κάγκελοοο!» που φώναζαν προτρέποντας τον αναβάτη του αλόγου, στο οποίο είχαν ποντάρει, να προσπεράσει από την εσωτερική.

Τέλος ο όρος «καγκελομούρης/α» αναφέρεται και στους/στις οπαδούς της α(οι/η)δού καψουρονεοδημοτικών ασ(θ)μάτων Γωγούς Τσαμπά, τους εκσταζιαζομένους με το άσ(θ)μα «τα καγκέλια», όπου, άμα τω ακούσματι της επωδού: «πωπωπωπω....(ν φορές, όπου ν τείνει εις το άπειρον) ...πωπω» φθάνουν εις πολλαπλούς οργασμούς.

Μόλις φτάσαμε στο Σύνταγμα πλακώσαν οι καγκελομούρηδες και μας σαπίσανε στο ξύλο.

Σιγά τα έργα πού 'κανε ο καγκελομούρης! Καγκελάκια και ζαρντινιέρες! Όσο για τους φοίνικες, τους φάγανε τα μαμούνια! Δε λέω φάγανε κι οι εργολάβοι με τους σκατατζήδες. Ακόμη με τους βόθρους είμαστε!

Προχτές είδα το Μαράκι στ' «Αγρίμια». Καλά, αυτή ήτανε μεταλλού και έτσι. Πότε έγινε καγκελομούρα;

(από soulto, 22/03/15)The world\'s first Po counter by Calypso Larah  (από Khan, 22/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified