Further tags

Αυτός που κρατάει ερμητικά κλειστό το στόμα του. Που δεν αποκαλύπτει τίποτα.

Επίσης, ο τσιγκούνης, ο σκρούντζ. Αυτός που δεν ανοίγει σχεδόν ποτέ το πορτοφόλι του.

  1. Δεν μπόρεσα να του πάρω κουβέντα. Είναι μύδι ο τύπος.

  2. Μιλάμε για μεγάλο τσίπη. Μύδι διασταυρωμένο με καβούρι.

Αν σου πιάσει κανά χέρι αυτό, κλάψτο (το χέρι) (από Marco De Sade, 19/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός και υβριστικός χαρακτηρισμός με αποδέκτη τις κυρίες προχωρημένης ηλικίας. Παράγεται από το ουσιαστικό «γριά».

  1. Forumoδιάλογος
    - Έτσι κι εγώ πριν καμια δεκαρια χρόνια στα 17 μου whistle1 γύρναγα κάθε (μα κάθε) ΣΚ όλη την Ελλάδα με ένα Fiat 127, 900 κυβικά και 38 άλογα. Πολύ συχνά με 4-5 άτομα μέσα και τίγκα πράματα και σερφ και ορειβατικά και σκι και ότι μαλακία υπήρχε.
    - Χέσε μας μωρή γριέντζω κι άσε μας να θυμηθούμε τις δόξες μας....

  2. Σχόλιο χρήστη του διαδικτύου:
    έμη διάβασα τη μαλακία του Πρετεντεράκου! Καλά ρε πούστη ο τύπος αυτός βγάζει λεφτά και, μάλιστα, πολλά, για να γράφει σαν υστερική γριέντζω;;;;

  3. Έτερο σχόλιο forum:
    Σε περιφερειακό πανεπιστήμιο της νησιωτικής Ελλάδος υπηρετεί ως τακτικός καθηγητής παρακαλώ, μια από τις μεγαλύτερες κακιασμένες αδερφές του ελέους. Ο τύπος είναι τόσο γλοιώδης και οπορτουνιστής, που τα τρώει από μια γριέντζω με μπόλικα μπικικίνια, η οποία τυγχάνει να είναι και πρόεδρος ενός ιδιωτικού ιδρύματος με πολλές διασυνδέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Δεν σχετίζεται με το γριά. Σχετικά: τζατζόγρια, γιαγιά, γρίντζελο, ξεκωλόγρια, πιπινόγρια, Γρετζώρα, γρέτζω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η γκόμενα που, μόλις μαθαίνει ότι χώρισες με τον δεσμό σου, στην πέφτει ανοιχτά για να καταλάβει την θέση που χήρεψε... γιατί στην βράση κολλάει το σίδερο.

  2. Το μισθωμένο από μπαρμπουτιέρες και χαρτοπαικτικές λέσχες άτομο που αναλαμβάνει να παρηγορήσει με φιλικές κουβέντες τον μεγάλο χαμένο της βραδιάς και να τον στηρίξει ψυχολογικά. Αυτό συμβαίνει όταν ο χαμένος είναι καλός πελάτης, οπότε η δουλειά της παρηγορήτρας είναι να τον στήσει πάλι στα πόδια του ώστε μετά από μερικές ημέρες να τον ξαναμαδήσουν στην λέσχη.

  1. Παρηγορήτρα είναι αυτή. Μου την έπεσε κι εμένα μόλις χώρισα με την Νίκη.

  2. (Παρηγορήτρα προς τον χαμένο:)
    - Έλα μωρέ, τα λεφτά έτσι είναι, πάνε κι έρχονται... Γκίνια είναι θα σπάσει κάπου... Η υγεία είναι το σημαντικό...

υπάρχουν και χειρότερα (από Marco De Sade, 13/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοκοβιός λέγεται κυρίως ο φλώρος ή φλούφλης ο οποίος είναι ολίγον τι και χαζός ή αγαθιάρης. Χρησιμοποιείται περισσότερο όταν η εμφάνιση συνάδει και με την ιδιοσυγκρασία αυτού που αποκαλείται κοκοβιός.

Το επίθετο κοκοβιός προέρχεται από το ψάρι κοκωβιός (λατ. gobius, αλλά και στα Ελληνικά πολλές φορές γωβιός). Κατατάσσεται μάλλον στα «χαζόψαρα»... πιάνεται εύκολα και δεν μεγαλώνει πολύ.

Το κοκοβιός προέκυψε και ως παρατσούκλι στον ηθοποιό Πέτρο Γιαννακό, από το ρόλο του «Κοκοβιού» σε μια ταινία του Τζαβέλα. Ο Πολύκαρπος Πολυκάρπου περιγράφει το συγκεκριμένο ρόλο ως εξής: «...Ο τύπος ήταν κάτι ανάμεσα σε καραγκιόζη, φασουλή, αρλεκίνο και κλόουν. Ήταν ο υπερφυσικός μπεμπές, το παιδί που δε μεγάλωσε, χαζοέξυπνος και βλακοϊδιοφυής...».

  1. Κοίτα ρε έναν κοκοβιό με γλειφιτζούρι, τί γκομενάκι που συνοδεύει... Χου ρε!

  2. Καλά ρε πώς σε κουρέψανε έτσι; Πώς θα βγεις έξω σαν κοκοβιός;

(από Malinowsky, 17/03/09)(από Malinowsky, 17/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παμπόνηρος άνθρωπος, ο πιο πονηρός και από γάτα.

Δεν χαρακτηρίζει τον έξυπνο, αλλά και δεν φέρει μειωτική χροιά. Είναι ο καλών προθέσεων πονηρός, που δεν είναι απατεώνας.

Ακόμα χρησιμοποιείται και για χαϊδευτικό μεταξύ ερωτευμένων, ή από γονείς προς παιδιά (ενίοτε με καμάρι).

Σύνθετη λέξη, παιδί του μπαμπά «πονηρός» και της μαμάς «κατσούλα (γάτα)». Η δε μαμά προέρχεται από το μεσαιωνικό «κάτα» = γάτα, και «κατ(σ)ίον» = γατάκι, από τα οποία έγινε η κατσούλα που ακόμα χρησιμοποιείται σε όλη σχεδόν την Πελοπόννησο και ιδιαίτερα στη νότια.

Χαρακτηριστική η διήγηση για τον πρωτευουσιάνο δάσκαλο που μάθαινε ανάγνωση τα πρωτάκια σε χωριό της Πελοποννήσου.

Δάσκαλος: - Εσύ Κωστάκη, Γ+Α;
Κωστάκης: - ΓΑ, κύριε.
Δάσκαλος: - Μπράβο, Τ+Α;
Κωστάκης: - ΤΑ, κύριε.
Δάσκαλος: - Μπράβο, και όλο μαζί;
Κωστάκης: - Κατσούλα κύριε.

Η κατσούλα = γάτα, δεν έχει την ίδια καταγωγή με την κατσούλα = σκούφια. Η τελευταία προέρχεται από την Ρουμάνικη λέξη για την τριγωνική σκούφια του κεφαλιού.

  1. - Πώς σου φάνηκε ο Τάκης;
    - Συμπαθής, είναι και πονηροκατσούλα.

  2. - Μπαμπά, ήμουν καλό παιδί, θα μου πάρεις παγωτό;
    - Θα σου πάρω, αλλά είσαι μια πονηροκατσούλα εσύ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κολλημένος με κάποιο συγκεκριμένο σήριαλ. Ελαφριά μορφή της ασθένειας η οποία μπορεί με τον καιρό να εξελιχτεί σε χρόνια και βαριά (έως θανατηφόρα για τον εγκέφαλο).

Η γυναίκα μου είναι τηλετζάνκι. Όταν παίζει τις «Νοικοκυρές σε απόγνωση» μπορώ να πηδάω άφοβα την μπέιμπι-σίττερ στο διπλανό δωμάτιο.

Το μπουγαδοκόφινο δεν βλέπω πουθενά (από Marco De Sade, 25/03/09)Πάντα υπάρχουν και χειρότερα... (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν μπορεί χωρίς την ημερήσια δόση του από τα σκουπίδια της tv και τις ειδήσεις του τρίπτυχου σεξοσκάνδαλο-ληστεία-ακρίβεια. Ο τηλετζάνκι. Συνήθως άτομο χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις.

Η κατάσταση του υποκειμένου λέγεται «τηλεμαστούρα». Στοιχίζει φτηνότερα από το μπαφάκι, αλλά πολλές φορές είναι μπουρούχα.

Η δικιά μου είναι τηλεμαστούρω. Με ένα «Sex & the city» και λίγο «Aξίζει να το δεις» έχει κλείσει.

Πουτσίλα μυρίζει... Πάλι καλά που δεν το είχε βάλει στον κώλο του, ο τηλεμαστούρης... (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τριανταφυλλίδης αναφέρει πως βιοπαλαιστής είναι αυτός που με κοπιαστική εργασία εξασφαλίζει την υλική επιβίωσή του, διεξάγοντας αγώνα για αυτήν.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, κάτι άλλο παίζει.

Οταν μιλάμε για βιοπαλαιστή, δεν αναφερόμαστε σε Γιακουμήδες, σε άτομα της γενιάς των 700 ευρώ και σε άτομα που δεν έχουν που την κεφαλή κλείναι.

Μιλάμε ειρωνικά για άτομα που είναι πιστά στο δόγμα: Νόμος είναι το δίκιο του Σωκράτη, για άτομα της γενιάς των 700.000.000 ευρώ, για άτομα που 'χουν βουνά από ψιλικό οξύ, για άτομα που 'χουν στρέμματα από μαρουλόκηπους, για προλεφτάριους, για σκαφάτους και λοιπούς φραγκάτους.

Μιλάμε για διευθυντές και μεγαλοστελέχη εταιρειών που φορώντας ύφος ζητιάνου, αξιοποιούν στο έπακρο την δημοσιοκαφρικήπαπαρολογία και κλαίγονται για τη ρουφιάνα την οικονομική στύση που τους χτύπησε τη πόρτα. Μέσω του φόβου της απόλυσης ξεζουμίζουν το προσωπικό τους, ζητώντας θυσίες προκειμένου, να μπορέσει να αντέξει η εταιρεία στο διάβα της οικονομικής στύσης, ώστε το προσωπικό να μπορεί να έχει δουλειά. Κλαίγονται, λες και θέλουν να τους ελεήσεις, ενώ φορώνταςύφος ν καρδιναλίων, προσπαθούν να ξεχωρίσουν απ' το κοπάδι, ζώντας μέσα στη χλίδα και στη γλκαμουριά.

Όχι... όχι δε ζουν στη γκλαμουριά για αυτούς. Για τη φουκαριάρα τη μάνα τους, που έζησε σε δύσκολα χρόνια «πείνας και δυστυχίας», ανέχονται την «ξεφτιλισμένη» την καλοπέραση.

Παρακαλούν και καλά, τον Άη Φανούρη να τους γυρίσει πίσω τα διαφυγόντα κέρδη, αλλά επειδή αυτός είναι μόνιμα κωλυώμενος... τα παίρνουν απ' τους υπαλλήλους τους, μέσω πενιχρών αυξήσεων, απολύσεων, άμισθης υπερωρίας. Ας είναι καλά το «τέρας» που λέγεται «οικονομική στύση».

- Ρε εσύ χθες που μας είχε μαζέψει ο ρουμάνος στο σαλόνι της εταιρίας και μας εξηγούσε πως κάνει φιλανθρωπικό έργο που δεν έχει απολύσει τη μισή εταιρεία εν μέσω οικονομικής στύσης, πήγα να δακρύσω. Σκέφτηκα: Τόσο μεγαλόψυχο αφεντικό έχω; Μα το Θεό θα θελα να του δώσω ένα πενηντόευρο. Τον λυπήθηκα... χαχαμπουχαχα!

- Ρε εσύ είναι βιοπαλαιστής ο άνθρωπος. Παλεύει καθημερινά με την οικονομική στύση προσπαθώντας να μην έρθει τούμπα στο καναβάτσο. Για ποιους το κάνει; Για μας το κάνει. Κι αντί να φιλοτιμηθούμε να δουλέψουμε τζάμπα, απ' τη μια θέλουμε αυξήσεις, ενώ απ' την άλλη σαν τις κατινούλες της γειτονιάς γκρινιάζουμε, που έχει τέσσερις βίλες, πέντε κότερα και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Αλλά αυτά τα 'χει για να χαλαρώνει από τη βιοπάλη, ώστε να μπορεί ο άνθρωπος να σκαρφιστεί ιδέες που θα βελτιώσουν τη μοίρα όλων μας. Αλλά εμείς, που να τον κατανοήσουμε; Είμαστε ζώα. χαχαμπουχαχα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην χώρα που ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα, οι καναλάρχες (ή, με την ευρύτερη έννοια, μιντιάρχες) αποτελούν μια από τις πιο αδηφάγες και διαπλεκόμενες φυλές των Μασάει.

Οι καναλάρχες ασκούν μπαμπέσικη πολιτική επιρροή με γνώμονα τα πραγματικά τους επιχειρηματικά συμφέροντα, ήτοι την μεγιστοποίηση κρατικών και κοινοτικών γατοκεφάλων που νέμονται οι κατασκευαστικές και εργοληπτικές εταιρίες που ελέγχουν. Για να πετύχουν τον σκοπό αυτό, επιλέγουν και λιβανίζουν τους ευκαιριακούς τους πολιτικούς συμμάχους, αλλάζοντας πάντα στρατόπεδα κατά το δοκούν.

Δεδομένου ότι η πίτα των μεγάλων δημόσιων έργων είναι πεπερασμένη, και καθώς οι κοινοτικές στρόφιγγες ήδη σφίγγουν, το απροκάλυπτο αλληλοσφάξιμο μεταξύ τους αναμένεται να κλιμακωθεί στο εγγύς μέλλον με άνευ προηγουμένου λύσσα.

Φυσικά, κάθε ομοιότητα τέτοιων λυκοκαυγάδων με τις στρατηγικές κινήσεις ευυπόληπτων καναλαρχών όπως των κ.κ. Λαμπράκη, Αλαφούζου, Κοντομηνά, Μπόμπολα, Κυριακού, Κουρή και Βαρδινογιάννη είναι απόλυτα τυχαίες.

  1. Ο ΑΛΑΦΟΥΖΟΣ Ο ΤΡΙΣΜΕΓΙΣΤΟΣ Ο ΤΙΤΑΝΟΤΕΡΑΣΤΙΟΣ ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΑΝΑΛΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΛΑΔΟΣ
    (από εδώ)

  2. Τράπεζες, εργολάβοι, καναλάρχες και εκδότες έχουν ακεραία την ευθύνη για την κρίση με τα golden boys και τα τσιράκια τους, αφού χρησιμοποίησαν άκρατες μορφές δανεισμού για τις δικές τους επιδιώξεις, αλλά και για τη λεηλασία λαϊκών και ασφαλιστικών αποταμιεύσεων με καταστροφικά αμοιβαία, δομημένα ομόλογα και κάθε μορφής τοξικές επενδυτικές εφαρμογές, που δεν έχουν πάψει ακόμη να τις διαφημίζουν.
    (από εδώ)

  3. Σε μια πρωτοφανή επίδειξη δύναμης επιδόθηκαν άνδρες της προσωπικής ασφάλειας του καναλάρχη Μίνωα Κυριακού. Γρονθοκόπησαν και ξυλοκόπησαν πρόεδρο δημοτικού συμβουλίου που «τόλμησε» να τους επισημάνει την παράνομη κατεύθυνση που ακολουθούσε το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν, σε μονόδρομο της Νέας Ερυθραίας.
    (από εδώ)

  4. Καναλάρχης Ισλαμιστικού σταθμού στη Ν.Υ. αποκεφάλισε τη σύζυγό του γιατί του ζήτησε διαζύγιο. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Yπερβολικά κουρασμένος, λιωμένος από αλκοόλ ή ναρκωτικά.

«Mαλάκες είμαι χέσμα, δε θα βγω σήμερα»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified