Το να πίνει κάποιος κατ' ευθείαν απ' το μπουκάλι αγνοώντας το ποτήρι, δείγμα σκληρότητας και αντρισμού. Γίνεται σε μπύρες, κόκα κόλες κλπ.
(Η σερβιτόρα φέρνει τις μπύρες)
- Ποτήρια θέλετε;
- Όχι, θα τις πιούμε κλαρίνο.
Το να πίνει κάποιος κατ' ευθείαν απ' το μπουκάλι αγνοώντας το ποτήρι, δείγμα σκληρότητας και αντρισμού. Γίνεται σε μπύρες, κόκα κόλες κλπ.
(Η σερβιτόρα φέρνει τις μπύρες)
- Ποτήρια θέλετε;
- Όχι, θα τις πιούμε κλαρίνο.
Got a better definition? Add it!
Το λέμε για κάτι που είναι πολύ αστείο ή γελοίο, συνήθως όταν κάποιος γίνεται ρεζίλι. Είναι συνώνυμο με την παλιά γνωστή φράση «γελάει και το παρδαλό κατσίκι».
- Ρε συ, φτιάξε ένα καλό βιογραφικό! Με αυτές τις μαλακίες που γράφεις, όχι μόνο δε θα σε πάρουν για δουλειά, αλλά θα γελάσουν ακόμα και οι κατσαρίδες!
Got a better definition? Add it!
- Η υπερβολική βαρεμάρα, η αδιαφορία προς ο,τιδήποτε μια συγκεκριμένη στιγμή. Κυρίως λέγεται από κοπέλες, μιας και κατέχουν το αντίστοιχο όργανο.
- Η κακία, η εκδικητικότητα και η χαιρεκακία. Επίσης κυρίως από κοπέλες.
Αφροξυλάνθη: Να σου πω, πάμε να μολάρουμε;
Κατινίτσα: Μπα, με έχει πιάσει ξινομουνίαση σήμερα.
Δες και ξυνομούνα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο πάλαι ποτέ δημόσιος υπάλληλος. Προέρχεται δε από την συνήθειά των να προσάπτουν γιακά και μανσέτες μίας χρήσεως από τύπο σκληρού χάρτου. Ήτο φθηνότεροι εις τας εποχάς εκείνας. Όλα τα υποκάμισα ήτο τύπου «μάο», όπως ορθώς αντιληφθήκατε και ο γιακάς, χάρτινος ή υφασμάτινος, εφάρμοζε με κομβία εις το ύφασμα.
Αφροξυλάνθη: «Ο Αγαθοκλής επροήχθη εχθές και εκάλεσε μας εις τον τάδε καφενέ ίνα γιορτάσωμεν!»
Ισμήνη: «Σιγά τα ωά χρυσή μου! Ο χαρτογιακάς της εφορίας επροήχθη εις... αρχιχαρτογιακά!»
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χιουμοριστική έκφραση που ωστόσο στο background της, αντανακλάται φόβος για τη φανέρωση των κακώς κείμενων κάποιων, από κάποιους που ξέρουν το πρόβλημα.
Η φανέρωση μπορεί να γίνει είτε άμεσα (από αυτόν που θίξαμε), είτε έμμεσα (μέσω πλάγιων οδών εκ των στομάτων αφελών μπιριμπιριτζίδων, ή εντεταλμένων ρουφ.
Ο φόβος απορρέει από το γεγονός πως:
α) Οι ένοχοι έχουν πλάτες και θα τη βγάλουν καθαρή, ή είναι biri biri makers και έτσι αυτοί που θα μιλήσουν μπορεί να αντιμετωπίσουν πρόβλημα (βλ. παράδειγμα 1).
β) Μπορεί και οι γνωρίζοντες να 'χουν λερωμένη τη φωλιά τους και μπορεί να φοβούνται μη βγουν έτσι και τα δικά τους άπλυτα στη φόρα (βλ. παράδειγμα 2).
Άρα μέσω της ρήσης υποδηλώνεται η ανάγκη για να το κάνουμε γαργάρα, προσπερνώντας το. Ο όρος «θα βήξουμε» εκφράζει μεταφορικά την αποσιώπηση της κατάστασης.
Η κατάσταση μπορεί να συμβεί σε ένα εταιρικό περιβάλλον, μεταξύ πολιτών - αστυνομίας, μεταξύ καθηγητών - μαθητών μεταξύ αξιωματικών - φαντάρων και γενικότερα όπου εκτιμάται πως η φανέρωση ενός μυστικού μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα.
Σημείωση: Η ατάκα θα μπορούσε να συμπληρωθεί με τη φράση «αλλιώς θα πήξουμε», φράση που παραπέμπει στις δυσμενείς συνέπειες εξαιτίας της φανέρωσης ενός μυστικού.
Διάλογος σε εταιρεία. Ο ένας εκ των δύο μιλάει για έναν μπαγαποντιάρη υπάλληλο:
- Μέχρι πότε ρε γαμώτο, θα συνεχίζει να κάνει τη λαμογιά του και κάποιοι από μας θα συνεχίζουμε να κάνουμε μούγκα στη στρούγκα;
- Άστα. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Έχει μπάρμπα στην Κορώνη... κι έπειτα είναι καλός biri biri maker. Γιαυτό δε θα θίξουμε, απλά θα βήξουμε.
Διάλογος μαθητών σε σχολείο:
- Πρέπει με κάποιον τρόπο να ξεμπροστιαστεί ο Βασιλειάδης. Όλο σκονάκια κάνει.
- Κοίτα εσύ μπορεί να μην κάνεις σκονάκια γιατί είσαι ταλέντο. Εγώ όμως; Γι' αυτό κολλητέ... δε θα θίξουμε, απλά θα βήξουμε.
Got a better definition? Add it!
Όταν κάποιος αποδεικνύεται ικανότερος σε κάποιον τομέα, τότε για να πικάρει και να τσατίσει αυτόν που μειονεκτεί απέναντί του χρησιμοποιεί τη λέξη αυτή. Όταν, μάλιστα, η υπεροχή είναι καταφανής και αδιαμφισβήτητη τότε μπορεί να ειπωθεί δις, περίπου σαν ρεφραίν. Η έκφραση του ομιλούντος είναι θριαμβευτική, ίσως και χαιρέκακη, ενώ μπορεί να υπάρξει και γυάλισμα ματιού (σε ακραίες, βεβαίως, περιπτώσεις ανταγωνιστικότητας). Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται κυρίως από τα παιδάκια, όμως τα τελευταία χρόνια η χρήση της έχει επεκταθεί και στις μεγαλύτερες ηλικίες καθώς είναι ιδιαίτερα γουστόζικη η αντίδραση του ηττημένου ή αυτού που μειονεκτεί στο άκουσμα της: ξίνισμα της μούρης, επίδειξη αδιαφορίας, απαξίωση, υποτιθέμενη ανωτερότητα κλπ.
(Αντωνάκης και Κωστάκης παίζουν μπάσκετ στο γήπεδο του σχολείου, όταν ο Αντωνάκης κερδίζει μετά από μια ώρα αγώνα με το απίστευτο σκορ 6-0)
- Τιιιιιιι έγινε Κωστάκη; Πιεσούλες; Πιεσούλες; Παρθένα σε πήρα ρεεεε!
- Ε τώρα τι να σου πω ρε βλαμμένο! Σου 'πα ότι σου αφήνω τη Μαιρούλα, ε; Καλά, τραγούδα!
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Κάτι μεγάλης σημασίας, με αρνητική έννοια. Το λέμε συνήθως για κάτι που οδηγεί σε καυγά ή τσακωμό (π.χ. όταν ο άλλος σου παίξει πουστιά).
- Είδες καθόλου το Μανώλη τελευταία;
- Όχι, έχουμε να μιλήσουμε 2 μήνες. Βασικά έχουμε τσακωθεί.
- Ναι ε; Γιατί;
- Άσε, δεν έχω όρεξη τώρα να σου εξηγώ... έγινε κάτι χοντρό.
Got a better definition? Add it!
Χωρίς καλαμάκι. Η έκφραση χρησιμοποιείται κυρίως για καφέδες.
- Ρε φίλε μπας και σου βρίσκεται ένα καλαμάκι; Μόλις έφτιαξα φραπέ αλλά δεν βρίσκω πουθενά.
- Μπα, δυστυχώς δεν έχω ρε συ.
- Πω ρε, κρίμα. Δεν πειράζει, αναγκαστικά θα τον πιω άνευ καλαμακίου.
Got a better definition? Add it!
Από το ιταλικό sampogna και στη συνέχεια zampogna, ένα πνευστό μουσικό όργανο, το οποίο διαδίδεται και προς τη δύση (π.χ. γαλλ. zampogne) και προς την ανατολή, όπου το δανειζόμαστε ως τσαμπούνα ήδη από τον Μεσαίωνα.
Από εκεί και το ρήμα τσαμπουνίζω και το σημερινό τσαμπουνάω, που σημαίνει μιλώ πολύ και φλύαρα και που προφανώς γεννήθηκε από την αναλογία ανάμεσα στην επίμονη φλυαρία και στον μονότονο ήχο της τσαμπούνας.
Κατόπιν της ανωτέρω άσκοπης επίδειξης ετυμολογικών γνώσεων, τσαμπουνάω στην καθομιλουμένη σημαίνει «ξεφουρνίζω».
- Έλα! Delicious!Ο Barriccelo είμαι ρε!
- Έλα ρε φίλος! Πού είσαι, έρχεσαι; Εγώ έχω φτάσει 20 λεπτά τώρα, είμαι χωρίς ομπρέλα κι έχω γίνει λούτσος!
- Ρε φίλος... κάτι προέκυψε και δε θα μπορέσω να 'ρθω...
- Τι έγινε ρε φίλος;
- Να μωρέ... η μάνα μου έφυγε για δουλειά και άφησε τη χύτρα στη φωτιά και μού' πε να την κλείσω σε 2,5 ώρες και...
- Τι αρχιδιές μου τσαμπουνάς ρε φίλος! Τι μαγειρεύετε και θα κάνει τόση ώρα για να βράσει, κανά τσουμπακάμπρα;
- Πού το θυμήθηκες αυτό ρε φίλος! θυμάσαι σε κείνο το Χ- Files που ο Μόλντερ...
- Άστο ρε μάγκα! Το γάμησες και ψόφησε να πούμε! Μην ασελγείς πάνω του! Τα μελέ...
Βλ. και τσαμπου(ρ)νάω
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!
Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.