Ο γελοίος και μπινεδιάρης δείνα, ο φούφουτος, ο χλιμίτζουρας, η σκατόφατσα, ο σκορδομπούτσογλου. Κυρίως όταν αυτός παίρνει τον εαυτό του πολύ στα σοβαρά.

Πιθανώς να ετυμολογείται εκ της χλεμπόνας.

  1. Μα για ρίξε μια ματιά στο σκουπιδαριό σε όλα τα περιγιάλια μας. Και στους λερούς ασήμαντους δρόμους με τα λαμπρά μεγάλα ονόματα τους, που έκλαιγε ο Καρυωτάκης. Εκείνα τα σκυθοβαρβαρικά «Εμένα θα μου ειπείς τώρα, καημένε!» και «Ξέρεις ποιος είμαι 'γώ, ρε;» Ουά, οι γυψοκεφαλές και οι χλιμπίκουλες!
    (Δ. Λιαντίνης, Γκέμμα)

2. Το χειρότερο είναι πως όλοι οι παρουσιαστές (και όλες οι παρουσιάστριες) παίρνουν το σοβαρότερο ύφος τους, φοράνε τις καλύτερες γραβάτες και τα πιο σινιέ Ντόνα Φου-Καράν τους και - υποτίθεται πως - παρακολουθούν με μεγάλη προσοχή τον υποψήφιο κύριο Χλιμπίκουλα που «θα μας μιλήσει για την κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση».

3. Μάγκες μήν αρπάζεστε έδώ στα θέματα αγορών για να βοηθάμε ο ενας τον άλλον είμαστε να γλιτώνουμε κάνα ευρώπουλο και άν οι συναλλαγές είναι οκ εγώ οχι απο τον δελαπέσκα αλλά και απο τον μήτσο τον χλιμπίκουλα με e-shop και έδρα στην γή του πυρός αγόραζα αλλά να κάνουμε και το καλαμπούρι μας και λίγο και μήν αρπάζεστε με την μια ρε παίδιά εγώ ας πούμε με τον φίλο (προικισμένο απο την φύση) εξαρχίδη αρπάχτηκα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πανύβλακας!

- Τήρα τον τραμπάκουλα πως οδηγεί!
ή - Τι τραμπάκουλας! Ξέχασε το τσιγάρο αναμμένο και έκαψε την μισή μοκέτα!

(από allivegp, 30/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ανώτερο είδος άντρα, αυτός που κατάφερε να πηδήξει χωρίς να κουνηθεί καθόλου (βλ. «άραξα»). Απαντάται στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις καθώς και στους 300 της ελληνικής Βουλής.

Λέγεται ότι ο πρώτος Αραξοπηδίκουλας ήτο ο πρώην πρωθυπουργός Γιωργάκης ο οποίος κατάφερε χωρίς να κάνει τίποτα να πηδήξει σχεδόν 10 εκατ. έλληνες.

- Σούλα, έλα να μου κάτσεις μωρή. Άφησα τα ευρούλια στο κομοδίνο. - Αμέσως Νικολάκη μου, πού θα βρω καλύτερο πελάτη... πασάκα μου εσυ. ΠΗΔΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΕΧΟΝΤΑΣ ΕΥΡΩ.!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκοπρεπέστερη εκδοχή του φρικιού με την προσθήκη του γαμοσλανγκοεπιθήματος «-ίκουλας». Οι κυριότερες (και συχνά αλληλοκαλυπτόμενες) φυλές του φρίκουλα περιλαμβάνουν:

1. Ρατσιστικά: ανθρώπες με ειδεχθή εμφάνιση.

Εδώ υποβόσκουν τέσσερις κατηγορίες:

  • Τα ακραία μπάζα.
  • Τα «τέρατα της φύσεως» (lusus naturæ), άτομα δηλαδή με εκ γενετής δυσμορφίες και δυσπλασίες (μικροκεφαλισμός, σιαμαία δίδυμα κλπ).
  • Διαμελισμένα θύματα ατυχημάτων ή πολέμων.
  • Όσοι οικειοθελώς υιοθετούν το λουκ, υποβαλλόμενοι σε αντεργκράουντ πλαστικές επεμβάσεις, λιμάρισμα κυνοδόντων, εξτρήμ πήρσινγκ, στρέτσινγκ και τατουάζ, κ.ά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο industrial μουσικός Genesis P-Orridge που υπεβλήθη μαζί με την (μακαρίτισσα πλέον) σύζυγό του σε αλλεπάλληλες εγχειρήσεις προκειμένου να σμιλευτεί ένα νέο «πανδρόγυνο» είδος.

    2. Ο γκίκουλας τση τεχνολογίας

Για παράδειγμα:

Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στα εξήνταζ για τους ψυχεδέλες (acid freak). Χαρακτηριστικά παραδείγματα:

  • Φρίκουλας με την καθαριότητα.
  • Φρίκουλας με την γυμναστική.
  • Φρίκουλας με την οικολογία, κλπ.

    Συνώνυμο: ναζί του/της... (όπως π.χ. ναζί της γραμματικής)

4. Ο λατέρνατιβ, το φρίκουλο.

Κι εδώ υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες:

1η κατηγορία

- Φρίκη και αηδία μαζί-Ο φρίκουλας με τα μακρύτερα νύχια στο κόσμο

2η κατηγορία

- Που λέτε ο Τζομπς ήταν μεγάλο τυπάκι, φρίκουλας (το φρίκινγκ έχει να κάνει με τα τηλεφωνικά δίκτυα, ουσιαστικά βρίσκανε τρόπους για να πραγματοποιούν δωρεάν κλήσεις) κι έτσι

3η κατηγορία

- Όχι δεν έχω κανένα κόλλημα με τη Μητρόπολη και τα τσιμέντα. Ούτε είμαι όμως και κανάς φρίκουλας των ορεων και των δασών.

4η κατηγορία

- το 1977 στο Πανεπηστήμιο στην Αθήνα και συγκεκριμένα στη Χημική σχολή έκαναν κατάληψη κάτι φρίκουλες και ένα βράδυ μπήκαν μπουκάραν μέσα στο κτίριο ΚΝίτες φοιτητές και ΚουΚουΈδες εργάτες με κράνη και καδρόνια και σακατέψανε στο ξύλο τους φρίκουλες και έσπασαν την κατάληψη! Αν έγιναν έτσι τα πράγματα, τότε δεν βλέπω πουθενά το κακό. Ίσα-ίσα νιώθω περήφανος που τα συντρόφια μου τότε ξηγηθήκανε αλμυρό φιστίκι τους διασπαστές-προβοκάτορες-ασφαλίτες και ανυπομονώ πότε θα ξανακάνουμIε κάτι τέτοιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σου γεμίζει το στόμα περισσότερο από ό,τι ο γαμίκλας, ή ο γαμίκος, από την άλλη είναι λιγότερο συνοπτικός. Είναι κάτι μεταξύ του γαμιά της γειτονιάς και του γκραν γαμάω.

Το γουγλάρισμα έδειξε ότι συχνότατα το λέμε καυστικά για να ασκήσουμε κριτική.

Ασίστ: Bubis.

  1. Ο πιο “γαμίκουλας” (στα λόγια) λαός της Ευρώπης, διαθέτει και την μικρότερη τσαπού (M.O. 12,50 cm) κατά τας διεθνείς έρευνας! Χα! Έτσι είναι. Όταν διαθέτεις το μικρότερο μόριο απ’όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, ”μαμάς” μόνο με το στόμα καθημερινά… Μ’ αυτόν τον ευφάνταστο τίτλο: “Δωδεκάμισυ εκατοστά” ο “εθνικός” μας στιχουργός Ελευθέριος Παπαδόπουλος κυκλοφορεί ένα βιβλίο. Από το manolisvardis.wordpress.com.

  2. Σε κάποια φάση μου ανέφερε ότι συγκατοικεί με 3 γκόμενες, οπότε θεώρησα λογικό να ρωτήσω αν παίζει κάτι (είπαμε, είναι και γαμίκουλας) και γυρνάει και μου λέει «Όχι ρε, δεν ασχολούμαι πια με γκόμενες» κάτι το οποίο εσκεμμένα παρερμήνευσα, γιατί έτσι με σύμφερε :P

Από το keenonboys.blogspot.com

  1. Ο μέσος Έλληνας «επιχειρηματίας» είν' εκείνος που προωθεί στην πορνεία μετανάστριες μέσω trafficking κι ο μέσος Έλληνας γαμίκουλας είν' εκείνος που θέλει «φρέσκο και φτηνό» πράμα.

Από Forum.gr

Γαμί-κουλας (από Khan, 01/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνδρας, ενήλικος, εξοικειωμένος με την θηλυκή ερωτική συντροφιά και τα ερωτικά τυχερά παίγνια. Προσεγγίζει γυναίκες με σκοπό την ερωτική πράξη και φροντίζει να ακολουθεί τον πιο άμεσο και γρήγορο αλλά όχι απαραίτητα τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για να πετύχει τον σκοπό του. Έχει χαμηλό ποσοστό επιτυχίας, αλλά αποκομίζει συνήθως διάλογους ανεκτίμητης λαογραφικής -αλλά και λογοτεχνικής- αξίας, καθώς επίσης και καταστάσεις κινηματογραφικής τελειότητας, αλλά και υποκριτικής αθλιότητας. Οι καλλιτεχνικές αποκομιδές του επί το πλείστον υπερσκιάζουν τις σπάνιες και σύντομες ερωτικές του επιτυχίες.

  1. - Θέλεις να πάμε να σου δείξω το ενυδρείο μου;
    - Ποιο ενυδρείο και πράσινα άλογα καλέ, εμένα μου έχουνε πει πως είσαι μεγάλος πεφτοπηδίκουλας και το μόνο που θέλεις είναι να με γαμήσεις.

  2. - Τέτα, αυτός μου είπε να πάμε βόλτα στην παραλία.
    - Αααα... μακριά αγάπη μου, αυτός είναι πεφτοπηδίκουλας περιωπής, θα σου την πέσει απευθείας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Από το Μητσοτάκης και Δράκουλας = Μητσοτάκουλας.) Αυτός που προκαλεί υπερβολική ατυχία στους άλλους, ο υπερβολικά γκαντέμης. Λέγεται και σκέτο Μητσοτάκης.

  1. - Ρε Μητσοτάκουλα, ήρθες και όλο ασσόδυα φέρνω! Φτου, φτου σκόρδα, ξορκισμένος με τον απήγανο!

  2. - Είμαι τελείως Μητσοτάκης, μόλις έφτασε η σειρά μου τελείωσαν τα εισιτήρια!

(από GATZMAN, 06/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βρωμιάρης, που μυρίζει τυρίλες.

- Βρωμάς, ρε τυροβρωμίκουλα. Κάνε κάνα μπάνιο επιτέλους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς ο Ελληνάρας, δηλαδή ο Νεοέλληνας που επιδεικνύει συμπεριφορές τριτοκοσμικού πρωτογονισμού, ενώ ταυτόχρονα περηφανεύεται για την ένδοξη καταγωγή του και εγκαλεί τους ξένους που δεν του αναγνωρίζουν περισσότερα προνόμια, απλά και μόνο γιατί υπάρχει. Περισσότερη συμπτωματολογία στο παράδειγμα 1 και το λίνκι του.

  1. Το προφίλ του αληθινού γκρίκουλα:

- Έχει μαγκιά, τσαμπουκά, γαμ...και δέρνει, κατεβάζει χριστοπαναγίες, χαστουκίζει γκόμενες, οργανώνει κερκίδες, ρίχνει ντούρασελ ζεϊμπεκιές και ψάχνει απελπισμένα έναν τρόπο να γίνει πλούσιος χωρίς να χρειαστεί να δουλέψει.

- Η φιλοσοφική κριτική σκέψη κατά τα αρχαιοελληνικά πρότυπα τον ώθησαν να εκλέξει στη βουλή έναν άνθρωπο που πιστεύει πως οι Έλληνες είναι εξωγήινοι, ο Οδυσσέας ανακάλυψε την Αμερική, οι Μάγιας είναι απόγονοι των Ελλήνων και πως η Χώρα των Φαιάκων βρισκόταν στην Αλαμπάμα.

- Περηφανεύεται πως ζει στην πιο όμορφη χώρα του κόσμου και κάνει τα αδύνατα δυνατά για να την ασχημύνει.

- Εξοργίζεται με τα ρουσφέτια, τα βύσματα και τις παράνομες προσλήψεις, ειδικά όταν δεν συμβαίνουν σε αυτόν και στο οικογενειακό του περιβάλλον.

- Όντας κληρονόμος του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, θεωρεί πως η ανθρωπότητα του οφείλει σε προσωπικό επίπεδο την ύπαρξή της.

- Αν δεν ξέρεις κάτι, ρώτα τον! Γνωρίζει από αστροφυσική, νανοτεχνολογία, γενετική μηχανική, θεωρίες συνωμοσίας και προπάντων από ελληνική ιστορία.

- Κατηγορεί διαρκώς την κυβέρνηση για αδιαφορία και την επόμενη στιγμή δωροδοκεί την πολεοδομία, χτίζει αυθαίρετα, κλέβει την εφορία, μολύνει το περιβάλλον, δε σέβεται τις ουρές, περνάει με κόκκινο και γράφει τους πάντες στα παπάρια του.

- Ανεμίζει σημαίες σε ομιλίες πολιτικών και, όταν αποκαλυφθούν σκάνδαλα με μίζες εκατομμυρίων ευρώ που τους εμπλέκουν, απαιτεί την απομάκρυνση των μεταναστών από τη χώρα.

- Αναπαράγει το μύθο πως η ελληνική γλώσσα περιλαμβάνει 6 εκατομμύρια λέξεις, ανεξάρτητα αν μετά βίας γνωρίζει τις 100.

  1. μην υποτιμας το λαδιαρη γκρικουλα και τη φωτισμενη ηγεσια του. (Εδώ).

  2. ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΟΥΤΕ ΓΚΡΙΚΟΥΛΑΣ ΟΥΤΕ ΦΑΝΤΑΣΜΕΝΟΣ. ΕΙΜΑΙ ΛΙΓΟ ΠΙΣΩ... (Εδώ).

(από Khan, 31/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τεχνο-φύτουκλας, ο σπασίκλας.

Εκ του αγγλικάνικου γκικ, εξελληνισμένου με την προσθήκη του γαμοσλανγκοτέτοιου -ουλας. Geek αρχικά αποκαλούντο οι εξαθλιωμένοι καλλιτέχνες τσίρκων που δάγκωναν τα κεφάλια ζωντανών ποντικίωνε και φιδιώνε για να εξασφαλίσουν τον άρτον τον επιούσιον και απαραίτητον δια την ζωήν των.

- Ωπ, τώρα θα μας πούν και γκίκουλες... - Καλυτερα γκικουλας ή σαβουρογαμίκουλας; (εδώ)

- Ουρές, πλήθος, κάμερες, δημοσιογράφοι, μπλόγκερς, γκίκουλες, ενθουσιασμός, χαρά, λύπη, απογοήτευση και…ο Wozniak ! Αυτές είναι μερικές λέξεις, οι οποίες περιγράφουν το τι γίνεται έξω απο τα applestores την πρώτη ημέρα κυκλοφορίας ενός προϊόντος το οποίο φέρει το milaraki επάνω του !
(εκεί)

- Οι σπασίκλες, τα νερντ και οι γκίκουλες ναι μεν υπάρχουν (όπως άλλωστε συμβαίνει σε κάθε εκπαιδευτικό ίδρυμα), αλλά πρώτον ο αριθμός τους δεν είναι τέτοιος ώστε να δικαιολογεί ιδιαίτερη μνεία...
(παραπέρα)

(από Khan, 17/05/12)Νερντ το τουκανιστικόν. (από Khan, 10/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified