1. Όπως αναφέρει σε άλλον ορισμό ο acg, πρόκειται για απαξιωτικότατο χαρακτηρισμό – βρισιά για ψωλαρπάχτρες τσούλες από πεποίθηση, κυρίως από ομόφυλές τους, είτε λόγω συγκρουόμενων συμφερόντων, είτε απλώς επειδή χαλάν την πιάτσα.

Δεν γεμίζουν απαραίτητα το μάτι, αλλά στο κρεβάτι σπανίως παίζουν σόλο ή μονίμως με τον ίδιο παρτενέρ ο οποίος δεν χολόσκασε που δεν χρειάστηκε να προσπαθήσει πολύ.

2. Υποτιμητικότατος χαρακτηρισμός για μικροτσούτσουνο κατά το σχήμα ψωλή > ψωλίδιο > ψωλίδι.

Οφείλει να εκτοξεύεται με σύνεση, αφενός γιατί δεν είναι υπεύθυνος ο ατυχής για τα γονίδιά του, αφετέρου η πληροφορία πάντα προκαλεί απορίες για την δημοσιογραφική ..πηγή της.

Η άχρηστη πληροφορία της ημέρας: η Βικούλα απαιτεί πολλαπλές επιστημονικές μετρήσεις για να αποφανθεί κάποιος με ασφάλεια και θέτει ένα όριο 7cm κάτω απ’ το οποίο ο γιαννούκος αξίζει το χαρακτηρισμό όντας ντούρος όσο δεν πάει.

3. Το γαμήσι. Αλλά όχι όποιο κι όποιο. Μιλάμε για το πολύ και πολύ παθιασμένο γαμήσι κατά το οποίο ο γαμιάς, έχοντας αφήσει κατά μέρος τρυφερότητες και χαδάκια, αχαλίνωτος, εκτονώνει την καύλα του στην όποια οπή, με συνεχώς επαναλαμβανόμενες, ταχύτατες, δυνατές, εντονότατες γαμιές για λεπτά ολόκληρα δίχως να τελειώνει!!

Σαφώς, το πισωκολλητό κι οι παραλλαγές του, εξυπηρετεί περισσότερο επιτρέποντας μεγαλύτερη ευχέρεια κινήσεων.

Δεν είναι για τον πάσα ένα, αφού απαιτεί μέση φορμαρισμένου, ντούρασελ αθλητή, μια άλφα εμπειρία κι ανάλογο ταμπεραμέντο, σε συνδυασμό με μεγάλα ..κέφια.

Αποτελεί σκληρό crash-test για την κατάσταση των αναρτήσεων από ορθοπεδική σκοπιά, την αντοχή τόσο των επίπλων -παντός τύπου- που διαπλέκονται, όσο και των ελαστικών που άμα λάχει υπεισέρχονται στην όλη φάση. Αν κι ενίοτε έχουν αναφερθεί περίεργες παρενέργειες, πέρα από φθονερά παράπονα γειτόνων για ηχορύπανση, από κάποιες περιστασιακές εξαρθρώσεις, ξεχαρβάλωμα σομιέδων και σπανιότερα, παράξενη μυρωδιά καμένου, σαν συνέπεια επέρχεται μια τάση για σύσφιξη των σχέσεων.

Εννοείται πως:
συχνότατα συντάσσεται με τα «ρίχνω», «τρως», «βαρύ», «τρελό» και όλα τα γνωστά σχετικά,
μεταφορικά υπονοεί και τη βαρύτατη ήττα οπότε παίζει και σε αθλητικές, πολιτικές συζητήσεις.

Προφανώς κατά το πιστολίδι, μπουνίδι και τα συναφή.

  1. Ξεκινάς πρωί - πρωί Σάββατο για το εξοχικό σου στη Κασσάνδρα. Της λες να βάλει ότι πιο πρόστυχο και τη συναντάς. Στο parking του Principal δίνεις μια πίπα να πάει καλά η μέρα σου. Ψωνίζεις πιο κάτω απ´ το Χατζηφωτίου διάφορα γλυκά σε υγρή μορφή κατά προτίμηση να αλείφονται. Στο Μασούτη της Ποτίδαιας κάνεις τα ψώνια σου και ο κόσμος παθαίνει πλάκα γυρνάνε τα ματιά του με το ψωλίδι που κουβαλάς. Αν είσαι βρώμικος τύπος ρίχνεις ένα όρθιο στη τουαλέτα των αναπήρων την άνετη. Φθάνεις σιγά σιγά σπίτι ανάβεις τζάκι και θερμαντικά βάζεις να γίνει το τορτελίνι και ξεκινάς. Τα υπόλοιπα δικά σου παππού είσαι και πιο έμπειρος βγάλε πρόγραμμα όσο εγώ θα γαμάω.
    (Διεκπεραιωτικά)

  2. Ξύπνησα γυμνός σε έναν καναπέ κάνα δίωρο αργότερα ,και βλέπω έντρομος δίπλα μου τις δυο Βουλγάρες και καμιά δεκαριά άλλες μοντέλες -όλες τσίτσιδες και ξαναμμένες. Με βάλανε κάτω και είδα το κομπινεζόν της ακρίδας λέμε. Ούτε θυμάμαι πόσες ώρες με χαιρόντουσαν με όλους τους γνωστούς και άλλους 43 άγνωστους τρόπους. Γκντάπα-γκντούπα ο καναπές, τον κάναμε λαμπόβιδο, κοντέψαμε να γκρεμίσουμε το σπίτι απ’ τα δοκάρια. Μέχρι και το καναρίνι της γειτόνισσας φτιάχτηκε και όρμησε να τρίψει το ψωλίδι του στο κάγκελο. Σφήνωσε ,το είδε η γάτα κι έμεινε στο κλουβί μόνο το ράμφος και κάνα δυο πούπουλα.

3i. Γάμησε τους τούς μαλάκες τους μπάτσους. Εγώ ούτε που ασχολούμαι. Σιχαίνομαι πως το λένε. Αλλά με τους πολιτικούς την βρίσκω. Είναι το φιξάκι μου. Την επόμενη ημέρα που έφαγε το ψωλίδι ο πούστης ο Γατζηδάκης ή Γατζιγάκης (πως στα γαμίδια την λένε την παλιαδερφή) είδα έναν μαλάκα υφυπουργό στην TV να λέει παπάρες τύπου «θα πρέπει να καταδικάσει όλη η κοινωνία την άνανδρη επίθεση που δέχτηκες χθες ο κ. βουλευτής ....» και άλλες τέτοιες παπαριές. Και είπα από μέσα μου «έρχεται και εσένα η σειρά σου πούστη, γαμώ το μουνί σου αρχίδι». Πίσσα και πούπουλα ρεεεεεεεεεεε. Πούτσα και καρότο. Αν κάνουν κανένα αστείο και σκάσουν μύτη σε δημόσια θέα την πούτσισαν. Το ψωλίδι που θα φάνε θα είναι τέτοιο που θα βλέπουν στην τηλεόραση τους δίδυμους πύργους να πέφτουν και θα λένε «σιγά την πούτσα που έφαγαν οι αμερικάνοι, εμείς φάγαμε μεγαλύτερη».

3ii.
Ένα ψωλίδι θα της το ‘ριχνα άνετα της πουτάνας.
(Συχνότατο μεταξύ κολλητών στη θέα καυτού θηλυκού)

3iii.
Στο Ελλαδιστάν αργότερα είπα να δοκιμάσω λίγο ακόμη εισαγόμενο, επόμενη εμπειρία ένας Βούλγαρος… Ψέματα δύο. Ψέματα καλέ τρείς. Δύο συν ένα, σαν τα απορρυπαντικά στο Σκλαβενίτη. Ωραία μωρά! Τρελά ψωλίδια! Και με αντοχές και φυσικά «μεγάλη καρδιά».
(Μη ψηφοφόρος της Χ.Α. για πολλαπλούς λόγους)

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο μαγκιόρικη εκδοχή για τα χύσια και ό,τι αυτά συνεπάγονται.

  1. Φιλικο στην Τουμπα,ΠΑΟΚ-Αρης....εχει παει στα ασπονδυλα ο Αλεξανδριδης και σε καποια φαση ακουγεται το απιστευτο.........«Κοντε...@ρχιδι...μισο χυσιδι»

  2. Γιατι ανφολο μωρη...Πηγε το χυσιδι στα ματια σου;

  3. Α!!! και κατι αλλο κατούρα και λίγο, δεν μπορουμε αλλο χυσιδι !!!

(Από το διαδίκτυο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως συναντάται ως "τα χυσίδια": Το σπέρμα, συνήθως μεγάλης ποσότητας, εκτινασσόμενο σε ακανόνιστες αποστάσεις, το οποίο προκαλεί μορφασμούς έκπληξης και ηδονής στην ερωτική σύντροφο που το υποδέχεται, συνήθως, με σφιχτά, κλειστά μάτια.

- Έριξα κάτι χυσίδια χτες στη μάπα της Έλενας που ήταν όλα δικά της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαιρετισμός. Ουσιαστικά σημαίνει τα «χαμπάρια».

Χρησιμοποιείται ως υπεραπλουστευμένη και υπεσυντομευμένη έκφραση του χαιρετισμού «γεια, τι χαμπάρια;». Εμπεριέχει και τον χαιρετισμό, αλλά και την ερώτηση.

Προφέρεται βαριεστημένα και αδιάφορα, χωρίς ερωτηματικό.

Συνήθως περιμένει απάντηση από τον χαιρετιζόμενο («καλά εσύ;») αλλά και να μη απαντήσει, δεν τρέχει τίποτα.

- Γιο ρε.
- Χαμπαρουλίδιαααα...
- Ε εδώ, μαλακίες.
- Κουλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σούπα, η σαβούρδα, η αγορά οικοπέδου: πρωτίστως για μηχανόβιους, και δευτερευόντως για πεζούς.

Εκ του τουμπάρω και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ίδι.

1.
- καμικάζι γιαπωνέζος πέφτει,σαβουριάζεται αλλά δεν σπάει..
- πω ρε φιλε τουμπιδι!!!

2.
« Τα μηχανάκια φεύγουνε !» φωνάζω. Παρακολουθώ το σύνολο να τσουλάει ισορροπόντας για λίγο, ύστερα να μπρουμυτίζει και να αρχίζει τις τούμπες. Μιλάμε να μπιστάει, να ανεβαίνει μέχρι και δύο μέτρα ψηλά και να ξαναπέφτει και πάλι κουτρουβαλώντας συνέχεια !!! Σπίθες, θραύσματα από τα μηχανάκια,ένα απερίγραπτο κακό και μέσα σε απανωτά τουμπίδια το «κουβάρι» περνάει μέσα σε ένα σύνεφο σκόνης στο αντίθετο ρεύμα και από κεί στο χαντάκι!!! (Δεν είχε τότε διάζωμα στη μέση η εθνική)

3.
Τι τουμπίδι είναι αυτό που έφαγε η Κιμ Καρντάσιαν; [ΒΙΝΤΕΟ]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γαμωσταυρίδι σε συντομία.

Τι μου παρκάρει την Ζ3 ο γκόμενος σου έξω απ' το γκαραζ μου μωρή; Για μόστρα; Άντε μη του ρίξω κάνα σταυρίδι!

You talkin' to me?  (από σφυρίζων, 20/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βουτιά, ιδίως από ψηλά, που πετάει άπειρο νερό. Είθισται να τρώγεται, εναλλακτικά συντάσσεται με επιφώνημα και την λέξη πασπαρτού, μαλάκα.

Κατά κύριο λόγο δεν λέγεται όταν η βουτιά αποσκοπούσε στο να πετάξει άπειρο νερό (με τα γόνατα μαζεμένα στο στήθος, η λεγόμενη μπόμπα ή μπομπίδι), αλλά όταν έγινε από άτσαλο πέσιμο, οπότε πονάει. Πολύ.

Πάσα: ο τύπος που έφαγε σκασίδι τερματ'στός στον αηνγκίτα σήμερα.

  1. - Γιατί είσαι λες και σε γαμήσανε οι μάνογουωρ ρε μαλάκα; Ποιος σε πείραξε μάνα μου να πα να τονε δείρω;
    - Έφαγα ένα σκασίδι προχτες μαλάκα, ακόμα πονάω...

  2. - πλάαααααααφ!!
    - Ω μαλάκα σκασίδι...

μπανα\'ίτσα\'μ... (από MXΣ, 15/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γαμήσι, ιδιαίτερα εάν αυτό πίπτει αγρίως.

Εκ της πούτσης (< πόσθη) και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ιδι που προσδίδει στα ουσιαστικά ένα δυναμικό ζενεσεκουά (βλ. πιχί κλανίδι, κωλίδι, μουνίδι, τουμπίδι, ψωλίδι, κ.ταλ.).

Πιο βουκολικά εκφέρεται ως π'τσίδ'.

1.
«Άσε πια τον Καπουτζίδη, έλα να σου ρίξω ένα πουτσίδι»! #skliro_porno.

2.
Αφού ο άντρας δέχεται να του σκυλογαμάει ο σπιτωμένος εραστής τη γυναίκα και του αρέσει (μάλλον τρώει κανά πουτσίδι και αυτός), οκ.

3.
Κάποιες από αυτές, είναι ωραία κομμάτια, και δε νομίζω ότι θα έλεγε κάποιος όχι στο να πέσει κανα πουτσίδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλαμίδι είναι το χαστούκι, η μπάτσα με την παλάμη.

Στραβοπαλαμίδι είναι η ανάποδη, το χαστούκι όχι με την παλάμη, αλλά με το καπάκι του χεριού ή/και το παλαμίδι (με την παλάμη ή το καπάκι) που δεν πετυχαίνει ακριβώς μάγουλο, λόγω πολύ μεγάλης ορμής και δύναμης, και γι' αυτό πονάει και ταπεινώνει υπέρμετρα, αφού εξ ορισμού γίνεται στα πλαίσια χτυπήματος combo. Το «στραβό-» δλδ. μάλλον δηλώνει εδώ ότι πρόκειται για το «ανορθόδοξο» παλαμίδι.

Τοπικός ιδιωματισμός από Δυτική Κρήτη μέχρι αποδείξεως του εναντίου.

- Με το που μου λέει για τον ξάδερφο και μα μου σου του τον αρχίζω στα παλαμίδια και τα στραβοπαλαμίδια ... τον ουρανό σφοντύλι είδε... - Πάλι δε γαμήσαμε το Σάββατο;

Παλαμήδι (από Jonas, 11/05/09)~ πλακί (από xalikoutis, 11/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νιουμπίδι ή νιουμπίδιον: ο τύπος ο οποίος είναι πρωτάρης στα PCέα και δεν νικάει ούτε με σφαίρες. Συνώνυμο του νουμπάς.

Πω, ρε μαλάκα, αυτός έχει φάει 100 defeat. Είναι τέρμα νουμπίδι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified