Further tags

Χρησιμοποιείται στα games, κυρίως στα online. Πρόκειται για τον εξαιρετικό noob, δηλαδή ανίκανο, ανήμπορο συνήθως χαζό και εντελώς αστοιχείωτο στο να παίξει ένα συγκεκριμένο παιχνίδι...

Μπορεί να βρεθεί και ως νουμποφιντέρι, νούμπακλας, τριπλός αυτιστικός νουμπάς ή νουμπομπετόβλακας.

  1. - ΤΙ κάνεις ρε τριπλονούμπακλαααα!!!! Μόλνιρ στο huskar?!!!!??! (DOTA online game)

  2. - Παράτα το CS, είσαι αστοιχείωτος τριπλονούμπακλας!!!!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αρχηγός των γουδιών. Ο μεγάλος μαλάκας. Χρησιμοποιείται και ως γουδάρχης αλλά σε πιο επίσημο λόγο.

-Καλά, πιστεύεις τον Ρουσσάκη; Αυτός ειναι μεγάααλος γούδαρχος.
Μια φορά μου είχε πει ότι τα είχε με μια Pamela!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλος χαρακτηρισμός για τα μπουζουκομούνια, που εστιάζει στο χώρο του μηχανοκίνητου αθλητισμού αντί για τις μουσικές προτιμήσεις.

Η γκαραζογκόμενα είναι η λάικα γκόμενα που κράζουμε σ' ένα γενικότερο, αλλά ποθούμε διακαώς να πηδήξουμε λόγω των συστημάτων που κουβαλάει πάνω της και του εν γένει σεξουαλικού αέρα που αποπνέει.

Φήμες θέλουν τη λέξη να σχετίζεται με το γεγονός ότι κάθε συνεργείο αυτοκινήτων που σέβεται τον εαυτό του έχει ανηρτημένο στον τοίχο ημερολόγιο με γκομενάκια που φοράνε στην χειρότερη περίπτωση πολύ μικροσκοπικά μαγιό και που οπτικώς προσομοιάζουν στις προαναφερθείσες κατηγορίες.

- Ααααχ....
- Τι αχ και βαχ ρε μαλάκα;
- Η Τασία...
- Ποια Τασία ρε; Εκείνη η γκαραζογκόμενα που γνωρίσαμε στο Γονίδη προχθές; Ξεκόλλα ρεεεε... - Τασία και τα μυαλά στα κάγκελα μεγάλε. Θέλω να της τον περτσινώσω τώρα όμως.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία του αποκαΐδι. Αρχικά: ο κατεστραμμένος από drugs, ξίδια και άλλες έξεις. Πλέον συνδέεται με κάθε είδους κολλήματα και μονομανίες, αλλά και συγκεκριμένες στυλιστικές επιλογές και το όλο πλασάρισμα.

- Πάμε Mall να δούμε καμμιά ταινία;
- Άσε ρε μαλάκα, είναι πήχτρα από emo καΐδια, μου έρχεται να τα ψεκάσω τα μαλακισμένα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δίνει πόντους.

Σύνθετη λέξη από το «ποντοπόρος» και το «πουτσοδότης» - λέμε τώρα, μπορεί και να πιάσει.

Στο πλαίσιο του slang.gr, καλός άνθρωπος. Απλόχερα μοιράζει πόντους σε ό,τι καλό δει. Δίνει πράσινα τικ χαλαρά, αν:

  1. το λήμμα είναι μια καινούργια λέξη που δεν την ξέρει κι έχει πλάκα ή γλωσσικό ενδιαφέρον, ή/και
  2. ο ορισμός είναι καλογραμμένος, ή/και
  3. το παραδειγματάκι είναι πετυχημένο.

Ο ποντοδότης δεν περιμένει να είναι όλα τέλεια για να δώσει τικ - ένα απ' αυτά να είναι εντάξει, φτάνει.

Ο ποντοδότης διαβάζει προσεκτικά τα όσα ανεβάζουν οι άλλοι και προσπαθεί να μοιράσει κάποια τικ κάθε φορά που μπαίνει στο site - ένα είναι καλύτερο από κανένα και πέντε τικ τη μέρα το γιατρό τον κάνουν πέρα - λέμε τώρα πάλι. Διότι ο ποντοδότης γνωρίζει ότι αυτή η επιδοκιμασία είναι η μόνη ανταμοιβή του καλλιτέχνη λεξιπλάστη και αργκολεξικογράφου - και όσο πιο ευτυχείς είναι οι καλλιτέχνες τόσο πιο πολλά λήμματα θα ανεβάζουν και τόσο μεγαλύτερη πλάκα θα κάνουμε όλοι μας.

Και για όσους δεν κατάλαβαν, βάλτε κάνα-δυο τικ, όπου νά 'ναι. Έτσι κι αλλιώς, τζάμπα είναι.

- Ρε μάστορα, έχω προσέξει ένα μυστήριο πράμα στο slang...
- Ορίστε να μου πεις.
- Ρε, ανεβαίνουν κορυφαία πράματα - και γαμώ τα λήμματα, δηλαδή - και με το ζόρι κάνουν διψήφιο νούμερο ... κανείς δεν ψηφίζει, ρε πούστη μου; Χάθηκαν οι ποντοδότες; Όλοι γράφουνε μόνο;
- Τι να σου πω, δίκιο έχεις ... και τα top, σχεδόν όλα είναι από πιο παλιά ... Νομίζω ότι πιο παλιά οι ορισμοί ήταν λιγότεροι κι ο κόσμος τους διάβαζε πιο πολύ ... ε, και βέβαια τα πιο παλιά λήμματα έχουν μείνει ανεβασμένα και πιο πολύ καιρό ...
- Έτσι είναι, αλλά κρίμα ... διότι υπάρχουν χρήστες που γράφουν τις κάλτσες τουςκαι δεν αμείβονται δεόντως ... ονόματα δε λέμε ...
- Ονόματα μπορεί να μη λέμε αλλά εσύ poniroskylo δεν είσαι βέβαια ένας απ'αυτούς και, συνεπώς, μην ψαρεύεις πόντους ...
- Καλά, είσαι μαλάκας ... δεν εννοούσα εμένα ρε ... εγώ, η τελευταία τρύπα του ζουρνά και γουστάρω ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο το οποίο κινητοποιείται στο άκουσμα της φράσης
«Άντε φέρε μου αυτό...».
Να σημειωθεί ότι το μεσαίο έψιλον προφέρεται ελαφρώς, σαν γιώτα, αποδίδοντας στο λήμμα μια γαλλική εσάνς.

- Χρειάζομαι εκείνες τις βρώμικες κουρελούδες. Άντε φέρε μού τες.
- Α, δεν είναι εδώ ο αντεφέρ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φανατική οπαδός του Σάκη Ρουβά. Είναι αυτή που ουρλιάζει «Σάκηηηη!!!!» σε κατάσταση υστερίας, όταν αυτός βγαίνει στη σκηνή και αρχίζει τα στριφογυριστά του. Αν και η κατάληξη -ίτσα υποδηλώνει μικρή ηλικία, ωστόσο οι ρουβίτσες ανήκουν σε όλα τα ηλικιακά στρώματα, γεγονός που αποτελεί σαφή ένδειξη της γενικότερης παρακμής στον χώρο των τεχνών και του πολιτισμού...

  1. (από το myWorld.gr)
    «Μία από τις πιο όμορφες στιγμές ήταν όταν τον πλησίασε μια μικρή «ρουβίτσα», που τυχαία περνούσε έξω από το κλαμπ με τη μαμά της και φυσικά εκείνος έσκυψε και τη φίλησε.»

  2. (από forum)
    «Ρε παιδιά τώρα που το σκέφτομαι, προτιμάτε το παιδί σας ρουβίτσα ή emo; εγώ χαλαρά emo!!!!»

  3. (από www.exedrasports.gr)
    «Μάλιστα, όταν τον είδε ο Ιγκόρ Σιμπνιέφσκι ξετρελάθηκε περισσότερο και από «Ρουβίτσα» που ουρλιάζει μπρος στο δερμάτινο παντελόνι του Sakis.»

(από Khan, 25/05/14)(από Khan, 09/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χριστιανός φονταμενταλιστής. Άτομο που έχει φύγει πολλά τακ σε σύγκριση με τους απλούς πιστούς, ή έστω και τους θρησκόληπτους και τις θεούσες. Ασυμβίβαστος, μαχητικός και συχνά μαλωμένος με την επίσημη Εκκλησία.

Τι χρειάζεται να ξέρει ο μέσος χρήστης του slang.gr για να μπορέσει να αναγνωρίσει τον αγριοχρίστιανο στην απίθανη περίπτωση που θα τον συναντήσει; - και λέω απίθανη διότι κάπου δεν νομίζω ότι συχνάζουμε στα ίδια μαγαζιά. Ιδού μερικά από τα διακριτικά γνωρίσματα:

  • Είναι άντρας - οι γυναίκες είναι η πηγή του κακού και δεν μπαίνουν στο κλαμπ. Εξαιρείται η Παναγία.
  • Αν φοράει πουκάμισο, συνήθως έχει κουμπωμένο και το τελευταίο κουμπί στο λαιμό.
  • Στις συγκεντρώσεις ενάντια στις νέες ταυτότητες, κατά της επίσκεψης του Πάπα, ενάντια στο άνοιγμα καζίνο και ενάντια στην προβολή του Τελευταίου Πειρασμού δεν ήταν μεταξύ αυτών που διαδήλωναν, φώναζαν και τα έσπαγαν. Ήταν στις ομάδες περιφρούρησης.
  • Το αγαπημένο του βιβλίο της Αγίας Γραφής είναι η Αποκάλυψη. Την οποίαν ξέρει σχεδόν απέξω και τσιτάρει συχνά. Ειδικά τα χωρία εκείνα που αναφέρονται σε θηρία, τέρατα, δαίμονες και πόρνες. Όλα αυτά τα τρομακτικά τα βλέπει βράδυ παρά βράδυ στον ύπνο του.
  • Ξέρει όλα τα αθροίσματα, γινόμενα και πηλίκα που δίνουν αποτέλεσμα 666. Και βλέπει τον αριθμό 666 παντού. Ακόμα και στον ύπνο του.
  • Δεν βλέπει τηλεόραση.
  • Προς τους αριστερούς, μπορεί να είναι απροσδόκητα ανεκτικός. Διότι, ο κομμουνισμός και άλλα τέτοια ντεμοντέ ωχριούν μπροστά στο πραγματικό πρόβλημα της εποχής μας που είναι, φυσικά, ο οικουμενισμός.
  • Όταν αναφέρεται στους Καθολικούς, οι ηπιότεροι όροι που θα μεταχειρισθεί είναι οι σχισματικοί και οι Καισαροπαπιστές.
  • Αν τον ακούσετε να λέει εκείνος ο Τούρκος πολίτης, σαν βουάρ αναφέρεται στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Ο οποίος είναι γνωστός οικουμενιστής και, ωσεκτουτού, ο αγριοχρίστιανος δεν τον έχει φίλο.
  • Έχει μόνιμη κράτηση στην Εσφιγμένου - ή, ανάλογα με το πού ακριβώς έφαγε την πετριά, σε κάποιο άλλο ζόρικο μοναστήρι. Εννοείται ότι στο Άγιο Όρος μπαινοβγαίνει χωρίς διαμονητήριο και άλλες τέτοιες γραφειοκρατικές διατυπώσεις, είτε διότι δεν αναγνωρίζει την εξουσία της Ιεράς Επιστασίας (οικουμενιστές και αυτοί) είτε διότι του έχει απαγορευθεί η είσοδος.
  • Στο Άγιο Όρος, εχει προσωπικό γέροντα - ο οποίος ασφαλώς και μιλάει με γρίφους.
  • Πιστεύει γνησίως ότι το Ορθοδοξία ή Θάνατος είναι δίλημμα

    Επειδή ο αγριοχρίστιανος έχει μια ροπή προς τον μυστικισμό, έτσι και γίνει καμιά στραβή και χάσει την Ορθόδοξη πίστη του, εύκολα και χαλαρά κάνει την υπέρβαση και πάει στα Ομ - και στους μπάφους.

Καταχρηστικά -ή, έστω, κατά θείαν οικονομίαν που θά 'λεγαν κι αυτοί- ο χαρακτηρισμός αγριοχρίστιανος μπορεί να αποδοθεί και σε κάτι γιαλαντζή τύπους που πάνε στην εκκλησία διότι λίγο φοβούνται, λίγο θέλουν τα κονέ και λίγο καλοβλέπουν το παγκάρι. Αλλά, πρέπει προηγουμένως να μας τά 'χουν ζαλίσει πάρα πολύ.

Άλλα σχετικά λήμματα: βοθροδοξία, μας πιάσανε στα πράσα και δεν φοράμε ράσα.

  1. Δεν έχω σκοπό να εισέλθω σε διάλογο με υβριστές του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των Ιεραρχών του. Όταν οι φωνές μίσους και μισαλλοδοξίας αντικατασταθούν με ευπρεπή επιχειρήματα και συγκεκριμένα ερωτήματα τότε θα αξίζουν απαντήσεως. Μέχρι στιγμής δεν έχω διαβάσει έστω και μία τεκμηριωμένη άποψη. Ελπίζω οι «Αγριοχρίστιανοι» να ηρεμήσουν αναλογιζόμενοι ότι μόνο οι δαίμονες φωνασκούν όταν αντιμετωπίζουν την αλήθεια.

  2. Σαφώς και λέει διάφορες %#$%^ και το κοριτσάκι, αλλά δεδομένης της ηλικίας της, μπορεί για μένα να λέει ό,τι θέλει... Οι άλλοι οι αγριοχρίστιανοι που ούρλιαζαν από κάτω ήταν τουλάστιχον ενήλικες..

  3. Πρωτη φορα ακουω κατι τετοιο...γιατρος να ειναι κατα της IVF. Τι ειναι, αγριοχρίστιανος;

('Ολα τα παραδείγματα από forums)

Το εγχειρίδιο του καλού αγριοχρίστιανου. (από Vrastaman, 10/07/08)Το pin-up girl κάθε αγριοχριστιανού (από Vrastaman, 10/07/08)(από perkins, 06/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσιγκούνης του κερατά, αρχισπάγκος.

- Ο Ιορδάνης έχει καβούρια στις τσέπες. Όλα τα μετράει. Να φανταστείς, φώναξε ηλεκτρολόγο να βγάλει τα λαμπάκια από τον ηλεκτρικό πίνακα, για να ελαττώσει την κατανάλωση.
- Καλά, τόσο αυγοζύγης είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν είναι ο Μπαμπινιώτης, (δεν είναι ο κροταλίας), αλλά μία επικίνδυνη μεταλλαγμένη παραλλαγή του, βγαλμένη μέσα από λάθος πειράματα που πραγματοποιήθηκαν σε φρικτά ναζιστικά εργαστήρια γενετικών ερευνώνε, και ο οποίος κάποια στιγμή το έσκασε και ανέλαβε να κατακρεουργήσει τον πλούτο της γλώσσης ήν μας έδωκαν Ελληνικήν. Πρόκειται για τερατώδες όν, κάτι μεταξύ μπαμπουίνου και Μπαμπινιώτη, που κυκλοφορεί ελεύθερο και πυροβολεί αδιακρίτως, σκορπίζοντας τον τρόμο και το σύστριγγλο. Ά, κόντεψα να το ξεχάσω, είναι και μέλος του slang!

Μεταξύ φίλων :
- Άσε ρε μεγάλε που θα μου πεις ότι η Ελενίτσα ξέρει Γαλλικά...
- Ναι ρε μαλάκα σου λέω, αφού έχει πάρει το Μπακαβλορεά...
- Ωοοοο, μεγάλε έγραψες! Για πάρτε ρε ένα μπαμπουινιώτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified