Further tags

Πάω με κάποιον/α σημαίνει συνουσιάζομαι, κάνω σεξ μαζί του/της. Ελλειπτικό στη διατύπωση (ολόκληρο θα ήταν κάτι σαν "πήγε μαζί του/της στο κρεβάτι να κάνει σεξ"), κλασικό και σχετικά άχρωμο ως προς τη φόρτιση, ούτε επίσημο, ούτε ιδιαίτερα σλανγκιάρικο.

Ότι έχει πάει με 4000 γυναίκες δήλωσε ο Γιάννης Σπαλιάρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίζω μπαρμπούτι, παίζω ζάρια στα καλιαρντά.

- Ἄντε μωρή, ξεκοῦνα νὰ πᾶς γιὰ τροτουάρ νὰ δοῦμε Θεοῦ πρόσωπο!
- Νάκα Ἀντρέα κατετζόρνα, βαρυέμαι! Θὰ ντὶκ κρυσταλλοσινοῦ... Ἂει κυβοκοκκαλιάσου νὰ ματσωθῇς, οὔφ...
- Ἴσα ρὲ σπαριλόμπεη (εἰρωνικά)! Ντὰπ, ντούπ (τὸν πλακώνει...). (Παράδειγμα Αἴαντος).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Δυναμώνω.

  1. -καλή η γράμμωση του σώματος μα καλύτερη η γράμμωση του πνεύματος
    -γι αυτό κ εγώ γραμμώνω το πνεύμα και έχω κ την κοιλίτσα μου (εδώ)

Β. Αντί να πληγώ ή να λουφάξω από επιθετική ενέργεια/στάση/συμπεριφορά, πωρώνομαι, θωρακίζομαι και τελικά ισχυροποιούμαι, μοτιβαρισμένος από την επίθεση.

~ Προέρχεται από την έκφραση των μποντιμπιλντεράδων, "είμαι στη γράμμωση".
~ Καμία σχέση με το ιατρικό γραμμώνω και το αριστερίστικης προέλευσης γραμμώνομαι που, παρεμπιφτού, έχει πλέον ευρύτερη χρήση.

  1. Γράμμωσέ μας Γιάννη! (Πρετεντέρη) (εδώ)

  2. -Τις πιο μεγάλες παπαριές δεν τις ακούσαμε ακόμα.
    -Άντε, ξεκίνα.
    -Το μόγγολο που θεωρεί τη γκέι σλανγκ ομοφοβία και συγχέει την κλιμακα με το κλειδι μιλάει για παπαριές
    -Δικαιολογείται. Όποιος συναγελάζεται περισσότερο από μία μέρα με ακροδεξιά σαμαροτρόλ χάνει 60% του iq του.
    -Όποιος χαριεντίζεται με ακροδεξιούς δεν έχει και δεν είχε ποτέ iq.
    -Να μιλάτε για τον εαυτό σας αγαπητοί εγώ με δαύτους τώρα γραμμώνω τραπεζοειδείς. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντικαθιστά με λολοπαιγνιώδη διάθεση, το χύδην εκφερόμενο γαμήσου, πχ στα:
σάλτα και γαμήσου
γαμήσου παραπέρα
άι γαμήσου
άντε και γαμήσου
Χριστίνα Γαλάνη-Άντε γραμμήσου Η Χριστίνα τραγουδάει Ρωμανό (Μελωδό?)

  1. "Σεξοχωτάτη", τραγουδάρα απ' τον δίσκο "ΑΝΤΕ ΓΡΑΜΜΗΣΟΥ".

  2. άντε γραμμήσου ρε χοντρέ "@failosK μετά τον Μελιγαλά ήρθε ο Γράμμος" (εδώ)

  3. -Αυτο το "Δεν ήθελα να σε πληγώσω" που δεν πήρε ποτε πίσω την απάντηση που του άξιζε ... βρε τράβα κ γραμμήσου
    -Προτιμω το σαλτα (εδώ)

  4. όλο ακούω πως η κυβέρνηση θα τραβήξει μια κόκκινη γραμμή ... για την ώρα αντε γραμμηθειτε και οι 300 (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

πουλάρω, μπουλάρω

Πληθωρικό ρήμα που αντιστοιχεί στις εκφράσεις παίρνω και -για λόγους αμοιβαιότητας- δίνω (μ)πούλο. Αυτό το αλισβερίσι πεόντων συντάσσεται ως μεταβατικό ή ως αμετάβατο, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες.

  1. Να πάει να γαμηθεί το #grexit! Να την πουλάρει η Γερμανία μέχρι να αποκτήσει κυβέρνηση της προκοπής. Δεν φεύγουμε ρε! #deutschgang ρε! (απ' αδακά)
  2. Στην τελίκη μπουλάρουμε τον στουη και δε τρέχει τσάι. Μας χαλάει και το στυλ της ομάδας έτσι κι αλλιώς με το να έρχεται κοντοπαντέλονος στα λαν. (απ' αδακά)
  3. Ο.Κ. Έβαλα την αρνητική ψήφο μου, ώρα να την πουλάρω [...] (απ' αδακά)
  4. Πω ρε φίλη, γεμάτο το βροντοπούλι σου από ουρολαγνικά μέλια! ...Τα χρειάζεσαι ή να τα μπουλάρω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυρίως χρησιμοποιείται εντός του σχήματος γνωστού αγνώστου ως τα σκατώνω, το οποίο σημαίνει ότι αποτυγχάνω εντελώς σε μία κατάσταση και την κάνω κυριολεκτικά σκατάσταση, δηλαδή μια κατάσταση σκατά, κώλος, θάλασσα, μπουρδέλο. Μπορεί δηλώνει μια αίσθηση ολικής αποτυχίας, όταν κάποιος λ.χ. αποτυγχάνει σαν γονιός, σαν σύζυγος, σαν σχέση, σαν πολιτικός, σαν εκπρόσωπος μιας ιδέας κ.τ.ό.

  1. Με αλλα λογια...ο καθένας είναι υπευθυνος για τις επιλογές του... Kαι δεν του φταιει κανένας άλλος αν τα έχει σκατώσει.. (Πχόρουμ).
  2. Νομίζω πως ο αλγόριθμος "αλλάζω κόμμα δικοματισμού, τα σκατώνω, αλλάζω αρχηγό, αλλάζω κόμμα δικοματισμού, τα σκατώνω, αλλάζω αρχηγό ...." δείχνει περίπου τι θα γίνει κι αν αλλάζουν και τα πρόσωπα. Θα αλλάζουν προφυλακτικό και θα σε ξαναπηδάνε... (4 Τροχοί).
  3. Το πρόβλημα για τον μυστακοφόρο δημαρχοσυνδικάλα Πάρι μέχρι σήμερα, ήταν η ολοκληρωτική ανυπαρξία φωτογραφιών ή οποιουδήποτε ντοκουμέντου που να αποδεικνύει ότι ο Τσίπρας συναντήθηκε με δυο από τα πιο πλούσια κούγκαρ του πλανήτη. Από σήμερα, το πρόβλημα του καμαριού της Κοζάνης είναι ο τρόπος με τον οποίο θα διαχειριστεί την επική κωλοτούμπα που αναγκάστηκε τελικά να κάνει, χωρίς να τα σκατώσει ακόμα περισσότερο. (Luben, Η υψηλή τέχνη της κωλοτούμπας).
  4. Κάθε γενιά είναι αναπόφευκτο να επινοήσει νέους και ευφάνταστους τρόπους για να τα σκατώσει στο θέμα του σεξ. (Vice).
  5. Χριστέ, οι παπάδες σου τα έχουνε σκατώσει. (Στίχος από τραγούδι του Νίκου Καρβέλα).

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με έναν πιο ενεργητικό τρόπο, όταν ρίχνω σκατό, λεκτικό σκατό εννοείται, σε κάποιον. Βασικά, όταν α) τον βρίζω βάναυσα, κάτι σαν ένα σκατοψύχι αλλά σε ζωντανό ένα πράμα, ή β) τον λασπολογώ, συκοφαντώ, ή γ) τον επιπλήττω, ξεχέζω.

  1. ΣΚΑΤΩΝΩ ΤΟΥΣ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥΣ. ΜΗΝ ΜΟΥ ΠΕΙΤΕ ΟΤΙ ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΕΡΙΞΕ ΤΗ ΧΟΥΝΤΑ… ΑΛΛΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ. ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΕΓΙΝΕ ΤΟ 1973….ΚΑΙ Η ΧΟΥΝΤΑ ΕΠΕΣΕ ΤΟ 1974. (Μακελειό).
  2. (Φαντάρος πάει να μπει στους θαλάμους και τον προλαβαίνει άλλος)
    - Σειρά πρόσεχε, είναι πάνω ο στρατοπεδάρχης και σκατώνει κόσμο! - Ωχ, τον πούλο τον τρεχάτο! (Παράδειγμα απ' το σλανγκρ).

Παράγωγα: ανασκατώνω, ξεσκατώνω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά σημαίνει μιλάω ξένη γλώσσα ή τζινάβω μυημένη διάλεκτο σε τζιναβωτούς. Προφάνουσλυ από τη βιβλική ιστορία με τον πύργο Βαβέλ που αρχίσανε για πρώτη φορά οι άνθρωποι να μιλάνε ξένες γλώσσες σύμφωνα με τη Βίβλο κι έγινε μια κατάσταση Βαβέλ.

Βαβέλιασα βαθιά λατινικά και ετρούσκα για να γροικάει η τζασλή να κάμει σολοφλόκιασμα. (Απ' το Μπουντουσουμού).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμετάβατο ρήμα, από Ηράκλειο Κρήτης μεριά. Σημαίνει την πρώτη ή τις πρώτες συνουσίες των νεαρών αρσενικών χομοσάπιε, πράξη που γίνεται συνήθως με την παρότρυνση και τη μεσιτεία - βλ. συνοδεία σε μπουρδέλο - μεγαλύτερων αρσενικών της οικογένειας, προκειμένου αυτά τα νεαρά να βγάλουν τα χοντράδια, δηλαδή, να "ξεβαρβατέψουνε" προς ώρας, και να τωσε φύγει η πολύ έξαψη της παροξυσμικής λόγω ορμονών εφηβικής βαρβατίλας, και για λόγους πρόληψης, μη πάθουνε κανά ψυχολογικό καραμπεγλέρι ή μην πουστέψουνε ή μην παραφουριέψουνε και κάνουνε καμιά ψιλο-χοντρομαλακία και δε μαζώνουνται ύστερα.

Σίγουρα βουκολικής προέλευσης, ή που θα προήλθε από κάποιο πιο εκτεταμένο "ξε-βαρβατ-σίζω" (τα λεξικά λένε ότι βαρβάτος<barbatus λατινικά ο μουσάτος, δηλ. ο μη ευνούχος), ή μπορεί πιο άμεσα από το βατ(σ)- που έχει σχέση με το βατεύω = πηδώ, ζευγαρώνω, για ζώα, - υπάρχει βέβαια και το βατσ- από το vaccine, που σημαίνει κατά λέξη δαμαλισμός, βλ. βατσίνα, αλλά νομίζω άσχετο.

Αλλά ο πληροφοριοδότης μου που είναι από την πόλη μου είπε ότι έχει ακούσει να το λένε για αθρώπους.

Σε πήγε ρε γρόθε ο πατέρας σου να ξεβατσίσεις ή ακόμης; Να του πεις μιας στιγμής να σε πάει μη μας-ε επάθης πράμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα Ανώγεια Κρήτης και στο πολιτισμικο-γλωσσικό τους Lebensraum γύρω από τον Ψηλορείτη, το ρήμα αγαπώ σε αμετάβατη σύνταξη σημαίνει είμαι ερωτευμένος, και πιο συγκεκριμένα: είμαι για πρώτη φορά (και άρα φόλα) ερωτευμένος (βλ. καψούρης) και (λόγω αυστηρών ηθών) συνήθως μυστικά. Δηλαδή, αγαπώ δε σημαίνει "νοιάζομαι", "είμαστε ταιριαστό ζευγάρι", "παρά τα χρόνια δε σε βρίσκω εντελώς τελείως αποκρουστικό", και λοιπά αντικλιμακτικά και κλιμακτήρια. Αγαπώ σημαίνει εδώ αποκλειστικά είμαι ερωτευμένος για πρώτη φορά και σφόδρα, γιατί μία φορά νοείτο να ερωτευτείς, την πρώτη, κι αν ήταν να ερωτευτείς καλό θα ήταν να ερωτευτείς πολύ... και μετά παντρευόσουνα.

Το αμετάβατο της σύνταξης είναι σημαντικό: δεν έχει σημασία ποιον αγαπάς, αλλά πρωτιστως το ότι αγαπάς, το σκανδαλώδες του ότι είσαι ερωτευμένος.

Η πιο συχνή και εμφατική χρήση του παραμένει στην ερώτηση "αγαπάς;" την οποία την απευθύνουν, με λύσσα κακιά προς το κορίτσι που ξετζανώνει και γαμπρίζει, τα υπόλοιπα θηλυκά του περίγυρου (μητέρα, αδερφές, θειάδες, ξαδέρφες, φίλες), όταν ψυχανεμίζονται ότι κάτι τέτοιο εξηγεί την αλλοπρόσαλλη εσχάτως συμπεριφορά της μέχρι πρότινος απονήρευτης κορασίδας. Αν την απευθύνουν αρσενικά (π.χ. πατέρας, αδερφός) έχουμε πρόβλημα.

- Μωρή, γιάντα δεν επήγες στο φροντιστήριο; Μωρή, αγαπάς;
- Όι μάνα, μάνα! Ετρεζάθηκες μάνα;!!!

Μόνο σπάνια μπορείς να ακούσεις σε τέτοια πλαίσια την λέξη αγαπώ για τη σχέση μεταξύ παντρεμένων. Πιο συχνά την ακούεις/ την άκουγες μεταξύ συγγενών και φίλων για τη συγγενική και φιλική αγάπη (μεταβατική σύνταξη).

- Χαρώ σε κι αγαπώ σε! (προς παιδάκι)

- Εγώ κουμπάρα να κατέεις σ' αγαπώ πιο πολύ απ' την αδερφή μου (κουμπάρες συνομιλούν).

Στη σχέση μεταξύ παντρεμένων την ακούεις/την άκουγες περισσότερο όταν ο ένας από τους δύο είχε πάει στον άλλο κόσμο:

- άχι, μωρέ, τον ηγάπουνα τον κύρη σας!

λέει η χήρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Βαράω τατουάζ/ ενέσεις. Κυριολεκτικά, αλλά δες και το παράδειγμα 2 (!!!).
Β. Κάτι με χαλάει, με αρρωσταίνει, με βλάπτει.
Γ. Διεκδικώ κάτι.
Δ. Προσάπτω/ φορτώνω σε κάποιον κάτι.


Οι ορισμοί αυτοί προστίθενται στους ήδη υπάρχοντες του λήμματος χτυπάω:

  • Αγοράζω κάτι, τρώω κάτι (ανεξάρτητα αν το αγόρασα ή όχι) (acg)
  • κλωτσάω, δεν ταιριάζω, δεν κολλάω, βγάζω μάτι, κάνω μπαμ, κάνω κακή εντύπωση ή δίνω την υποψία για κάτι αρνητικό. (ironick)
  • μπαίνω σε διαδικτυακό σάη αυξάνοντας την επισκεψιμότητά του. (Khan)

αλλά και στα λήμματα χτυπάω κόκκινα, μπιέλα, στρόφαλο, πιράκια, ταβάνι, χτυπάω γκόμενα και το μουνί μου στον τοίχο,


Η Samantha μίλησε για τον θυμό της στην Metro: «Για να φύγει αυτό από πάνω του θα πρέπει να ξοδέψουμε £1,000. Επίσης τι θα πει η κόρη μας μόλις τον δει σε μια πισίνα κάνοντας μπάνιο» Άτιμος ο έρωτας με χτύπησε με δόλο
Α.

  1. Με βλέπω να χτυπάω τατουάζ μανίκι τόσο που μαγειρεύω. ΕΔΩ
  2. Με την γλώσσα μου χτυπάω τατουάζ στην κλειτορίδα ... ΕΔΩ.
  3. η οδοντιατρος μου χτυπησε μια ενεση που αν αυτη τη στιγμη μου δωσει μπουνια o mike tyson δεν θα νιωσω απολυτως τιποτα!

Β.

  1. -Με χτύπησε το ποτό
    - Γιατί, τι του έκανες; ΕΔΩ
  2. Ο έρωτας με χτύπησε με γιόλο και πήγα και αγάπησα τον στρογγυλό σου κώλο.
  3. Πείτε μου τουλάχιστον ότι σας χτύπησε ο ήλιος ή έχετε καιρό να κάνετε σεξ να το καταλάβω ρε
  4. Η κρίση χτύπησε τα μπουζούκια: Εκλεισαν τα 19 από τα 22 στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης http://dlvr.it/C4604v #Χαλαρα
  5. Ο καρκίνος χτύπησε διάσημο πρωταγωνιστή του "Χάρι Πότερ" http://dlvr.it/BDxHn8
  6. Μία εξαιρετικά δυσάρεστη σύμπτωση «χτύπησε» την οικογένεια

Γ.

  1. Χτύπησα πρωτιά η λαθος ειδα? Αντε καλη χρονια με υγεια να εχουμε <3
  2. - Στο σεξ χτυπάς;
    - Χτυπάω αλλά δε μου ανοίγουν. ΕΔΩ
  3. πωπω κελεπούρι από το πουθενά χτύπησα! Θενξ ντιαρ!! ΕΔΩ

Γ.& Δ.

  1. Ο Βαγγέλας θέλει να χτυπήσει την Κρήτη, μόνο που τον πρόλαβε ο εισαγγελέας κ του χτύπησε τον Μαρκογιαννάκη. Ξεφτίλα πριν σωθεί με "ασυλιες". ΕΔΩ

Δ.

  1. -Και επιτέλους κάτι πρέπει να γίνει με τα McDonalds στα βόρεια προάστια. Εγώ πού θα τρώω τις νύχτες μοναξιάς δηλαδή;
    -Εσύ να μην έφευγες από τα νότια
    - Πόσα χρόνια θα μου το χτυπάς ΕΔΩ
  2. Ερμή, για πόσο ακόμη θα μου το χτυπάς για τον κρητικό γάμο;;; :P (πχόρουμ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified