Selected tags

Further tags

Η μολόχα είναι λέλουδο και αποτελεί το συνηθέστερο είδος Μαλάχης. Εξ ου και ο άντρας μολόχα αναφέρεται σε άρρενα φλώρο, μαμάκια και ολίγον τι μαλάκα. Το Τσι είναι ενεργειακή δύναμη που ρέει από τις οντότητες μας και χρησιμοποιείται διακαώς από κουλτουλούγκρες και έντεχνα τσικάκια με ενασχόληση την Αέριαλ γιόγκα. Σε συνδυασμό αυτά τα δύο χρησιμοποιούνται για να καταδείξουν κάποιον που δυσανασχετεί με απλές και ξεκούραστες δραστηριότητες χωρίς προφανή λόγο και αιτία.

-Μαν μου, ψήνεις κάνα μπυρόνι μετά τη δουλειά?

- Δεν νομίζω να μπορέσω ρε φίλε

- Γιατί? Θα σου χαλάσει το Τσι μωρή μολόχα?

Got a better definition? Add it!

Published

Ο χοντρός τύπος, εμφανίζεται κυρίως σε ανύποπτο χρόνο στις παραλίες τα καλοκαίρια χωρίς μπλουζάκι, με μαγιώ που του μαζεύεται ανάμεσα στα πόδια ενώ περπατάει, ενώ ταυτόχρονα προβάλει νοερά από πίσω η τριχωτή κωλοχαράδρα...

Ρε μαλάκα, σταμάτα να σαβουριάζεις λες και δεν υπάρχει αύριο, έχεις γίνει βόδι. Έχεις δει πρόσφατα τη κοιλάρα σου πως κουνιέται σα ζελεδάκι Γιώτης;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ε.λ.π.α. δηλάδη αυτός που έχει να δει τσιτσι απ'τον καιρό του Πάγκαλου. Είναι δηλάδη Επικίνδυνος Λόγω Παρατεταμένης Αγαμίας..αλλιώς τον λες και ελπάριο..

Έλα πούσαι...θα πάμε μπαρότσαρκα...? Ναι,ναι,ναι...να δούμε κάνα μουνί,κάνα κωλί,κάνα βυζί...ξέ'ς... ....ρε μάγκα...?μπας και είσαι ελπα?

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πράττων τα πάντα προκειμένου να ρίξει γκόμενα θυσιάζοντας αξιοπρέπεια και άλλα ιδανικά. Η ονομασία του προέρχεται από την λέξη γλίτσα(= κολλώδης ή λιπαρή ακαθαρσία) . Κολλάει στις γκόμενες όπως η γλίτσα στο παπούτσι κάποιου σωτήρα ενός παγιδευμένου γατιού που μόλις έβγαλε από μια αποχέτευση. Ο γλίτζας ως ένας ανθρωπόμορφος γυμνοσάλιαγκας σέρνεται γύρω από τις γκόμενες και στο τέλος κολλάει σαν βδέλλα πάνω τους, επιστρατεύοντας κάθε μέσο προκειμένου επιτύχει το σκοπό του .

Μαθαίνει απέξω ατάκες, ανέκδοτα, κόλπα με τράπουλες και πολλά άλλα προκειμένου να εντυπωσιάσει την εκάστοτε γκόμενα.

Βούτυρο στο ψωμί του γλίτζα αποτελούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (φεισμπουκ, τουίτερ κλπ) καθώς η χρήση αυτών αυξάνει εκθετικά την γλοιώδη και αηδιαστική δράση του προς τις κοπέλες που τον ενδιαφέρουν. Επιπλέον τα επίπεδα μουνοδουλίασης ενός γλίτζα ξεπερνούν αυτά ενός συνηθισμένου μουνόδουλου .

Χαρακτηριστική συμπεριφορά ενός γλίτζα προς μια κοπέλα:

  1. Σπαμάρισμα σχολίων και λάικ στα μέσα δικτύωσης.
  2. Συνεχής επίδειξη κοινωνικών επιτευγμάτων (πχ μέλος συγκροτήματος,μέλος δεκαπενταμελούς κλπ).
  3. Τακτική αγορά δώρων ,χαρούμενες εκπλήξεις , πήγαινε-έλα της κοπέλας με πληρωμένο ταξί(από τον γλίτζα).

Παράγωγα του γλίτζα : γλιτζιάρης(ο τείνων να γίνει γλίτζας), γλίτζενα(η γκόμενα του γλίτζα αν υποκύψει)

-Γεια σου .. ωραία νύχια , ημιμόνιμο είναι ;
-Γεια , Ναι ! που το ξέρεις ?
-Το φαντάστηκα , έχει τα ίδια και η κοπέλα που παίζει στο συγκρότημα μου.

Ο γλίτζας της παραπάνω περίπτωσης έχει γκουγκλάρει για τα νύχια και το συνδύασε με την αναφορά προς το συγκρότημα του.

-Είμαστε στο μαγαζί εμείς .. με τι θα έρθεις τελικά ;
-Δεν ξέρω , αν και είναι κοντά, λογικά θα πάρω ταξί γιατί φοράω τακούνια.

Ο γλίτζας δανείζεται το αμάξι του κολλητού του, σκάσει έξω από το σπίτι της τύπισσας με μια σοκολάτα στο χέρι για έκπληξη.

-Καλά , πως και βγήκε η άλλη, είχε πει δεν είχε φράγκο.
-Θα την κεράσει λογικά ο άλλος ο βλάκας. Δυο μέρες τώρα πάνε πακέτο και μου είπε ότι της κερνάει τα πάντα.
-Πωωω τον γλίτζα. Αλλά καλό που...νάκι είναι και αυτή.

Ο γλίτζας αν ήτο pokemon O γλίτζας στην κυτταρική μορφή του

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που χτυπάει γκόμενες κατά συρροή, που αλλάζει τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα, ο Καζανόβας, ο Δον Μήτσος Κιλώτης, ο Τζέμης Μποντ τ. fuck and let die, ο φαρμακοψώλης, ο σκοτώνω. Γενικά το τελικό συστατικό -φονιάς προσδίδει σεξιστικώς ένα είδος ανδρισμού, γιατί άντρας που δεν είναι γκαζοφονιάς, ρακοφονιάς, ή, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, και μπαζοφονιάς, δεν είναι άντρας. Σημειωτέον ότι στο -φονιάς μπορεί να υπάρχει και μια ελαφρά μειωτική χροιά, λ.χ. ο γκαζοφονιάς να είναι αυτός που πατάει γκάζι σαν ούγκανος εις βάρος της πχοιότητας της οδήγησης, έτσι κι ο γκομενοφονιάς μπορεί να είναι και -φονιάς ως σαβουρογάμης ό,τι κάτσει ή ως κάποιος που χάνει ευκαιρίες για πχοιοτικές σχέσεις μέσα στη φούρια του. Θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά ψυχανάλατα για τη σχέση σεξ και θανάτου, τόσο της ερωμένης, όσο και του ερώντος, αλλά προτιμώ να δώσω τον λόγο στα παραδείγματα.

  1. Ντανιέλος ο Γκομενοφονιάς. Επειδή σήμερα, εκεί που έψαχνα καμιά καλή φωτογραφία να σχολιάσω, με έπιασε μία απίστευτη πρεμούρα και σιχαμάρα με όλα τα πλαστικά βυζιά στον κόσμο της σόου βυζ (ο προσωπικός μου κρυπτονίτης), θέλω να δούμε ένα κλασικό αγόρι για να ευθυμήσουμε. [...] [Πιο χαμηλά]24. Ααααχ Όλγιες Κιρουλένκες που μας ματσαλάτε όλα τα καλά πουλιά... Στωναγμός. [...] Γιατί το πίνω το Μαρτίνι (Rosa Eske-me-nazy remix). Εις υγείαν και καλό σαββατοκύριακο. Labels: Daniel Craig, γκομενάκι, λιγούρες, ταινίες, φουσκοδεντριές. (Εδώ).
  2. Μόνο δύο εξαιρέσεις υπήρχαν. Η πρώτη ήταν ο Μιχάλης, γνωστός και σαν "Ραλίστας" ή "Αετονύχης" ή "Γκομενοφονιάς" ή "Ο ψηλός με τη Γιαμάχα" ή "Ε.Π.Μ.Κ.Α.Χ (Επίσημος Προμηθευτής μαύρου Και Άλλων χόρτων"), ο οποίος είχε πάρει απόφαση ότι δεν πρόκειται να γράψει πάνω από τρία και άρα δεν είχε κανένα άγχος. (Εδώ).

Ο Ντανιέλος ο Ουκρανιδοφονιάς του πρώτου παραδείγματος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο τελείως φαλακρός, ο καραφλάζ. Ετυμολογείται μάλλον από το γουλί (κουρεμένος με την ψιλή), αλλά οι κακές γλώσσες λένε ότι έχει να κάνει με τον γνωστό αστέρα του Χόλιγουντ Γιουλ Μπρίνερ που έδειξε το δρόμο.

Επίσης, γιούλης.

  1. - Στο ταμείο θα δεις έναν γκιούλη. Σ' αυτόν θα πας.

  2. - Ρε συ, νιώθω άσχημα με τη μαλλούρα. Όλοι γκιούληδες είναι εδώ μέσα.

  3. - Είναι δυνατόν; Πιο πολλά σαμπουάν από μένα έχει ο γκιούλης. Τι τα κάνει μου λες;

Yuliy "Yul" Borisovich Brynner (από panos1962, 29/10/09)Pierluigi Collina (από panos1962, 29/10/09)Ό άξιοτερος όλων (από BuBis, 29/10/09)Ceci n\'est pas Γκουζγκούνης (από Vrastaman, 29/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή και για ποδόσφαιρο, σε προχωρημένες καταστάσεις.

Χαρακτηρισμός για αντροπαρέα, 5 άτομα και άνω, μπακούρια συνήθως, που βγαίνουν βράδυ. Σχεδόν πάντα τρώνε πόρτα από τα καλά μαγαζιά και καταλήγουν να πίνουν μπύρες και να τρώνε βρώμικα στο δρόμο ή σε κάποιο παρακμή μαγαζί που παίζει να τους δεχτεί και να χωράνε. Συνήθως είναι λιγούρια και κοιτάνε τριγύρω σα μαλάκες αλλά ποτέ δεν κάνουν κίνηση.

- Καλά ρε μαλάκες, για μπάσκετ θα πάτε; Ποιός θα σας βάλει μέσα τόσα άτομα;
- Τι να κάνουμε ρε γαμώτο, μας έχει φάει η αγαμία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχηματίζεται κατά το νυφοπάζαρο και μπορεί να δηλώσει πολλές περιπτώσεις όπου εκτίθενται γαμπροί για σχέση, όπως λ.χ. μέρη με ψωλαρίες, όπου συχνάζουν γαμπροί και κλαρινογαμπροί, καθώς λ.χ. οι παραλίες των πόλεων, διαδικτυακά σάιτ γνωριμιών, εκπομπές τ. «Χρυσό Κουφέτο», μέρη όπου υπάρχουν πολύ περισσότεροι άντρες από ό,τι γυναίκες τ. χιονάτη κ.ά.

1. Γαμπροπαζαρο μαλλον πρεπει να το πεις…..:P Δεν το λεω γι’αυτο….το λεω γιατι ειναι ολα τα καλα παιδια μαζεμενα και δε θα ξερεις με ποιον να πρωτοκανεις παρεα….:p

2. Και απο την αλλη σε νυφοπαζαρο ειμαστε η Γαμπροπαζαρο απο την αλλη το να εχω 6-7-8 επιλογες ειναι απολυτα φυσιολογικον.

3. Να ερθετε ολοι χτενισμενοι και με κουστουμια!Θα εχουμε γαμπροπαζαρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πράξεις και συνήθειες ελαφράς ηθικής και αμφίβολης αρρενωπότητας, που λαμβάνουν χώρα σε μια αντροπαρέα λόγω οικειότητας αμαυρίζοντας την εικόνα τους βάσει στερεότυπων. Οι αντρίλες καλύπτουν μια ευρεία γκάμα από πράξεις π.χ ''Μήτσο φέρε μια πετσέτα ρε στο μπάνιο, γιατί το ξέχασα'', το ελαφρύ μπατσάκι στο κωλί όταν γίνεται αλλαγή στο ματς, το μασάζ σε έναν πιασμένο φίλο... Λέγεται πως στα αρχαία γυμναστήρια ξεκίνησαν όλα, στην αρχαία Αθήνα...

- Ρε Φίλιππε βάλε μου λίγο αντιηλιακό εδώ στην πλάτη που δεν φτάνω...
- Ωχ άρχισαν οι αντρίλες πάλι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντ(ι)βέντσουρ είναι ο τύπος...

  • ...που ασχολείται μανιωδώς με το πιο μοδάτο «επικίνδυνο» σπορ. (πχ. το κάϊτ την παρούσα δεκαετία, bunjee jumping την προηγούμενη),
  • ...που επιβιώνει σε οποιεσδήποτε συνθήκες, και το ευχαριστιέται σαν γνήσιος ξάδελφος του Ταρζάν. Κάτι σαν τον Bear Grylls. Ενίοτε, χαστουκίζει κάνα λιοντάρι έτσι για να δείξει ποιος είναι o ρουμάνος στη ζούγκλα,
  • ...ο οποίος όταν βγει το βράδυ, τα κάνει πουτάνα. Ποτέ δεν είναι βαρετή η έξοδος μαζί του. Το καλύτερο φινάλε σε μια τέτοια έξοδο, είναι το αυτόφωρο, το χειρότερο το νοσοκομείο.
  • ...που είναι χύμα, και δεν λέει ποτέ όχι σε οποιαδήποτε πρόταση, άντρας έτοιμος για όλα. Δηλαδή ο τύπος «vivere pericolosamente».

Η έκφραση προφ προέρχεται από την αγγλική λέξη για την περιπέτεια (adventure), και έλκει την καταγωγή της, από τις καμπάνιες του Κάμελ και του Μάλμπορο, την δεκαετία του '80, με τις περίφημες adventure teams, και τους τυπάδες να χέζουν στο δάσος, γύρω από μια φωτιά, στη μέση του πουθενά.

- Τι κ΄ναι το τυπάκι ρε; Θα μας τρελάνει; Πέφτει με αλεξίπτωτο στη μέση του πουθενά;
- Και που να δεις παρακάτω τι πρόκειται να κάνει. Θα σε κουφάνει...
- Πολύ αντβέντσουρ ο τύπος. Και είναι αληθινά ρε, ή μας δουλεύουν, και ο τύπος έχει από πίσω του κάνα συνεργείο υποστήριξης;
- Τι να σου πω....

- Τι θα κάνουμε το βράδυ;
- Τι να σου πω; Αλλά έχε υπόψη σου, καλύτερα να πάμε για φαγητό, ήρεμα. Είπε ο Μάκης ότι θα φέρει τον ξάδελφο του, οπότε καλύτερα ήρεμα.
- Συμφωνώ, αυτός είναι πολύ αντβέντσουρ τύπος. Θα μας μπλέξει άσχημα με τις γνωριμίες του και το τσαμπουκαλίκι του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified