Χαρακτηρισμός ατόμου που από το πολύ κάπνισμα παράνομων ουσιών (φούντα) έχει χάσει πάσα επαφή με την πραγματικότητα.

Δύο φίλοι πίνουν καφέ στο snowbar 2069m στο χιονοδρομικό κέντρο Καϊμάκτσαλαν, χαζεύοντας τύπους να κάνουν άλματα με snowboard, οι οποίοι πέφτουν με απίστευτους και οδυνηρούς τρόπους και αμέσως σηκώνονται και συνεχίζουν γελώντας.

- Καλά ρε φίλε ματά από τέτοιους «μπίστους» πως συνεχίζουν;
- Τι περιμένεις... πιτσιρικάδες ποκαφούντας είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνιστί, η διαδικασία του καφεδιάσματος, της καφεποσίας με στόχο την αύξηση του επιπέδου της καφεΐνης στο αίμα κατά το ξεκίνημα της ημέρας ή της καθημερινής εργασίας και με απώτερο στόχο το ντιτεκτάρισμα (αναγνώριση) των περιφερειακών μονάδων του οργανισμού μας, το κατάλληλο mind downloading και την ομαλή ένταξη στις απαιτήσεις της μέρας. Θεωρείται δε θεραπεία αφού συμβάλλει στην ενδυνάμωση του οργανισμού. Ο όρος εν συντομία μπορεί να λεχθεί απλά ως coffee therapy.

To Coffee therapy στις δημόσιες υπηρεσίες
Είναι πολύ ενδιαφέρουσα, ειδικά στις δημόσιες υπηρεσίες η τελετουργία του καφεδιάσματος. Εκεί γίνεται συνάντηση των διαφόρων group υπαλλήλων με στόχο να καφεδιαστούν πριν ξεκινήσουν να δουλεύουν. Η συνάντηση γίνεται λίγο μετά την έναρξη του εργασιακού ωραρίου αλλά βεβαίως βεβαίως πριν την έναρξη του ενεργού εργασιακού χρόνου. Μετά γίνεται η κάθοδος των καφεπότων προς την περιοχή των αυτομάτων πωλητών καφέ. Η κάθοδος γίνεται με αργό εντόνως παρακμιακό δημοσιοϋπαλληλικό βήμα. Τα μάτια τους είναι ημίκλειστα και μια διάθεση βαρεμάρας πλανάται τριγύρω ώσπου ξεκινά το δελτίο ειδήσεων, όπου γίνεται συζήτηση κάποιων «ενδιαφερόντων θεμάτων» που διεξήχθησαν την προηγούμενη κλπ. Έτσι η παρέα σιγά σιγά χωρίς να το πολυκαταλάβει, φθάνει στην περιοχή των μηχανημάτων όπου εκεί συναντά και άλλους συναθροισμένους συναδέλφους, όπου το δελτίο ειδήσεων φεύγει από τη σφαίρα του μικρόκοσμου του μικρού group και αγκαλιάζει πλατύτερες μάζες. Και ο μπαγάσας ο χρόνος τσουλάει ανελέητα...
Μετά κρατώντας το τροπαιούχο κύπελλο και πάντα με βαρεμάρα και με το γνωστό αργό βήμα, και παρόλο που έχουν πάρει κάποιες πρώτες τζούρες καφέ, και τα βλέφαρα έχουν αρχίσει να ανοίγουν, τα παιδιά πάνε για να αράξουν προς τις θέσεις εργασίας τους. Αργότερα επαναλαμβάνουν το cofee therapy procedure με στόχο τώρα, να θεραπευθούν από την ανία και την πλήξη που αισθάνονται για την αναδουλειά που τους δέρνει αναζητώντας νέα κανάλια έκφρασης, προχωρώντας, πίνοντας και συζητώντας. Στη διάρκεια της μέρας βέβαια ακολουθούν και άλλα καφεδιάσματα.
Το πρώτο πάντως καφέδιασμα χαρακτηρίζεται και ως initial(αρχικό), όπου γίνεται προσπάθεια για ενεργοποίηση των εγερτήριων μηχανισμών.
Σημείωση: Το πρώτο καφέδιασμα στις υπηρεσίες αυτές δεν είναι απαραίτητο να γίνεται πρωί, αφού σε πολλές υπηρεσίες υπάρχουν βάρδιες.

Η στάση απέναντι στο coffee therapy
Το coffee therapy για τους καφεπότες θεωρείται μια αγαπημένη συνήθεια, μια απόλαυση, απολύτως ενταγμένη στον τρόπο ζωής. Για τους αντικαφεπότες που πολλοί εξ αυτών είναι πρώην καφεπότες και πρώην καπνιστές που κάποτε έφαγαν τη φλασιά λόγω κάποιων προβλημάτων υγείας να τα κόψουν και τα δύο, το coffee “therapy” είναι μια εξάρτηση. Ωστόσο πολλοί εξ αυτών το έχουν αντικαταστήσει με άλλου είδους εξαρτήσεις, που δεν τις βλέπουν.

Γενικότερη χρήση του όρου
Γενικότερα ο όρος απαντάται και σε άλλες περιστάσεις επικοινωνίας, όπου εκεί ο καφές παίζει υποστηρικτικό λόγο ή πρόφαση για την υλοποίηση της συγκεκριμένης περίστασης (π.χ: ψήσιμο σχέσης). Πολλές φορές, σε τέτοιου είδους περιπτώσεις μπορεί να μην υπάρχει καν καφές στο τραπέζι, π.χ: λέμε να πάμε για coffee therapy με στόχο να μπιριμπιριδιάσουμε με φιλαράκια, και όταν έρθει η ώρα της παραγγελίας να πάρουμε άλλα πράγματα, αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να μη χρειαζόμαστε την αύξηση του επιπέδου της καφεΐνης. Αυτό μπορεί να συμβεί πιο συχνά τις βραδινές ώρες. Ωστόσο λέμε πως πάμε για cofee therapy γιατί έχει επικρατήσει από παλαιόθεν, που τα προϊόντα του καφενείου ήταν πιο καφεκεντρικά, να λέμε πως πάμε για καφέ, όταν θέλουμε να βρεθούμε με γνωστούς και φίλους σε καφετέρια. Με το διάβα του χρόνου, το ρεπερτόριο των προϊόντων στις καφετέριες διευρύνθηκε, ωστόσο η λογική για πρόσκληση για καφέ παρέμεινε.

Πρωί πρωί στην εργασία σε συγκεκριμένο εργασιακό χώρο σε κάποια δημόσια υπηρεσία. Ο τελευταίος από τους εργαζομένους του χώρου έχει έρθει πριν είκοσι λεπτά. Κάποιοι έχουν αρχίσει να σερφάρουν στο slang, άλλοι κοιτάνε τον καιρό στο meteo και κάποιοι επιλέγουν να διαβάσουν κάποια ξεκαρδιστικά ανέκδοτα που έχουν σκάσει στο mail τους (τα ανέκδοτα σκάσανε στο mail κάποιου απ' την ομάδα και αυτός τα προώθησε στους υπόλοιπους).
Οπότε σκάει σα σίφουνας ο οργανωτής της ομάδας.
- Ρε μαλάκες. Χαλάτε την πιάτσα. Το ξέρετε; Έχουμε τόση ώρα εδώ και αντί να πάμε για cofee therapy, καθόσαστε και δουλεύετε. Ε...σκλαβάκια !
- Μισό λεπτό ρε φίλε να τελειώσουμε με τα ανέκδοτα και φύγαμε.

Μια κούπα την ημέρα το γιατρό τον κάνει πέρα (από GATZMAN, 16/07/08)Πιο extreme γεύση για να θεραπευτεί η ανία (από GATZMAN, 16/07/08)Η βάση του coffee therapy! Το φάρμακο αδέλφια (από GATZMAN, 16/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμερικανική έκφραση, ιδιαίτερα δημοφιλής στους κύκλους των φοιτητών, οι οποίοι φημίζονται για τα ιδιαίτερα «άγρια» πάρτυ τους στα διάφορα κολλέγεια και αδελφότητες.

Η φράση περιγράφει εν συντομία την επίδραση της γενναίας κατανάλωσης μπύρας (αν μπορεί να χαρακτηρισθεί μπύρα ο Αμερικάνικος νερουλιασμένος ζύθος), στην υφή του προϊόντος κενώσεων της επόμενης ημέρας.
Κοινώς, η μορφή των σκατών του υπερ-καταναλωτή μπύρας η οποία μοιάζει με λάσπη. Το πρώτο συνθετικό αναφέρεται στην μπύρα Budweiser (ουδεμία σχέση με το ομώνυμο και σαφώς ανώτερο Τσέχικο προϊόν), η οποία είναι γνωστή ως Bud.

Προφανώς, το πρακτικό αποτέλεσμα είναι το ίδιο με οποιονδήποτε ζύθο, πλην όμως η έκφρασις θα έχανε το ομοικατάληκτον και την κωμική της ιδιότητα εάν φερ' ειπείν κυκλοφορούσε ως «Heineken Mud».

Χωρίς να θέλει να προδικάσει, ο καταχωριστής είναι σχεδόν βέβαιος ότι οι άρρενες που διαβάζουν το παρόν, χαμογελούν ενθυμούμενοι ηρωϊκές ημέρες Bud Mud στη ζωή τους...

- Τι έγινε ρε Μήτσο; Κομμένο σε βλέπω...
- Άσ 'τα, χθες είχε beach party και κατέβασα καμιά 20αρια λίτρα μπύρα.
- Τι λες ρε συ! και δε σε τρέχανε στα επείγοντα;
- Όχι, αλλά σήμερα όλη μέρα είχα ενσωματωθεί στη λεκάνη... Το απόλυτο Bud Mud σου λέω...

(από Desperado, 20/07/08)(από Desperado, 20/07/08)

Βλ. και μπεκροχέσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα μπορούσε να είναι ένα λικέρ Μεταξάς με γεύση λεμόνι (citron στα γαλλικά είναι το λεμόνι), αλλά είναι απλώς ατάκα από ανέκδοτο, όπου ο Βλάχος πάει από το χωριό στην πόλη κι όταν το γκαρσόν του προτείνει «Μεταξάς;», ο Βλάχος το ερμηνεύει ως «Με τα ξας; = Μου τα ξύνεις;» κι απαντά «Γιατί; Ση τρών'; = Σε τρώνε;». Με αποτέλεσμα να έρθει το λικέρ Μεταξάς Citron. Σε καλό μας, ευθυμήσαμε πάλι. Τέσπα, η φράση δηλώνει καταστάσεις δυοξύνης και ξυσαρχιδισμού ή εναλλακτικώς Βλάχων.

Μεταξάς Σιτρόν είμαστε πάλι μέχρι να βγει η διεθνής οικονομία απ' την μπίχλα!...

Προυσ\'χή στς ιοί! (από knasos, 16/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εντελώς μεθυσμένος, κουνουπίδι, κουρούμπελο, φέτες, και λοιπά.

Η φράση είναι βέβαια τουρκική (bir duvar benim, bir duvar senin) και σημαίνει κατά λέξη «ένας τοίχος δικός μου, ένας τοίχος δικός σου». Στην Τουρκία, λέγεται καμιά φορά και ανάποδα (bir duvar senin, bir duvar benim), αλλά το ίδιο είναι.

Αν και δεν της φαίνεται εκ πρώτης όψεως, είναι παραστατικότατη έκφραση: Έχεις δύο μπεκρήδες, τύφλα στο μεθύσι, να βγαίνουν παραπατώντας απ' το καπηλειό. Πιθανότατα δεν θυμούνται πώς πάνε σπίτι, και σίγουρα δεν βλέπουν πού πατάνε. Έτσι λοιπόν, για να μη χαθούν αφενός, και για να κρατήσουν ισορροπία και να μη φάνε τα μούτρα τους στο σοκάκι αφετέρου, πιάνει ο καθένας από 'να τοίχο - ο ένας δεξιά ο άλλος αριστερά - και πηγαίνουν. Γαμάτο;

  1. Κυριολεξία:
    - Ρε τι γαμάτα που περάσαμε, ρε Μπάμπη! Σ' αγαπάω, ρε φίλε!
    - Κι εγώ σ' αγαπάω, ρε Μήτσο!
    - Πάμε να τα πιούμε και πιο κάτω, ρε Μπάμπη;
    - Δεν μπορώ ρε μαάκα Μήτσο, δεν την παλεύω λέμε, έχω πιει τον κώλο μου!
    - Ε πάμε σπίτι μου, ρε Μπάμπη, να σκάσουμε κάνα γάρο!
    - Και κατά πού είναι το σπίτι σου, ρε Μήτσο;
    - Δεν ξέρω ρε μαάκα Μπάμπη, πάμε και βλέπουμε!
    - Ρε μαάκα Μήτσο, θα πέσω κάτω ρε μαάκα, θα φάω καμιά σαβούρα!
    - Ε, μπιρ ντουβάρ μπενίμ, μπιρ ντουβάρ σενίν, κάπου θα φτάσουμε!
    - Σ' αγαπάω ρε Μήτσο! (σνιφ) Σπαθί ξηγιέσαι!
    - Κι εγώ σ' αγαπάω ρε Μπάμπη! (σνιφ) Καρντάσι! (ΝΤΟΥΠ)
    (πέφτουν)

  2. Μεταφορά:
    - Φίλε, κλάσαμε στο γέλιο χτες. Βγήκαμε με τον Κώστα, κι αυτός δεν το 'χει το αλκοόλ, την ακούει με τη μία. Τον αγκαζάρει, λοιπόν, ο Πέτρος και τον πλακώνει στα σφηνάκια και στις κανάτες και τον κάνει μπιρ ντουβάρ μπενίμ, μπιρ ντουβάρ σενίν. Πήγαινε βάρκα γιαλό, γέλαγε σα μαλάκας, την έπεφτε σε ό,τι πέρναγε...
    - Και στη Σούλα;!
    - Και στη Σούλα! Και στο τέλος έφαγε μια χύμα και σωριάστηκε μες στο μαγαζί και τον πήρε ο ύπνος ρε φίλε!
    - Άντε ρε μαλάκα!
    - Ναι ρε σου λέω, πήγαμε να τον σηκώσουμε κι αυτός ροχάλιζε!
    - Τελέρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραπέμπει στο ζαμπόν, όταν μιλάμε για κυριλέ πρεζάκια.

Τον είδες τον μαλάκα; Πάλι λε μπον ήταν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πίνω πάρα πολύ. Πίνω τον Βόσπορο. Αγγλιά («to drink one's weight») που ακούγεται στον ύμνο των James «Getting away with it».

Είναι γερό ποτήρι, σου λέω. Κάθε βράδι γυρίζει τα μπαρ της Λεωφόρου Νίκης και πίνει το βάρος του.

Στο 2:42 (από allivegp, 15/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά λέξη μετάφραση του αγγλικού «what's your poison» που στην ουσία ρωτά «με τι φτιάχνεσαι;», «με τι την βρίσκεις;», «ποιο το κόλλημά σου;».

Αν κι αναφέρεται κυρίως σε ξίδια, ουσίες και βίτσια, έχει φτάσει να κυκλοφορεί από και καλά αλάνια μπάρμεν, ίσως, γιατρούς και νταβατζήδες με πολλά κονέ, μέχρι το πληκτρολόγιο κάθε βιαστικής ντεμέκ άνετης και περπατημένης νετο-γιαλόμας, όταν βολιδοσκοπεί τα όποια γούστα του εκάστοτε συζητητή.

To γνωστό αναντάμ παπαντάμ απ' τον Titus Lucretius Carus: Ut quod ali cibus est aliis fuat acre venenum πως «ό,τι αποτελεί τροφή για κάποιον, αποτελεί πικρό δηλητήριο για κάποιον άλλον», μοιάζει να ανάγεται από μια υπερανεκτική κοινωνία, σχεδόν χαριτωμένα και τελείως απενοχοποιητικά, σε αήθη κατανάλωση (ο πελάτης έχει πάντα δίκιο) οποιουδήποτε προϊόντος ή υπηρεσίας (όλα εμπορεύματα προς πώληση, για να κινηθεί με το νταλαβέρι η Αγορά).

Υπονοείται προφανέστατα, πως καθένας έχει τουλάχιστον από ένα, που στην τελική τον χαρακτηρίζει μονοδιάστατα, τουλάχιστον σ' όποιον ρωτά.

1.
-Η μόνη απορία πλέον είναι ποιο είναι το δηλητήριο σου πρωί - πρωί. Ουίσκι; Βότκα; Ρούμι; Τσίπουρο; Ποιο; -Όλα ρε, σε σφηνάκι.

2.
Λοιπόν, ποιο είναι το δηλητήριό σου απόψε; Τι είναι αυτό που σε βοηθά να κρύψεις αυτό που τα μάτια σου προσπαθούν να προδώσουν; Τι είναι αυτό που σου δίνει ενέργεια να χορεύεις όλο το βράδυ, αυτό που σε κάνει να δείχνεις όμορφη, ευχάριστη κι ενδιαφέρουσα; Τι έχει κάνει όλα τα μάτια να καρφωθούν πάνω σου; Είναι μήπως αυτό που βρίσκεται μέσα στο ποτήρι σου, που έχει γεμίσει κι αδειάσει ήδη τρεις φορές; Είναι η μουσική που έχει πλέον γίνει ένα με τους παλμούς της καρδιά σου, τα φώτα που έχουν κάνει τα πάντα γύρω σου να εξαφανιστούν κι αισθάνεσαι σα να έχεις μεταφερθεί ολομόναχη σ' έναν πύρινο πλανήτη;

(όλα απ' το δίχτυ)

Δες και δηλητήριο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διαδικασία pot-σης κατά την οποία δύο ή περισσότεροι pot-ες είναι συνδεδεμένοι με κάμερα μέσω διαδικτύου και πίνουν χόρτο. Η φράση αυτή έχει ως γλωσσική βάση της τον όρο cyber sex.

Cyber pot βέβαια, να πίνουν μόνοι τους, οπότε μπαίνουν on-line και πίνουν με φίλους τους από άλλες πόλεις ή χώρες. Το σωστό cyber pot προϋποθέτει όσοι είναι on camera να πίνουν. Ε, τι; μισές δουλειές θα κάνουμε;

- Ήμουν χθες Skype και μιλούσα με την Inga, τη φίλη μου από τη Σουηδία. Δυο ώρες κάναμε cyber pot, λιώσαμε!
- Α, δηλαδή πάθατε υπερχόρτωση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γραμμάριο, ως μονάδα μέτρησης πρωτίστως σκονών. Βέβαια, αν η πρέζα έδινε φτερά, τότε τα πρεζόνια θα 'ταν νυχτερίδες.

-Πόσο; -Ένα τζι. -Αχ, το τζι το φτερωτό...

(από Vrastaman, 08/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified