Ελλειπτική και εύγλωττη έκφραση που με την κατά περίπτωση χρήση συνδέσμων, προθέσεων ή αριθμών μπορεί να σημαίνει:

1) γαμάω κάποιον

(συχνά με διάθεση τιμωρίας, εκμετάλλευσης ή εξευτελισμού, αλλά όχι μόνο).
Προέρχεται από το 'περνώ μια στρώση χρώματος ή άλλου υλικού σε μια επιφάνεια' (π.χ. "είναι κάτι γκόμενες που λες αυτή τώρα από οικοδομή έχει περάσει κ της πέρασε ένα χέρι τα μούτρα ο σοβατζής με τη μπατανόβουρτσα;").

Συνώνυμα: Περνώ ένα χέρι πούτσο, πηδάω.

  • ♪♫ Σαν αγάς μες την αυλή
    Όπως θέλεις γλέντησε
    Και την κόρη του Βαλή
    Δέκα χέρια πέρασε ♪♫

Το Αρχοντόπουλο, Ποίηση: Γεώργιος Σουρής, Μουσική-Ερμηνεία: Θανάσης Γκαϊφύλλιας. Δίσκος: Ατέλειωτη Εκδρομή 1975

  • -Νίκος Νικολόπουλος: Η μη επίτευξη συμφωνίας θα σήμαινε αυτομάτως την διάλυση της χώρας μας
    -γρήγορα παίρνεις στροφές, σου πήρε 5,5 χρόνια αλλα το κατάλαβες γέροντα
    -γι αυτο στηθηκατε στα τεσσερα και σας περασε απο ενα χερι ολη η ευρωπη συντροφε?? (εδώ)

  • "την φόρτωσα, την πήγα σπίτι, την πέρασα ένα χέρι επιτόπου κι άλλο ένα το πρωί πριν φύγει" (κατούρα κ λίγο). (παράδειγμα του jesus)

2) επιμελούμαι, διορθώνω, ελέγχω

περνάω τελευταίο χέρι στο κείμενο για να το παραδώσω.

Συνώνυμα: τσεκεράου, τσεκάρω / καρατσεκάρω

3) μπορώ, έχω δυνατότητα

ευχαρίστως να το κάνω αν περνάει απ΄το χέρι μου

4) αναλαμβάνω μιαν ευθύνη ή αρμοδιότητα που πρώτα την είχε άλλος

Το μεγαλύτερο ανοιχτό οικονομικό ζήτημα της χώρας, το ασφαλιστικό, περνάει στα χέρια του ΠΑΥΛΟΥ ΧΑΪΚΑΛΗ! #tizoume (εδώ)

5) Αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος, δικαιοδοσίας

  • ΒΟΜΒΑ!! Μεγάλο κανάλι περνάει σε άλλα χέρια!! (εδώ

  • Τώρα το μέλλον περνάει από τα χέρια του λαού. Δημοψήφισμα 5 Ιουλίου λοιπόν. (εδώ)

Στις πρώτες δύο οριζόμενες σημασίες, υποχρεωτικά ασυναίρετο το ρήμα.

Κάποια σχόλια αναφέρονται σε παλιότερη μορφή του ορισμού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφερόμαστε κυρίως στην κατίνα και στα ζωηρά μαλακιστήρια.

- Πού βρήκες αυτό το πυροβολημένο ρε; Δεν λέει να βάλει τον κώλο του κάτω.
- Άσε άσε. Έχουμε μπλέξει με το άτομο. Είναι σιγανοπαπαδιά.

(από σφυρίζων, 03/03/15)(από σφυρίζων, 03/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που έχει συνδεθεί με σεξουαλική δραστηριότητα (τον παίρνεις τον πέοντα). Όποτε και αναφερθεί σε συζήτηση με άλλη σημασία, τα πρόστυχα παρευρισκόμενα μυαλά αλαλιάζουν ή αναστατώνονται γενικότερα.

Συνήθως χρησιμοποιείται στο δεύτερο πρόσωπο και συνοδεύεται από τα εξής: από πίσω κι από μπρος, και γέρνεις, ολότελα, από πίσω κ.α.

Εκτός από την κυριολεκτική έννοια που δεν την απαντάμε συχνά, τον παίρνεις είναι γνωστή γείωση, ή, στην ερωτηματική μορφή, χρησιμοποιείται για να κομπλάρουμε, να προσβάλλουμε ή να χρεώσουμε κάποιον.

Παράλληλα, εκτός από την πρόστυχη έννοια, αναφέρεται από νυσταγμένους που «πάνε να πάρουν έναν υπνάκο» .

Βέβαια υπάρχει και το γνωστό άσμα «Πότε τον παίρνεις, πότε τον τρως, λίγος είναι ο μισθός» του Μπουγά.

  1. Ουυυυυααααααργγκχχχχ... Θα πάω να τον πάρω λιγάκι.

  2. - Καυλό η Ντίνα που σου γνώρισα ε;;
    - Α, καλά, εσύ αγόρι μου τον παίρνεις...

  3. συγκάτοικοι:
    -Τα 'παιξα λάθος και πρέπει να μου 'φυγε ένα πενηντάρικο παραπάνω στη ΔΕΗ.
    -Καλά ρε μαλά, τον παίρνεις; Τι θα τρώμε; Τρέχα γύρευε τώρα να σ' το δώσουν πίσω.

(από Khan, 30/04/14)

Δες και σχήμα γνωστού αγνώστου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παιγνιώδης και μπλεδίζουσα εκδοχή του πατροπαράδοτου σάλτα και γαμήσου.

Πεοτείνω ότι προέκυψε από ιντερνετικές φλογομαχίες ελέω αυτομάτων διορθωτών κειμένων που δεν αναγνωρίζουν την λέξη «σάλτα» και την γυρίζουν σε «σάλτσα».

1. Μιλάς εσυ για αποτυχία κουκλιτσα μου(τροπος του λεγειν δηλαδη κάτι απο το κόμπλεξ σου έχουμε καταλάβει όλη πως θα ειναι η μουρη σου) ΕΣΥ;; Που όλην την ημέρα κραζεις διάσημες όμορφες γυναικες στο YouTube!!! Τραβα με καναν ζιγκολο κοπέλα μου να σου φύγει η κάψα γιατι μας έχεις σπάσει τα παπαρια. Σε 4 βίντεο σε έχω δει ΜΌΝΟ ΣΗΜΕΡΑ. ΣΑΛΤΣΑ ΚΑΙ ΓΑΜΗΣΟΥ

2. kai h Xrysh Aygh file masoniki einai. giafto saltsa kai gamisu kai dagkwto KKE antepi8esi lae!

3.Με την μακαρονάδα α λα Πουτανέσκα ταιριάζει η σάλτσα και γαμήσου!

Linguine alla puttanesca με σάλτσα και γαμήσου (από Khan, 11/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από φόρουμ στο νέτι: «Δράττομαι της ευκαιρίας και μιας που είναι περί αυνανισμού ο λόγος να πούμε και κανά ευτράπελο: Είμαι πολύ καλός εραστής διότι εξασκούμαι πολύ μόνος μου...! Εϊ, μην κατακρίνετε τον αυνανισμό... Είναι σεξ με κάποιον που αγαπάμε...! Το καλό με τον αυνανισμό είναι ότι δεν χρειάζεται να είσαι κατάλληλα ντυμένος...! Ούτε να πας το χέρι σου για φαΐ και να συζητάς τα προβλήματά του...! Λένε ότι “αν πετύχει η μαλακία τύφλα νά ‘χει το γαμήσι!” χμμμ καλή η μαλακία αλλά με το γαμήσι γνωρίζεις (και) κόσμο...! Άσε που μειώνει τις πιθανότητες να μείνεις μόνος σου το Σαββατόβραδο...»

- Καλά φιλαράκι.. θα σας γαμήσουμε στο φιλικό, πέντε τεμάχια θα σας ρίξουμε!!
- Σιγά ρε, μη γαμάς τόσο πολύ, τράβα και καμιά παχιά, να φύγει η μαλακία από τον εγκέφαλο..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λαϊκιστί: της πουτάνας το κάγκελο.

-Γάμησέ τα. Χθες στο πάρτυ έγινε της επί χρήμασι εκδιδόμενης το κιγκλίδωμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση επιτατική της σημασίας της σεξουαλικής ορμής ή της οργής αυτού που μιλάει, κάτι σαν μονάδα μέτρησης του τιμωρητικού ή του επιμορφωτικού σεξ που αρμόζει στην περίσταση, λέμε τώρα. Ότι και καλά παίρνεις ανάποδες και σού 'ρχεται να γαμήσεις κάποιον για να τον τιμωρήσεις ή «για να μάθει», π.χ., για γκόμενα, να στρώσει και να μην κυκλοφορεί τόσο γκάβλα έξω και σε κολάζει ή, για άντρα, να συμπεριφέρεται καλύτερα γιατί γάμησες εσύ τέτοια τσογλάνια και θα του κόψεις τ' αρχίδια και θα του τα δώσεις να τα φάει. Σκληρός.

Γίνεται ευδιάκριτη, κύριε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατε, σύντροφε Κομισάριε και αχαρτογράφητοι φίλοι μας, η φαλλοκρατική εσάνς του λήμματος, διότι, άλλωστε, η φαλλοκρατία είναι ο νέος ρατσισμός στο μέτρο και το βαθμό που το ροζ είναι το νέο μπλε. Δώσε πόνο.

Με επήρεια από το «ένα χέρι ξύλο» ή δανεισμένο από το λεξιλόγιο της μαστοράντζας, συνήθως το ρίχνουμε ή το περνάμε, όπως περνάμε ένα-δυο χέρια μπογιά.

Δεν το έχω ακούσει να λέγεται «μπούτσο», αλλά «πούτσο», ακόμα και στη Βόρεια Ελλάδα, ακόμα και στην περίπτωση που τονίζεται το αρχικό σύμφωνο.

Η τυχόν κυριολεκτική εφαρμογή του χεριού θέλει προσοχή διότι τα εργατικά ατυχήματα καραδοκούν.

  1. Από εδώ:

Κάθε μπαλκόνι και μια αποσύνθεση του γούστου της οικοδέσποινας.Η ταμπέλα στην είσοδο της πολυκατοικίας λείπει «Ο Ρ Ε Ν» να αναβοσβήνει παρακαλώ, να έρθει ο νταλικέρης, ο μετανάστης, ο εργάτης να την περάσουν ένα χέρι πούτσο.

  1. Από εδώ:

ena xeri ... poutso tha exoun faei apo ton efraim gia na pigenoun kai na zhtokravgazoun ekei

  1. Από εδώ:

ama se paroume oloi 8a psifisoume alla tora pou se perasane oi arapides 2 xeria poutso asto kalitera

  1. Από εδώ:

Φαίνεται οτι δεν φάγατε το βρωμόξυλό σας τις προάλλες στην Ομόνοια και είστε καβλωμένες για κάνα χέρι ξύλο και δέκα χέρια πούτσο...χαχαχαχα

  1. Από εδώ:

an me ksipnouse emena etsi tha tin travousa k ena xeri poutso !!kommataraa

Got a better definition? Add it!

Published

Κλασικό κράξιμο σε βάρος γκέηδων ή θηλυπρεπών αγοριών.

Αποδίδεται σε παλαιό στρατιωτικό καψόνι (που παίζει να είναι και αστικός μύθος) όπου σαδιστές καραβανάδες ή / και λέουρες εξανάγκαζαν ύποπτες ψαρούκλες να κλάσουν μέσα σε ένα ταψί με αλεύρι ή στάχτη. Βάσει της διαμέτρου του κρατήρα προέκυπτε επιστημονικά το κατά πόσο η αγορίνα την έκαιγε τη βάτα.

Εναλλακτικά: το τεστ με το ταψί και τη στάχτη.

- Ή έκφραση μακριά από τον κώλο μου κι όπου θες χώσου! ξεκινάει, ίσως από την παροιμία: όξω ψωλή, άπ' τον κώλο μου, κι ας πάει στή μάνα μου! Οι πειραχτικές εκφράσεις: φέρτε το ταψί με τ' αλεύρι! (ή - τη στάχτη!) - κ α ί - φέρτε το κωλόμετρο! δεν χρειάζονται ιδιαίτερες επεξηγήσεις...
(Ηλίας Πετρόπουλος, «Το Μπουρδέλο»)

- [Βράστα] Αγνοώ τα εσώψυχα του και φυσικά δεν τού έχω κάνει το παροιμιώδες τεστ με το ταψί και την στάχτη. Φρονώ όμως ότι έχεις πέσει εντελώς μα εντελώς έξω «ὡσαναφορά» τον προσανατολισμό του. - [J.B.] ΥΓ το τεστ με το ταψί και τη στάχτη τι είναι;
- [Χεσούς] ο κλασσικός αστικός μύθος για το στρατό: σου βάζουν στάχτη σ' ένα ταψί κ κλάνεις από πάνω. απ' τη λακκουβίτσα που κάνεις καταλαβαίνουν άν τον παίρνεις ;)
(εδώ)

(από Vrastaman, 13/02/12)(από vanias, 21/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηριστική ύβρις που υπονοεί ότι ο κώλος του συνδιαλεγομένου μας είναι τόσο φαρδύς μετά από αλλεπάλληλες παθητικές σεξουαλικές συνευρέσεις, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακόμα και από τα συμπαθή τρωκτικά σαν φωλιά.

- Της θειάς σου...
- Τι είπες ρε;
- Άντε ρε, πιάνει ο κώλος σου ποντίκια;

Παράδειγμα όπως εκφέρεται από κακεντρεχή ενάντια στον Εθνικό μας Σταρ.

(από ioannios, 26/10/11)

Βλ. και τρωκτικό σεξ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έμμετρος και ποιητικός τρόπος για ν’ αποκαλέσεις τον άλλο πούστη. Ερανισμένο από την α-χτύ-πη-τη Ανθολογία νεοελληνικής αθυροστομίας της Μαρίας Κουκουλέ.

-Τι φιλήδονες χειλάρες που έχεις γλυκέ μου!
-Ίσα μωρή χαμούρα! Από τον κώλο φαίνεσαι πως αγαπάς τα σύκα.

πρβλ. συκιά, τσαπέλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified