Further tags

Καμία σχέση με νήπια που πάσχουν από την νόσο Creutzfeld-Jacobs-Suchard.

Τρελά μωρά αποκαλούνται κυρίως:

Αγγλιστί: hot babe.

- Τρελό μωρό από Βραζιλία διδάσκει χορό!!!!!! ΑΓΟΡΙΑ ΚΡΑΤΗΘΕΙΤΕ!!!!
(εδώ)

- Τρελά μωρά μας δείχνουν τά... οπίσθια τους!!!
(εδώ)

- ΠΑΤΡΙΚ Ο ΕΧΕΜΥΘΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΡΕΛΟ ΜΩΡΟ;
(εδώ)

- Το τρελό μωρο λεγεται Μuddy το Τρελό Μωρο. Ειναι 3 μηνων γατακι φοβερα χουρχουρω γεματη ορεξη για παιχνίδι και μιαουλισμα, τρεχει σα τρελο για χαδια..
(εδώ)

Τέρας λογικής... (από HODJAS, 19/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία που προκύπτει από τη παραφθορά της λέξης κουλούρι για να δηλώσει τον ανδρικό ή γυναικείο πρωκτό. Δεν πρέπει να προκαλεί καμία έκπληξη δεδομένου του σχήματος του κουλουριού (στρογγυλό με τρύπα στη μέση) αλλά και της ίδιας της υπόστασης του ως διατροφικό προϊόν, δηλαδή ενός εξαιρετικά δημοφιλούς εδέσματος που όλοι σπεύδουν να το ζητήσουν και να το καταναλώσουν. Σημειωτέον πως το κωλούρι είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στο ανδρικό κοινό, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως δεν χαίρει εκτίμησης και από το γυναικείο.

Για λόγους υγείας και υγιεινής, το κωλούρι είναι καλύτερο σκέτο, δηλαδή χωρίς γέμιση. Αν και αυτό πάλι είναι θέμα καθαρά γούστου και -πάνω απ' όλα- βίτσιου.

- Τι είναι αυτό που θα σας κάνει να θέλετε να συζητήσετε με μια κοπέλα; κ ποιο χαρακτηριστικό είναι αυτό που σας κάνει να την γουστάρετε τρελά; πάντα ήθελα να μάθω...

- Το σπίτι που μένει και σε ποιά περιοχή, το αυτοκίνητο που οδηγεί, το ρολόι π
που φοράει, αν έχει δικιά της επιχείρηση και αν δίνει κωλούρι. (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση συνώνυμη σε σημασία με τις εκφράσεις στ' αρχίδια μου, να τ' άστρα να κι η γλάστρα και λοιπές εκφράσεις σταρχιδισμού και περιφρόνησης προς ανθρώπους και καταστάσεις. Σε άλλες περιπτώσεις, η έκφραση χρησιμοποιείται από τον ομιλητή για να δηλώσει πως ο ίδιος δεν μασάει τ' αρχίδια του και δεν κολλάει πουθενά, ασχέτως με το πόσο δύσκολα ή στριμόκωλα είναι τα πράγματα.

Η άμεση καταγωγή της έκφρασης ανάγεται στους στίχους του κλασικού πλέον άσματος των Tsopanarave -ως προς την άμεση διατύπωση της και την μετέπειτα υιοθέτηση στον προφορικό λόγο των χρηστών- αλλά και από την ίδια την εικονογραφημένη πορεία του γνωστού σουπερήρωα των Marvel Comics, ο οποίος από τη πρώτη στιγμή της εμφάνισης του δεν έπαψε να τα κάνει όλα λίμπα στο πέρασμα του, μιας και δεν υπήρχε κανένας για να τον σταματήσει, αλλά ούτε και για να τα βάλει μαζί του. Αλωνίζει ελεύθερα και γουστάρει, δεν δίνει δεκάρα για τίποτα και κανέναν και ότι χουνέρι και να του στήσουν, ανταπεξέρχεται και με το παραπάνω. Και όποιος δεν γουστάρει, δικό του πρόβλημα.

Ασίστ: Τζίζα

  1. Γεια σας. Είπα κι εγώ Αντί να γράψω στο φόρουμ ότι ο τύπος είναι ένας κάκιστος μίμος του Βασίλη , ότι λέει ΄΄ότι να ναι ΄΄ και το βαφτίζει τέχνη με το μίζερο αυτό τρόπο , ΝΑ ΤΟ ΔΕΙΞΩ ΜΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΑΚΙ ΜΟΥ. Κι εσείς πέσατε να με φάτε. Καλό του έκανα στο κάτω -κάτω της γραφής ΔΙΑΦΗΜΗΣΗ. Το λέει κι ο ίδιος.. Δεν έχω τίποτα προσωπικό μαζί του. ΕΧΩ μ όλους αυτούς τους ανεκδιήγητους που λυμαίνονται το χώρο του τραγουδιού, και όχι μόνο , με τη μιζέρια τους και την ψευτοκουλτούρα τους. ΕΧΩ μ΄εσάς που τους ανέχεστε και τους βαφτίζετε ΄΄καλλιτέχνες΄΄και τους στηρίζετε… ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΑΣ. ΑΛΛΑ ΕΧΟΥΜΕ ΚΙ ΕΜΕΙΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΣΑΣ ΚΑΝΙΒΑΛΙΖΟΥΜΕ. Δεν έχω τύψεις λοιπόν φίλοι μου. Προσπαθώ να διασκεδάσω με τα κείμενα και τα βιντεάκια μου αυτά τα κατασκευάσματα. Αντιδρώ , προσπαθώ να αντισταθώ στη μιζέρια σας… ΓΙΑΤΙ ΕΙΜΑΙ Ο ΧΟΥΛΚ. (Εδώ)

  2. Μετέφερα τον προβληματισμό ενός φίλου μου.Εννοείται πως εγώ δεν καταλαβαίνω από τέτοια γιατί είμαι ο Χουλκ! (Εκεί)

  3. Μη με καλοπιάνεις. Θα σε χτυπήσω κάτω αλύπητα. Σε περιφρονώ! Το όνειρό μου είναι να φτιάξω ένα σπίτι σε μια βουνοκορφή και να εργάζομαι από εκεί με δορυφορικό internet κι ας έχω απλό upload και μεγάλες χρεώσεις. Να γλιτώσω από το τρελοκομείο και να μην βλέπω άνθρωπο. Γιατί είμαι ο Χουλκ. (Πιο'κει)

(από jesus, 08/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Παιδικό χαρτοπαίγνιο, κατά το οποίον εκείνος που «βγαίνει» τελευταίος, χάνει και μουτζουρώνεται με φούμο από τα άλλα παιδιά. Βλ. και αναλογίες μουτζουρώματος = στιγματισμού εδώ (σχόλιο) και εδώ.

  2. Ο έχων μαυριδερή ή μουτζουρωμένη επιδερμίδα (π.χ. παιδικό ποίημα πέντε ποντικοί μουτζούροι κι άλλοι τρεις αλευρομούροι, μια φρεγάδα αρματώσαν και φακή την εφορτώσαν... κλπ, Ανθολόγιο Ο.Ε.Δ.Β. 1975), βλ. και καρβουνιάρης.

  3. Ή πιο μόρτικα «Μούτζουρας» ή «Καρβουνιάρης».

Λαϊκό σκώμμα έναντι του καταργηθέντος «απλού» λεγομένου τραίνου (δηλ. όχι ταχεία – Intercity) του ΟΣΕ από Πειραιά ή Σιδηροδρομικό Σταθμό Αθηνών («Πελοποννήσου») προς Πελοπόννησο και από Σταθμό Αθηνών («Λαρίσης») προς Βόρεια Ελλάδα και εξωτερικό.

Αποτελούσε παλιό χαρακτηρισμό του ατμήλατου τραινακίου του Πηλίου (1882) και του καρβουνοκίνητου τραίνου του ΣΠΑΠ (Σιδηρόδρομος Αθηνών – Πειραιώς – Πελοποννήσου 1882), λόγω της μουτζούρας που εξέπεμπε στη μάπα των επιβατών η μηχανή, αλλά ο όρος χρησιμοποιήθηκε μέχρι πρόσφατα.

Τα τελευταία 50 χρόνια τουλάχιστον, οι τραινοκίνητες εμπορικές και επιβατικές μετακινήσεις ανά την Ελλάδα γίνονταν με ντηζελομηχανές, ωστόσο, δεν είναι μηχανικός ο λόγος που συνέχισε να αποκαλείται έτσι το τραινάκι επί πάνω από έναν αιώνα.

(Παρατίθεται απόσπασμα από την συλλογή του Ελισσαίου Οδίτη «Ανάξιον Εστί» alias «Πάρε ΚΤΕΛ»):

[i]Α. Ήταν οι Καθυστερήσεις[/i]

Α.1
Η ποτροκαλί ντηζελομηχανή του Μούτζουρα πάθαινε κλακάζ (όχι που δε θα χάλαγε) και περίμενες να έρθει άλλη να την αντικαταστήσει και να συνδεθεί με τον συρμό από άλλον Σιδηροδρομικό Σταθμό (στου διαόλου το ξεσταύρι).

Α.2
Σε πολλά σημεία για διάφορους λόγους, η γραμμή είναι μονή (από τον Τρικούπη μέχρι σήμερα), οπότε το ένα τραίνο πρέπει να περιμένει να διέλθει το άλλο από την αντίθετη κατεύθυνση, για να μην προκληθεί σύγκρουση (!)

Α.3
Ιδίως όταν εισήχθη το και καλά Intercity (σιγά τα σίτια που είναι και ίντερ), δεδομένου ότι δεν ήταν καθόλου ταχύτερο, ούτε είχε μεγαλύτερη ιπποδύναμη, απλά ήταν λίγο καθαρότερο, νεότερα τα βαγόνια και δεν επιτρέπονταν κότες εν ζωή και νταμιτζάνες με λάδια-ξίδια-κοκκινέλι και το οποίο υποτίθεται ότι θα έκανε 2-3 στάσεις ανά κατεύθυνση (Βόρεια & Νότια), έπαιρνε προτεραιότητα στους κόμβους έναντι του Μουτζούρη μας, αφού η εταιρεία είχε υποσχεθεί στους επιβάτες που πλήρωναν ακριβότερο εισιτήριο, γρηγορότερη άφιξη στον προορισμό τους (Αθήνα-Πάτρα 3 ώρες και Αθήνα-Θεσσαλονίκη 5 ώρες).

Αποτέλεσμα ήταν ο καημένος ο Μουτζούρης να σταματά κάθε τόσο και τελικώς να κάνει από 5-7 ώρες και από 8-11 αντιστοίχως μέχρι και το 2005 περίπου.
Βέβαια να τα λέμε όλα, η τιμή του Μουτζούρη ήταν η μισή του Intercity...

Στην πραγματικότητα όμως, το «γρήγορο» (Intercity) έκανε περίπου μια (1) ώρα λιγότερο από το «απλό» (Μούτζουρας), όπως αρέσκονταν να τα αποκαλούν οι κρατικοβυζαρπάχτρες ΟΣΕδες, που στράβωναν χαρακτηριστικά όταν ρωτούσες π.χ. πόσην ώρα κάνει ο Μουτζούρης από Σαλονίκη μέχρι Αλεξανδρούπολη και απαντούσαν με την στερεότυπη ξινίλα της ταύτισης εργαζομένου με το αφεντικό του «δεν υπάρχει Μουτζούρης κύριε» (εμένα μου λες);

[i]Β. Ήταν η Ταλαιπωρία[/i]

Πράγματι, στο Μούτζουρα συχνά δεν είχε ούτε να καθίσεις (προβλέπονταν και «θέσεις ορθίων» – αλλά με τιμή «καθιστού»!) και ειδικότερα:

Β1.
Στης Πελοποννήσου πολεμούσες να σταθείς – καθίσεις ανάμεσα στην αρβανιτιά με τα ξέχειλα δέματα, αερολογούντα φοιτητόνια, τους μπιχλώδεις και τσίπηδεςτουρίστες του Ίντερρεηλ (μπορεί να είχες και τα τυχερά σου όμως) που πηγαίνανε να πιάσουν το πλοίο για Πάτρα – Ιταλία έχοντας κάνει συνήθως το γύρο του τριγώνου των Βερμούδων (Δελφοί-Ολυμπία-Αθήνα) σέρνοντας χίλια τσουμπλέκια, ομιλητικούς (μέχρι να φάνε καναν Αη-Διονύση για να κοιμηθείς) Επτανήσιους και Αιτωλοακαρνάνες (που επιτέλους κατέβαιναν στο Ρίο), ως επί το πλείστον.

Ο Μούτζουρας ήταν σκατά κι απόσκατα (οι διπλές θέσεις ήταν στενές κι έτσι και σου κλήρωνε καμιά Τζίνα Βαρώνη να κάτσει από δίπλα, έφτανες με δισκοπάθεια στον προορισμό σου) και το Intercity ελάχιστα ταχύτερο ή (έστω) καθαρότερο...

Ειδικά για το τελευταίο, καίτοι υφίσταται από 1952 δίκτυο ΚΤΕΛ σε ολόκληρη την χώρα, οι εκλογείς των κατά τόπους δήμων και κοινοτήτων, πίεζαν τον βολευτή τους να σταματά το τραίνο «σε κάθε βρύση» (όπως χαρακτηριστικά λέγεται). Κατά συνέπεια, όχι μόνον ο Μούτζουρας, αλλά και η «ταχεία» της Πελοποννήσου, έκανε τόσες στάσεις (και ως εκ τούτου) τόσες ώρες να φτάσει σε κάθε προορισμό, όσες σχεδόν κι ο Μούτζουρας της Βόρειας Ελλάδας, καίτοι ούτε η πληθυσμιακή εξυπηρέτηση ούτε οι χιλιομετρικές αποστάσεις, συμπίπτουν.

Β2.
Στης Βόρειας Ελλάδας, το σκηνικό άλλαζε φύρδην): Μιλάμε για «Εξπρές του Μεσονυκτίου», τύφλα να’ χει το Ντιγιάρμπακιρ και το Νέο Δελχί μαζί (!)
Πάθαινες πολιτισμικό σοκ στα λεγόμενα «κουπέ» από το πλήθος των φαντάρων όλων των ειδικοτήτων για τα σύνορα (που ψοφολογούσαν ροχαλίζοντας αφού βγάζαν τα άρβυλά τους στερώντας σου τουλάχιστον 2 από τις 5 αισθήσεις), Σελτζούκοι, Πετσενέγοι, Κουμάνοι, Σκύθες, Πομάκοι κλπ για Θράκη και επέκεινα παραφυλούσαν όλη η οικογένεια έξω από τις τουαλέτες όταν ουρούσε θηλυκό μέλος της (ευρύτατης) οικογενείας, αλλοδαποί εργάτες που κάνανε commuting σε κοντινές ή μακρινές πόλεις για ένα μεροκόμματο, αλλοσούσουμοι Βαλκάνιοι που ανεβοκατέβαιναν προς και από τις πατρίδες τους ξαπλωμένοι χύμα χάμω, που τους πατούσες κυριολεκτικά για να περάσεις τον διάδρομο (!), τσιγγάνοι ή παρόμοιοι τύποι με άγνωστο (και στους ίδιους) προορισμό, λέτσοτουρίστες για το Μετέωρο βήμα του μοναχού, φοιτητές και λαθρόβιοι μπουζουκοπαίχτες που στήνανε αυτοσχέδιες κομπανίες για να περάσει η ώρα, πουράκλες και ετρούσκες στην ψαχτική, πρεζάκηδες, λαχανάδες κτλ άσ' τα να πάνε. Η ποικιλία της ανθρωπογεωγραφίας (και της μπίχλας) ήταν μεθυστική και για τον λόγο αυτό στην Μοναστηρίου λειτουργούσε πουργατόριο...

Το βαγκόν-λί (λέγε με «κυλικείο») όμως, καίτοι τίγκα στο ντουμάνι, είχε έναν εξαίρετο διάκοσμο στην οροφή (να το τσουρνέψανε από κανα Οριάν Εξπρές); Το Intercity ήταν σπέσιαλ κυρίλα και όντως ταχύτατο με 3-4 στάσεις όλες κι όλες.

Και ολ’ αυτά, για να πατικώσει η εταιρεία όσους περισσότερους επιβάτες χωρούσαν στα βαγόνια, μπας και ζημιώσει (που φάγανε τον αγλέουρα και το ρημάξανε το μαγαζί) με τη ναύλωση έξτρα συρμού, όπως κάνανε και με τα πλοία μέχρι το ρεζιλίκι του Σαμίνα...

[i]Γ. Ήταν και το κρύο[/i]

Γ.1
Κατ’ αρχάς να ξεκαθαρίσουμε ότι ο Μούτζουρας δεν είχε κανενός είδους κλιματισμό ή είχε αλλά δεν λειτουργούσε «προσωρινά» (λέει). Αν είχε ζέστη λιβάκωνες, ίδρωνες και βρωμούσες κι αν είχε κρύο έξυνες τον πάγο από το μούσι σου και τον έριχνες στη Μαργαρίτα. Μοντέρνα πράματα: οικολογία και φυσική επαφή με το περιβάλλον δηλαδή.

Γ.2
Αλλά και με την γεωγραφία, αφού όταν έπιανε Λάρισα το τραίνο νυχτιάτικα χειμώνα, καταλάβαινες αμέσως στο πετσί σου ότι είχε διαβεί τον Ρουβίκωνα μεταξύ Βορρά-Νότου.

Γ.3
Και με την ιστορία όμως έκλεινες ραντεβού: καμιά φορά το θέρος και ιδίως με καναν καύσωνα αναστενάρη, οι ασφάλειες των παραθύρων ήταν (σαδιστικά;) βιδωμένες, οι όρθιοι πολλοί, η ζέστη με την κολλώδη μπόχα ενιαίες, οι λιποθυμίες συχνές, οι καθυστερήσεις μεγάλες και η συμπεριφορά των ΟΣΕδων στις διαμαρτυρίες των επιβατών, σκαιά. Ξαναζούσες την Κατοχή και για πρώτη φορά κατανοούσες το δράμα της Υπολοχαγού Νατάσας, όταν την έστελναν στο Νταχάου (μόνο που αυτή ταξίδευε τσάμπα). Άλλωστε, στο ντεκόρ συνέβαλε και τόσο το γεγονός ότι το ένστολο προσωπικό θύμιζε Γερμαναράδες (τουλάχιστον όπως τους γνωρίσαμε ως κομπάρσους στις ταινίες της Χούντας δηλ. φωνακλάδες, αξούριστους, μαυροτσούκαλους, κακοκουρεμένους και σακκουλέδες) όσο και ότι τα πίσω βαγόνια των αποσκευών ήταν Γερμανικά του ’30. Άλλες εποχές και άλλες κάουφφεν!

Σημειωτέον, ότι μέχρι πριν κανα 2-3άρι χρόνια τα ίδια περίπου γίνονταν και στην Ιταλία με τον εθνικό της Muzzuri (Trenitalia), με την διαφορά ότι δεν είχε ξαπλωτούς στα πατώματα κι ότι οι εκεί (ομοίως αγενέστατοι) ΟΣΕδες ήσαν πιο καλοντυμένοι...

[i]Δ. Και ήταν κι ο Θάνατος[/i] (του Μουτζούρη)

Δ.1
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, πριν κανα πεντάρι χρόνια απεφάσισε η Ελλάδα ν’ αποσύρει τα μουτζουροτραίνα που την «διέσυραν» διεθνώς και να στρώσει σιγά-σιγά δίκτυο ηλεκτρικών σιδηροδρομικών γραμμών υψηλών ταχυτήτων (ΣΓΥΤ) ότι Ευρώπη κι έτσι, οπότε πάει κι ο Μουτζούρης... Δηλαδή μη φανταστείτε, βάλαμε κεί κανα-δυο τραινάκια της πλάκας σε προάστια και κοντινές πόλεις της Αθήνας και της Σαλονίκης, με άβολα καθίσματα για τους ταξιδιώτες (λες και πας μέχρι τα Πετράλωνα) κι από δω παν κι οι άλλοι.

Προς το παρόν διατηρείται το ντηζελοκίνητο Intercity ως «παλιό», μέχρι να εξαπλωθεί το νέο δίκτυο ηλεκτρικών συρμών – όπου και άμα εξαπλωθεί μετά το στραπάτσο της πτώχευσης (θυμίζει αυτήν του 1893 επί Τρικούπη που επένδυσε στην σιδηροδρομική ανάπτυξη της Ελλάδας).

Μόνο που το 1893 είχε και την ουρά του 1909, που επακολούθησε (λες;)

Δ.2
Πάντως, αν είχες κουράγιο (δηλ. ήσουν φιλοπερίεργος πιτσιρικάς) και δεν βιαζόσουν, ο Μούτζουρας ιδιαίτερα ο νυχτερινός, πέρα από τις ανωτέρω εγκύκλιες γνώσεις (εμείς κι ο κόσμος, φυσική, γεωγραφία, ιστορία κλπ) που σου προσέφερε, μπορούσε να αποδειχθεί και μια συναρπαστική εμπειρία, αφού έβγαζες γούστα (έκανες χάζι και γνώριζες αναγκαστικά διάφορες κουφές φυλές, παίζονταν κουβαρνταλίκια, τσιριμόνιες, τσαμπουκάδες, έρωτες, μπουζουκοκαταστάσεις και δε συμμαζεύεται μεταξύ αγνώστων, όσο διαρκούσε η διαδρομή – τουλάχιστον).

Δ.3
Κατά την εποχή της συνύπαρξης δυο ταχυτήτων (Μουτζούρης vs Intercity), ο πρώτος (λόγω τιμής) ήταν ένα αυθεντικά λαϊκό ελληνικό τραίνο και γι’ αυτό το προτιμούσαν άνθρωποι που δεν είχαν ή δεν ήθελαν να δώσουν έξτρα φράγκα για τις (αμφισβητούμενης ποιότητας) παροχές της ταχύτερης μετάβασης και την άνεσης που ευαγγελίζονταν το Intercity, αλλά και οι ρυθμοί ζωής ήταν ηπιότεροι.

Υπάρχουν τρεις τρόποι να εκτιμήσει κανείς τον Μουτζούρη: είτε ως πανάκριβη υπηρεσία για την «σχεδόν τσάμπα» τιμή του εισιτηρίου (βλ. σχόλια εδώ), είτε ως μια θεατρική παράσταση στην οποία συμμετείχε έναντι «συμβολικής συνδρομής», είτε η (λιγότερο ρομαντική) συμψηφιστική εκδοχή των ΟΣΕτζήδων «για τόσα που ’δωσες μη ζητάς τα πολλά-πολλά».

Σε κάθε περίπτωση όμως, όποιος δεν κατορθώνει να συμφιλιώσει την αθλιότητα με τα μεγαλεία του Μουτζούρη, γνωρίζει την Ελλάδα μέχρι το κατώφλι του.

Τέλος και τω Θεώ Δόξα...

Σ.Σ. Αφιερωμένο στον συνταξιδιώτη Μπετατζή.

- Πάω Σαλονίκη το τριήμερο, έρχεσαι;
- Πήγαμε! Μόνο που εγώ μπορώ να φύγω Σάββατο πρωί, έχω πολλή δουλειά την Παρασκευή.
- Καλά, τότε εγώ θα ξεκινήσω Παρασκευή βράδυ, θα κάνω μια βόλτα στην παραλία Σάββατο πρωί και τα λέμε το μεσημέρι που θα φτάσεις, ναι;
- Δε μου λες, με τί θα πας;
- Με το απλό τραίνο, μου ’πανε στον Σταθμό ότι κάνει 5 ώρες από Αθήνα.
- Ποιος, ο Μουτζούρης; Καλά άσε, τότε κι εγώ θα πάρω το Intercity και θα σε περιμένω στο καφενείο...

μουτζουρωμένο το γυαλί (από xalikoutis, 13/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που δηλώνει τη μετριότατη έως χάλια γκόμενα, τη λόου φακαμπίλιτυ, με την οποία ωστόσο κάνεις κονέ σε καιρούς αναβροχιάς.

Η κοπέλα αυτού του είδους μπορεί να συνδυάζει και πραγματικά αυτά τα τρία χαρακτηριστικά, αλλά δεν είναι απαραίτητο. Αρκεί να είναι μπάζο οριακής φακαμπίλιτυ και να αναγκάζεσαι να την πηδάς.

Αυτό που σε κάνει να τη μισείς ακόμα περισσότερο είναι ότι τη χρειάζεσαι προσωρινά (ένα «προσωρινά» που ελπίζεις να κρατήσει όσο πιο λίγο) και αυτή νομίζει ότι τη θέλεις για την ομορφιά της και σου τη βγαίνει με αξιώσεις «κανονικής» γκόμενας.

Ο όρος προέρχεται από το τραγούδι των Κατσιμιχαίων με τίτλο «Κορίτσια της συγγνώμης», που λέει σε κάποιο στίχο: «όπως οι γκρίζες οι κοπέλες που μ' αγάπησαν, κάτι χλωμές, κάτι χοντρούλες με γυαλιά».

Συνώνυμα (αν και σεσινεπασλάνγκ): α) απ' ολότελα καλή κι η Παναγιώταινα β) στην αναβροχιά καλό είν' και το χαλάζι.

- Τι έγινε ρε Στράτο; Τι προβοσκίδα είν' αυτή;
- Χέσ' τα, έχω να γαμήσω 8 μήνες!
- Γιατί δεν τα φτιάχνεις με την Ανθούλα που σε θέλει σαν τρελή; Κάνει για την περίπτωσή σου: χλωμή, χοντρούλα με γυαλιά!

(από Vrastaman, 14/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στον κλασικό μποντιμπιλντερά που έχει φάει τη ζωή του στα γυμναστήρια λιώνοντας στα βάρη, αποκτώντας αφενός μεν ένα σφριγηλό σώμα, αφετέρου δε, παραμένει ευαισθητούλης και λίγο φλωράκος.

Χαρακτηρισμός για τα άτομα που θεωρούνται προστάτες των φίλων τους στις δύσκολες στιγμές (καυγάδες) εξαιτίας της σωματοδομής τους, αλλά λόγω της ευαίσθητης φύσης τους -καρδιάς πατάτας- απογοητεύουν, με αποτέλεσμα να πέφτει αρακάς.

- Χθες μας τη πέσανε, σε μένα και τον Αλέξη, κάτι αλάνια να μας ψειρίσουν στην Αθήνα, άσε φάγαμε πακέτο μαλάκα..
- Ε πάλι καλά ρε, ήσουν με τη ντουλάπα ρε, τι να σου κάνουν...
- Ποια ντουλάπα ρε, ο Αλέξης με το που τους είδε έκανε κακάκια ρε.
- Καλά ρε, 10 χρόνια γυμναστήριο πήγανε κουβάς πάλι.

(Η ντουλάπα είναι στήθος μάρμαρο, καρδιά πατάτα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Σκατάς υπήρξε μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία στο Πειραιά για πολλά χρόνια.

Απέκτησε το παρατσούκλι αυτό από μια πολύμορφη βρωμερή μάζα που είχε στο κεφάλι του, ανακατεμένη με τα μαλλιά του (99% σκατά), καθιστώντας την παρουσία του στο κοινό ανυπόφορη.

Αποδίδεται σε αυτούς που έχουν μαλώσει με το σαπούνι και δεν πλένονται.

- Καλώς τον Νίκο. Τι λεέι ρε, τα νέα σου...
- Ασ' τα ρε, βγήκα χθες με τον Αλέξη, τον θυμάσαι από το γυμνάσιο;
- Ποιον ρε, αυτόν που είχε το μαλλί του Σκατά; χαχα!
- Ναι ρε αυτόν! Σου λέω δεν άλλαξε τίποτα, δεν έβαλε μυαλό, βρωμάει ο μαλάκας σαν ασβός και δε λέει να πλυθεί τόσα χρόνια.
- Ρόμπα ξεκούμπωτη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Σκύλλα και η Χάρυβδη ήταν δυο τέρατα της Ελληνικής μυθολογίας που εμφανίζονται στην Αργοναυτική εκστρατεία και στην Οδύσσεια. Ζούσαν σε κάποια στενά (η τοποθεσία δεν έχει διευκρινιστεί) και δυσκόλευαν θανάσιμα τους διερχόμενους ναυτικούς.

Σαν τέρατα που ήταν, αποκλείεται να ήταν όμορφα, γι' αυτό και σήμερα η έκφραση χρησιμοποιείται για να καταδείξει ότι δύο γκόμενες είναι κακάσχημες. Κάτι σαν την Πάτσα και τη Βούρα.

Μια άλλη έννοια είναι ότι πας από τη μια δυσκολία στην άλλη. Κάτι σαν το μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.

(Μεταξύ δυο καμακιών σε μπαρ)
Μπαζομάνια είναι σήμερα το μαγαζί, όλες είναι τίγκα στο κρέας. Πάμε να την πέσουμε σ' αυτές εκεί τις δύο; — Στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη ρε;; Εγώ είμαι πιο όμορφη γκόμενα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που αναφέρεται στην στυτική ικανότητα των φαλακρών, μεσόκοπων ανδρών, οι οποίοι ισχυρίζονται με αυτόν τον τρόπο ότι τα χρόνια που πέρασαν δεν έχουν επηρεάσει τις σεξουαλικές τους επιδόσεις (λέμε τώρα).

Σημείωση: α) Την συγκεκριμένη έκφραση καπηλεύονται (έτσι, για να αυτοπροβληθούν) και οι υπόλοιποι καράφλες που είναι αρκετά νεότεροι.

β) Το μόριο του διαβόλου ως αρχέτυπο στο συλλογικό λαϊκό ασυνείδητο θα πρέπει να είναι τουλάχιστον [μαλαπέρδα](http://www.slang.gr/lemma/244-malaperda) και να λειτουργεί σαν επαναληπτική καραμπίνα [τουλάστιχον](http://www.slang.gr/definition/5266-toulastixon) (δεν ξέρω μήπως είναι και σπονδυλωτό).

- Κάνε μπάντα ρε παππού που θες και κοκό.
- Κόψε ρε σπόρο που θα μου πεις εμένα... Δεν το ξέρεις το ρητό; Μαλλί καθόλου - ψωλή διαβόλου.
- Σιγά ρε Γκουσγκούνη, μας πήρανε τα φλόκια.

Πρόγονος Γκουσγκουνη (από perkins, 28/05/10)Σεϊζης (από perkins, 28/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια σημαντικότατη ιδιότητα που περιλαμβάνεται στο προφίλ του τέλειου άνδρα, του άνδρα του σωστού, μαζί με το αλαβάστρινο απολλώνιο κορμί, το εξαπάκετο, όπου η γκόμενα τρίβει πάνω του το τυρί για την μακαρονάδα, και το θεληματικό πηγούνι.

Πάσα: Χότζας, ένα είναι το σλανγκρ, και ο Χότζας ο προφήτης του!

Γνωρίζεις τον γκόμενο της ζωής σου στο Facebook. Η φωτογραφία τα λέει όλα. Νέος, ωραίος, ψηλός, αρρενωπός, θεληματικό τσουτσούνι, φέτες οι κοιλιακοί. Σου ζητάει το MSN σου για να κάνετε chat. Εσύ μην ξέροντας τι είναι το MSN αναρωτιέσαι αν αυτό είναι το πολυτιμότερο πράγμα που έχεις και αν πρέπει να το δώσεις.

Ρίτα Σακελλαρίου: Νέος, ωραίος, πράσινα μάτια... (από HODJAS, 29/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified