Selected tags

Further tags

Κατάρα μεταξύ αρσενικών που συνδυάζει το μύθο του βασιλιά Μίδα με το άκρον άωτον του ερωτικού ξενερώματος. Όπως ο βάτραχος που μ' ένα φιλί γίνεται ακαριαία πρίγκηπας (αλλά με την αντίστροφη έννοια), έτσι, όταν το χαμούρεμα προχωρά γλυκά γλυκά, το χέρι εγκαταλείπει τα βυζάκια και γλιστράει προς τα κάτω και ο πούτσος μεγαλώνει και σκληραίνει, τη στιγμή λοιπόν που το χέρι έχει συρθεί μέσα από το γκαζόν και τα δάχτυλα αγγίζουν τα μουνόχειλα και ετοιμάζονται ν' ανοίξουν τις πύλες του παραδείσου, τσακ! το μουνί μετατρέπεται σε πούτσα και η γκόμενα σε Μήτσο, δασύτριχο και μάλιστα γκαβλωμένο. Το αιφνίδιον και απεχθές της μεταμορφώσεως παραπέμπουν σε ταινία του Στήβεν Κινγκ.

Κατάρα κατάλληλη και για λεσβίες.

-Κοίτα ρε το φλώρο με τι μουνάρες που κυκλοφορεί, θα τρελαθώ ρε πούστη μου, μα τι του βρίσκουν του μαλάκα που μουνί να πιάνει πούτσα να γίνεται;

Κάπως έτσι δλδ... (από joe909, 01/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που ξεπηδάει μέσα από την νεοαστική Ελληνική πραγματικότητα με κοινωνικές αναφορές, αλλά συνάμα και ρατσιστικά υπονοούμενα.

Περιγράφει το επίπεδο μπουρδελοποίησης ενός χώρου (σπίτι, γραφείο, δωμάτιο ή ακόμα και κάποιο μαγαζί). Η φράση προσπαθεί να συμπυκνώσει όλη την μπίχλα, την μπόχα, την στενότητα καθώς και την απάλευτη κλειστοφοβική ατμόσφαιρα που μπορεί να διαθέτει μία τέτοια γκαρσονιέρα, η οποία φιλοξενεί αρκετά άτομα της προαναφερθείσας εθνικότητας (προκρίνονται οι Πακιστανοί, καθώς λόγω διατροφικών συνηθειών κάρυ, κουρκουμάς, παστουρμάς και λοιπά καρυκεύματα τα χνώτα, οι κλανιές και η ιδρωτσίλα ζέχνουν ιδιαιτέρως, με αποτέλεσμα τα παραπάνω δυσάρεστα συμπτώματα.

Σπανιότερα περιγράφει κι άλλους χώρους, όπως παραμελημένα εσωτερικά αυτοκινήτων και αραχνιασμένα μουνιά.

- Ρε Πίκη, σκέφτομαι να ζητήσω τα κλειδιά του σπιτιού του Φίφη για να παρκάρω την Ευλαμπία...
- Καλά ρε! Είσαι εντελώς τελεμές; Το σπίτι του Φίφη δεν κάνει ούτε για γκαρσονιέρα Πακιστανών! Για πήδημα θα την πας την Ευλαμπία, ή για να κάνει την καθαρίστρια;

(από Vrastaman, 29/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για κάποιον ο οποίος πάει γυρεύοντας...

(Σε παρέα που παίζει 21):
- Για δώσε άλλο ένα.
- Ε α γαμήσου, δεν κάηκες πιά;
- Όχι ρε μαλάκα, τι θες εσυ τώρα; Χμμμμ... Άλλο ένα...
- Κώλος χορτασμένος, κάστανα γυρεύει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειλικρινά δεν ξέρω τι σημαίνει... Αλλά είναι καλή μαλακία.

Δεν έχω.

Τα αγρια πουλιά (από GATZMAN, 28/07/11)(από alautsutsu, 04/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαθμολογώ κάτω από τη βάση σε εξετάσεις, διαγωνισμό κ.ο.κ., απορρίπτω.

Φοιτητής κομμένος, καθηγητής σφαγμένος (αγωνιστικό φοιτητικό σύνθημα των 80ζ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος ο οποίος προέκυψε από φίλο, ο οποίος διατηρούσε την δεκαετία του '90 κοσμηματοπωλείο στην Μύκονο.

Πέρα από την στάνταρ πελατεία που προερχόταν είτε από τους ντόπιους είτε από τους τουρίστες, σημαντικό ποσοστό της πελατείας του μαγαζιού ήταν τα ξένα κρουαζιερόπλοια τα οποία έδεναν για λίγες ώρες στο λιμάνι. Οι καταστηματάρχες είχαν τα δρομολόγια των κρουαζιερόπλοιων και, όταν κόντευε κάποιο, όλοι έβγαιναν περιχαρείς στα σοκάκια και φώναζαν για παράδειγμα: Το Queen Elizabeth φτάνει σε τρία τέταρτα!!!Ετοιμαστείτε!!!

Με το πέρασμα του καιρού όμως και με την οικονομική ύφεση, τόσο το επίπεδο των τουριστών, όσο και η συχνότητα των περασμάτων των ξένων κρουαζιερόπλοιων, άρχισαν να φθίνουν. Οι καταστηματάρχες τοποθέτησαν λοιπόν τις ελπίδες τους και στα Ελληνικά πλοία και τουρίστες. Οι ελπίδες όμως αποδείχθησαν φρούδες,καθώς οι περισσότεροι τουρίστες αυτών των πλοίων ήταν συνήθως αδέκαροι ή πολύ μεγάλοι σε ηλικία (groups ΚΑΠΗ), με αποτέλεσμα οι πωλήσεις να μην ήταν αντάξιες των προσδοκιών τους.

Πολλές φορές μάλιστα απασχολούσαν τα μαγαζιά με πολλές ερωτήσεις για πανάκριβα κοσμήματα και για πολύ ώρα, μέχρι τελικά να αγοράσουν κάποιο τσαρμάκι ή «γκρέκα» (τα γνωστά δελφινάκια, Μεγαλέξανδροι, κίονες κ.τ.λ.) ευτελούς αξίας. Έτσι λοιπόν όταν ανακοινώνοταν η άφιξη αντίστοιχου πλοίου, όλοι περιλυπείς αυτήν την φορά φώναζαν: Το «Κούλα Εξπρές» πιάνει σε λίγο, κουράγιο...

Σημ.: Το «Κούλα» μπορεί κάλλιστα να αντικατασταθεί και με άλλα λαϊκά γυναικεία ονόματα, όπως Πίτσα, Τούλα, Πόπη κ.τ.λ.

Στην καθημερινότητα λοιπόν έχει περάσει πιά ο όρος, για να περιγράφει λούμπεν καταστάσεις και ξεπεσμένες/καγκουρέικες ορδές πληθών.

- Ρε μαλάκα σε τι κλάμπ μας έφερες; Τι γκόμενες είναι αυτές που μαζεύει το μαγαζί;
- Έλα ρε μην κάνεις έτσι. Θα έπιασε το Κούλα Εξπρές φαίνεται σήμερα. Αύριο θα είναι καλύτερα...

Κούλα καλεί Χαράλαμπο.... οβερ (από GATZMAN, 26/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση η οποία χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να περιγράψουμε κάποιον, ο οποίος ενώ δηλώνει, είτε λεκτικά, είτε με την συμπεριφορά του, τον βαθμό μαγκιάς του, στην ουσία είναι φλούδας και φανφάρας με ούτε ένα δράμι μαγκιάς επάνω του.

- Μαλάκα μην τυχόν και πειράξει την Τούλα, γιατί είναι η έτσι του Μεγάλου!!!
- Σιγά τον μάγκα! Μαγκιά, κλανιά κι εξάτμιση είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση απορίας για ορμές υπερφυσικά παρατεταμένης διαρκείας από (ξανθές συνήθως) γυναίκες.

Περιέχει εμφανή παρομοίωση του γυναικείου αιδοίου με εξοπλισμό μαγειρέματος συμβατικής τεχνολογίας.

Κυρίως εκφράζεται από έκφυλα θήλεα, μαστιζόμενα τόσο από αγαμία όσο και εθισμένα σεξομανή.

-Μαρία μου, που να σ' τα λέω. Έχω φτάσει σε τρελά επίπεδα αγαμίας. Το μουνί μου φλόγες βγάζει, λες να είναι πετρογκάζι;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μου τη δίνει στα νεύρα, την κάνω λαχείο, τα παίρνω, εξοργίζομαι, την ψωνίζω (σχήμα γνωστού αγνώστου με 2 αντωνυμίες).

- Καλά ρε συ, ήταν ανάγκη να κάνεις τώρα όλο αυτό το σκηνικό μπροστά σε τόσο κόσμο; Ρόμπα γίνατε. Τι σ' έπιασε στα καλά του καθουμένου;
- Ας πρόσεχε ο μαλάκας, μου την κάρφωσε με το υφάκι του. Ας έρθει μόνο να μου ξανακουνηθεί, θα τον γαμήσω, το ορκίζομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Αφήνω απλήρωτη επιταγή κατά τη λήξη της.
  2. Εμφανίζω επιταγή για πληρωμή πριν από τη λήξη της.
  1. - Εντάξει με την επιταγή του Πιστολιάδη; Τα πήρες τα λεφτά; - Όχι, την κάρφωσε ο καργιόλης.

  2. Αυτό ακριβώς φαίνεται ότι έκανε η ιδιωτική τράπεζα: λίγα 24ωρα μετά την ανακοίνωση ότι το ΑΛΤΕΡ προσφεύγει στη Δικαιοσύνη για να προστατευθεί από τους πιστωτές του, η τράπεζα ζήτησε την (πρόωρη, 20 ημέρες νωρίτερα!) εξόφληση επιταγής του καναλιού που ήταν κατατεθειμένη σε αλληλόχρεο λογαριασμό επιχείρησης-πελάτη της. Κατά την επικρατέστερη εκδοχή που δίνεται από τραπεζικά στελέχη, η εισπρακτική εταιρεία που «κυνηγούσε» για λογαριασμό της τράπεζας καθυστερούμενες οφειλές διαφημιστικής εταιρείας, βρήκε στο λογαριασμό της επιταγή του ιδιωτικού καναλιού και έσπευσε να την «καρφώσει», υπό το φόβο ότι στη λήξη της θα έμενε ακάλυπτη. εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified