Selected tags

Further tags

Αυτός που δανείζει χρήματα με τόκο (κατ' εξοχήν επάγγελμα των Ζακυνθινών). Ο τοκιστής λέγεται και σουλατσαδόρος (κόβει σουλάτσα, αργόσχολος).

Όταν αναφερόμαστε και με τις δύο λέξεις εννοούμε, το άτομο που τα έχει βρει όλα έτοιμα χωρίς κόπο και το μόνο που κάνει είναι να χαζολογάει, σε αντίθεση με τους πολλούς που πρέπει να φτύνουν αίμα για τα προς το ζην, γιατί δεν είναι, ούτε αποδέκτες κληρονομιάς κάποιου πλούσιου μπάρμπα, ούτε λαμόγια του κερατά.

Από εφημερίδα Ελευθεροτυπία:
«Φαίνεται, όμως, ότι το πράγμα δεν έβγαινε έτσι. Με τις ανοησίες του (μαθητευόμενου μάγου) Αλογοσκούφη (απογραφές, φοροαπαλλαγές σε επιχειρήσεις κ.λπ.) ήρθε κι έφτασε η οικονομία στα πρόθυρα κατάρρευσης. Οι προϋπολογισμοί δεν έβγαιναν με τίποτα. Ετσι, αποφάσισαν -ύστερα από 4,5 χρόνια απραξίας- να στριμώξουν φορολογικά και κάποιους που δηλώνουν όσα έσοδα θέλουν - ή δεν δηλώνουν τίποτα. Μέχρι και απ' τους «τοκιστές και σουλατσαδόρους» ζήτησαν να πληρώνουν φόρους (άκουσον - άκουσον!), έστω και με πολύ τακτ...».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευρέως γνωστή έκφραση, στο σημείο της χαριτωμενιάς. Χρησιμοποιώντας το στοιχείο της υπερβολής και του παράλογου (πώς μπορεί άραγε να πιάσει άραγε ένας άνθρωπος πτηνά εν ώρα πτήσης...), η έκφραση σημαίνει απλά ότι κάποιος είναι εξαιρετικά έξυπνος και ικανός για τα πάντα: ακόμα και να πιάσει πουλιά που πετάνε. Παραπέμπει άμεσα στα γεράκια και τους αετούς: αρπακτικά πουλιά που μπορούν να αρπάξουν το θήραμά τους πετώντας.
Κλασσική έκφραση για την περιγραφή των άριστων μαθητών. Νοηματικά προσεγγίζει την επίσης γνωστή έκφραση «είναι αητός».

  1. Προσωπικά δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα το πετύχει ταχύτατα. Όχι μόνο επειδή έρχονται εκλογές. Κυρίως επειδή η συγκεκριμένη κυβέρνηση μπορεί να αποδειχθεί ποικιλοτρόπως και παροιμιωδώς ανίκανη, αλλά όταν πρόκειται για διορισμούς κανένας δεν μπορεί να της προσάψει το παραμικρό: πιάνει πουλιά στον αέρα.

  2. - Είδα τη θεία σου χθες στο σούπερ μάρκετ, έχεις πολλούς χαιρετισμούς. Της είπα να περάσει με τον γιο της τον Κωστάκη κάποια μέρα.
    - Καλά έκανες, ο μικρός πάει Πέμπτη δημοτικού και στα μαθηματικά πιάνει πουλιά στον αέρα.

Πιάνει πουλιά στον άερα (από GATZMAN, 27/10/10)(από patsis, 30/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρακαλώ με τρόπο εξευτελιστικό, προκειμένου να εξυπηρετηθώ, είμαι δουλοπρεπής, γλείφτης, κόλακας, μετέρχομαι αθέμιτων μέσων, προκειμένου να πετύχω έναν στόχο, κυρίως εξυπηρετήσεων σε ισχυρούς τρίτους.

Ο Ηλίας Πετρόπουλος λέει ότι η πηγή αυτής της φράσης είναι πολύ ρεαλιστική! Ως «ποδιά» εννοείται η φουστανέλα των παλιών καλών Ελληνάρων (βλ. Αρβανίταρων, Βλάχων κ.ο.κ.) τσολιάδων μας. Οι οποίοι, κατά Πετρούπολο, δεν φορούσαν άλλο εσώρουχο, κι έτσι η Σοκολάτα-Μπανάνα πήγαινε κατευθείαν στην φουστανέλα. Το γεγονός αυτό τεκμαίρεται κι από τον ηρωϊκό θάνατο του Γεωργίου Καραϊσκάκη, ο οποίος μέσα στο φόρτε της μάχης των Αθηνών, άρχισε τα μπινελίκια με τους Τούρκους, καταπώς λέει το σχετικό ανέκδοτο, και τότε ανασηκώνοντας την «ποδιά» του, τους έδειξε ευχερώς τον κώλο του, καθώς δεν φορούσε άλλο εσώρουχο. Στον οποίο κώλο και έφαγε, φευ, δύο σφαίρες από τους Τούρκους, που δεν εκτίμησαν τον αστεϊσμό. Οπότε «φιλάω κατουρημένες ποδιές», λεγόταν για αυτούς που ήταν διατεθειμένοι να φιλήσουν ακόμη και την «μπανάνα» φουστανέλα ενός τυρο-παραγωγού οπλαρχηγού. Σημειωτέον ότι αυτό το dress-code ήταν ευχερές και για τους πουστανελάδες.

Από νούμερο του Χάρρυ Κλυνν, όπου ένας νονός, δέχεται τον μελλοντικό πρωθυπουργό και τον υποβάλλει σε ερωτηματολόγιο δεξιοτήτων:

- Σημαίες κατεβάζεις;
- Και με τα δύο χέρια, νονέ!
- Από ποδιές, πώς πάμε, φιλάς;
- Μόνο κατουρημένες!
- Συνταξιούχους, λιμενεργάτες, δέρνεις;
- Τους γαμώ την μάνα, νονέ.
- Συγχαρητήρια, καλώς ήρθες στην κυβέρνηση!

Ο αδικοχαμένος Γεώργιος Καραϊσκάκης, τουπίκλην Καραουϊσκάκης. (από Hank, 26/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η δεύτερη έκδοση του διάσημου βιβλίου «Να ζεις, να αγαπάς, να μαθαίνεις» του Μπουσκάλια, αποκλειστικά για άντρες.

Το «Να ζεις, να γαμάς και να φεύγεις» το έγραψε ο ξάδερφος του Μπουσκάλια, ο Πουτσοσκάμπιλα.

- Έχω αλλάξει τώρα τελευταία.
- Ναι, ωραία μπράβο.
- Όχι, αλήθεια. Διαβάζω ένα βιβλίο τώρα τελευταία.
- Ποιο βιβλίο δηλαδή;
- Το Να ζεις, να αγαπάς, να μαθαίνεις.
- Άαααα, άντε πάλι αυτή η αρχιδιά.
- Τι είναι αυτά που λες. Το βιβλίο είναι τέλειο
- Άντε μωρε. Μας τα χετε κάνει τούμπανο. Το διαβάζει η κάθε κομπλεξικιά και υστερικιά και νομίζει ότι άλλαξε η ζωή της.
- Τι είναι αυτά που λες. Εσύ δεν πιστεύεις τίποτα.
- Πως δεν πιστεύω. Να ζεις, να γαμάς και να φεύγεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πράξη εξευτελιστικού γλειψίματος, σαν το «φιλώ κατουρημένες ποδιές». Ήταν συνήθειο να το κάνει ο Γερμανός ηγεμόνας στον Πάπα. Ίσως έχει μείνει από εκεί.

Συνώνυμο: Φιλώ της παντόφλας το οικόσημο.

-Πρώτα στο πρωτόκολλο, μετά για το χαρτόσημο,
μετά έλα να φιλήσεις της παντόφλας το οικόσημο.

(Ημισκούμπρια: Δημόσιο Φορέβα).

Της παντόφλας το οικόσημο. (από Dirty Talking, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για άσκοπες και ανωφελείς πράξεις, όπως και το πάει για βρούβες. Αλλά σημαίνει και στέλνω αδιάβαστο κάποιον, δηλαδή τον ταπεινώνω, εξευτελίζω. Η «βρούβα» είναι ετήσιο, αυτοφυές και ποώδες φυτό που για πολλές καλλιέργειες θεωρείται ζιζάνιο, αλλά αξιοποιείται στην κατασκευή φαρμάκων.

Τους έστειλε για βρούβες ο βάζελος με την τεσσάρα που τους έριξε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω κάποιον να διαπιστώσει την άγνοια και αδυναμία του, εξευτελίζω, ταπεινώνω. Ίσως έχει σχέση με την ερμηνεία που δίνει ο acg στο πήγε αδιάβαστος, δηλαδή στο ότι ο ξαφνικός χαμός κάπου δεν άφησε χρονικά περιθώρια για να τον «διαβάσει» ο παπάς. Οπότε, «στέλνω αδιάβαστο» μπορεί να σημαίνει «στέλνω κάποιον στα θυμαράκια στα εντελώς ξαφνικά, απρόβλεπτα». Ίσως πάλι έχει σχέση μόνο με το διάβασμα των μαθημάτων μας, με την πληροφόρηση, και σημαίνει απλώς την άγνοια που διαγιγνώσκουμε σε κάποιον.

  1. Κάτι η Στρουμφίτα με τα δώδεκα αρχίδια, κάτι ο Παυλέας με τα εννέα, μας έστειλαν αδιάβαστους.

  2. Τον έστειλε αδιάβαστο ο ρουμάνος τον Πανούλη. Ούτε την ακολουθία «εις ψυχορραγούντα» δεν προλάβαμε να του διαβάσουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αριθμός 9 κατά τους διανοητές θεωρείται σημαντικός, συμβολικός, ο αριθμός του θεού και δίνω ρέστα από δεκάρικο γενικότερα.
Η έκφραση αρχίδια 9 (εννιά) μας παραπέμπει σε καταστάσεις γάμησέ τα κι άφησέ τα, αρκετά δυσοίωνες και ευ επίφοβες.
Ονοματίζει δύσκολες στιγμές που δεν λείπουν από τον βίο κανενός και καμίας (έστω αν αυτή διαθέτει 12, 3, 27 όρχεις -πάντα όμως ακέραιο πολλαπλασιαστή /διαιρέτη του 3 (τρία) που είναι ως γνωστόν η ρίζα του 9 (εννιά).
Η χρήση της, αν και όχι τόσο διαδεδομένη, δεν στερείται νοήματος και κερδίζει πολλάκις τις εντυπώσεις.

- Και τώρα τι;
- Αρχίδια εννιά...

(από pavleas, 25/02/09)9 μπαστούνι: Τάξη, πειθαρχία, σταθερότητα, ακαταμάχητη θέση – κάθε αντίδραση θα κατατροπωθεί. Καλή υγεία. (από Galadriel, 26/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από τους ήδη υπάρχοντες ορισμούς, έχω να προσθέσω και τους εξής:

  1. «Κόβω βόλτες» (οχούμενος ή μη): πάω κι έρχομαι ανυπομονώντας να γίνει αυτό που περιμένω (να παρκάρω, να βγει ο γιατρός από το δωμάτιο της άρρωστης μάνας, να περάσει η ώρα, να περάσει ο πόνος, η αϋπνία, κλπ)

  2. στην έκφραση «Κόφ' το» = πάψε!: παύω, σταματάω αυτό που λέω ή αυτό που κάνω.

  3. «Κόβει» η μαγιονέζα ή το αυγολέμονο: χαλάει, δεν δένει, το αυγό γίνεται κομματάκια και χωρίζουν τα συστατικά της.

  4. Αλλοιώνεται η έκφρασή μου επειδή είμαι άρρωστος

  5. «Κόβω την τράπουλα»: την χωρίζω στα 2 για να ξαναγίνει ένα μάτσο και να μοιράσει ο επόμενος

  6. Σταματάω την φιλία μου με κάποιον /-α (στο δημοτικό λέγαμε «Μμμμ, κόψε!» και δίναμε στη φίλη μας τον μέσο και τον δείκτη ενωμένους ώστε αυτή να πιστοποιήσει το τέλος της φιλίας χωρίζοντάς τους. Πιο πολύ για πλάκα.)

  7. Στην έκφραση «μου κόβει»: είμαι έξυπνος, παίρνει στροφές το μυαλό μου.

Επιπροσθέτως βλ. και κομμένος 1 και 2.
Σα να μη θυμάμαι τώρα κάτι άλλο. Το λανσάρω λοιπόν -για να μη μείνει στο πρόχειρο κανα δεκάμηνο- και, όποιος έχει κάτι να προσθέσει, ιζ βέλκαμ.

  1. Πενήντα λεπτά έκοβα βόλτες μες τη νύχτα σε όλη τη γειτονιά να βρω να παρκάρω, γαμώ τα έργα μου γαμώ!

  2. Για δεν το κόβεις πια ρε μεγάλε, αρχίζει και κουράζει σου λέω!

  3. «Χτύπα τα πόδια σου Κινέζα
    για να μην κόψ' η μαγιονέζα»
    (από την «Λιλιπούπολη», και μετά σου λέει ότι οι αριστεροί δεν είναι ρατσιστές)

  4. Βάλε μπόλικο διορθωτικό σήμερα γιατί έχεις κόψει πολύ, τόσες μέρες άρρωστη. (παραλλαγή = «είσαι πολύ κομμένη»)

  5. Κόψε ρε μαλάκα να τελειώνουμε, όλο το σταυρώνεις με το καλό το δαχτυλάκι!

  6. - Τώρα τελευταία δεν βλέπω συχνά τη Λίλιαν με την Λάουρα, τι παίζει;
    - Καλά δεν τά 'μαθες ότι έκοψαν από τότε που η Λάουρα έσκασε μύτη με το ίδιο φουστάνι;

  7. Από το παράδειγμα του λήμματος γκιούμι:
    - Μα πού έβαλες τα κλειδιά;
    - Κάτω απ' το πατάκι, σου είπα!
    - Για να τα βρει όποιος θέλει και να μπει σαν κύριος στο σπίτι; Τι γκιούμι! Καλά τόσο δεν σου κόβει;

Η προέλευση του "κόβω λάσπη". (από Cunning Linguist, 11/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το βουλώνω, τουτέστιν:

  1. σιωπώ
  2. δεν τρώω
  3. δεν πηδιέμαι
  4. κάνω παρθενορραφή
  1. Λοιπόν, ράψ' το τώρα γιατί αρχίζει η ταινία...

  2. Από αύριο δίαιτα. Το ράβω. Ρόκα, περιέ και τέλος.

  3. - Χωρίζετε;! μα γιατί;;
    - Ρε συ Σάκη, τί γιατί; Μ' έχει φάει η μαλακία δεν το καταλαβαίνεις; Ε δεν αντέχω άλλο με τη Στέλλα. Μια η περίοδος, μια η δουλειά, μια είναι άρρωστη, μια είναι στεναχωρεμένη, μια είναι παραφαγωμένη, μια το παιδί, τό 'χει ράψει τελείως.

  4. - Τό' ξερες ότι υπάρχουν ακόμα κοπέλες που, για να μη φανεί ότι είναι «μεταχειρισμένες», πάνε και το ράβουν για να το παίξουν παρθένες;;;
    - Εμ πώς δεν τό' ξερα, αφού το λέει το σλανγκ.γρ ρε συ!

Αυτοί το ράβουν (από Vrastaman, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified