Selected tags

Further tags

Παιδική αργκό. Δηλώνει επιδεικτικά αδιαφορία για κάτι που στην πραγματικότητα μας έχει πειράξει. Μερικές φορές ως απάντηση/συμπλήρωμα λέγεται και το λιγότερο πετυχημένο σκασίλα μου μικρή και δέκα ποντικοί.

Παλαιάς κοπής εφηβική έκφραση που αναβιώνει στις αυλές των δημοτικών -τώρα λέγεται κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, από κορίτσια μέχρι δέκα ετών (παράδειγμα 1). Ενίοτε λέγεται και από κοπέλες μεγαλύτερες -εδώ ο προκλητικός παλιμπαιδισμός υπογραμμίζει πόσο πολύ έχουν γραμμένο στη νάρα τους κάτι, π.χ. ένα φτύσιμο, μια επαγγελματική αποτυχία κλπ (Παρ. 2).

Αν εξαιρέσει κανείς τη ρίμα, έκφραση προχωρημένα υπερρεαλιστική. Συγγενεύει με διάφορες άλλες ομοιοκατάληκτες στιχομυθίες της παιδικής αργκό, παρόμοια κοινές και παράλογες, όπως:

Α: Τι είπες; Β: Τρύπες
Α: Τι λες; Β: Ψωμί κι ελιές Α: Καλαματιανές
Α: Τι 'ναι αυτό; Β: Μανιτάρι μαγικό!
Α: Χαζή! Β: Χαζή είσαι! Α: Και φαίνεσαι! Β: Κι απ' την μούρη σου κρέμεσαι

Οι φραστικοί αυτοί διαξιφισμοί υπογραμμίζουν ότι από τρυφερότατη ηλικία οι Έλληνες -και οι Ελληνίδες- δεν ανέχονται να τους βγαίνει κάποιος από πάνω κι αν τυχόν και γίνει τέτοιο κακό επιμένουν να έχουν αυτοί/-ές τον τελευταίο λόγο. Οι αψιμαχίες αυτές την ώρα του διαλείμματος οξύνουν επίσης και το γλωσσικό αίσθημα των παιδιών ώστε ως έφηβοι πλέον να περάσουν άκοπα στην σωστή χρήση εξίσου κλασικών εκφράσεων όπως: στ’ αρχίδια μας κι εμάς, Κωστής Παλαμάς και δε(ν) μας χέζεις ρε Νταλάρα και, τελικά, του άει γαμήσου.

  1. - Αχ, Κατερίνα, τι κρίμα που δεν σ'αφήνει η μαμά σου νά 'ρθεις σινεμά μαζί μας αύριο. Η Νεφέλη, η Νιόβη κι εγώ θα πάμε στο καινούργιο των Μπρατζ... Θά 'ναι τέλειο...
    - Μμμμ... Σκασίλα μου μεγάλη και δέκα παπαγάλοι... Δε με νοιάζει καθόλου... Έτσι κι αλλιώς... Εγώ προτιμώ τη Μπάρμπι...

  2. - Η ιδιαιτέρα του Γενικού λέει ότι στο ταξίδι στη Ρώμη θα πάρει μαζί του την Πένυ γιατί, λέει, ο Γενικός την συμπαθεί...
    - Ναι, εντάξει, το ξέραμε... Σκασίλα μου μεγάλη και δέκα παπαγάλοι... Ξέρεις πού την έχω γραμμένη εγώ την Τσουλίδου κι αυτόν τον μαλακοκαύλη;

Βλέπε και γειώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλές φορές η ηθική ανταμοιβή για το αποτέλεσμα κάποιας μεγάλης προσπάθειας αποδίδεται με ένα βραβείο.

Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που επικρατεί η αντίληψη πως το αποτέλεσμα ενός μεγάλου εγχειρήματος που έγινε, ή προτίθεται να γίνει από μας ή από κάποιους άλλους, είναι μηδαμινό, ή αντίθετο από το αναμενόμενο; Μιας επιλογής, ή μιας μεγάλης προσπάθειας, που μπορεί να σχετίζεται με χαμένο χρόνο, απώλεια χρημάτων, μη προσδοκώμενα συναισθήματα, αχαριστία, ψεύτικες υποσχέσεις, κλπ.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν θα μπορούσε να αποδοθεί βραβείο. Τι θα μπορούσε όμως να αποδοθεί;

Η αίσθηση της απωλείας μας οδηγεί πολλές φορές στο να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας για το θέμα με το να αποδώσουμε έναν εικονικό τίτλο τιμής για την περίσταση μέσω ενός εικονικού φασκελώματος... το βραβείο της ανοικτής παλάμης. Πολλές φορές για μεγαλύτερη εκφραστικότητα, ακολουθεί και πραγματικό φασκέλωμα

  1. - Ξόδεψα για σένα μια ολόκληρη περιουσία, χωρίς κανένα ευχαριστώ, χωρίς καμία αναγνώριση. Ξέρεις τι κέρδισα; Το βραβείο της ανοιχτής παλάμης κέρδισα.
    (Ακολουθεί αυτοφασκέλωμα του ομιλούντος.)

  2. - Σκέπτομαι να παντρευτώ τη Μαρία;
    - Αν το κάνεις θα 'σαι πολύ ηλίθιος
    - Γιατί το λες;
    - Γιατί αυτό που θα κερδίσεις θα είναι το βραβείο της ανοιχτής παλάμης. Είναι σχιζοφρενής, ρε, η κοπέλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση σημαίνει με μεγάλη όρεξη, βουρ στον πατσά, γιούργια στον νταμπλά με τα κουλούργια κλπ αλλά κυρίως για σεξουαλικές επιθέσεις. Επίσης αφορά στο ξερογλείψιμο που ζωγραφίζεται στο πρόσωπο κάποιου όταν είναι έτοιμος για το συγκεκριμένο ντου (βλ. και το παρεμφερές θέλει η πουτάνα να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει). Η φράση προέρχεται από τον τρόπο που οι σκύλες κωλοτρίβονται σε παλούκια (=καζίκια) και λοιπά αιχμηρά όταν έχουν οίστρο. Από Κρήτη.

- Την είδες ρε την ψώλα τη Βάσω, μόλις είδε το τουτού, άρχισε τα σάλια. Και πριν τον είχε στο κλάσιμο το γυαλαμπούκα...
- Σαν τη σκύλα στο καζίκι! Ου να μου χαθεί...

(από xalikoutis, 17/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκληρή φράση -συνοδευτική τσαμπουκάδων στην Κρήτη. Σημαίνει «με βλέπεις που σε βλέπω;» και αποτελεί α. την τελευταία φράση πριν το σημείο χωρίς επιστροφή ή
β. μια τελευταία ευκαιρία στον άλλο να λακίσει
πριν τα μπουκέτα και τα κατακαυκαλίδια αρχίσουν να προσγειώνονται σε μάπες.

Ο χρήστης επιχειρεί να εγκαθιδρύσει eye contact με τον συνομιλητή καθώς στην ίριδα του πρώτου σκιαγραφείται με απόλυτη καθαρότητα το μέγεθος της μαλακίας του τελευταίου.
Συνοδεύεται από άλλες φράσεις όπως «μίλιε όμορφα (=θα μιλάς ωραία, στα Θεσσαλονικώτικα: θα μιλλλάς καλλλά), και πολλά άλλα...
Τελικά, χρησιμοποιείται και απλά ως προειδοποίηση όταν light μαλακίες φαίνονται στον ορίζοντα, και σημαίνει από την πλευρά του χρήστη ένα κατηγορηματικό »όι«.

  1. - Ρε μαλάκα, τί σού 'κανε το κοπέλι και το βρίζεις; - Τι τι ρε μα.... - Με θωρείς που σε θωρώ ρε μαλάκα; Μην του ξαναγγίξεις, γιατί θα σε μισερώσω, το κατάλαβες;

  2. - Δανείζομαι την κάμερα γι' απόψε, έτσι; Καληνύχτα δικέ μ... - Έεεεεπ - Τι έεεπ; - Με θωρείς που σε θωρώ;... Είδες κι εσύ κάμερα και χάρηκες....

(από nick, 17/09/08)(από xalikoutis, 18/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λοξή στάση που παίρνουν οι γκόμενες στην παραλία όταν θέλουν να δείξουν κορμάρα. Προσπαθούν επί ματαίω να τεντώσουν το σώμα (μπούτια, κοιλιά, δίπλες γενικώς) αλλά να δείχνουν, συνάμα, χαλαρές και φυσικές.

Η λέξη έχει αρχίσει να μπαίνει στην αργκό των γυμναστηρίων.

... και μη μου κάθεστε τώρα όλες σε στάση παραλίας, σηκωθείτε όρθιες, μέσα η κοιλιά, σφιχτοί οι γλουτοί, έξω το στήθος, τα πόδια καλά να πατάνε στο έδαφος, κάτω οι ώμοι!

(από ironick, 17/09/08)(από ironick, 17/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά έκφραση που σημαίνει μεθάω ελαφρά. Συνώνυμο του «τα κοπανάω».

- Μαμά γιατί είναι έτσι σήμερα ο μπαμπάς;
- Ε, τα έτσουξε χθες λιγάκι με τους φίλους του, δεν είναι τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Φωκίωνος Νέγρη επί το εξωτικότερον και επί το ποιητικότερον.

- Θυμάμαι τα χρόνια εκείνα στη Φώκα Νέγκρα... Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις!
- Σιγά ρε περπατημένε που σε πήραν και τα χρόνια...

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που χρησιμοποιούμε α. για να δείξουμε πόσο πειραχτήκαμε από το θράσος κάποιου μη οικείου που μας προσφωνεί με το «ρε» συν κάποιον άλλο χαρακτηρισμό, β. για να ειρωνευτούμε τον απόλυτα εύστοχο χαρακτηρισμό κάποιου, συνήθως ως ομοφυλόφιλου και γ. ως αναφορά στο β, με άσχετη τοποθέτηση όμως μέσα στη φράση.

  1. - Πόσο κάνει το μαραφέτι αυτό ρε μαγκίτη;
    - Ε όχι και «ρε»...

  2. - Ρε τον πούστη!
    - Ε όχι και «ρε»!

  3. - Πολύ ύποπτα τα πράγματα... Για κολομπίνα τον κόβω τον φιλενάδο σου...
    - Ε όχι και «ρε»!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν θέλουμε επιτέλους η γκόμενα να το βουλώσει και να μην ανακατεύεται εκεί που δεν τη σπέρνουν και να πα κάνει την δουλειά για την οποία είναι προορισμένη (μία από τις), δηλαδή να γνέθει και να κλώθει και λοιπά.

- Μα εγώ δεν πιστεύω πως έχεις δίκιο. Ο Πάνος είπε το σωστό.
- Τη ρόκα σου εσύ!

βλ. και τράβα μωρή να πλύνεις κάνα πιάτο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που λέμε για να τονίσουμε πόσο μυστήριος είναι κάποιος άνθρωπος. Πιο συγκεκριμένα αφορά ανθρώπους που δεν εκφράζονται και δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε το χαρακτήρα ή τις σκέψεις τους.

- Ρε ο Μηνάς πολύ καλό παιδί ρε συ και πολύ χιούμορ...
- Ναι ρε καλό παιδάκι δεν λέω, αλλά μυστήριο τρένο, αδελφάκι μου...

(από nick, 16/09/08)(από xalikoutis, 20/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified