Further tags

1.Ιδιωματισμός για την ακρίδα, σε χρήση στην Ήπειρο, σε περιοχές με επαφή με την αλβανική γλώσσα ή τα αρβανίτικα.

Ιούνιος 1932, Στα Μέγαρα έπεσαν σύννεφα από καρκαλέτσια, φάγανε όλα τα αμπέλια των Μεγάρων (Ιστορία των Μεγάρων)

2.Ο επίμονος βήχας, ο κοκκύτης, αναφερόμενος και ως κάρκαλος ή καρκαλέτζης ή καρκαλιάς.

Ο επίμονος και ιδιόρρυθμος βήχας, που σε περίοδο παροξυσμού κόβει την ανάσα, κάνει τη διαφορά και οδηγεί όλους στην ασφαλή διάγνωση: Καρκαλέτσι. Αλλιώς καρκαλιάς. (Χρήστος Παπακίτσος, "Το καρκαλέτσι και τα γιατροσόφια του", Τζουμερκιώτικα Χρονικά, 2012, σ. 28).

3.Μεταφορικά ο ψηλός και κάτισχνος άνθρωπος.

Τι καρκαλέτσι πήγε και παντρεύτηκε! Είναι σαν τη Μητρόπολη με τον Άγιο Λευτέρη.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο παχύς και ογκώδης άνθρωπος.

Πού να κουνηθεί και να τρέξει ο βίσονας!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο παχύς άνθρωπος.

  1. Το παιδοβούβαλο μίλησε. Το τιμώμενο πρόσωπο ήταν φυσικά ο νέος ηγέτης της, αυτός ο βουτυρομπεμπές με τα τροφαντά μαγουλάκια, ο μελανθιο-αναθρεμένος γιος του πρόσφατα θανόντος ηγέτη. (Εδώ).
  2. Πήξαμε στο παιδοβούβαλο. Τις μούρες τις ξέρετε, είμαι σίγουρος. Είναι η εμπροσθοφυλακή των παιδοβούβαλων που κρατάνε τα ηνία του ελληνικού ποδοσφαίρου, το οποίο ελληνικό ποδόσφαιρο δεν λογοδοτεί τόσο στην πολιτεία όπως ίσως φαντάζεστε, αλλά στις παντοδύναμες UEFA και FIFA οι οποίες έχουν κάνει ξεκάθαρους τους τρόπους λειτουργίας των ομοσπονδιών παγκοσμίως, αρέσει δεν αρέσει αυτό στην οποιαδήποτε κυβέρνηση κάθε χώρας. (Εδώ).
  3. Το ρομαντικό παιδοβούβαλο. (Εδώ).
  4. Την κακιά συνήθεια της κολοτούμπας δεν έχει ξεχάσει το όψιμο και μοιραίο παιδοβούβαλο του δήμου μας. (Εδώ).
  5. Β. Κορέα: Μαζέψτε το παιδοβούβαλο… γιατί παρανόησε! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Νταλάκι είναι είδος ερπετού και νταλάκας είναι αυτός που έχει φουσκωμένη κοιλιά, αυτός που νταλακιάζει. Η προέλευση δεν είναι σαφής. Μπορεί να αναφέρεται στην επίδραση δηλητηρίου του ερπετού ή στην εικόνα ερπετού, που βαρυστομαχιάζει ύστερα από την κατανάλωση άλλου ζώου, ή σε κοιλιά σαν βάτραχου.

Κείνος που πρόκοψε πολύ ήταν ο Θανάσης ο νταλάκας ή μπακοκοίλης, - όλο κοιλιά ήτανε μικρός. (Όμηρος Πέλλας).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο παχύς και μαλθακός άνθρωπος, ο μούσχαρος, το μοσχάρι.

Άντε να βγει να δουλέψει λίγο το δαμάλι που κάθεται και τρώει όλη μέρα!

Got a better definition? Add it!

Published

Μειωτικό για τον ιερωμένο, τον ιερέα, από το τουρκικό tavlabas. Λόγω παρετυμολογίας από το ταύρος, συχνά χρησιμοποιείται για τον ογκώδη, παχύσαρκο ιερωμένο.

  1. Υποκριτες και προδότες πολιτικοί μαζί με ταυραμπαδες γενειοφόρους κρατούν με προσωπική έπαρση και διαβολικά βλέμματα μεταξύ τους την εικόνα της Παναγίας!!! Αυτοί που αιώνες τώρα γεμίζουν τους προσωπικούς λογαριασμούς τους με βάση το.....ψέμα τους,εις βάρος των ανθρώπων που με τον μόχθο τους προσπαθούν να χτίσουν κοινωνία με .....ιδανικά. (Φέισμπουκ).
  2. τα μοναστήρια στην Πόλη, τα γεμάτα από ταυραμπάδες που τα έξυναν ψέλνοντας αντί να πολεμούν στα τείχη. (Φόρουμ).
  3. μακρά από τσ'. εκκλησές και τσι. ταυραμπάδες. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Αρσενικό που είτε είναι μοναχικό, είτε κυκλοφορεί σε αγέλες αρσενικών και είναι τούμπανο και βελόνας.

Ας αποφύγουμε καλύτερα την αγέλη με τους λύκους. Ας αλλάξουμε πεζοδρόμιο.

Got a better definition? Add it!

Published

Χρησιμοποιείται σε γυναίκες που το παίζουν ωραίες προκαλώντας με δηλώσεις και ενδυματολογικές επιλογές, αλλά ουσιαστικά είναι πολύ άσχημες και πολύ μεγάλες σε πλάτος. Προέρχεται από το όνομα της Πάμελας Άντερσον (που συνήθως αύτο είναι το είδωλο των συγκεκριμένων γυναικών).

- Ξέρεις τη Σταυρούλα; Μου έχουν πει ότι είναι πόλυ hot και sexy.
- Τι λες ρε; Φάλαινα Άντερσον είναι! Να την έβλεπες πώς ντυνόταν στο σχολείο... Σκέτη φρίκη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπέρβαρο μπάζο που κάθεται στον κάθε πικραμένο (Εσκιμώο και μη) χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια.

- Πού να στα λέω, είχε φοβερή επιτυ..

- Ουστ ρε σαβουρογάμη, όλο με βολικές αρκούδες την βγάζεις!

Hello, big boy! (από Vrastaman, 31/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για κάποιον που έχει μεγάλα προσόντα, που είναι κατάσταση ΙΝΤΕΡΑΡΑΠΙΚΑΝ, που είναι Γκουσγκούνης ή Peter North, αν δεν έχετε καταλάβει ακόμα, να το πω πιο παραστατικά, που έχει μια πούτσα Νάα μετά συγχωρήσεως.

Συνώνυμο: Την έχει γαϊδουρίσια.

Λέγεται ότι με την πρόοδο της Βιοτεχνολογίας, στις επόμενες δεκαετίες θα είναι δυνατή η πρόσληψη γονιδίων από άλλα ζώα, κι έτσι αυτό το έως τώρα χιμαιρικό όνειρο πολλών (και των τριών φύλων) θα γίνει πραγματικότητα.

Βάγγελας: Κι εκεί που ήταν να παίξω εντός έδρας με την Λίλιαν, βλέπει αυτή τον μπαργαλάτσο μου και μου δείχνει οφσάιντ.
«Βάγγελα, μου λέει, δεν γίνεται! Την έχεις αλογίσια! Θα πονέσει».

Περικλής: Δεν θέλω να σε απογοητεύσω, αλλά τα ίδια έχει πει και σε μένα. Αλογίσια και πρασιν' άλογα! Παλιό το κόλπο!

Η επιβίωση δεν είναι πάντα εύκολη! (από Hank, 14/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified