Selected tags

Further tags

Αυτός που έχει τα μαλλιά του καρέ, κούρεμα που συνηθιζόταν στους άντρες κατά τα τέλη της δεκαετίας των έιτιζ ('80s) και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας των νάιντιζ ('90s), του 20ού αιώνα (να μην τα ξαναλέμε!).

Υπήρχαν ποικίλα είδη καρέ, που κυμαίνονταν από το κάπως πιο μακρύ «καπελάκι» (γκοφρέ ή κοφτό), μέχρι το ίσιο μακρύ μαλλί που κάλυπτε όλο το σβέρκο και περίσσευε ελαφρά κάτω από τη γνάθο. Συχνά άφηναν να μακρύνουν μόνο οι τρίχες που ξεκίναγαν από το πάνω μέρος του κεφαλιού, με τις εσωτερικές να είναι ξυρισμένες με την ψιλή. Έτσι, όταν έπιανες κότσο το μαλλί, αναδυόταν περήφανα το κατά το ήμισυ ξυρισμένο κρανίο σου.

Τα κουρέματα τύπου καρέ συνήθιζαν κυρίως οι καστανοί και ξανθοί άντρες, υπήρχαν όμως και σε μελαχρινή βερσιόν.

Αν και εκ πρώτης όψεως πούστικο ως κούρεμα, εκείνη την εποχή χαρακτήριζε τους τύπους που θεωρούνταν ταυτόχρονα τρέντυ και ποθητοί γκόμενοι.

Συνώνυμο: καρές, (πληθ.) καρέδες

Τον βλέπεις εκείνο τον καρεδάκια; Έχει ένα γκομενάκι σκέτη καύλα, αλλά άκουσα ότι της ρίχνει πολύ ξύλο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα καμπανοαπίδια είναι μια ποικιλία αχλαδιών που συναντά κανείς κυρίως στην Αρκαδία και στην Κυνουρία. Πρόκειται για μεγάλα σε μέγεθος αχλάδια, τα οποία σε πολλές περιοχές της Ελλάδος τα λένε και απίδια. Λόγω του σχήματός τους θυμίζουν καμπάνα.

Στις περιοχές αυτές ο όρος καμπανοαπίδια χρησιμοποιείται πολύ συχνά για να υπογραμμίσει το μέγεθος των αρχιδιών που διαθέτει κάποιος, το οποίο μέγεθος προκύπτει συνήθως όχι από την γνώση του από πρώτο χέρι, αλλά από τις πράξεις του του κατόχου των ...καμπανοαπιδιών.

- Ο Νώντας έχει κάτι καμπανοαπίδια ως απέναντι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μικράν έχων την ψωλήν, ωσεί γυμνοσάλιαγκα τινά.

Ο τοιούτος συχνά μετατρέπεται σε σαλιγκαρόπουστα στην λογική του δε γαμείς που δε γαμείς, δε γαμιέσαι να γαμήσουμε κι εμείς;

Τι πήδημα μωρέ να καταλάβει με τον σαλιγκαροψώλη; Σαν κωλοσκούπισμα ήτανε...

Δες και -ψώλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο: «Βαλβολίνης».

Οι τύποι που συχνάζουν τα καλοκαίρια κυρίως στις παραλίες της Αττικής και πασαλείφονται με κάθε λογής έλαια (αντηλιακά ή άλλα). Το κριτήριο επιλογής του αντηλιακού τους δεν είναι ποτέ ο δείκτης προστασίας του, αλλά το πόσο πυκνόρρευστο είναι, πόσο γυαλίζει και για πόσο διάστημα, αφού ο σκοπός τους δεν είναι η προστασία τους από την ηλιακή ακτινοβολία. Απλά θεωρούν ότι όσο περισσότερο γυαλίζει το κατά τη γνώμη τους αγαλματένιο κορμί τους, τόσο καλύτερη είναι η επίδειξή του, παρ’ όλες τις μπάκες και τα προκοίλια που διαθέτουν. Έτσι ποσώς ενδιαφέρονται αν αλείψουν το σώμα τους με κάποιο καλό αντηλιακό ή με βαλβολίνη.

Πολλές φορές, αν και έχουν περάσει τα ...ήντα συνεχίζουν να πασαλείφονται και να παίζουν ρακέτες ασταμάτητα. Το φαινόμενο έτεινε να πάρει κοινωνικές διαστάσεις στην δεκαετία του 90, όταν η συγκεκριμένη συνομοταξία πουροτεκνών κυκλοφορούσε σε υπερβολικά μεγάλο αριθμό στον Άγιο Κοσμά και στον Αστέρα, ενώ στην αδελφότητα παρατηρούσε κάποιος και αρκετά νέα μέλη κάτω των 30, οι οποίοι τη σημερινή εποχή συνεχίζουν επάξια το δρόμο που άνοιξαν οι πρωτοπόροι και μέντορές τους.

Η αναγνώρισή τους είναι πολύ εύκολη μέσα στο συνωστισμό που επικρατεί συνήθως στις εν λόγω πλαζ, από τα πιο κάτω χαρακτηριστικά:
1. Γυαλίζουν από μακριά.
2. Το χρώμα του δέρματός τους είναι κάτι σαν σοκολατί.
3. Κυκλοφορούν με μικροσκοπικά μαγιό.
4. Συνήθως φορούν χρυσές καδένες στο λαιμό και στα χέρια.
5. Είναι κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τους μεσήλικες και άνω.
6. Φορούν εξεζητημένα γυαλιά ηλίου.
7. Παίζουν μανιωδώς ρακέτες με ομόσταυλούς τους λαδωμένους.
8. Δεν παλουκώνονται ποτέ, ενώ σπανίως μπαίνουν στη θάλασσα.

  1. Οι φιλενάδες:
    - Μαρία, ήταν καλά εχθές στην πλαζ;
    - Τι καλά ρε Τζένη. Δεν έφτανε το 1 εκατομμύριο κόσμος, ήταν και κάτι λαδωμένοι και παίζανε ρακέτες από πάνω μας 4 ώρες. Μας πρήξανε οι μαλάκες.

  2. - Κοίτα τον λαδωμένο. Δυόμιση ώρες ρακέτες το πουρό κι εμείς παίζουμε 5 λεπτά και τα φύγουμε ρε Γιώργο.
    - Χέσε μας ρε. Ασ' τους να κοπανιούνται και πάμε στην καντίνα να πάρουμε κανένα μπυρόνι.

xecutive... (από HODJAS, 16/04/10)(από Vrastaman, 16/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καμία σχέση με νήπια που πάσχουν από την νόσο Creutzfeld-Jacobs-Suchard.

Τρελά μωρά αποκαλούνται κυρίως:

Αγγλιστί: hot babe.

- Τρελό μωρό από Βραζιλία διδάσκει χορό!!!!!! ΑΓΟΡΙΑ ΚΡΑΤΗΘΕΙΤΕ!!!!
(εδώ)

- Τρελά μωρά μας δείχνουν τά... οπίσθια τους!!!
(εδώ)

- ΠΑΤΡΙΚ Ο ΕΧΕΜΥΘΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΡΕΛΟ ΜΩΡΟ;
(εδώ)

- Το τρελό μωρο λεγεται Μuddy το Τρελό Μωρο. Ειναι 3 μηνων γατακι φοβερα χουρχουρω γεματη ορεξη για παιχνίδι και μιαουλισμα, τρεχει σα τρελο για χαδια..
(εδώ)

Τέρας λογικής... (από HODJAS, 19/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιά των νάιντηζ, οπότε και μαινόταν ο εμφύλιος πόλεμος στην γειτονική πρώην Γιουγκοσλαβία. Περιγράφει άνθρωπο, ο οποίος έχει καλυμένο το πρόσωπό του με σπιθουράκια, μπισμπίκια, ελιές, σεξουαλικά σημεία, ή καυλόσπυρα αν τυγχάνει νεανίας. Ο τοιούτος Σέξσπυρ ομοιάζει με επιφάνεια βομβαρδισμένης πόλης (δρόμου ή άλλης επιφάνειας), όπου οι βόμβες έχουν δημιουργήσει κρατήρες και χαλάσματα. Μπορεί να παρομοιαστεί και με άλλες διάσημες βομβαρδισμένες πόλεις, λ.χ. με την Βαγδάτη, την Καμπούλ, την Κανταχάρ ή την Πρίστινα, πλην μόνο για το Σεράγεβο γνωρίζω να έχει καταστεί όνομα.

Σημειωτέον ότι ο ίδιος εμφύλιος προκάλεσε και την ναϊντίλα σλανγκιά τα πήρε στην Κράινα, την οποία απαθανάτισε ο Χότζας στο συνώνυμο λήμμα τα παίρνω στο κρανίο. Όπου Κράινα, εννοείται η ομώνυμη προσωρινή δημοκρατία.

- Πού να σταυρώσει γκόμενα ο σεράγεβος! Του έχει μιλήσει κανείς για το Clearasil;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπιμπίκι-μαύρο στίγμα, το ξερό μπιμπίκι, ο ανοιχτός δηλαδή πόρος που έχει μέσα στεγνό σμήγμα, το οποίο, στην ακρούλα του, έχει μαυρίσει από την επαφή του με τον έξω κόσμο.

Τα μαυράκια είναι ιδανικά για ξεμπιμπίκιασμα, α γιατί δεν πονάνε, βου γιατί βγαίνουν εύκολα -μια κι έξω, γου γιατί δεν κάνουν σημάδι, δου γιατί επανεμφανίζονται σε χρόνο dt κι έτσι έχεις πάλι με τι να ασχοληθείς.

Έχουν βγει διάφορα προϊόντα στην αγορά για τα μαυράκια, αλλά δεν κάνουν και πολλά, άσε που σου στερούν αυτή την απόλαυση.

- Έλα μωρό μου, κάτσε να σου βγάλω αυτό το μαυράκι που έχειειειες...
- Λύσσα κακιά πάλι σ' έπιασε; Όχι, δεν θα το βγάλεις!
- Μα...
- ΕΙΠΑ ΟΧΙ!
- Μα γιατίιιιι;;;
- Γιατί έτσι, φύγε τώρα, άντε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνδρας που βάφει τα μαλλιά του.

Συνήθως συνδυάζει δύο αντιφατικά χαρακτηριστικά: α) Είναι κομψευόμενος και γόης. β) Είναι μεγάλης ηλικίας, ergo αρσενικό παλαιάς κοπής και πασέ. Ο συνδυασμός των δύο στοιχείων τον καθιστά συχνά γελοίο, αφού μπορεί να συνδυάσει την καραμπογιά με μύστακα παλαιάς κοπής και με τέτοια «προσόντα» να την πέφτει σε πιπινέζες. Τέτοιος τύπος είναι ο (νεκρός) ήρωας της ταινίας 4 Μαύρα Κοστούμια, για τον οποίο ο Γιάννης Ζουγανέλης εξαπολύει την κορυφαία ατάκα: «Καλύτερα ξέφωτο, παρά βαψομαλλιάς». Επίσης, μπορεί να είναι ο καθηγητής που τον κοροϊδεύουν τα παιδάκια, ο καθηγητής Πανεπιστημίου που την έχει δει βελτσίων του Βέλτσου, ή ο επίδοξος εραστής της κομμώτριας. Είναι και το ότι οι άντρες είναι συνήθως λιγότερο προσεκτικοί και διαθέτουν λιγότερο χρόνο από τις γυναίκες σε αυτά τα θέματα, οπότε δεν τo 'χουν.

Ωστόσο, τουλάστιχον τις τελευταίες δεκαετίες πολλοί αστέρες της σόου μπιζ αποφάσισαν να εξασκήσουν το άθλημα. Πολλοί γελοιοποιούνται με καραμπογιές και βαψίματα χρώματος κομοδινί. Μερικοί, όμως, επιδίδονται και σε ψαγμενιές, όπως: Ο εξηντάρης βάφει τα μαλλιά του σε χρώμα γκρι του πενηντάρη, ή ο πενηντάρης σε χρώμα γκρι του σαραντάρη. Επίσης, διάφορες άλλες σπρετσατούρες, οι οποίες συνήθως δεν βγαίνουν και τους γελοιοποιούν έτι περισσότερο.

Γενικώς, η αυτονόητη κατηγορία για έναν βαψομαλλιά είναι ότι το βάφει το μαλλί, καθιστάμενος έτσι όψιμος πουστοσέξουαλ. Πλην καθώς διάγουμε κατά Baudrillard την εποχή της διασεξουαλικότητας και του τραβεστί του πολιτικού (le travesti du politique), παρόμοιες κατηγορίες είναι αναχρονιστικές και καταδικασμένες στην συνείδηση του λαού. Εξάλλου οι γνώμες διίστανται: Ο βαψομαλλιάς παρακάμπτει την ανησυχία άσπρα μαλλιά στην κεφαλή, κακά μαντάτα στην ψωλή. Στερείται όμως και την απόλαυση να περηφανευτεί μαλλί βαμβάκι, ψωλή φαρμάκι. Αμφότερα και τα δύο είναι κοινωνικές/ γλωσσικές κατασκευές. Απλώς το πρόβλημα είναι τι γίνεται όταν έχεις ήδη αρχίσει να γκριζάρεις και μετά σκας μύτη, αίφνης, ως καραμπογιάς. Γι' αυτό έχω να προτείνω το εξής: Αν τύχει να έχουν βγει ήδη κάμποσες άσπρες τρίχες μέχρι να σκεφτείς το βάψιμο, τα βάφεις σε ένα τιραμισουρεαλιστικό χρώμα, όπως μπλε, φούξια ή ξανθά αν είσαι μελαχροινός, για να το παίξεις φρικιό, τρελό αλτέρνι κι έτσι. Και σε χρόνο ανύποπτο, όταν όλοι το έχουν ξεχάσει, το γυρίζεις σε κανά κομοδινί της αρεσκείας σου. Ήταν μια κοινωνική προσφορά του Χάνου της Χρυσής Ορδής για το σλανγκρ.

Υπάρχει και ειδικό βλόγιον, το www.vapsomalliades.blogspot.com, το οποίο κράζει τεκμηριωμένα τους απανταχού βαψομαλλιάδες και το συνιστώ εκθύμως για να περάσετε μερικές ώρες απολαυστικού κραξίματος, τώρα μάλιστα που το σλανγκρ βρίσκεται σε ύφεση. Από εκεί αρυόμαστε τις παρακάτω πληροφορίες:

Επιφανείς βαψομαλλιάδες είναι και οι χαβαλεδιάρηδες τραγουδιστές:

Πέτρος Κωστόπουλος: Βλαχοκυριλέ κομοδινί βάψιμο με εμφύτευση. Ceci n'est pas Μέγας Πέτρος!

Γιώργος Τράγκας: Μαλλί- τηγάνι, ήτοι μαύρο βάψιμο που επικάθηται σαν τηγάνι πάνω στο γκρι του πενηντάρη (ενώ ο Τράγκας είναι 65άρης) που διατηρεί στους κροτάφους. Ceci n'est pas σπρετσατούρα!

Λευτέρης Ζαγορίτης: Πρόχειρο κατάμαυρο με λευκές ρίζες.

Τόλης Βοσκόπουλος: Ερωτιάρικο καφέ θυσανωτό.

Άρης Σπηλιωτόπουλος: Κατάμαυρη ιφιγένεια, αν και ο ίδιος είχε δηλώσει παλιότερα ότι γκρίζαρε από το άγχος και τις ευθύνες...

Παύλος Τσίμας: «Εμφάνιση δημοδιδασκάλου, μύσταξ ιεροψάλτου, ύφος σεμνοπρεπές» για τον τρομπαδούρο του σοσιαλισμού, που με το κομιλφό βάψιμο προσπαθεί να αλώσει το σύστημα από τα μέσα σύμφωνα με την τακτική του «εισοδισμού» (βλ. το απολαυστικό άρθρο στο μπλογκ).

Πάνος Παναγιωτόπουλος: Αυτάρεσκος βαψομαλλιάς και προσθετάκιας, ξυρίζει τις φαβορίτες για να μην φαίνονται οι εκεί άσπρες τρίχες.

Αλέξης Κούγιας: Μια από τις πολλές κουγιές του μοντελοπνίχτη είναι η απελπισμένη καραμπογιά του.

Άδωνις Γεωργιάδης: Είναι συμβατή η βαψομαλλίαση με τα ελληνικά ιδεώδη;

Γιώργος Καρατζαφύρερ: Σκούρο καφέ έως έντονο καφεκόκκινο που ζαλίζει και τα περιστέρια.

Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης: Κάνει και ανταύγειες και το παραδέχεται! Εύγε για την ανδρεία!

Αλέξης Παπαχελάς: Εγγράμματο, σικ βάψιμο.

Ανδρέας Μικρούτσικος: Ένα βαψιματάκι τοσοδά μικρούτσικο.

Κίμων Κουλούρης: Όχι μόνο τα μαλλιά (ατημελήτως βαμμένα με άσπρους θύλακες), αλλά και τα φρύδια και τις βλεφαρίδες, του Άι Λάινερ δεηθώμεν! Κιμωνό ξεκούμπωτο με λίγο από thespian. Πάντως, συνάδει με την όλη θεατρική σκηνική του παρουσία.

Ron Jeremy: The Porn-Star Experience of βαψομαλλιάς. Ναι, ο άνθρωπος, που μπορούσε να κάνει αυτό για το οποίο ζηλεύουμε τους σκύλους, τα βάφει.

Ύστερα και από αυτό το τελευταίο παράδειγμα, πρέπει να το σκεφτούμε σοβαρά μήπως όντως είναι μαγκιά το να είσαι βαψομαλλιάς. Αν δεν πειστήκατε ακόμα, σκεφτείτε ότι βαψομαλλιάς είναι και ο Ρεχάγκελ.

Trivium: Όπως αναφέρεται εδώ, στις τελευταίες αμερικλάνικες εκλογές για κλανητάρχη, οι Ρεμπουπλικάνοι κατηγόρησαν τον Ομπάμα ότι βάφει τα μαλλιά του, και κατέβηκαν με το σύνθημα: «Πώς μπορείτε να εμπιστευτείτε έναν βαψομαλλιά;». Πλην ο Ομπάμας, ομπάμιας μπορεί να είναι, αλλά βαψομαλλιάς ποτέ! Απέδειξε με αδιάσειστα τεκμήρια ότι είναι φυσικός μαύρος και κέρδισε έτσι τις εκλογές, που κρίθηκαν στην αντικατηγορία ότι οι Ρεπουμπλικάνοι είναι συκοφάντες και ρατσιστές εναντίον των ευυπόληπτων βαψομαλλιάδων συμπολιτών μας.

  1. Τρελό κουνέλι για Τράγκα:

Ακόμα ένας δημοσιογράφος προστέθηκε στην μεγάλη λίστα των βαψομιαλλιάδων!! Γιωργάρα, 10 χρόνια νεότερο σε κάνει το κομοδινί!! Καλορίζικο..

  1. Δίκαιη οργή από γουορντπρέσι:

Σεμνά και ταπεινά ο άλλος βαψομαλλιάς του μπούλη: Με …ελικόπτερο στη Μύκονο ο Βαρβιτσιώτης!..
…για προσωπική κοινωνική του υποχρέωση. Δεν βάζουν με τίποτε μυαλό στην κυβέρνηση…
Για τη σεμνότητα και ταπεινότητα του βαψομαλλιά υπουργού του Καραμανλιστάν, στο press-gr
* Ρε αληταρά, κομψευόμενε ανίκανε, που δεν έχεις ένσημο στη ζωή σου, ξέρεις με τι ζει ο λαός;
Ξέρεις τενεκέ ξεγάνωτε;

  1. ΟΚ, πάντως κι ο Ιωαννίδης με τον ΠΑΟ κόντρα σε Νίνη και μετά Σαλπιγγίδη, δεν τα πήγε άσχημα από αριστερά. Το ίδιο και με τον Κουτσιανικούλη στον Τέλη.
    Δεν υπάρχει παικτική σύγκριση μεταξύ των παικτών που αναφέρεις και του Εστογιάνοφ. Ο βαψομαλλιάς υπερτερεί και σε ταχύτητα και σε τεχνική.
    (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νυχάκι που αφήνουν κάτι καδενάκηδες κωλόγεροι -συχνά ταρίφες- στο μικρό νύχι, νομίζοντας ότι είναι μαγκιά, και το χρησιμοποιούν για να καθαρίζουν παντός είδους κοιλότητες του σώματος (του δικού τους και άλλων).

Συνώνυμο: ταξιτζίδικο (νύχι)

- Είδες ένα τσαπόνυχο που είχε στο δαχτυλάκι ο μπαρμπα-Μήτσος;
- Αν είδα, λέει... Τρισάθλιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άσχημη γυναίκα.

Χρησιμοποιείται απαξιωτικά για το αδύναμο φύλο και ειδικότερα για αυτές που έχουν περιττά κιλά.

Επίσης χαρακτηρίζει τη γκάμα αυτή των γυναικών που, ενώ αρχικά υπήρξαν καλλίγραμμες, στη συνέχεια έβαλαν κιλά η φούσκωσαν απότομα, σαν να έτρωγαν όντως φασολάδα για πολύ καιρό.

Λέγεται και «φασόλι».

  1. - Λοιπόν μάγκες, κανόνισα έξοδο το βράδυ με την Εμανουέλα και μια φίλη της!
    - Μην κάνεις καμιά μαλακία ρε, την είδα χθες στο λεωφορείο και έχει γίνει σκέτη φασολάδα.
    - Φτου! καλά θα της δώσω άκυρο.

  2. - Ψήνεται κανείς για ποτό το βράδυ;
    - Ναι εγώ. Έχουμε κάνα γυναικωτό να πάρουμε, ή μόνο άντρες;
    - Χθες γνώρισα δυο να τις πάρω; Αλλά είναι φασόλια και τα δυο, σ' το λέω.
    - Ε τότε άσ' το, βγαίνουμε και μόνοι μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified