Selected tags

Further tags

Το νεραϊδιάρικο παιδοβούβαλο, με ό,τι δεινά αυτό συνεπάγεται.

1. Σκέφτομαι ότι η βασική μαλακία του ΓΑΠ, όσον αφορά τον ίδιο και το κόμμα του, ήταν που επέμενε στις πρόωρες εκλογές και δεν άφησε το νεραϊδοβούβαλο να υποστεί το μαρτύριο μέχρι τέλους φτάνοντας το χρέος στο 300%...

2.Πορωτικές λεξούλες - Βοθρολύματα, Κερχελέδες, (μου έφυγε το) Κλαπέτο, Εκτόπλασμα, Μπάμ Τιριλέμ, Τσιριμώκο, Νεραϊδοβούβαλος, (Λαπαδερός) Γουρδούπακας, Φραμπαλάς.

(από Khan, 28/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Αυτός που και καλά έχει μύτη σαν γουρουνιού, δηλαδή ανυψωμένη και πλακουτσωτή σαν ένα μεγάλο ρύγχος με μεγάλα ρουθούνια, και ωσεκτουτού φέρνει λιγάκι σε πόρκι. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βρισιά σχετική με εμφάνιση ή για να χαρακτηρίσει «όποιον χώνει την μύτη του παντού» μεταφορικώς (δες).
    Έχει όμως και κάποιες πιο συγκεκριμένες εφαρμογές, όπως:

  2. Στις αρχές του 20ου αιώνα αποτελούσε στερεοτυπική ρατσιστική βρισιά ειδικά για τους Βούλγαρους, τον βόρειο γείτονά μας με τον οποίο βρισκόμασταν σε αιματηρό ανταγωνισμό για τη Μακεδονία και τη Θράκη. Οι Βούλγαροι θεωρούνταν ρατσιστικώς ως «χοντρομυτάδες» κι έτσι βρίσκουμε την βρισιά αυτή να τους χαρακτηρίζει σε κείμενα της εποχής ή και λίγο μεταγενέστερα.

  3. Το είδος ψαριού που επιστημονικώς αποκαλείται Chondrostoma Vardarensis (sic), λόγω του εξογκωμένου σκληρού κερατοποιημένου ρύγχους του, και το οποίο ζει στον Αξιό, τον Έβρο, το Νέστο, τη λίμνη Δοϊράνη και άλλες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, για περισσότερα δες εδώ και εδώ.

  4. Παρατσούκλι κατασκοπευτικού αεροσκάφους των ΗΠΑ RC-135, που έχει περάσει και από την Σούδα της Κρήτης στο πλαίσιο του πολέμου κατά της Λιβύης του Καντάφι, και φημίζεται για τις ικανότητες παρακολούθησης που διαθέτει.

  1. αυτη τη γουρουνομυτη δεν την αντεχω αλλο Εδώ
  2. α. - Βρε γουρουνομύτη, για ποιον δουλεύεις; ρώτησε. Για τον θείο σου ή για μένα;
    Θλιμμένα είπε ο μικρός:
    - Για σένα. Μα γιατί με λες γουρουνομύτη;
    - Γιατί είσαι Βούλγαρος· και όλοι οι Βούλγαροι είναι χοντρομυτάδες, γουρουνομύτες! Κοίταξε τον Γιωβάν, κι εμπρός στη θλιμμένη του όψη γλύκανε.
    - Η δική σου μύτη είναι ίσια και λιγνή, δεν σε βρίζω- έννοια σου.
    (Από το μυθιστόρημα της Πηνελόπης Δέλτα «Στα Μυστικά του Βάλτου», 1η εκδ. το 1937, δες).
    β. Όποιος μας κατηγορήσει για σωβίνους είναι γουρουνομύτης! (Paokmania.gr).

  3. Έχουν αναφερθεί και σπανιώτερα είδη, όπως το χέλι, το τυλινάρι, ο γουρουνομύτης, η μουρμουρίτσα, η βιργιάνα, η πεταλούδα, το κουνουπόψαρο. (Λίμνη Δοϊράνη).

  4. α. Στη Σούδα, βρίσκεται ο περίφημος “γουρουνομύτης” το αεροπλάνο που έχει τη δυνατότητα να παρακολουθεί όλες τις συνομιλίες στη Λιβύη, αλλά και Γερμανοί πεζοναύτες. Τις προηγούμενες μέρες, από την Κρήτη πέρασαν εκατοντάδες πεζοναύτες των ΗΠΑ οι οποίοι επιβιβάστηκαν στα πλοία που έσπευσαν στον θαλάσσιο χώρο της Λιβύης. (Εδώ)
    β. Από την αμερικανική αεροπορική βάση της Σούδας το αμερικανικό αεροσκάφος RC-135 γνωστό ως «γουρουνομύτης» κάνει καθημερινά πολλές ώρες πτήσης συλλέγοντας πληροφορίες από συνομιλίες ή από κινήσεις αεροσκαφών. (Εδώ).

Chondrostoma Vardarense, το και "γουρουνομύτης" επονομαζόμενον (από Khan, 29/06/13)Chondrostoma Vardarense, το και "γουρουνομύτης" επονομαζόμενον (από Khan, 29/06/13) To RC-135 Rivet Joint aka γουρουνομύτης. (από Khan, 29/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια πολύ άσχημη γυναίκα ή μια εξίσου κακή κατάσταση.

  1. - Ρε μαλάκα την είδες την νέα γκόμενα του Χρήστου;
    - Ναι ρε φιλε, και ήθελα να στο πω, η γκόμενα ειναι τέρμα πέτσα ρε φίλε!

  2. - Πήγατε τελικά με τους άλλους στο μπαράκι που μας έλεγε η άλλη;
    - Ναι ρε μαλάκα..
    - Και;
    - Ε τι και; Πέτσα ήταν η φάση και την κοπανήσαμε στεγνά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεαρά κυρία με εντυπωσιακά γυμνασμένο σώμα, ειδικότερα στην περιοχή των γλουτών. Η πληθωρική της παρουσία επεκτείνεται και στο πλούσιο μπούστο, ενώ τα καλοκαίρια συναντάται σε παραλίες παίζοντας μπιτς βόλεϊ και φορώντας σέξι μαγιό. Εργάζεται συνήθως σε καφέ στην περιοχή της Τούμπας Θεσσαλονίκης.

- Χάρη, πάμε το μεσημεράκι για καφέ;
- Μπα, άσε βαριέμαι.
- Θα δουλεύει ο υπερτράβελος σήμερα ρε!
- Τότε φύγαμε ρε φίλε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα μεγάλα, κατελπίδα και στητά βυζιά.

  1. - a re xristinara ti kampanes einai autes;
    - sopa opou na nai 8a simanoun oi kampanes..... are XRISTINA
    (σχόλια στο γιουτιούμπ για το μπούστο της παρουσιάστριας εδώ)

  2. μας έχεις πρήξει με τα βυζιά... υποψιάζομαι πως πρέπει να γουστάρεις τη μαλτέζα που έχει βυζιά «καμπάνες»!! (από φόρουμ)

(από vikar, 05/07/13)

Σε άλλες γλώσσες: Glocken (γερμανικά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το ξύλινο παγούρι σε διάφορα μέρη της Ελλάδας

αλλά, αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο:

  1. νεόκοπη έκφραση των νεαρών (από το μπούλης και κούκλος) για τον κούκλο άντρα που είναι όμως και λίγο μπούλης, είναι δηλ. θεός, μουνάρα, αλλά δεν έχει τόση αντρίλα (ακόμα ή ποτέ) και έχει πίσω-πίσω ένα μπουλέ χμου -που οκ, δεν μας χαλούλου.

Ωραίο παιδί ο Μαρτάκης, μπούκλος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά, ο όγκος των γεννητικών οργάνων που διαφαίνεται μέσα από το εφαρμοστό εσώρουχο ή παντελόνι.

Ντικ τι μπαγκάζι άβελε το λατσότεκνο!

(από Khan, 21/07/13)(από Khan, 22/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανκοπρεπέστερη εκδοχή τση πουτάνας, με ό,τι καλό ή κακό συνεπάγεται.

Γιατί όμως το πουτανί να θεωρείται πιο πουτανιάρικο από την πουτάνα; Δράττομαι της ευκαιρίας να επισημάνω και να πανηγυρίσω τον σχετικό κανόνα τση σλανγκογραμματικῆς: παν γένος ουδετεροποιούμενον εκγκαυλίζεται.

Ετς, το πουτανί θα προκαλεί πάντα περισσότερο σοκ και πέος από την σκέτη ποττάνα. Ετς, και η αμαρτωλή Καυλάουρα πάντα θα τρώει τη σκόνη του αμαρτωλού Λίλιαν.

Βλ. επίσης: χαζοπουτανί, πουτανάκι.

Ασίστ: Πάτσμαν, από το δουπού.

1.
τα πουτανί που ήρθαν απ το ανατολικό μπλόκ ξελογιαζουν παντρεμένους και διαλύουν οικογένειες

2.
Ο μουρόχαυλος! Μαλθακός σαν τον μακαρίτη τον πατέρα του είναι. Κάθεται ένα πουτανί σαν τη Φροσάρα, να τον ξεζουμίζει και να τον κερατώνει κι από πάνω.

3.
αυτό το πουτανί η ψευτοψυχολόγα η Στέλλα, με τον φασιστικό τρόπο που έχουν όλοι οι μοντεράτορς- αυτή ήταν η χειρότερη, βαθειά κομπλεξικό πουτανί μιλάμε- με διέγραψε, και ξανά και ξανά όταν μπήκα με άλλα παρεμφερή ονόματα, χωρίς ιδιαίτερο λόγο.

4.
Τι να αγαπήσεις από το μέσο εφηβικό πουτανί που τα πετάει όλα έξω μου λέτε ; Ή από έναν παλιόπουστα με τα μαλλιά κοκοράκι;

5.
♪♫ Αχ πουτανί, Αχ πουτανί
Εσύ για όλα φταίς εσύ
Αχ πουτανί, Αχ πουτανί
Σε φάγανε οι πουριτανοί ♪♫

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουρίστας προερχόμενος από χώρες του Ευρωπαικού Βορρά (κυρίως από Γερμανία). Προέρχεται από το όνομα του παλιού άσσου της Εθνικής Γερμανίας Klaus Aughentaler.

Για κοίτα τον Αουγκεντάλερ. Έχει την κάλτσα μέχρι το γόνατο!

(από Khan, 30/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρτσακλός, -ή, -ό (επίθ.). Ο άτσαλος, ο άχαρος. Χαρακτηρισμός ανθρώπων που σου ξινίζουν στο μάτι τόσο σε συμπεριφορά όσο και σε εμφάνιση.

- Ρε συ, είδες το παρτσακλό που κουβαλούσε ο Γιώργης χτές;
- Τι να σου πω ρε φίλε. Εγώ αν ήμουν στη θέση του θα ντρεπόμουν να την κυκλοφορήσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified